Ανησυχίες σχετικά με την αναφορά ενός προβλήματος

29 Δεκεμβρίου 2022

Τον Σεπτέμβριο του 2021, διέδιδα το ευαγγέλιο στην εκκλησία. Σύντομα, αντιλήφθηκα πως η προϊσταμένη δεν επωμιζόταν κάποιο βάρος στο καθήκον της, και πως είχε καιρό να μας ρωτήσει πως τα πηγαίναμε στα καθήκοντά μας. Όποτε ερχόταν, ενεργούσε μηχανικά και ποτέ δεν επέλυε πραγματικά προβλήματα. Δεν είχαμε καμιά απολύτως βοήθεια ή όφελος από εκείνη στα καθήκοντά μας. Στην αρχή, θεωρούσα πως επειδή είχε μόλις αρχίσει να επιβλέπει το ευαγγελικό έργο, δεν ήταν εξοικειωμένη μ’ αυτό, πως ήταν λογικό να είναι σαστισμένη, και πως μετά από λίγη άσκηση, θα αποκτούσε άνεση. Όμως λίγο αργότερα, είδα πως δεν ήταν όπως είχα φανταστεί.

Μια φορά, σκαλώσαμε κάπου στο ευαγγελικό μας έργο, έτσι της στείλαμε ένα γράμμα για να βρει μια λύση. Όμως η απάντησή της δεν περιείχε σαφείς συμβουλές ή προτάσεις. Απλώς μας έστειλε ένα χωρίο του λόγου του Θεού που δεν είχε καμία σχέση με το πρόβλημά μας. Μου φάνηκε εντελώς απίστευτο. Πώς μπορούσε μια προϊσταμένη να είναι τόσο επιπόλαιη στο καθήκον της; Συνήθως δεν έβρισκε προβλήματα κατά την παρακολούθηση του έργου, κι όταν παίρναμε την πρωτοβουλία να τη ρωτήσουμε, δεν είχε σαφείς συμβουλές ή προτάσεις. Ήταν πολύ ανεύθυνο εκ μέρους της. Αρχικά, ήθελα να της το αναφέρω σε μια συνάθροιση, όμως είχα κάποιες ανησυχίες. Ίσως έλεγε πως ήμουν αλαζονικός. Πως ζητούσα πολλά και ήθελα να εκμεταλλευτώ την αδυναμία της. Αν δεν αποδεχόταν όσα έλεγα κι αντ’ αυτού, ερευνούσε τις ευθύνες μου, δεν θα έψαχνα για μπελάδες; Στη σκέψη αυτή, έχασα το θάρρος να της το αναφέρω. Όταν συναντηθήκαμε αργότερα, υποβάθμισα το ζήτημα κι απλώς της υπενθύμισα: «Αν βρεις χρόνο, κοίταξε το έργο μας και δες αν υπάρχουν προβλήματα». Όμως προς έκπληξή μου, είπε: «Κάνετε όλοι ευαγγελικό έργο για πολύ καιρό και κατανοείτε τις αρχές καλύτερα από μένα. Επίσης, έχετε εξαιρετικά αποτελέσματα. Εγώ απλώς μαθαίνω από εσάς». Μετά απ’ αυτό, όποτε της υπενθύμιζα να δίνει μεγαλύτερη προσοχή στο έργο μας, έλεγε πάντα κάτι παρόμοιο. Σκέφτηκα: «Δεν κάνει πραγματικό έργο και πάντα προσπαθεί να δικαιολογηθεί. Δεν αποδέχεται την αλήθεια». Η βασική δουλειά μιας προϊσταμένης είναι να βρίσκει και να επιλύει πραγματικά προβλήματα και δυσκολίες των αδελφών στα καθήκοντά τους, και να επιτηρεί και να παρακολουθεί το έργο. Όμως εκείνη δεν έβρισκε ούτε επέλυε προβλήματα και δεν ήταν ικανή να κάνει πρακτικό έργο. Αν συνεχιζόταν αυτό, σίγουρα θα επηρέαζε το ευαγγελικό έργο. Αργότερα, θέλησα ξανά να της το αναφέρω, για να της δείξω το πρόβλημά της και να το διορθώσει γρήγορα. Έπειτα όμως σκέφτηκα πάλι: «Στο παρελθόν ήμουν κι εγώ προϊστάμενος και απομακρύνθηκα επειδή δεν μπορούσα να κάνω πρακτικό έργο. Αν συνεχώς της λέω τη γνώμη μου, δεν θα νομίζει πως δίνω μεγάλη αξία στο κύρος; Πως θεωρώ άδικο που δεν με έκαναν προϊστάμενο, κι έτσι εσκεμμένα λεπτολογώ; Δεν θα με κρίνει αρνητικά και θα με βγάλει απ’ το καθήκον μου; Ας το αφήσω καλύτερα. Ίσως να μην έχει εκτεθεί στο έργο για αρκετό καιρό. Μπορεί να είναι μια χαρά αν περιμένω να εξοικειωθεί μ’ αυτό». Έτσι, δεν της ανέφερα ξανά το ζήτημα.

Λίγο αργότερα, συναντήσαμε προβλήματα στο ευαγγελικό μας έργο και ζητήσαμε τη βοήθειά της. Όμως και πάλι απλώς τα αψήφησε και μας άφησε να τα επιλύσουμε μόνοι μας. Μια άλλη φορά, την άκουσα άθελά μου να λέει πως επειδή δεν κατανοούσε καλά τα στοιχεία για τους πιστούς που αποκτήσαμε, όταν τη ρώτησε ο επικεφαλής, ανέφερε απλώς έναν αριθμό τυχαία, με αποτέλεσμα να έχει μεγάλη απόκλιση από το πραγματικό νούμερο. Όταν το άκουσα, έγινα έξαλλος. Κάθε μήνα, της λέγαμε ποια ήταν η κατάσταση του ευαγγελικού μας έργου και της υπενθυμίζαμε να παρακολουθεί το έργο και να μας καθοδηγεί περισσότερο, όμως εκείνη δεν ήξερε καν πόσοι νεοφώτιστοι εισήλθαν στην εκκλησία σε έναν μήνα. Με ποιον τρόπο έκανε πρακτικό έργο; Με μια τέτοια στάση απέναντι στο καθήκον της, ενεργούσε ως προϊσταμένη; Διόλου περίεργο που δεν έβρισκε προβλήματα. Κοιτάζοντας τα όλα αυτά, ένιωθα πως ήταν ανίκανη να κάνει πρακτικό έργο, πως ήταν μια ψευδοεργάτρια, και πως δεν ήταν κατάλληλη να επιβλέπει το έργο. Εκείνη τη στιγμή, ήθελα πολύ να γράψω μια αναφορά για τα προβλήματά της, έπειτα όμως σκέφτηκα: «Αν η προϊσταμένη μάθει πως εγώ την ανέφερα, δεν θα νομίζει πως επίτηδες της βρίσκω ελαττώματα και της κάνω τη ζωή δύσκολη; Αν στη συνέχεια μιλήσει άσχημα για μένα στον επικεφαλής, εκείνος δεν θα με μεταφέρει ή θα με απομακρύνει;» Στη σκέψη αυτή, έκανα πίσω για άλλη μια φορά. Λίγες μέρες μετά, άκουσα την αδελφή Λιου Ζιανγί από μια άλλη ομάδα να λέει πως η προϊσταμένη δεν είχε επιλύσει ποτέ κανένα πρακτικό πρόβλημα. Όταν την ενημέρωσαν πως ένα μέλος της ομάδας είχε αλαζονική διάθεση, εμμονή με το κύρος, εκμεταλλευόταν συχνά τις αδυναμίες άλλων, τους επιτίθετο και τους περιόριζε, και τους είχε ήδη αναστατώσει στα καθήκοντά τους, εκείνη απλώς το προσπέρασε και δεν το πήρε στα σοβαρά. Τελικά, ο μόνος τρόπος επίλυσης του προβλήματος ήταν η αναφορά του στον επικεφαλής. Όταν άκουσα αυτό που είπε η Ζιανγί, ένιωσα ενοχές. Είχα από καιρό δει ότι η προϊσταμένη είχε προβλήματα, αλλά για να προστατέψω τον εαυτό μου, δεν είπα τίποτα. Γιατί δεν κάνω πράξη την αλήθεια και δεν προστατεύω το έργο της εκκλησίας;

Κατά την πνευματική μου άσκηση, διάβασα δύο χωρία του λόγου του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Υπάρχουν και μερικοί ψευδείς επικεφαλής που έχουν κάποιο επίπεδο και μπορούν να κάνουν λίγο έργο, που γνωρίζουν κάπως τις αρχές χειρισμού κάθε είδους ατόμου, φοβούνται όμως μήπως προσβάλλουν κάποιον, επομένως δεν τολμούν να περιορίσουν τους κακούς και τους αντίχριστους. Ζουν σύμφωνα με σατανικές φιλοσοφίες, αμέτοχοι όσον αφορά τα θέματα που δεν τους απασχολούν προσωπικά. Δεν ενδιαφέρονται για το αν το έργο της εκκλησίας είναι αποτελεσματικό, ούτε για το πόσο μεγάλη ζημιά προκαλείται στον εκλεκτό λαό του Θεού όσον αφορά την είσοδο του στη ζωή· νομίζουν δε ότι τα ζητήματα αυτά δεν έχουν καμία σχέση μ’ εκείνους. Έτσι, κατά τη θητεία ενός τέτοιου ψευδούς επικεφαλής, διαταράσσεται η κανονική τάξη της εκκλησιαστικής ζωής και δεν διασφαλίζονται τα καθήκοντα κι η είσοδος του εκλεκτού λαού του Θεού στη ζωή. Ποια είναι η φύση αυτού του προβλήματος; Δεν είναι ότι τέτοιοι ψευδείς επικεφαλής δεν μπορούν να κάνουν έργο επειδή το επίπεδό τους είναι κακό, οπότε από ποια άποψη είναι ψευδείς; Είναι ψευδείς από την άποψη ότι υπάρχει πρόβλημα με την ανθρώπινη φύση τους. Κατά τη θητεία τους ως επικεφαλής, δεν μπορεί να υπάρξει καμία απολύτως λύση στο πρόβλημα των κακών και των αντίχριστων που διαταράσσουν και αναστατώνουν το έργο της εκκλησίας. Μερικοί αδελφοί και αδελφές βλάπτονται πολύ από αυτό, αποτελεί δε τεράστια οπισθοδρόμηση για το έργο της εκκλησίας. Αυτού του είδους οι ψευδείς επικεφαλής παρατηρούν ένα πρόβλημα και διαπιστώνουν ότι κάποιος προκαλεί διαταραχή και αναστάτωση, και ξέρουν ποια είναι η ευθύνη τους, τι θα πρέπει να κάνουν και πώς, ωστόσο δεν πράττουν απολύτως τίποτα. Παριστάνουν τους κωφάλαλους, χωρίς ν’ ακούν ούτε ν’ αμφισβητούν τίποτα, ούτε αναφέρουν το θέμα στους ανωτέρους τους. Προσποιούνται ότι δεν γνωρίζουν τίποτα, δεν βλέπουν τίποτα. Δεν είναι αυτό πρόβλημα στην ανθρώπινη φύση τους; Ποια είναι η αρχή τους ως επικεφαλής; “Δεν προκαλώ διαταραχές ή αναστατώσεις, αλλά δεν θα κάνω και τίποτα που προσβάλλει, τίποτα που θίγει την αξιοπρέπεια των άλλων. Χαρακτηρίστε με ψευδή επικεφαλής, όμως και πάλι δεν θα κάνω τίποτα που να προσβάλλει. Πρέπει να έχω μια οδό διαφυγής”. Τι είδους λογική είναι αυτή; Είναι η λογική του Σατανά. Και τι είδους διάθεση είναι αυτή; Δεν είναι πολύ παραπλανητική και δόλια; Ένα τέτοιο άτομο δεν είναι στο ελάχιστο ειλικρινές ως προς το πώς αντιμετωπίζει την αποστολή από τον Θεό· είναι διαρκώς πονηρό και ύπουλο στην εκτέλεση του καθήκοντός του, με πάρα πολλούς ελεεινούς υπολογισμούς, καθώς σε όλα τα πράγματα σκέφτεται τον εαυτό του. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το έργο της εκκλησίας, δεν έχει καθόλου συνείδηση ή λογική. Είναι εντελώς ακατάλληλο για το έργο του επικεφαλής. […] Μέσα Μου, ανεξάρτητα από το πόσο αφοσιωμένο μοιάζει να είναι αυτό το είδος ανθρώπου, ή πόσο συγκροτημένο, ή εχέμυθο, ή εργατικό και ικανό, το γεγονός ότι ενεργεί χωρίς αρχές και δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για το έργο της εκκλησίας, Με υποχρεώνει ουσιαστικά να “το δω υπό ένα νέο πρίσμα”. Συνοψίζοντας, ορίζω ως εξής αυτό το είδος ανθρώπου: μπορεί να μην κάνει μεγάλα λάθη, όμως είναι πολύ παραπλανητικός και δόλιος. Δεν αναλαμβάνει καμία απολύτως ευθύνη ούτε υπερασπίζεται καθόλου το έργο της εκκλησίας. Δεν έχει ανθρώπινη φύση. Νιώθω ότι είναι σαν ένα είδος ζώου —με την πονηριά του, είναι λίγο σαν την αλεπού» («Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι υποχρεώσεις των επικεφαλής και των εργατών»). «Μόλις η αλήθεια γίνει ζωή μέσα σου, όταν παρατηρείς κάποιον που είναι βλάσφημος προς τον Θεό, χωρίς φόβο Θεού και απρόσεκτος και επιπόλαιος κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του, ή που διακόπτει και παρενοχλεί το έργο της εκκλησίας, θα ανταποκρίνεσαι σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της αλήθειας και θα είσαι σε θέση να τον αναγνωρίζεις και να τον εκθέτεις όπως χρειάζεται. Αν η αλήθεια δεν έχει γίνει η ζωή σου και εξακολουθείς να ζεις μέσα στη σατανική σου διάθεση, τότε όταν ανακαλύπτεις μοχθηρούς ανθρώπους και διαβόλους που προκαλούν διακοπές και αναστάτωση στο έργο της εκκλησίας, τότε θα κάνεις τα στραβά μάτια και θα κλείσεις τ’ αυτιά σου· θα τους αγνοήσεις, χωρίς να σε κατηγορεί η συνείδησή σου. Θα σκεφτείς ακόμα και ότι οποιοσδήποτε προκαλεί αναστάτωση στο έργο της εκκλησίας δεν έχει καμία σχέση μ’ εσένα. Ανεξάρτητα από το πόσο υποφέρουν το έργο της εκκλησίας και τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, δεν νοιάζεσαι, ούτε παρεμβαίνεις, ούτε αισθάνεσαι ένοχος —γεγονός το οποίο σε καθιστά άνθρωπο που δεν έχει συνείδηση ή σύνεση, μη πιστό, πάροχο υπηρεσιών. Τρως ό,τι είναι του Θεού, πίνεις ό,τι είναι του Θεού και απολαμβάνεις ό,τι προέρχεται από τον Θεό, όμως και πάλι νιώθεις ότι η όποια βλάβη στα συμφέροντα του οίκου του Θεού δεν σχετίζεται μ’ εσένα —γεγονός το οποίο σε καθιστά προδότη που δαγκώνει το χέρι που τον ταΐζει. Εάν δεν προστατεύεις τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, μήπως δεν είσαι καν άνθρωπος; Πρόκειται για δαίμονα που έχει παρεισφρήσει στην εκκλησία. Υποκρίνεσαι πίστη στον Θεό, προσποιείσαι ότι είσαι εκλεκτός και θέλεις να ζεις παρασιτικά στον οίκο Του. Δεν ζεις τη ζωή ενός ανθρώπινου όντος και είσαι σαφώς ένας από τους μη πιστούς» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο όσοι υποτάσσονται αληθινά στον Θεό έχουν καρδιά με φόβο Θεού). Τα λόγια του Θεού ήταν πολύ οδυνηρά. Ειδικά όταν διάβασα τα εξής λόγια: «δεν έχει ανθρώπινη φύση», «με την πονηριά του, είναι λίγο σαν την αλεπού», «δαίμονα που έχει παρεισφρήσει στην εκκλησία», και «τους μη πιστούς», ένιωσα πως η διάθεση του Θεού δεν ανέχεται προσβολή. Ο Θεός μισεί και σιχαίνεται ιδιαίτερα τους δόλιους. Ορίζει αυτούς τους ανθρώπους ως δαίμονες και μη πιστούς. Ένιωθα μεγάλη αίσθηση φόβου και ενοχής, και πως ο Θεός με εξέθετε και με αποδοκίμαζε κατά πρόσωπο. Όσο για τη συμπεριφορά μου τότε, είχα ήδη δει καθαρά πως η προϊσταμένη ψευτοδούλευε και δεν έκανε πρακτικό έργο, κι ενώ θέλησα να της το αναφέρω αρκετές φορές, ήμουν πάντα υπερβολικά επιφυλακτικός και φοβόμουν πως θα με αποκαλούσε αλαζονικό και παράλογο, έτσι δεν τολμούσα να της μιλήσω. Ακόμα κι όταν της ανέφερα κάτι, πάντα το υποβάθμιζα και δεν τολμούσα να αναφέρω το όλο πρόβλημα, σε σημείο μάλιστα να την ενθαρρύνω, παρά τις πεποιθήσεις μου, προκειμένου να προστατέψω τη φήμη μου και τις σχέσεις μου μαζί της. Αργότερα, διαπίστωσα πως ήταν μια ψευδοεργάτρια που δεν έκανε πραγματικό έργο, πως έπρεπε να μεταφερθεί ή να απομακρυνθεί, και πως για να προστατευτεί το έργο της εκκλησίας, έπρεπε να εκτεθεί και να αναφερθεί. Όμως ανησυχούσα πως θα έλεγε ότι διεκδικούσα κύρος κι ότι σκόπιμα έκανα τη ζωή της δύσκολη, και πως θα με καταπίεζε. Έτσι, για τη δική μου προστασία, έκανα την πάπια κι απλώς κοιτούσα το ευαγγελικό έργο να παρακωλύεται χωρίς να αναφέρω τίποτα. Ήμουν πολύ δόλιος, εγωιστής και αχρείος! Δεν ήμουν καθόλου ειλικρινής απέναντι στον Θεό. Αναλογιζόμενος όλα τα χρόνια που πίστευα στον Θεό και απολάμβανα την παροχή τόσων λόγων Του, πως μπορούσα να βλέπω το έργο της εκκλησίας να ζημιώνεται κι αντί να το προστατέψω, να θέλω να προστατέψω τον εαυτό μου; Αν είχα αναφέρει το πρόβλημα της προϊσταμένης συντομότερα, δεν θα είχε καθυστερήσει ούτε θα είχε παρακωλυθεί το έργο της εκκλησίας.

Καθώς με επέκρινα, είδα τον εξής λόγο του Θεού: «Για πολλά χρόνια, οι σκέψεις στις οποίες βασίζονται οι άνθρωποι για την επιβίωσή τους, διαβρώνουν τις καρδιές τους σε τέτοιον βαθμό που έχουν γίνει ύπουλοι, δειλοί και ποταποί. Όχι μόνο τους λείπει η δύναμη της θέλησης και η αποφασιστικότητα, αλλά έχουν γίνει και άπληστοι, αλαζόνες και ισχυρογνώμονες. Τους λείπει παντελώς κάθε αποφασιστικότητα που υπερβαίνει εαυτόν και, ακόμη περισσότερο, δεν έχουν το παραμικρό θάρρος να αποτινάξουν τους περιορισμούς αυτών των σκοτεινών επιρροών. Οι σκέψεις και η ζωή των ανθρώπων είναι τόσο σάπιες, που οι αντιλήψεις τους σχετικά με την πίστη στον Θεό παραμένουν αφόρητα φρικτές, και ακόμη κι όταν οι άνθρωποι μιλούν για τις απόψεις τους περί πίστης στον Θεό, είναι απλώς αφόρητο να το ακούει κανείς. Όλοι οι άνθρωποι είναι δειλοί, ανίκανοι, ποταποί και ευάλωτοι. Δεν νιώθουν απέχθεια για τις δυνάμεις του σκότους και δεν νιώθουν αγάπη για το φως και την αλήθεια. Αντίθετα, κάνουν ό,τι μπορούν για να τα αποβάλουν» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Γιατί είσαι απρόθυμος να είσαι αντιθετικό στοιχείο;). Από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα πως είχα διαφθαρεί βαθιά απ’ τον Σατανά, και πως τα δηλητήρια του Σατανά είχαν ήδη ριζώσει βαθιά μέσα μου. Σατανικές φιλοσοφίες όπως «προστάτεψε το εαυτό σου και απόφυγε τη μομφή», «όσο λιγότερες φασαρίες, τόσο καλύτερα», «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρώνε οι κότες» και «καλύτερα ασφαλής, παρά κλαμένος», είχαν γίνει φύση μου και οι νόμοι βάσει των οποίων ζούσα, και με είχαν θέσει γερά υπό τον έλεγχό τους. Έτσι όταν μιλούσα και ενεργούσα, σκεφτόμουν μόνο τα συμφέροντά μου. Μάλιστα, όσο παρακολουθούσα την προϊσταμένη να μην κάνει πρακτικό έργο και να καθυστερεί και να επηρεάζει το έργο της εκκλησίας, έκανα την πάπια, σώπαινα και δεν διαφύλαγα καθόλου το έργο της εκκλησίας. Εν αγνοία μου, ήμουν με το μέρος του Σατανά και υπηρετούσα ως συνεργός του. Πραγματικά, αηδίαζα τον Θεό! Είδα πως οι κοσμικές φιλοσοφίες ήταν πλάνες και ψέματα του Σατανά για να μας παραπλανεί και να μας διαφθείρει. Ζώντας βάσει αυτών, θα μπορούσα μόνο να γίνομαι όλο και πιο δόλιος, κακός, εγωιστής και αχρείος. Για να διαφυλάξω τα συμφέροντά μου, προστάτευα τον εαυτό μου απ’ τον Θεό και τους ανθρώπους, κι όση διαταραχή και αναστάτωση κι αν δεχόταν η εκκλησία, παρέμενα αδιάφορος, απαθής και αμέτοχος. Οι αλήθειες που έπρεπε να είχα κάνει πράξη δεν έγιναν, τα καθήκοντά μου έμειναν ανεκπλήρωτα, και δεν είχα ίχνος συνείδησης, λογικής, ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας. Αν δεν μετανοούσα, ο Θεός τελικά θα με απεχθανόταν και θα με εξάλειφε. Όσο το σκεφτόμουν, τόσο μετάνιωνα. Ένιωθα πως είχα διαφθαρεί τόσο απ’ τον Σατανά, που δεν είχα καθόλου ανθρώπινη φύση. Μισούσα τόσο τον εαυτό μου. Όμως την ίδια στιγμή, αποφάσισα να κάνω πράξη την αλήθεια. Δεν έπρεπε να παραμένω τόσο ασυνείδητος. Έπρεπε να δώσω βάση στο θέλημα του Θεού, και να αναφέρω το πρόβλημα της προϊσταμένης το συντομότερο. Αργότερα, ανέφερα στον επικεφαλής πως η προϊσταμένη δεν έκανε πρακτικό έργο.

Μόλις έστειλα την αναφορά, ένιωσα ένα μεγάλο βάρος να φεύγει από πάνω μου. Όμως, μετά από δυο-τρεις μέρες, ο επικεφαλής δεν είχε ακόμα απαντήσει, κι έτσι οι ανησυχίες μου επανήλθαν. Μήπως ο επικεφαλής διάβασε την αναφορά και θεώρησε πως διεκδικούσα κύρος, ή πως σκόπιμα έβρισκα ελαττώματα; Μήπως με θεωρούσε κακοποιό και θα με απέβαλλε; Στη σκέψη αυτή, η καρδιά μου κόντευε να σπάσει. Ανοίχτηκα στη Ζιανγί για την κατάστασή μου. Εκείνη είπε: «Δεν αρνείσαι τη δικαιοσύνη του Θεού και το γεγονός πως στον οίκο του Θεού κυβερνά η αλήθεια;…» Μόλις το είπε αυτό, βρήκε και μου διάβασε ένα χωρίο του λόγου του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Άνθρωποι σαν τους αντίχριστους αντιμετωπίζουν πάντοτε τη δικαιοσύνη και τη διάθεση του Θεού με αντιλήψεις, αμφισβητήσεις και αντίσταση. Σκέφτονται: “Είναι απλώς μια θεωρία ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Υπάρχει πράγματι αυτό που λέμε δικαιοσύνη σε τούτον τον κόσμο; Όλα τα χρόνια της ζωής μου, δεν τη συνάντησα ούτε την είδα ούτε μία φορά. Ο κόσμος είναι πολύ σκοτεινός και κακός, κι οι κακοί άνθρωποι και οι διάβολοι τα καταφέρνουν πολύ καλά, ζώντας ευχαριστημένοι. Δεν τους έχω δει να παθαίνουν αυτό που τους αξίζει. Δεν βλέπω πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού ως προς αυτό. Αναρωτιέμαι, υπάρχει πράγματι η δικαιοσύνη του Θεού; Ποιος την έχει δει; Κανείς δεν την έχει δει και κανείς δεν μπορεί να την επιβεβαιώσει”. Αυτό σκέφτονται μέσα τους. Δεν αποδέχονται όλο το έργο του Θεού, όλα τα λόγια κι όλες τις ενορχηστρώσεις Του με βάση την πεποίθηση ότι είναι δίκαιος, αλλά διαρκώς αμφιβάλλουν και κρίνουν, όντας συνεχώς γεμάτοι αντιλήψεις για τις οποίες δεν αναζητούν ποτέ την αλήθεια ώστε να τις διορθώσουν. Έτσι πιστεύουν πάντα οι αντίχριστοι στον Θεό. Έχουν αληθινή πίστη στον Θεό; Όχι. Οι αντίχριστοι τηρούν πάντα στάση αμφιβολίας όσον αφορά τη δικαιοσύνη του Θεού. […] Για παράδειγμα, όταν ανακύπτει ένα πρόβλημα στο έργο της εκκλησίας, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα της ευθύνης για αυτό ή ποιες θα είναι οι συνέπειές του, η πρώτη αντίδραση ενός αντίχριστου είναι να τη βγάλει ο ίδιος καθαρή και να ρίξει την ευθύνη αλλού. Για να μη θεωρηθεί μάλιστα υπεύθυνος, στρέφει μακριά από τον ίδιο τα βλέμματα, λέγοντας μερικά σωστά και εύηχα πράγματα και κάνοντας επιφανειακά κάποιες ενέργειες, για να καλύψει την αλήθεια του θέματος. Στις συνηθισμένες περιπτώσεις, οι άλλοι δεν μπορούν να το δουν, όταν όμως του συμβαίνει κάτι, αποκαλύπτεται η ασχήμια του αντίχριστου. Σαν σκαντζόχοιρος προστατεύει όπως μπορεί τον εαυτό του, με όλα του τ’ αγκάθια ανυψωμένα, επιθυμώντας να μην αναλάβει καμία ευθύνη. Τι είδους στάση είναι αυτή; Δεν είναι η στάση τού να μην πιστεύει ότι ο Θεός είναι δίκαιος; Δεν πιστεύει ότι ο Θεός εξετάζει τα πάντα σχολαστικά ή ότι είναι δίκαιος· επιθυμεί να χρησιμοποιεί τις δικές του μεθόδους για να προστατευτεί. Πιστεύει το εξής: “Εάν δεν προστατεύσω εγώ τον εαυτό μου, δεν θα το κάνει κανένας. Ούτε ο Θεός μπορεί να με προστατεύσει. Λένε ότι είναι δίκαιος, όταν όμως οι άνθρωποι μπλέκουν σε προβλήματα, τους φέρεται πραγματικά δίκαια; Σε καμία περίπτωση —ο Θεός δεν το κάνει αυτό”. Όταν έρχεται αντιμέτωπος με προβλήματα ή διώξεις, αισθάνεται αβοήθητος και σκέφτεται: “Πού είναι, λοιπόν, ο Θεός; Οι άνθρωποι δεν μπορούν να Τον δουν ή να Τον αγγίξουν. Κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει· κανείς δεν μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη για μένα και να φροντίσει για την τήρησή της”. Νομίζει ότι ο μόνος τρόπος για να προστατευτεί είναι με τις δικές του μεθόδους, ότι διαφορετικά θα πάει χαμένος, θα υποστεί εκφοβισμό και διώξεις —κι ότι ο οίκος του Θεού δεν αποτελεί εξαίρεση σ’ αυτό. […] Νοιάζεται μόνο να επιδιώκει κύρος και κοινωνική θέση για τον ίδιο και δεν κάνει απολύτως τίποτα για να στηρίξει το έργο της εκκλησίας. Δεν εκθέτει ούτε αναφέρει όποιον κι αν κάνει κάτι κακό και βλάπτει τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, αλλά συμπεριφέρεται σαν να μην το είδε. Εξετάζοντας τις αρχές του για τον χειρισμό των πραγμάτων και το πώς αντιμετωπίζει όσα συμβαίνουν γύρω του, έχει κάποια γνώση της δίκαιης διάθεσης του Θεού; Έχει κάποια πίστη; Δεν έχει καμία. Το “καμία” εδώ δεν σημαίνει ότι δεν έχει επίγνωση αυτής, αλλά ότι αμφισβητεί μέσα του τη δίκαιη διάθεση του Θεού. Ούτε αποδέχεται ούτε αναγνωρίζει ότι ο Θεός είναι δίκαιος» («Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο δέκατο: Σιχαίνονται την αλήθεια, παραβιάζουν απροκάλυπτα τις αρχές και περιφρονούν τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού (Μέρος πρώτο)). Ο Θεός αποκαλύπτει πως η φύση των αντίχριστων είναι ιδιαίτερα πονηρή και δόλια. Παρατηρούν τους πάντες και τα πάντα με τη δική τους ματιά και προσεγγίζουν τα προβλήματα με καχυποψία. Δεν πιστεύουν στην κυριαρχία του Θεού ούτε πως ο Θεός επιθεωρεί τα πάντα, πόσο μάλλον πως η διάθεση του Θεού είναι δίκαιη. Έτσι, όταν βλέπουν κάτι να βλάπτει το έργο της εκκλησίας, πάντα προστατεύουν τον εαυτό τους και τα προσωπικά τους συμφέροντα και δεν κάνουν πράξη την αλήθεια. Νομίζουν πως αν δεν προσέξουν και δεν προστατευτούν, θα καταπιεστούν και θα τιμωρηθούν. Σκέφτηκα πως ήμουν το ίδιο με έναν αντίχριστο. Δεν πίστευα στη δικαιοσύνη του Θεού ούτε πως η αλήθεια και η δικαιοσύνη κυβερνούν στον οίκο του Θεού. Έβλεπα πως η προϊσταμένη δεν έκανε πρακτικό έργο, όμως ανησυχούσα υπερβολικά και δεν το ανέφερα. Ακόμα κι όταν τελικά βρήκα το θάρρος και έγραψα μια αναφορά, επειδή δεν είχα αληθινή κατανόηση της δικαιοσύνης του Θεού, όταν είδα πως ο επικεφαλής δεν είχε απαντήσει, έγινα καχύποπτος και επιφυλακτικός. Φοβήθηκα πως δεν θα ασχολούνταν με την ψευδοεργάτρια, και πως θα με απέβαλλε ως κακοποιό που εκμεταλλευόταν τις αδυναμίες άλλων. Ήμουν πολύ δόλιος! Δεν είχα καθόλου πίστη στον Θεό. Δεν αρνούμουν τη δικαιοσύνη του Θεού και την κυριαρχία Του στα πάντα; Κοιτούσα την ενορχήστρωση των πάντων απ’ τον Θεό από την οπτική ενός μη πιστού και ήμουν καχύποπτος και επιφυλακτικός απέναντι στους επικεφαλής. Θεωρούσα πως η εκκλησία ήταν το ίδιο μεροληπτική και άδικη με τον έξω κόσμο. Θεωρούνταν αυτό πίστη στον Θεό; Δεν ήταν συκοφαντία και βλασφημία κατά του Θεού;

Τότε, θυμήθηκα τον λόγο του Θεού: «Έχει η αλήθεια τους αγαπημένους της; Μπορεί η αλήθεια να αντιταχθεί σκοπίμως στους ανθρώπους; Αν ακολουθήσεις την αλήθεια, μπορεί να σε συντρίψει; Εάν μείνεις πιστός στη δικαιοσύνη, θα σε τσακίσει; Εάν είναι αληθινή η επιθυμία σου να κυνηγήσεις τη ζωή, μπορεί η ζωή να σου ξεφύγει;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Οι εμπειρίες του Πέτρου: η γνώση του για την παίδευση και την κρίση). «Πώς θα μπορούσε κάποιος που πραγματικά αναζητά τον Θεό να τον καταραστεί Εκείνος; Πώς θα μπορούσε να καταραστεί ο Θεός κάποιον με υγιή λογική και ευαίσθητη συνείδηση; Πώς θα μπορούσε η φωτιά της οργής του Θεού να καταπιεί κάποιον που λατρεύει αληθινά και υπηρετεί τον Θεό; Πώς θα μπορούσε κάποιος που υπακούει με ευχαρίστηση τον Θεό να εκδιωχθεί από τον οίκο Του; Πώς θα μπορούσε κάποιος που δεν αγαπά αρκετά τον Θεό να ζει υπό την τιμωρία του; Πώς θα μπορούσε κάποιος που με ευχαρίστηση θα εγκατέλειπε τα πάντα για τον Θεό να μην έχει τίποτα;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Το να έχετε μια αμετάβλητη διάθεση σημαίνει πως είστε εχθρικοί προς τον Θεό). Ναι. Η ουσία του Θεού είναι δίκαιη και αξιόπιστη. Ο Θεός εκφράζει αλήθειες για να τις κάνουμε πράξη και να τις βιώσουμε. Η επιδίωξη και η άσκηση της αλήθειας και η προστασία του έργου της εκκλησίας είναι φυσικά θετικά πράγματα και έχουν την αποδοχή του Θεού. Συγκεκριμένα, η αναφορά και η έκθεση αντίχριστων, κακοποιών, ψευδοεπικεφαλής και ψευδοεργατών έχουν την αποδοχή του Θεού και είναι καλές και δίκαιες πράξεις. Για σκέψου το: Έχει αποβληθεί ποτέ απ’ την εκκλησία κάποιος που κάνει πράξη την αλήθεια και έχει αίσθημα δικαιοσύνης; Έχει ποτέ εγκαταλείψει ή εξαλείψει ο Θεός κάποιον που επιδιώκει και αγαπά την αλήθεια; Αντιθέτως, όσοι κάνουν πράξη την αλήθεια, όχι μόνο δεν καταπιέζονται και δεν εκδιώκονται, αλλά έχουν λάβει την προστασία, την αποδοχή και τον σεβασμό των αδελφών τους. Ακόμα κι αν κάποιοι καταπιέζονται και τιμωρούνται από αντίχριστους και κακοποιούς επειδή κάνουν πράξη την αλήθεια, αυτό είναι προσωρινό, κι αυτοί οι αντίχριστοι και οι κακοποιοί θα εκτεθούν και θα αποβληθούν ή θα αποπεμφθούν απ’ την εκκλησία. Επιπλέον, όσοι καταπιέστηκαν από αντίχριστους και κακοποιούς, αποκόμισαν πολλά μέσα από την προσευχή στον Θεό και την επιδίωξη της αλήθειας. Δεν απέκτησαν μόνο διάκριση σχετικά με τους κακοποιούς και του αντίχριστους, αλλά και κάποια κατανόηση και εμπειρία της παντοδύναμης κυριαρχίας του Θεού. Αυτά τα πράγματα φανερώνουν πλήρως τη δίκαιη διάθεση του Θεού, και πως στον οίκο του Θεού κυβερνούν η αλήθεια και η δικαιοσύνη. Στον οίκο του Θεού, μόνο οι αντίχριστοι κι όσοι προτίθενται να κάνουν κακό θα αποπεμφθούν ή θα αποβληθούν από την εκκλησία. Η αναφορά μου για την προϊσταμένη δεν έγινε με κακή πρόθεση ούτε για να εκμεταλλευτώ σκόπιμα τις αδυναμίες της. Έγινε από ενδιαφέρον για το έργο της εκκλησίας. Όσα ανέφερα ήταν πραγματικά γεγονότα κι όχι προσπάθειες να την αδικήσω. Οι ενέργειές μου έγιναν για το καλό, όχι για το κακό, της προϊσταμένης και του έργου της εκκλησίας. Αν ήταν κάποια που επιδίωκε και αποδεχόταν την αλήθεια, μετά την αναφορά της, θα έκανε αυτοκριτική και θα έπαιρνε ένα δίδαγμα. Η κατάσταση αυτή θα την ωφελούσε στο να δει πιο καθαρά τα ελαττώματα και τη διαφθορά της, και στην είσοδό της στη ζωή. Αν με μισούσε εξαιτίας αυτού, ή αν ακόμα με καταπίεζε ή με απομάκρυνε παρορμητικά, αυτό θα φανέρωνε πως δεν αγαπούσε ούτε αποδεχόταν την αλήθεια, και πως ήταν ακατάλληλη για μια σημαντική θέση. Μόλις το αντιλήφθηκα, η καρδιά μου φωτίστηκε και δεν περιοριζόμουν πια. Η αναφορά ψευδοεπικεφαλής και ψευδοεργατών είναι χρέος μου κι αυτό που πρέπει να κάνω. Όποιες κι αν είναι οι συνέπειες, ποτέ δεν θα το μετανιώσω.

Εκείνο το βράδυ, ο επικεφαλής είπε με επιστολή στην προϊσταμένη πως απομακρυνόταν. Συγκινήθηκα πολύ όταν διάβασα την επιστολή του. Η αλήθεια και η δικαιοσύνη όντως βασιλεύουν στον οίκο του Θεού. Ευχαρίστησα τον Θεό εκ βάθους καρδιάς! Μέσα απ’ αυτήν την εμπειρία, όχι μόνο απέκτησα κάποια διάκριση σχετικά με τους ψευδοεπικεφαλής και τους ψευδοεργάτες, αλλά και συνειδητοποίησα πόσο δόλια ήταν η φύση μου και απέκτησα κάποια επίγνωση της δίκαιης διάθεσης του Θεού. Αυτό οφειλόταν στη χάρη του Θεού! Στο μέλλον, ό,τι κι αν αντιμετωπίσω, θα δίνω βάση στο θέλημα του Θεού, θα κάνω πράξη την αλήθεια, θα διαφυλάττω το έργο της εκκλησίας, και θα εκπληρώνω τα δέοντα χρέη και καθήκοντα. Δόξα τω Θεώ!

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

Απάντηση

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger