Γιατί δεν τηρώ τις αρχές;

19 Ιανουαρίου 2023

Τον Αύγουστο του 2021, έγινα επικεφαλής εκκλησίας. Στις αλληλεπιδράσεις μου με τη Λίλιαν, την υπεύθυνη του ευαγγελικού έργου, παρατήρησα πως συχνά έκανε μεγάλο θέμα τα μικροπροβλήματα που είχαν κάποιοι και τα έλεγε σε όλους. Δεν συνεργαζόταν καλά με τους άλλους κι έλεγε πάντα πράγματα αντίθετα με τα γεγονότα. Μια φορά σε μια συνάθροιση, είπε πως η επικεφαλής εκκλησίας που μας μετέφεραν δεν εστίαζε στο ευαγγελικό έργο και ποτέ δεν τη ρωτούσε πως πήγαινε το έργο της. Όμως, εκείνη η επικεφαλής πάντα παρακολουθούσε το έργο της. Επίσης, ανέφερε πως το έργο πήγαινε πολύ καλά, έτσι οι άλλοι νόμιζαν πως αυτό που είχε αναλάβει προχωρούσε κανονικά. Στην πραγματικότητα, δεν έκανε πραγματικό έργο. Σε μια συνάθροιση, τόνιζε συνεχώς τις δυσκολίες στο έργο της και πως τα μέλη της ομάδας δεν ήταν καλά, όμως όταν το εξέτασα λεπτομερώς είδα πως πολλή δουλειά δεν την είχε κάνει, έτσι δεν είχε βάση να το λέει αυτό. Την ξεμπρόστιασα που δεν έκανε πρακτικό έργο κι έριχνε αλλού την ευθύνη. Δεν απάντησε τίποτα. Νόμιζα πως θα έκανε αυτοκριτική, όμως εκείνη μου έστειλε με τη συνεργάτιδά μου, την αδελφή Μάγια, μήνυμα πως δεν ήθελε πια πάρε-δώσε μαζί μου, πως την αντιμετώπισα τυφλά όταν είδα ένα πρόβλημα και δεν κατανόησα τις δυσκολίες της. Είπε επίσης πως δεν μπορούσε να είναι σαν εμένα, αλλά στοργική και υπομονετική με τους αδελφούς και τις αδελφές. Όταν το διάβασα, έμεινα για λίγο άφωνη. Υπήρχαν τόσα προβλήματα στο καθήκον της. Απλώς της τα επισήμανα. Δεν την κλάδεψα ούτε την αντιμετώπισα. Πώς μπορούσε να λέει πως την αντιμετώπισα τυφλά; Δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Πώς μπορούσε να είναι τόσο ύπουλη και πονηρή; Ήθελα να εξηγήσω στη Μάγια, όμως μόλις έφτασα στα μισά του μηνύματός μου, δίστασα. Αν της εξηγούσα ή της περιέγραφα σε μήνυμα τα προβλήματα της Λίλιαν, η Μάγια ίσως νόμιζε πως δεν είχα αυτοεπίγνωση μπροστά στα προβλήματα και δεν φερόμουν σωστά στους άλλους. Στη σκέψη αυτή, δεν έστειλα το μήνυμα. Αργότερα, άκουσα πως η Λίλιαν προφασίστηκε πως άνοιγε την καρδιά της στους άλλους για να πει πως την αντιμετώπισα τυφλά χωρίς να ξέρω το παρασκήνιο, κι αυτό την είχε ρίξει. Όταν το άκουσα, αναστατώθηκα πολύ. Δεν ήξερα πώς θα έλεγχα το έργο της στο μέλλον κι ένιωθα πως ήταν πολύ δύσκολο να τα πάμε καλά. Δύο μέρες μετά, για τις ανάγκες του έργου, θέλαμε να μεταφέρουμε κάποια άτομα απ’ την ομάδα της Λίλιαν στο έργο του ποτίσματος. Όμως μόλις της το είπα, είπε με ξινό ύφος: «Αν θες να τους μεταφέρεις, κάν’ το. Δεν με νοιάζει. Ούτως ή άλλως, τα αποτελέσματα του έργου μου δεν θα είναι καλά». Αργότερα, μου είπε ανοιχτά πως είχε πρόβλημα με την υπεύθυνη αδελφή στο έργο ποτίσματος και γι’ αυτό δεν ήθελε να μεταφερθούν. Είπε επίσης πως δικαιολογημένα θα ήταν αγενής αν η αδελφή την προκαλούσε. Όταν άκουσα αυτήν την απειλή, είδα πως δεν ήταν μόνο δύσκολος χαρακτήρας, αλλά είχε και κακή ανθρώπινη φύση κι έπρεπε να προσέχω όταν παρακολουθούσα το έργο της, αλλιώς θα έβρισκε κάτι εναντίον μου.

Μια φορά, μια ανώτερη επικεφαλής μάς ανέθεσε το έργο εξυγίανσης, να ερευνήσουμε αν στην εκκλησία υπήρχαν κακοποιοί ή αντίχριστοι κι αν φανερώνονταν κάποιοι, να τους αποβάλλαμε από την εκκλησία. Μου ήρθε στο μυαλό η Λίλιαν. Δεν είχε καλή ανθρώπινη φύση και δεν αποδεχόταν την αλήθεια. Κρατούσε κακία σε όποιον ανέφερε τα προβλήματά της, διέστρεφε τα πράγματα, έκανε το άσπρο μαύρο και διέδιδε προκαταλήψεις για άλλους. Έπρεπε να ερευνήσω την όλη συμπεριφορά της. Έπειτα όμως σκέφτηκα πόσο αντέδρασε όταν εξέτασα το έργο της, κι έλεγε πίσω απ’ την πλάτη μου πως την αντιμετώπισα τυφλά. Αν πήγαινα τότε να συλλέξω αξιολογήσεις για εκείνη, οι αδελφοί και οι αδελφές δεν θα νόμιζαν πως βρήκα ευκαιρία να την εκδικηθώ; Η συνεργάτιδά μου δεν θα νόμιζε πως αγαπούσα πολύ το κύρος κι έψαχνα ευκαιρία να επιτεθώ σε όποιον επισήμαινε τα προβλήματά μου; Τότε όλοι θα με φοβόνταν και θα με απέφευγαν, και θα ήταν μεγάλο πρόβλημα αν προσπαθούσαν να διακρίνουν τα προβλήματά μου και με ανέφεραν ως ψευδοεπικεφαλής. Έτσι το άφησα. Θα μεριμνούσα όταν κάποιος άλλος διέκρινε τα προβλήματά της, αλλιώς αν ήμουν η πρώτη που θα μιλούσε γι’ αυτά, θα με παρεξηγούσαν. Έτσι, δεν ανέφερα το πρόβλημα. Σύντομα, η Μάγια είπε πως επειδή η Λίλιαν δεν είχε καλή ανθρώπινη φύση, θα ερευνούσε τη συμπεριφορά της. Χάρηκα μ’ αυτό, αλλά κι ένιωσα λίγο ένοχη όταν το είπε. Το ήξερα ήδη αυτό και έπρεπε να είχα ερευνήσει τη συμπεριφορά της Λίλιαν αμέσως, όμως δεν είπα τίποτα, από φόβο πως οι άλλοι θα θεωρούσαν πως της έκανα επίθεση. Δεν προστάτευα το έργο της εκκλησίας. Αλλά τουλάχιστον, κάποιος άλλος είχε πει κάτι, έτσι δεν χρειαζόταν να ανησυχώ πια. Μόλις συλλέξαμε αξιολογήσεις για τη Λίλιαν, είδαμε πως πολλοί απ’ αυτούς που τις είχαν γράψει δεν τη γνώριζαν πολύ καλά και παρείχαν πολύ λίγες πληροφορίες. Μόνο λίγοι παρατήρησαν τα προβλήματά της. Ήξερα πως στην περίπτωση αυτή, το σωστό ήταν να αναζητήσουμε άτομα που είχαν επαφή μαζί της για πολύ καιρό, όμως ανησύχησα πως οι άλλοι θα έλεγαν ότι τη στοχοποιούσα για να πάρω εκδίκηση, έτσι δεν είπα τίποτα. Τότε, η Μάγια είπε πως έπρεπε να παρακολουθούμε το ζήτημα, και δεν είπα τίποτε άλλο.

Αργότερα, μάθαμε πως κάποιοι αδελφοί και αδελφές είχαν κάνει υποδείξεις στη Λίλιαν, κι εκείνη όχι μόνο δεν τις αποδέχτηκε, αλλά και τους κατηγόρησε. Μια φορά, κάποιος ποτιστής ενημέρωσε τη Λίλιαν πως οι εργάτες ευαγγελίου κήρυτταν σε κάποιους που είχαν κακή ανθρώπινη φύση και δεν τηρούσαν τις αρχές. Η Λίλιαν όχι μόνο δεν το αποδέχτηκε, αλλά εξέφρασε τις προκαταλήψεις και τα παράπονά της μπροστά στην ομάδα του ευαγγελίου, λέγοντας πως όλοι ακολουθούσαν τις αρχές στο καθήκον τους, αλλά επειδή οι ποτιστές δεν είχαν συναναστραφεί πάνω στην αλήθεια με αυτούς που προσπαθούσαν να μεταστρέψουν, κάποιοι νέοι πιστοί παραπλανήθηκαν από φήμες και τα παράτησαν. Σε μια συνάθροιση, συναναστραφήκαμε με τη Μάγια πάνω στην ουσία του προβλήματος. Έπειτα συναναστραφήκαμε μαζί της κι άλλες φορές. Νόμιζα πως θα έκανε αυτοκριτική, όμως δεν άλλαζε γνώμη και συνέχιζε να διαδίδει τις προκαταλήψεις της εναντίον των ποτιστών. Έλεγε πως είχε απελπιστεί και δεν ήξερε πώς να κάνει τη δουλειά της. Εξαιτίας της διχόνοιας που έσπερνε, κάποιοι αδελφοί και αδελφές γκρίνιαζαν ο ένας στον άλλον και δεν συνεργάζονταν αρμονικά. Ήξερα πως η Λίλιαν δεν ήταν κατάλληλη επιβλέπουσα κι έπρεπε να απομακρυνθεί αμέσως. Είχα μετανιώσει πολύ που δεν το είχα ερευνήσει αμέσως και δεν την είχα απομακρύνει εξ αρχής. Ήξερα πως είχε κακή ανθρώπινη φύση, όμως τις έδινα ευκαιρίες να διαταράσσει το έργο της εκκλησίας. Ένιωθα πολύ άσχημα. Προσευχήθηκα στον Θεό να με καθοδηγήσει στην αυτοκριτική και την αυτογνωσία.

Στη αναζήτησή μου, είδα τα εξής λόγια του Θεού: «Τι διάθεση είναι αυτή κατά την οποία οι άνθρωποι δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη απέναντι στο καθήκον τους, το κάνουν απρόσεκτα και επιπόλαια, συμπεριφέρονται δουλοπρεπώς και δεν υπερασπίζονται τα συμφέροντα του οίκου του Θεού; Είναι πονηριά, είναι η διάθεση του Σατανά. Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό των φιλοσοφιών του ανθρώπου για τη ζωή είναι η πονηριά. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι αν δεν είναι πονηροί, θα διακινδυνεύουν να προσβάλουν τους άλλους και θα είναι ανίκανοι να προστατέψουν τον εαυτό τους· πιστεύουν ότι θα πρέπει να είναι αρκετά πονηροί ώστε να μην προσβάλουν ή δυσαρεστήσουν κανέναν, διατηρώντας έτσι τον εαυτό τους ασφαλή, προστατεύοντας τους πόρους τους για τα προς το ζην και κερδίζοντας ένα σταθερό στήριγμα ανάμεσα στις μάζες. Όλοι οι άπιστοι ζουν σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Σατανά. Όλοι είναι δουλοπρεπείς και δεν προσβάλλουν κανέναν. Έχεις έρθει στον οίκο του Θεού, έχεις διαβάσει τον λόγο του Θεού και έχεις ακούσει κηρύγματα του οίκου του Θεού. Γιατί, λοιπόν, είσαι πάντα δουλοπρεπής; Οι δουλοπρεπείς προστατεύουν μόνο τα δικά τους συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα της εκκλησίας. Όταν βλέπουν κάποιον να πράττει το κακό και να βλάπτει τα συμφέροντα της εκκλησίας, το αγνοούν. Τους αρέσει να είναι δουλοπρεπείς και δεν προσβάλλουν κανέναν. Αυτό είναι ανευθυνότητα, και αυτού του είδους τα άτομα είναι υπερβολικά πονηρά και αναξιόπιστα» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η γνώση της διάθεσης κάποιου είναι το θεμέλιο της αλλαγής της). Απ’ την αποκάλυψη των λόγων του Θεού κατάλαβα πως, από φόβο μην προσβάλλω τη Λίλιαν και χάσω την εικόνα και το κύρος μου, όταν την είδα να διαταράσσει το έργο της εκκλησίας, δεν το υπερασπίστηκα. Ήμουν μια ανθρωπάρεσκη που έκανε τα στραβά μάτια. Η συμπεριφορά αυτή ήταν ανεύθυνη και πονηρή. Οι άπιστοι ζουν βάσει σατανικών φιλοσοφιών για να προστατεύουν τα συμφέροντά τους. Παρατηρούν τους άλλους όταν μιλούν για να δουν πού φυσά ο άνεμος. Είναι πολύ πανούργοι. Στο καθήκον μου, είχα τη στάση αυτή των άπιστων. Είδα πως η ανθρώπινη φύση της Λίλιαν δεν ήταν καλή και είχε ήδη διαταράξει το έργο της εκκλησίας. Έπρεπε να είχε απομακρυνθεί. Όμως δεν ήθελα οι άλλοι να νομίζουν πως την επέπληττα και εκδικούμουν, έτσι απέφυγα το ζήτημα και δεν έκανα τίποτα για να μην με υποψιαστούν, κι ανέβαλα το θέμα της Λίλιαν. Ήθελα να περιμένω έως ότου οι άλλοι αποκτούσαν διάκριση σχετικά μ’ εκείνη. Θέλοντας να προστατέψω τη φήμη και το κύρος μου, και γνωρίζοντας μάλιστα πως διατάρασσε το έργο της εκκλησίας, προτίμησα να ζημιωθούν τα συμφέροντα της εκκλησίας αντί να τηρήσω τις αρχές και να την εκθέσω ή να ασχοληθώ. Ήμουν πολύ πανούργα, εγωίστρια και απεχθής. Στη σκέψη αυτή, ένιωθα πολλές τύψεις και ενοχές. Ήξερα πως δεν έπρεπε να συνεχίζω να κάνω τα στραβά μάτια, αλλά έπρεπε να χειριστώ το ζήτημα της Λίλιαν βάσει αρχής κι όχι να προστατεύω τα συμφέροντά μου.

Έπειτα, πήγαμε με τη Μάγια να μιλήσουμε στη Λίλιαν και να εκθέσουμε πως διέστρεφε τα πράγματα και διέδιδε αυθαίρετα τις προκαταλήψεις της για τους άλλους, υπονομεύοντας και βλάπτοντας τις σχέσεις μεταξύ των αδελφών, και πως είχε διαταράξει το έργο της εκκλησίας. Εξεπλάγην που δεν αποδέχτηκε τίποτα, αλλά αντεπιτέθηκε εναντίον μας λέγοντας οργισμένη: «Σας ανέφερα προβλήματα, κι εσείς όχι μόνο δεν τα επιλύσατε, αλλά επικρίνετε εμένα. Βλέπω πως δεν κάνετε καθόλου πρακτικό έργο». Βλέποντας πόσο αυταρχική ήταν, χωρίς καθόλου αυτοεπίγνωση, αναλύσαμε τη φύση και τις συνέπειες των λόγων και των πράξεών της με σχετικά λόγια του Θεού, όμως δεν δεχόταν τίποτα. Συνέχιζε να υποστηρίζει τη θέση της και να διαφωνεί.

Έπειτα, διάβασα κάποια λόγια του Θεού που με βοήθησαν να κατανοήσω την ουσία της Λίλιαν. Τα λόγια του Θεού λένε: «Όλοι όσοι αναστατώνουν συχνά το έργο και τη ζωή της εκκλησίας κι αποτρέπουν ωμά την είσοδο στη ζωή του εκλεκτού λαού του Θεού, είναι άπιστοι και κακοί άνθρωποι. Η εκκλησία πρέπει να τους αποπέμψει. Εφόσον κάποιος αναστατώνει συχνά το έργο και τη ζωή της εκκλησίας και δεν το αποδέχεται όταν κλαδεύεται και αντιμετωπίζεται, προβάλλοντας διαρκώς τις δικές του στρεβλωμένες δικαιολογίες, τότε, όποιος κι αν είναι και όπως κι αν έχει συμπεριφερθεί στο παρελθόν, πρέπει να αποπεμφθεί από την εκκλησία. Μοναδικός σκοπός αυτού είναι το έργο της εκκλησίας να συνεχίσει να προχωρά κανονικά και να προστατευθούν τα συμφέροντα του εκλεκτού λαού του Θεού. Αυτό είναι απολύτως σύμφωνο με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας και συνάδει πλήρως με το θέλημα του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). «Με τους ανθρώπους που έχουν μοχθηρή διάθεση, όποιο λάθος ή κακή πράξη κι αν έχουν κάνει, κανείς δεν μπορεί να τους αποκαλύψει, κανείς δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει ή να τους κλαδέψει. Αν τυχόν κάποιος τους αποκαλύψει και τους προσβάλει, θα εξοργιστούν, θα πάρουν την εκδίκησή τους και δεν θ’ αφήσουν ποτέ το ζήτημα να ξεχαστεί. Δεν έχουν καθόλου υπομονή, ανοχή ή αποδοχή για τους άλλους. Σε ποια αρχή βασίζεται η συμπεριφορά τους; “Προτιμώ να προσβάλλω τους πάντες, παρά να με προσβάλει κάποιος από αυτούς”. Δεν αντέχουν να τους προσβάλλει κανείς. Μήπως αυτή είναι η λογική των κακών; Τέτοια είναι η λογική των κακών. Κανείς δεν επιτρέπεται να τους προσβάλλει. Για αυτούς, ακόμη και η παραμικρή υπόδειξη βελτίωσης είναι απαράδεκτη και θα μισήσουν όποιον την κάνει σε βάρος τους. Δεν θ’ αφήσουν ποτέ αυτό το άτομο ήσυχο, ποτέ δεν θ’ αφήσουν το ζήτημα ατιμώρητο —έτσι είναι οι μοχθηροί άνθρωποι» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). Από τα λόγια του Θεού είδα πως οι κακοί έχουν μοχθηρή διάθεση και δεν αποδέχονται την αλήθεια. Μισούν οποιονδήποτε τους εκθέτει και επισημαίνει τα προβλήματά τους, τον βλέπουν ως εχθρό τους και μπορεί μάλιστα να αντεπιτεθούν και να εκδικηθούν. Συνέκρινα τη Λίλιαν μαζί τους. Ποτέ δεν έκανε αυτοκριτική ούτε γνώριζε τον εαυτό της, μισούσε όποιον της έκανε υποδείξεις και τον έβλεπε ως εχθρό της, διέστρεφε την αλήθεια, έκανε το άσπρο μαύρο, διέδιδε συνεχώς τις προκαταλήψεις και τα παράπονά της για τους άλλους και προκαλούσε προβλήματα στις σχέσεις των αδελφών. Εξαιτίας αυτού, δεν συνεργάζονταν αρμονικά και το ευαγγελικό έργο διαταρασσόταν και καθυστερούσε. Οι άλλοι τη συμβούλευαν και τη βοηθούσαν, όμως δεν το αποδεχόταν. Γινόταν εχθρική και τους κατηγορούσε ψευδώς, χωρίς καθόλου τύψεις. Μισούσε την αλήθεια και βαριόταν τη φύση της. Είχε αποδειχτεί κακό άτομο κι αν την αφήναμε στην εκκλησία, θα προκαλούσε περισσότερα προβλήματα στο έργο της. Έτσι, συναναστραφήκαμε με τη Μάγια τη διάκρισή μας για τη συμπεριφορά της Λίλιαν βάσει των αρχών, και μετά την αποδοχή των αδελφών δια ψήφου, απομακρύνθηκε. Τη θέσαμε σε απομόνωση και αυτοκριτική κι αν υπήρχαν άλλες διαταράξεις, θα την αποβάλλαμε.

Αργότερα, κάποιοι αδελφοί και αδελφές είπαν πως περιορίζονταν πολύ όταν εργάζονταν με τη Λίλιαν. Επέπληττε πάντα αυταρχικά τους άλλους και πολλοί τη φοβόνταν. Όταν ερχόταν να ελέγξει το έργο τους, όλοι προετοιμάζονταν πιο νωρίς, από φόβο πως θα τους επέπληττε αν δεν εξηγούσαν κάτι καλά. Ένιωθα πολύ άβολα. Η Λίλιαν είχε διαπράξει πολύ κακό κι είχε βλάψει πολύ τους αδελφούς και τις αδελφές. Ως επικεφαλής εκκλησίας, όταν ανακάλυψα μια κακοποιό, δεν το χειρίστηκα. Εξυπηρετούσα κάποιον πρακτικό σκοπό; Δεν έκανα πραγματικό έργο.

Για κάποιες μέρες, αναλογιζόμουν γιατί αντιμετώπιζα σωστά άλλους κακούς και αντίχριστους, όμως απέφυγα και δεν χειρίστηκα το ζήτημα της Λίλιαν. Διάβασα κάποια λόγια του Θεού. «Ό,τι κι αν κάνουν, οι αντίχριστοι σκέφτονται πρώτα τα δικά τους συμφέροντα και ενεργούν μόνο αφού τα έχουν σκεφτεί όλα· δεν υπακούν αληθινά, ειλικρινά και απόλυτα στην αλήθεια χωρίς συμβιβασμούς, αλλά το κάνουν επιλεκτικά και υπό όρους. Υπό ποιον όρο; Να διαφυλαχθούν η θέση και η φήμη τους, και να μην υποστούν καμία απώλεια. Μόνο αφότου ικανοποιηθεί αυτός ο όρος θα αποφασίσουν και θα επιλέξουν τι θα κάνουν. Δηλαδή, οι αντίχριστοι σκέφτονται σοβαρά πώς να αντιμετωπίσουν τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας, τις αποστολές από τον Θεό και το έργο του οίκου του Θεού ή πώς να αντιμετωπίσουν τα πράγματα που βρίσκονται απέναντί τους. Δεν σκέφτονται πώς να εκπληρώσουν το θέλημα του Θεού, πώς να μην βλάψουν τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, πώς να ικανοποιήσουν τον Θεό ή πώς να ωφελήσουν τους αδελφούς και τις αδελφές· αυτά δεν είναι τα πράγματα που λαμβάνουν υπόψη τους. Τι λαμβάνουν υπόψη τους οι αντίχριστοι; Αν θα επηρεαστεί η θέση και η φήμη τους, και αν θα μειωθεί το κύρος τους. Αν το να κάνουν κάτι σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας είναι επωφελές για το έργο της εκκλησίας και για τους αδελφούς και τις αδελφές, αλλά θα προκαλούσε πλήγμα στη δική τους φήμη και θα έκανε πολλούς ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν το πραγματικό τους ανάστημα και να μάθουν τι είδους φύση και ουσία έχουν, τότε σίγουρα δεν θα ενεργήσουν σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας. Εάν η εκτέλεση πρακτικού έργου πρόκειται να κάνει περισσότερους ανθρώπους να τους εκτιμούν, να τους σέβονται και να τους θαυμάζουν, ή να δώσει στα λόγια τους κύρος και κάνει περισσότερους ανθρώπους να τους υποταχθούν, τότε θα επιλέξουν να ενεργήσουν με αυτόν τον τρόπο· διαφορετικά, δεν θα επιλέξουν ποτέ να αγνοήσουν τα δικά τους συμφέροντα από ενδιαφέρον για τα συμφέροντα του οίκου του Θεού ή των αδελφών. Αυτή είναι η φύση και η ουσία των αντίχριστων. Δεν είναι αυτό εγωιστικό και ποταπό;» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος τρίτο)]. «Εάν κάποιος λέει ότι αγαπά την αλήθεια και την επιδιώκει, αλλά στην ουσία ο στόχος που επιδιώκει είναι να διακρίνεται, να επιδεικνύεται, να κάνει τους ανθρώπους να τον εκτιμούν και να επιτυγχάνει τα δικά του συμφέροντα, η δε εκπλήρωση του καθήκοντός του δεν αφορά το να υπακούει ή να ικανοποιεί τον Θεό αλλά, αντιθέτως, είναι να αποκτά κύρος και θέση, τότε η επιδίωξή του είναι παράνομη. Σε αυτήν την περίπτωση, όσον αφορά το έργο της εκκλησίας, οι ενέργειές του αποτελούν εμπόδιο ή βοηθούν στην προώθηση του; Σαφώς αποτελούν εμπόδιο, δεν το προωθούν. Κάποιοι άνθρωποι διατείνονται μεγαλόστομα ότι κάνουν το έργο της εκκλησίας, αλλά επιδιώκουν το προσωπικό τους κύρος και τη δική τους θέση, διοικούν τη δική τους επιχείρηση, δημιουργούν τη δική τους ομαδούλα, το δικό τους μικρό βασίλειο —τέτοιου είδους άνθρωποι εκτελούν το καθήκον τους; Όλο το έργο που κάνουν ουσιαστικά διακόπτει, διαταράσσει και παραβλάπτει το έργο της εκκλησίας. Ποια είναι η συνέπεια του να επιδιώκουν θέση και κύρος; Καταρχάς, αυτό επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο οι εκλεκτοί του Θεού τρώνε και πίνουν τον λόγο του Θεού και κατανοούν την αλήθεια, παρεμποδίζει την είσοδό τους στη ζωή, τους εμποδίζει να εισέλθουν στον σωστό δρόμο της πίστης στον Θεό και τους οδηγεί σε λάθος μονοπάτι —γεγονός το οποίο βλάπτει τους εκλεκτούς και τους φέρνει στην καταστροφή. Και τι προκαλεί τελικά στο έργο της εκκλησίας; Διάλυση, διακοπή και προβλήματα. Αυτή είναι η συνέπεια που επιφέρει η επιδίωξη της φήμης και της θέσης από τους ανθρώπους» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ένατο (Μέρος πρώτο)]. Τα λόγια του Θεού αποκαλύπτουν πως οι αντίχριστοι σκέφτονται μόνο το όνομα και το κύρος τους στις ενέργειές τους. Αν μπορούν να κάνουν κάτι που θα βελτιώσει τη φήμη τους, τότε θα το κάνουν. Αν καταστρέφεται η φήμη ή το κύρος τους όταν ενεργούν βάσει αρχής, τότε θα βάλουν στην άκρη τις αρχές και θα κοιτάξουν να προστατέψουν τα προσωπικά τους συμφέροντα, ό,τι είναι προς όφελός τους. Είναι εγωιστές και αχρείοι. Συμπεριφερόμουν όπως ένας αντίχριστος. Γνώριζα από καιρό πως η Λίλιαν είχε κακή ανθρώπινη φύση και δεν επιδίωκε την αλήθεια. Σιχαινόταν όποιον της έκανε υποδείξεις, του έβρισκε σφάλματα, τον έκρινε και του επιτίθετο. Αν δεν την απομακρύναμε άμεσα, το έργο της εκκλησίας θα καθυστερούσε. Όμως επειδή ήταν προκατειλημμένη εναντίον μου, φοβόμουν να ερευνήσω και να μάθω για εκείνη υπό αυτές τις συνθήκες, για να μη θεωρήσουν οι άλλοι πως την τιμωρούσαν ή σκεφτούν πως ήμουν ψευδοεπικεφαλής. Ένιωθα πως η θέση μου απειλούνταν. Κι εξαιτίας της διάθεσης της Λίλιαν, ανησυχούσα πως αν την απομάκρυνα, θα με έκρινε πίσω απ’ την πλάτη μου ή ακόμα θα με καταδίκαζε και θα με ανέφερε. Ένιωθα πως δεν θα μου ’βγαινε σε καλό η υπόθεση αυτή, κι εύκολα θα επηρεαζόταν η φήμη και η θέση μου. Έτσι υιοθέτησα μια στάση «βλέποντας και κάνοντας» και δεν μερίμνησα. Ήμουν πολύ πανούργα και εγωίστρια, χωρίς ανθρώπινη φύση. Παλιά, όταν ανακάλυπτα άτομα που έπρεπε να αποπεμφθούν ή να αποβληθούν κατά το έργο εξυγίανσης, μπορούσα να το χειριστώ βάσει αρχής. Αυτό συνέβαινε επειδή δεν ήξερα τους περισσότερους. Και κυρίως, επειδή δεν αποτελούσαν απειλή για τη φήμη και το κύρος μου. Αν τους απέπεμπα από την εκκλησία, οι άλλοι θα σκέφτονταν πως ως επικεφαλής, κατανοούσα την αλήθεια και είχα διάκριση, πως έκανα πρακτικό έργο. Όμως στο ζήτημα της Λίλιαν, βλέποντας πως επηρεαζόταν άμεσα η θέση μου, ήμουν σαν τη στρουθοκάμηλο με το κεφάλι στην άμμο, για να προστατέψω τα συμφέροντά μου. Παλιά, μπορούσα να τηρώ τις αρχές, επειδή ήταν βέβαιο πως δεν θα θίγονταν τα προσωπικά μου συμφέροντα, κι όχι επειδή ήθελα να κάνω καλά το έργο της εκκλησίας. Από τα λόγια του Θεού αντιλήφθηκα πως όταν εργάζεσαι για να προστατέψεις το όνομα και το κύρος σου, στην ουσία υπονομεύεις και διαταράσσεις το έργο της εκκλησίας. Η κανονική πρόοδος του έργου καθυστερεί. Για να προστατέψω τη φήμη και τη θέση μου, δεν ασχολήθηκα άμεσα με το κακό άτομο. Η φύση αυτού του προβλήματος είναι πολύ σοβαρή. Δεν φανερώνει μόνο μια μικρή διαφθορά, αλλά υπόθαλψη κακοποιού, επιτρέποντάς της να διαταράσσει το έργο της εκκλησίας. Έτσι ενεργείς ως τσιράκι του Σατανά και κάνεις κακό. Το σημείο αυτό ήταν πολύ καυστικό. «Ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να συμπεριφέρεστε σ’ ένα κακό άτομο, εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι έχει κακή ουσία, είναι να τον περιορίζετε ή να τον αποπέμπετε όταν δεν κάνει κάποιο μεγάλο κακό, προκειμένου να ελαχιστοποιήσετε τη ζημιά του. Αυτή είναι η συνετή επιλογή. Θα ήταν παθητική αντίδραση το να περιμένετε μέχρι να εξελιχθεί σε καταστροφή για να το χειριστείτε. Κάτι τέτοιο θα αποδείκνυε ότι οι επικεφαλής και οι εργάτες είναι μάλλον ανόητοι και δεν έχουν αρχές στις πράξεις τους» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). Τα λόγια του Θεού με έκαναν να νιώθω φριχτά και να έχω τύψεις. Ως επικεφαλής, δουλειά μου ήταν να προστατεύω τους εκλεκτούς του Θεού από την καταπίεση και ενόχληση των κακοποιών, και να διατηρώ μια κανονική εκκλησιαστική ζωή, ώστε το έργο της εκκλησίας να προχωρά κανονικά. Όμως, όταν εμφανίστηκε ένας κακός στην εκκλησία, δεν έκανα τίποτα. Δεν εκπλήρωσα τις ευθύνες μιας επικεφαλής, κι έτσι κάποιοι περιορίστηκαν και διαταράχτηκαν από την κακοποιό, και η ζωή τους ζημιώθηκε. Το έργο της εκκλησίας επίσης διαταράχτηκε. Αυτό που είχα κάνει ήταν απεχθές για τον Θεό!

Για κάποιες μέρες, συλλογιζόμουν το ζήτημα. Ήξερα καλά πως μια κακοποιός διατάρασσε το έργο της εκκλησίας και η άμεση αντιμετώπιση των κακοποιών συμφωνεί με τις αρχές. Γιατί λοιπόν φοβόμουν πάντα πως οι άλλοι θα με παρεξηγούσαν και θα έλεγαν πως της έκανα επίθεση; Τι είναι επίθεση εναντίον κάποιου; Διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Το πιο συνηθισμένο πράγμα που κάνουν οι αντίχριστοι είναι να παρενοχλούν και να βασανίζουν τους άλλους, είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο εκδηλώνονται. Προκειμένου να διατηρήσουν το κύρος τους, οι αντίχριστοι απαιτούν πάντα οι άλλοι να τους υπακούν και να τους προσέχουν. Εάν διαπιστώσουν ότι κάποιος δεν τους προσέχει ή ότι τους αποστρέφεται και τους αντιστέκεται, κάνουν ελιγμούς για να καταπιέσουν και να βασανίσουν αυτό το άτομο, να το καθυποτάξουν. Οι αντίχριστοι καταπιέζουν συχνά όσους έχουν απόψεις διαφορετικές από τις δικές τους. Συχνά καταπιέζουν όσους επιδιώκουν την αλήθεια και εκτελούν πιστά τα καθήκοντά τους ή ανθρώπους σχετικής ευπρέπειας και ακεραιότητας που δεν υποκλίνονται σ’ αυτούς ούτε τους κολακεύουν. Καταπιέζουν όσους δεν τα πάνε καλά μαζί τους ή δεν ενδίδουν σ’ αυτούς. Οι αντίχριστοι δεν μεταχειρίζονται τους άλλους σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας. Δεν μπορούν να τους συμπεριφερθούν δίκαια. Όταν αντιπαθήσουν κάποιον, όταν κάποιος τούς φανεί ότι δεν έχει ενδώσει μέσα του, βρίσκουν ευκαιρίες και δικαιολογίες, ακόμη και ψευδή προσχήματα, να επιτεθούν και να βασανίσουν αυτό το άτομο, φτάνοντας ακόμη και στο σημείο να επικαλεστούν το λάβαρο της επιτέλεσης εκκλησιαστικού έργου για την καταπίεσή του. Δεν υποχωρούν έως ότου οι άλλοι υποταχθούν και δεν τολμούν να τους πουν όχι· δεν υποχωρούν έως ότου οι άλλοι αναγνωρίσουν το κύρος και την εξουσία τους και τους χαιρετούν μ’ ένα χαμόγελο, εκφράζοντας την επιδοκιμασία και την υπακοή τους προς αυτούς, χωρίς το θράσος να τους μπαίνουν ιδέες ως προς το πρόσωπό τους. Σε κάθε περίπτωση, σε οποιαδήποτε ομάδα, η λέξη “δικαιοσύνη” δεν ισχύει για τη μεταχείριση των άλλων από τον αντίχριστο, ούτε και η λέξη “στοργικός” ισχύει για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζεται τους αδελφούς και τις αδελφές που πιστεύουν αληθινά στον Θεό. Θεωρούν αγκάθι όποιον αποτελεί απειλή για το κύρος τους και θα βρουν ευκαιρίες και προφάσεις για να τον βασανίσουν. Αντιμετωπίζουν την ανυπακοή με μαρτύρια και δεν σταματούν μέχρι να καθυποταχθεί ο άλλος. Κάτι τέτοιο είναι εντελώς αταίριαστο με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας, σε πλήρη αντίθεση με αυτήν. Άρα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και να κλαδεύονται; Δεν αρκεί μόνο αυτό —απαιτείται επιπλέον η αποκάλυψη, η ταυτοποίηση και ο χαρακτηρισμός τους. Ένας αντίχριστος μεταχειρίζεται τον καθένα σύμφωνα με τις προτιμήσεις, τις προθέσεις και τους σκοπούς του. Υπό την εξουσία του, όποιος έχει αίσθημα δικαιοσύνης, όποιος μπορεί να μιλήσει δίκαια, όποιος τολμά να πολεμήσει την αδικία, όποιος υποστηρίζει τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας, όποιος είναι πραγματικά ταλαντούχος και μορφωμένος, όποιος μπορεί να καταθέσει μαρτυρία για τον Θεό —όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα έρθουν αντιμέτωποι με τη ζήλια του αντίχριστου και θα τους καταπιέσει, θα τους αποκλείσει και θα τους ποδοπατήσει ακόμη κάτω από την μπότα του. Τέτοιο είναι το μίσος με το οποίο μεταχειρίζεται ο αντίχριστος τους καλούς ανθρώπους, εκείνους που επιδιώκουν την αλήθεια. Μπορεί να πει κανείς ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που ζηλεύει και καταπιέζει ένας αντίχριστος είναι θετικοί, καλοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι άνθρωποι που θα σώσει ο Θεός, που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο Θεός, που θα οδηγήσει στην τελείωση ο Θεός. Εφαρμόζοντας τέτοιου είδους τακτικές καταπίεσης και αποκλεισμού εις βάρος όσων θα σώσει, θα χρησιμοποιήσει και θα οδηγήσει στην τελείωση ο Θεός, δεν είναι οι αντίχριστοι αντίπαλοί Του; Δεν αντιστέκονται στον Θεό;» («Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο ενδέκατο). Από τα λόγια του Θεού, αντιλήφθηκα πως η επίθεση εναντίον κάποιου και η τήρηση των αρχών είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Από τη μία, πρέπει να κοιτάμε τα κίνητρα στις ενέργειες κάποιου, κι απ’ την άλλη, να βλέπουμε αν αντιμετωπίζει τους άλλους βάσει των λόγων του Θεού. Αν αποδειχτούν κακοί άνθρωποι ή αντίχριστοι βάσει των αρχών της αλήθειας, όταν τους αποπέμπουμε και τους αποβάλλουμε από την εκκλησία, προφυλάσσουμε τους άλλους απ’ τη ζημιά και ακολουθούμε τις αρχές. Δεν αποτελεί επίθεση. Όμως όταν αντίχριστοι και κακοποιοί καταπιέζουν και επιτίθενται σε άλλους, αυτό πηγάζει από τα μοχθηρά τους κίνητρα. Ζηλεύουν όσους επιδιώκουν την αλήθεια κι έχουν αίσθημα δικαιοσύνης. Μισούν όσους έχουν διάκριση σχετικά μ’ εκείνους και τολμούν να τους ξεμπροστιάζουν. Εξαλείφουν τους αντιφρονούντες για να προστατέψουν την εξουσία και το κύρος τους. Ορμούν πάνω στα μικροπροβλήματα των άλλων και τα κάνουν μεγάλο θέμα. Διαστρέφουν μάλιστα τα γεγονότα και συκοφαντούν άλλους, εξαπολύοντας κάθε λογής κατηγορία για να τους αποβάλλουν. Τα κίνητρα και οι προθέσεις τους είναι σε πλήρη αντίθεση με την αλήθεια και τον Θεό. Ο Θεός τούς καταδικάζει και τους καταριέται. Εγώ εξέθετα και απομάκρυνα τη Λίλιαν, επειδή είχα διακρίνει πως ήταν κακό άτομο σύμφωνα με τα λόγια του Θεού. Όχι επειδή της κρατούσα κακία και της έκανα επίθεση. Δεν κατανοούσα τι πραγματικά ήταν επίθεση και κοιτούσα μόνο την επιφάνεια. Θεωρούσα πως αν κάποιος είχε προηγούμενα μ’ εμένα, αν αντιμετώπιζα ένα πρόβλημά του, αυτό αποτελούσε επίθεση. Δεν κοίταζα αν ήταν κακοποιός ή τι ρόλο έπαιζε στην εκκλησία. Έτσι, αδρανοποιήθηκα απ’ τη λανθασμένη μου θεώρηση. Πόσο ανόητο! Όταν τα κατανόησα όλα αυτά, ένιωσα ελεύθερη.

Στο εξής, έκανα συνειδητά το καθήκον μου σύμφωνα με τις αρχές. Αν έβλεπα ένα πρόβλημα με τους αδελφούς και τις αδελφές, έκανα ό,τι μπορούσα για να τους συναναστραφώ και να τους βοηθήσω. Ειδικά όταν αφορούσε το έργο της εξυγίανσης, αν αποφασιζόταν πως κάποιος ήταν υποψήφιος για αποβολή, είτε ήταν προκατειλημμένος εναντίον μου είτε όχι, το χειριζόμουν σύμφωνα με τις αρχές της αλήθειας. Όταν το έκανα αυτό πράξη, ένιωθα μεγαλύτερη γαλήνη. Έχω πλέον βιώσει προσωπικά πως στο καθήκον, πρέπει να αφήνουμε τα κίνητρα και τους υπολογισμούς μας για όνομα και κύρος, να τηρούμε τις αρχές και να προστατεύουμε το έργο της εκκλησίας, για να νιώθουμε γαλήνη και χαρά.

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Η σωτηρία απαιτεί κύρος;

Από την Γισούν, Νότια Κορέα Για χρόνια, υπηρετούσα μακριά από το σπίτι μου ως επικεφαλής σε πολλές εκκλησίες. Έχω συγγενή καρδιοπάθεια,...

Απάντηση

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger