36. Τα λόγια του Θεού με απελευθέρωσαν από το αίσθημα καταπίεσης
Τον Μάιο του 2021, εκλέχθηκα επικεφαλής εκκλησίας, και ανέλαβα κυρίως την ευθύνη του ευαγγελικού έργου και του έργου ποτίσματος. Για όλες τις εργασίες απαιτούνταν διεξοδική παρακολούθηση και επίβλεψη, και κάποιες φορές οι ανώτεροι επικεφαλής έκαναν λεπτομερείς ρυθμίσεις για κάθε εργασία, οι οποίες έπρεπε να εφαρμοστούν έγκαιρα. Αν το έργο δεν είχε καλά αποτελέσματα, χρειαζόταν συχνά να αναλύω τα προβλήματα και να αναζητώ τις αλήθεια-αρχές για να τα λύσω. Στην αρχή, υπήρχαν πολλά που δεν γνώριζα σχετικά με αυτό το καθήκον, οπότε έπρεπε να αφιερώσω πολύ χρόνο ώστε να εξοικειωθώ. Ένιωθα μεγάλη πίεση. Ταυτόχρονα, όμως, ήξερα πως, με το να κάνω αυτό το καθήκον, ο Θεός με εξύψωνε και μου έδινε χάρη, οπότε έπρεπε να συνεργαστώ σωστά. Περίπου δύο μήνες αργότερα, μια αδελφή με την οποία είχα συνεργασία μετατέθηκε, κι έτσι μείναμε μόνο εγώ και η αδελφή Γουάνγκ Τζινγκ για να διαχειριστούμε το έργο της εκκλησίας. Ο φόρτος εργασίας που ως τότε μοιραζόταν σε τρία άτομα έπεφτε τώρα μόνο στις δικές μας πλάτες, κι έτσι είχαμε πολύ περισσότερο έργο. Κάποιες φορές, εκεί που μόλις είχα καταφέρει να τελειώσω τις εργασίες μου και ήθελα να χαλαρώσω, έφταναν κι άλλα γράμματα που περίμεναν απάντηση. Πάντα υπήρχε έργο που έπρεπε να γίνει. Με τον καιρό, άρχισα να εξαντλούμαι. Άρχισα να ελπίζω ότι ο φόρτος εργασίας θα μειωνόταν λίγο για να μπορέσω να χαλαρώσω. Κάποιες φορές, αφού τελείωνα τις εξωτερικές εργασίες, δεν βιαζόμουν να επιστρέψω. Ήθελα να μείνω έξω λίγο ακόμα για να καθαρίσει το μυαλό μου. Έβλεπα ότι το μόνο που είχε να κάνει η αδελφή στο σπίτι όπου φιλοξενούμασταν ήταν να μαγειρεύει τρία γεύματα την ημέρα, και μετά μπορούσε να ξεκουραστεί και, στον ελεύθερο χρόνο της, να διαβάσει τα λόγια του Θεού. Ζήλευα πάρα πολύ και νοσταλγούσα τον καιρό που είχα ένα μεμονωμένο καθήκον, και είχα ακόμα χρόνο για χαλάρωση. Τώρα, ο φόρτος εργασίας ήταν τόσο τεράστιος που ένιωθα ότι, κάθε πρωί που άνοιγα τα μάτια μου, ερχόμουν αντιμέτωπη με το έργο. Ένιωθα πως αυτός ο τρόπος ζωής ήταν υπερβολικά δύσκολος! Φαινόταν πως έκανα το καθήκον μου αλλά, μέσα μου, ήμουν γεμάτη αντίσταση. Όταν απαντούσα στις ερωτήσεις των αδελφών μου, ήταν σαν να ολοκληρώνω απλώς τις εργασίες, σαν να ήταν αναθέσεις. Δεν είχα καμία όρεξη να σκεφτώ πώς θα πετύχαινα καλύτερα αποτελέσματα. Ήθελα απλώς να τελειώνω γρήγορα, ώστε να μπορέσω να αναπαυτώ και να χαλαρώσω. Όταν υπήρχαν πολλές ερωτήσεις, εκνευριζόμουν και σχεδόν έχανα την υπομονή μου, και ένιωθα μεγάλη καταπίεση.
Μια φορά, πήγα σπίτι για να φροντίσω μερικά ζητήματα και, μόλις έφτασα στο σπίτι, ένιωσα σαν να είχαν φύγει από πάνω μου όλα τα βάρη. Δεν είχα να κάνω έργο, μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα. Τι άνετος που ήταν αυτός ο τρόπος ζωής! Θα μπορούσα να είχα τελειώσει όλα όσα χρειαζόταν να κάνω σε μία μόνο μέρα, αλλά στο τέλος έμεινα δύο μέρες. Ένιωσα ενοχές, επειδή ήξερα πως έπρεπε να είχα γυρίσει αμέσως μόλις τελείωσα τις δουλειές μου. Μετά, όμως, σκέφτηκα ότι, αφού πήγαινα σπίτι τόσο σπάνια, ίσως θα μπορούσα να μείνω άλλη μια μέρα για να χαλαρώσω λίγο! Αργότερα, η αδελφή Γουάνγκ Τζινγκ μού είπε να βιαστώ να γυρίσω για να διαχειριστώ κάποιο έργο, οπότε δεν είχα άλλη επιλογή παρά να επιστρέψω. Καθώς ήμουν συνεχώς παθητική και αρνητική στο καθήκον μου ως επικεφαλής, η κατάστασή μου όλο και χειροτέρευε, και το καθήκον μου δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Δεν άλλαζα ούτε καν με τη συναναστροφή και τη βοήθεια των επικεφαλής μου. Στο τέλος, απαλλάχθηκα απ’ τα καθήκοντά μου. Τότε δεν έκανα αυτοκριτική. Μόνο αργότερα, όταν έκανα καθήκον ποτίσματος, συνάντησα τυχαία μια αδελφή που γνώριζα από παλιά και συγκινήθηκα κάπως. Αυτή η αδελφή είχε εκπαιδευτεί ως επικεφαλής για έναν χρόνο, είχε σημειώσει ταχεία πρόοδο και η συναναστροφή της στις συναθροίσεις ήταν πολύ πρακτική. Είδα ότι, αν και η ηγεσία συνεπαγόταν πολλές ανησυχίες, κακουχίες και εξάντληση, η ζωή της προόδευε γρήγορα. Εγώ, απ’ την άλλη, αντιστεκόμουν συνεχώς στο καθήκον μου ως επικεφαλής και άφηνα τη σάρκα μου να χαλαρώσει και να νιώσει άνετα. Τι κέρδιζα, όμως, από αυτό; Αν δεν άλλαζα αυτήν την άποψη για την επιδίωξή μου, ότι έδινα, δηλαδή, διαρκώς σημασία στη σάρκα και φοβόμουν τις κακουχίες και την εξάντληση, τότε, για όσα χρόνια κι αν συνέχιζα να πιστεύω στον Θεό, η ζωή μου δεν θα προόδευε ποτέ. Όταν το σκεφτόμουν αυτό, αναρωτιόμουν συνεχώς: «Για ποιον λόγο ακριβώς πιστεύω στον Θεό; Τι θέλω στην πραγματικότητα από την πίστη μου στον Θεό; Θα συνεχίσω να επιδιώκω με αυτόν τον τρόπο; Αν μπορέσω να επαναστατήσω ενάντια στη σάρκα, να αντέξω τις κακουχίες, να πληρώσω ένα τίμημα και να κάνω το καθήκον μου με όλη μου την καρδιά, δεν θα κερδίσω περισσότερες αλήθειες;»
Αργότερα, διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Κάποιοι άνθρωποι είναι πάντα επιπόλαιοι και βρίσκουν τρόπους να τεμπελιάζουν ενώ εκτελούν τα καθήκοντά τους. Μερικές φορές το έργο της εκκλησίας απαιτεί ταχύτητα, αλλά εκείνοι θέλουν να κάνουν μόνο ό,τι τους αρέσει. Αν δεν νιώθουν πολύ καλά σωματικά ή είναι κακοδιάθετοι και αποκαρδιωμένοι για λίγες μέρες, δεν θα είναι διατεθειμένοι να υπομείνουν κακουχίες και να πληρώσουν ένα τίμημα για να επιτελέσουν το έργο της εκκλησίας. Είναι εξαιρετικά τεμπέληδες και φυγόπονοι. Όταν δεν έχουν κίνητρο, σέρνουν τα πόδια τους και δεν θέλουν να κουνηθούν· επειδή, όμως, φοβούνται πως οι επικεφαλής θα τους κλαδέψουν και οι αδελφοί και οι αδελφές τους θα τους πουν τεμπέληδες, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο από το να εκτελέσουν με βαριά καρδιά το έργο μαζί με όλους τους άλλους. Θα νιώθουν, ωστόσο, εξαιρετικά απρόθυμοι, δυστυχείς και δεν θα έχουν καμία διάθεση γι’ αυτό. Θα νιώθουν αδικημένοι, θιγμένοι, ενοχλημένοι και εξαντλημένοι. Θέλουν να ενεργούν σύμφωνα με τη δική τους βούληση, αλλά δεν τολμούν να παραβιάσουν τις απαιτήσεις και τις διατάξεις του οίκου του Θεού ή να πάνε ενάντιά τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αρχίσει με τον καιρό να γεννιέται μέσα τους ένα συναίσθημα: η καταπίεση. Από τη στιγμή που ριζώσει μέσα τους αυτό το συναίσθημα της καταπίεσης, θα αρχίσουν σταδιακά να φαίνονται ληθαργικοί και αδύναμοι. Σαν μηχανές, δεν θα καταλαβαίνουν πλέον ξεκάθαρα τι κάνουν, αλλά θα συνεχίσουν να κάνουν καθημερινά ό,τι τους λένε, με τον τρόπο που τους λένε. Αν και, επιφανειακά, θα συνεχίσουν να εκτελούν τις εργασίες τους χωρίς να σταματούν, χωρίς να κάνουν παύση και χωρίς να απομακρύνονται από το περιβάλλον στο οποίο εκτελούν τα καθήκοντά τους, μέσα στην καρδιά τους θα νιώθουν καταπιεσμένοι και θα πιστεύουν πως η ζωή τους είναι εξουθενωτική και γεμάτη αδικίες. Η μεγαλύτερη επιθυμία που έχουν τώρα είναι να έρθει η μέρα που δεν θα ελέγχονται πια από άλλους, δεν θα περιορίζονται πια από τις διατάξεις του οίκου του Θεού και θα αποδεσμευτούν από τις διευθετήσεις του οίκου του Θεού. Θέλουν να κάνουν ό,τι θέλουν, όποτε το θέλουν —να κάνουν λίγο έργο αν νιώθουν καλά και να μην κάνουν αν δεν νιώθουν καλά. Λαχταρούν να μην αντιμετωπίσουν καμία κατηγορία, να μην κλαδευτούν ποτέ και κανείς να μην τους επιβλέπει, να τους ελέγχει ή να τους εποπτεύει. Νομίζουν πως, όταν έρθει εκείνη η μέρα, θα είναι σπουδαία και θα νιώσουν ιδιαίτερα ελεύθεροι και απελευθερωμένοι. Ωστόσο, εξακολουθούν να μην είναι διατεθειμένοι να φύγουν ή να τα παρατήσουν· φοβούνται πως, αν δεν εκτελέσουν τα καθήκοντά τους, αν κάνουν πραγματικά ό,τι τους αρέσει και μια μέρα είναι ελεύθεροι και απελευθερωμένοι, η φυσική εξέλιξη θα είναι να ξεστρατίσουν από τον Θεό και φοβούνται πως, αν δεν τους θέλει πια ο Θεός, δεν θα είναι σε θέση να αποκτήσουν ευλογίες. Ορισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το εξής δίλημμα: Αν προσπαθήσουν να γκρινιάξουν στους αδελφούς και τις αδελφές τους, θα δυσκολευτούν να εκφραστούν. Αν στραφούν στον Θεό στις προσευχές τους, θα νιώσουν πως δεν μπορούν να ανοίξουν το στόμα τους. Αν διαμαρτυρηθούν, θα νιώσουν πως φταίνε οι ίδιοι. Αν δεν διαμαρτυρηθούν, θα νιώσουν άβολα. Αναρωτιούνται γιατί νιώθουν πως η ζωή τους είναι γεμάτη τόσες αδικίες, τόσο αντίθετη με τα θέλω τους και τόσο εξουθενωτική. Δεν θέλουν να ζουν έτσι ούτε να είναι σε αρμονία με όλους τους άλλους, αλλά να κάνουν ό,τι θέλουν, όπως το θέλουν, και αναρωτιούνται γιατί δεν είναι σε θέση να καταφέρουν κάτι τέτοιο. Παλιά ένιωθαν πως ήταν εξαντλημένοι μόνο σωματικά, αλλά τώρα νιώθουν κουρασμένοι και μέσα τους. Δεν καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει. Πείτε Μου, αυτό δεν προκαλείται από συναισθήματα καταπίεσης; (Ναι.)» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Αφότου διάβασα τα λόγια του Θεού, κατανόησα τελικά πως ο λόγος για τον οποίο ένιωθα τόση καταπίεση και πόνο στο καθήκον μου ως επικεφαλής δεν ήταν ότι το καθήκον ήταν βαρύ ή εξαντλητικό, αλλά ότι ήταν λανθασμένη η νοοτροπία μου. Επιδίωκα συνεχώς τις ανέσεις και τις απολαύσεις της σάρκας, οπότε, όταν το καθήκον γινόταν ελαφρώς βαρύ ή κουραστικό, και η σάρκα μου δεν ήταν ικανοποιημένη, καταπιεζόμουν και πονούσα. Ειδικά αφότου μετατέθηκε η συνεργάτιδά μου, ο φόρτος εργασίας αυξήθηκε, και υπήρχε πάντα έργο που έπρεπε να γίνει κάθε μέρα. Έτσι, εκνευριζόμουν και ήθελα να ξεσπάσω πάνω στους άλλους. Ζήλευα, μάλιστα, και την αδελφή στο σπίτι όπου φιλοξενούμασταν, που είχε ένα τόσο ελαφρύ και εύκολο καθήκον. Συνειδητοποίησα πως δεν επιδίωκα τη σωστή εκτέλεση του καθήκοντός μου, αλλά τις σωματικές ανέσεις. Έμενα μονίμως κολλημένη στα συναισθήματα καταπίεσης, αντιμετώπιζα το καθήκον μου με ασέβεια, δεν είχα αίσθημα ευθύνης και δεν ήμουν καθόλου αξιόπιστη. Είχα κάνει τον Θεό να με μισεί πραγματικά!
Διάβασα άλλο ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού, χάρη στο οποίο κατανόησα κάπως τη βαθύτερη αιτία της επιδίωξής μου για σαρκικές ανέσεις. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Μέχρι να βιώσουν οι άνθρωποι το έργο του Θεού και να κατανοήσουν την αλήθεια, η φύση του Σατανά είναι αυτή που αναλαμβάνει τον έλεγχο και τους εξουσιάζει εκ των έσω. Τι περιλαμβάνει ακριβώς αυτή η φύση; Για παράδειγμα, γιατί είσαι εγωιστής; Γιατί προστατεύεις τη θέση σου; Γιατί έχεις τόσο ισχυρά συναισθήματα; Γιατί απολαμβάνεις εκείνα τα άδικα πράγματα; Γιατί σου αρέσουν εκείνα τα κακά πράγματα; Πού βασίζεται η αρέσκειά σου για αυτά τα πράγματα; Από πού προέρχονται αυτά τα πράγματα; Γιατί αποδέχεσαι αυτά τα πράγματα με τόση χαρά; Τώρα πια έχετε όλοι σας φτάσει στο σημείο να καταλάβετε ότι ο κύριος λόγος πίσω από όλα αυτά τα πράγματα είναι ότι βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο το δηλητήριο του Σατανά. Ποιο είναι λοιπόν το δηλητήριο του Σατανά; Πώς μπορεί να εκφραστεί; Για παράδειγμα, αν ρωτήσεις τους ανθρώπους: “Πώς θα πρέπει να ζουν οι άνθρωποι; Για ποιον λόγο θα πρέπει να ζουν οι άνθρωποι;” Αυτοί θα απαντήσουν: “Ο σώζων εαυτόν σωθήτω”. Αυτή η μία φράση εκφράζει την ίδια τη ρίζα του προβλήματος. Η φιλοσοφία και η λογική του Σατανά έχουν γίνει η ζωή των ανθρώπων. Ό,τι και να επιδιώκουν οι άνθρωποι, το κάνουν για τον εαυτό τους —και έτσι ζουν μονάχα για τον εαυτό τους. “Ο σώζων εαυτόν σωθήτω” —αυτή είναι η φιλοσοφία της ζωής του ανθρώπου, κι αυτό αντιπροσωπεύει και την ανθρώπινη φύση. Αυτά τα λόγια έχουν ήδη γίνει η φύση της διεφθαρμένης ανθρωπότητας, είναι το αληθινό πορτρέτο της σατανικής φύσης της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Αυτή η σατανική φύση έχει ήδη γίνει η βάση για την ύπαρξη της διεφθαρμένης ανθρωπότητας. Για αρκετές χιλιάδες χρόνια, η διεφθαρμένη ανθρωπότητα ζει με αυτό το δηλητήριο του Σατανά, μέχρι σήμερα» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Πώς να περπατήσει κανείς στο μονοπάτι του Πέτρου). Από όσα φανέρωναν τα λόγια του Θεού, κατανόησα πως για την παρακμή και τον εκφυλισμό μου ευθυνόταν το ότι ζούσα συνεχώς με σατανικά δηλητήρια, όπως: «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω», «Η ζωή έχει να κάνει μόνο με το φαγητό και τον ρουχισμό» και «Άδραξε τη μέρα για ευχαρίστηση, γιατί η ζωή είναι μικρή». Έδινα υπερβολική σημασία στις σωματικές απολαύσεις, επειδή θεωρούσα ότι η ζωή είναι μικρή, οπότε έπρεπε να φέρομαι καλά στον εαυτό μου και να μην αφήνω το σώμα μου να υπομένει καθόλου κακουχίες. Θυμήθηκα τις εισαγωγικές εξετάσεις μου για το πανεπιστήμιο. Ενώ οι άλλοι μελετούσαν ως αργά τη νύχτα και εργάζονταν σκληρά, εγώ τα έβρισκα όλα αυτά υπερβολικά έντονα και εξαντλητικά, οπότε δεν ξενύχτησα ποτέ για να μελετήσω, αφού θεωρούσα πως δεν υπήρχε πρόβλημα αρκεί να μην έπεφταν οι βαθμοί μου. Αφότου ήρθα στην εκκλησία για να κάνω το καθήκον μου, συνέχισα να ζω με αυτήν τη νοοτροπία. Όταν το καθήκον μου ως επικεφαλής απαιτούσε να υποφέρω και να πληρώσω ένα τίμημα, κι έτσι δεν μπορούσα να ενδίδω στις σωματικές ανέσεις, ένιωθα μεγάλη καταπίεση και απόγνωση. Σκεφτόμουν μονίμως να μην εξουθενώνομαι και να δίνω προτεραιότητα στα σωματικά μου συμφέροντα. Παρέβλεπα εντελώς τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά μου. Αν και είχα επωμιστεί ένα τόσο σημαντικό καθήκον, δεν σκεφτόμουν πώς να πετύχω καλά αποτελέσματα σε κάθε εργασία ούτε πώς να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου. Σκεφτόμουν μόνο την άνεσή μου και ικανοποιούσα τις σαρκικές μου επιθυμίες, ενώ δυστυχούσα κάθε φορά που προέκυπταν επιπλέον κακουχίες, και ήθελα να ξεφύγω απ’ αυτές. Είδα ότι είχα δείξει απίστευτο εγωισμό και ποταπότητα, και ότι δεν είχα καμία απολύτως συνείδηση ή λογική. Όταν τα αναλογίζομαι, η αλήθεια είναι ότι, αν και το σώμα μου έβρισκε πρόσκαιρες ανέσεις, δεν είχα κερδίσει καμία αλήθεια ούτε είχα κάνει το καθήκον μου. Δεν είχα καμία απολύτως ακεραιότητα και αξιοπρέπεια. Το να ζω έτσι δεν είχε κανένα νόημα ή αξία. Όταν το στοχάστηκα αυτό, μίσησα πραγματικά τον εαυτό μου. Ένιωσα βαθιά υποχρέωση στον Θεό και δεν ήθελα να ζω πια με αυτόν τον τρόπο.
Αργότερα, διάβασα άλλο ένα χωρίο απ’ τα λόγια του Θεού, που με συγκίνησε πραγματικά. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που φροντίζουν για το κανονικό έργο τους; Είναι άνθρωποι που βλέπουν τις βασικές τους ανάγκες, όπως το φαγητό, τα ρούχα, τη στέγη και τις μετακινήσεις, με απλό τρόπο. Εφόσον αυτά τα πράγματα βρίσκονται σε ένα κανονικό επίπεδο, αυτό τους αρκεί. Νοιάζονται περισσότερο για το μονοπάτι τους στη ζωή, την αποστολή που έχουν ως ανθρώπινα όντα, τη νοοτροπία τους για τη ζωή και τις αξίες τους. Τι συλλογίζονται όλη μέρα οι άνθρωποι που δεν είναι πολλά υποσχόμενοι; Συλλογίζονται μονίμως πώς να τεμπελιάσουν, πώς να αποφύγουν τις ευθύνες τους με κολπάκια, πώς να τρώνε καλά και να διασκεδάζουν, πώς να ζουν με σωματική ευκολία και άνεση, χωρίς να συλλογίζονται τα σωστά ζητήματα. Επομένως, νιώθουν καταπιεσμένοι καθώς κάνουν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο και το περιβάλλον του οίκου του Θεού. Ο οίκος του Θεού απαιτεί οι άνθρωποι να αποκτήσουν ορισμένες κοινές και επαγγελματικές γνώσεις που σχετίζονται με τα καθήκοντά τους, έτσι ώστε να μπορούν να τα εκτελούν καλύτερα. Ο οίκος του Θεού απαιτεί οι άνθρωποι να τρώνε και να πίνουν τακτικά τα λόγια του Θεού, έτσι ώστε να κατανοήσουν καλύτερα την αλήθεια, να εισέλθουν στην αλήθεια-πραγματικότητα και να ξέρουν ποιες είναι οι αρχές για κάθε ενέργεια. Όλα αυτά τα πράγματα πάνω στα οποία συναναστρέφεται και τα οποία αναφέρει ο οίκος του Θεού σχετίζονται με θέματα, πρακτικά ζητήματα και ούτω καθεξής τα οποία εμπίπτουν στο πλαίσιο της ζωής των ανθρώπων και της εκτέλεσης των καθηκόντων τους και έχουν στόχο να βοηθήσουν τους ανθρώπους να φροντίζουν για το κανονικό έργο τους και να βαδίζουν στο σωστό μονοπάτι. Αυτοί οι άνθρωποι που δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους και κάνουν ό,τι τους αρέσει δεν θέλουν να κάνουν αυτά τα κανονικά πράγματα. Με το να κάνουν ό,τι θέλουν, απώτερος στόχος τους είναι η σωματική άνεση, απόλαυση και ευκολία, καθώς και να μην περιορίζονται ούτε να αδικούνται με κανέναν τρόπο. Είναι να μπορούν να τρώνε ό,τι και όσο θέλουν και να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Ο λόγος για τον οποίο νιώθουν συχνά καταπιεσμένοι είναι η ποιότητα της ανθρώπινης φύσης τους και οι εσωτερικές τους επιδιώξεις. Όσο κι αν συναναστραφείς μαζί τους σχετικά με την αλήθεια, δεν θα αλλάξουν ούτε θα απαλλαγούν από την καταπίεση που νιώθουν. Τέτοιοι άνθρωποι είναι· δεν είναι παρά πράγματα που δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους. Επιφανειακά, δεν φαίνεται να έχουν διαπράξει κάποιο μεγάλο κακό ούτε να είναι κακοί άνθρωποι και φαίνεται πως απλώς δεν έχουν καταφέρει να τηρήσουν τις αρχές και τους κανονισμούς· στην πραγματικότητα, όμως, η φύση-ουσία τους είναι πως δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους και δεν ακολουθούν το σωστό μονοπάτι. Τέτοιοι άνθρωποι δεν έχουν τη συνείδηση και τη λογική της κανονικής ανθρώπινης φύσης και δεν μπορούν να αποκτήσουν την ευφυΐα της κανονικής ανθρώπινης φύσης. […] Στην κοινωνία, ποιοι είναι οι άνθρωποι που δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους; Είναι οι αργόσχολοι, οι ανόητοι, οι τεμπέληδες, οι ταραχοποιοί, οι κακούργοι και οι χασομέρηδες —τέτοιοι άνθρωποι. Δεν θέλουν να μάθουν νέες δεξιότητες ή ικανότητες και δεν θέλουν να επιδιώξουν κάποια σοβαρή καριέρα ή να βρουν μια δουλειά ώστε να τα βγάζουν πέρα. Είναι οι αργόσχολοι και οι χασομέρηδες της κοινωνίας. Διεισδύουν στην εκκλησία και έπειτα θέλουν να κερδίσουν κάτι χωρίς να δώσουν τίποτα, καθώς και να λάβουν το μερίδιο ευλογιών που τους αναλογεί. Είναι καιροσκόποι. Αυτοί οι καιροσκόποι δεν είναι ποτέ διατεθειμένοι να κάνουν τα καθήκοντά τους. Αν τα πράγματα δεν πάνε έστω και στο ελάχιστο όπως τα θέλουν, νιώθουν καταπιεσμένοι. Αν και πάντα θέλουν να ζουν ελεύθεροι και να μην επιτελούν κανενός είδους έργο, θέλουν, παρόλα αυτά, να τρώνε καλό φαγητό και να φοράνε ωραία ρούχα, καθώς και να τρώνε και να κοιμούνται όποτε θέλουν. Σκέφτονται πως, αν έρθει ποτέ αυτή η μέρα, θα είναι σίγουρα υπέροχη. Δεν θέλουν να υπομείνουν ούτε ελάχιστη ταλαιπωρία και επιθυμούν μια ζωή καλοπέρασης. Αυτοί οι άνθρωποι βρίσκουν εξουθενωτική ακόμη και τη ζωή· τους δεσμεύουν αρνητικά συναισθήματα. Νιώθουν συχνά κουρασμένοι και μπερδεμένοι επειδή δεν μπορούν να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Δεν θέλουν να φροντίζουν για το κανονικό έργο τους ούτε να χειρίζονται τις κανονικές υποθέσεις τους. Δεν θέλουν να προσηλωθούν σε μια δουλειά και να την κάνουν χωρίς σταματημό από την αρχή μέχρι το τέλος, να την αντιμετωπίσουν ως επάγγελμα και καθήκον τους, ως υποχρέωση και ευθύνη τους· δεν θέλουν να την ολοκληρώσουν και να πετύχουν αποτελέσματα ούτε να την κάνουν όσο καλύτερα μπορούν. Δεν το έχουν σκεφτεί ποτέ κατ’ αυτόν τον τρόπο. Θέλουν απλώς να ενεργούν επιπόλαια και να χρησιμοποιούν το καθήκον τους ως μέσο για να βγάζουν τα προς το ζην. Όταν αντιμετωπίζουν λίγη πίεση ή κάποια μορφή ελέγχου, όταν καλούνται να ανταποκριθούν σε κάποιο ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο ή αναγκάζονται να επωμιστούν λίγη ευθύνη, νιώθουν άβολα και καταπιεσμένοι. Γεννιούνται μέσα τους αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, η ζωή τούς φαίνεται εξουθενωτική και είναι δυστυχισμένοι. Ένας βασικός λόγος για τον οποίο η ζωή τούς φαίνεται εξουθενωτική είναι επειδή τέτοιοι άνθρωποι δεν έχουν λογική. Η λογική τους είναι προβληματική και όλη μέρα είναι παραδομένοι σε φαντασιώσεις, ζουν σε ένα όνειρο και πετάνε στα σύννεφα, ενώ φαντάζονται συνεχώς τα πιο εξωφρενικά πράγματα. Γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούν από την καταπίεση που νιώθουν. Δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια, είναι δύσπιστοι. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους ζητήσουμε να φύγουν από τον οίκο του Θεού, να επιστρέψουν στον κόσμο και να βρουν τον δικό τους τόπο ευκολίας και άνεσης» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού σχετικά με όσους «δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους» ή είναι «αργόσχολοι» και «χασομέρηδες», με έτσουξαν πολύ και στενοχωρήθηκα βαθιά. Οι αργόσχολοι και οι χασομέρηδες είναι οι πλέον κατώτεροι και εκφυλισμένοι άνθρωποι. Περνούν τον χρόνο τους τρώγοντας, πίνοντας και διασκεδάζοντας, ενώ δεν έχουν καμία σοβαρή επιδίωξη. Είναι αναξιόπιστοι σε όλα όσα κάνουν, ασυνεπείς, χωρίς κανένα αίσθημα ευθύνης. Η επιδίωξή μου δεν διέφερε σε τίποτα από την επιδίωξη των χασομέρηδων. Ως επικεφαλής, οι καθημερινές μου σκέψεις δεν αφορούσαν το πώς θα έκανα καλά τα καθήκοντά μου ούτε πώς θα επωμιζόμουν τις υποχρεώσεις μου. Αντ’ αυτού, σκεφτόμουν διαρκώς πώς θα έφερνα άνεση και ανακούφιση στη σάρκα μου, ενώ, στην παραμικρή κακουχία, αντιστεκόμουν και ένιωθα δυσαρέσκεια. Αντιμετώπιζα το καθήκον μου ως βάρος, και δεν σκεφτόμουν καθόλου τις εργασίες που έπρεπε να κάνω. Είδα πως ήμουν αναξιόπιστη και δεν είχα καθόλου θεοφοβούμενη καρδιά. Ακόμα και οι άπιστοι πιστεύουν ότι «τα αγαθά κόποις κτώνται» και ότι, για να επιβιώσει κάποιος, πρέπει να αντέξει κακουχίες και να πληρώσει ένα τίμημα. Κι όμως, εγώ δεν άντεχα να υποφέρω καθόλου και παραπονιόμουν έντονα με την παραμικρή ενόχληση. Δεν ήμουν εντελώς άχρηστη; Αν δεν άλλαζα αυτήν την εκφυλισμένη νοοτροπία και συνέχιζα να αποφεύγω το κανονικό έργο που έπρεπε να κάνω, στο τέλος θα αποκλειόμουν. Ο Θεός σώζει όσους πιστεύουν ειλικρινά σε Αυτόν, επιδιώκουν την αλήθεια και κάνουν υπεύθυνα τα καθήκοντά τους. Αυτοί οι άνθρωποι επικεντρώνονται στις κανονικές τους υποθέσεις και φροντίζουν τα κανονικά τους καθήκοντα. Ακόμα κι αν υποφέρουν ή εξαντλούνται λόγω των καθηκόντων τους, εκείνοι δεν παραπονιούνται και τα κάνουν με όλη τους την καρδιά. Στο εξής, ήθελα να γίνω κάποια που θα φρόντιζε τα κανονικά της καθήκοντα.
Αργότερα, διάβασα άλλο ένα χωρίο απ’ τα λόγια του Θεού και βρήκα ένα μονοπάτι άσκησης. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Ποια είναι η αξία της ζωής ενός ανθρώπου; Μήπως το να ενδίδει σε σαρκικές απολαύσεις, όπως το φαγητό, το ποτό και η διασκέδαση; (Όχι, δεν είναι αυτή.) Τότε, ποια είναι; […] Από μία άποψη, έχει να κάνει με την εκπλήρωση του καθήκοντος ενός δημιουργήματος. Από μία άλλη άποψη, αφορά το να κάνεις τα πάντα εντός των ικανοτήτων και δυνατοτήτων σου όσο καλύτερα μπορείς, φτάνοντας τουλάχιστον στο σημείο όπου δεν σε τύπτει η συνείδησή σου, έχεις καθαρή τη συνείδησή σου και σε αποδέχονται οι άλλοι. Αν το πάμε ένα βήμα παραπέρα, σε όποια οικογένεια κι αν γεννήθηκες και όποιο κι αν είναι το μορφωτικό σου υπόβαθρο και το επίπεδό σου, πρέπει καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου να κατανοείς κάπως τις αρχές που οφείλουν να αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι στη ζωή. Θα πρέπει, για παράδειγμα, να εξερευνήσεις έστω και λίγο την αληθινή αξία της ζωής: ποιο μονοπάτι οφείλουν να ακολουθήσουν οι άνθρωποι, πώς πρέπει να ζουν και πώς θα έχει νόημα η ζωή τους. Δεν πρέπει να ζουν μάταια ούτε πρέπει να έρχονται μάταια σ’ αυτόν τον κόσμο. Από μία άλλη άποψη, πρέπει κατά τη διάρκεια της ζωής σου να εκπληρώσεις την αποστολή σου· αυτό είναι το πιο σημαντικό. Δεν εννοώ ότι πρέπει να ολοκληρώσεις κάποια σπουδαία αποστολή ή ευθύνη, ή κάποιο σπουδαίο καθήκον. Πρέπει όμως να καταφέρεις τουλάχιστον κάτι. […] Η αξία της ανθρώπινης ζωής και το σωστό μονοπάτι που πρέπει να ακολουθεί κανείς προϋποθέτουν να κατορθώσει κάτι που έχει αξία και να ολοκληρώσει μία ή περισσότερες εργασίες που έχουν αξία. Αυτό δεν ονομάζεται “καριέρα”, αλλά “το σωστό μονοπάτι” και “η σωστή εργασία”. Πείτε Μου, αξίζει να πληρώσει ένας άνθρωπος το τίμημα ώστε να ολοκληρώσει κάποιο έργο που έχει αξία, να ζήσει μια ζωή που έχει νόημα και αξία, και να επιδιώξει και να κερδίσει την αλήθεια; Αν επιθυμείς πραγματικά να επιδιώξεις και να κατανοήσεις την αλήθεια, να αρχίσεις να βαδίζεις στο σωστό μονοπάτι στη ζωή, να εκπληρώσεις καλά το καθήκον σου και να ζήσεις μια ζωή που έχει νόημα και αξία, τότε μη διστάζεις: δώσε όλη την ενέργειά σου, πλήρωσε το τίμημα, αφιέρωσε όλον τον χρόνο σου και την κάθε μέρα σου σ’ αυτό. Αν αντιμετωπίσεις κάποια μικροασθένεια κατά την περίοδο αυτή, δεν έχει σημασία· δεν θα σε καταβάλει. Κάτι τέτοιο δεν είναι μακράν ανώτερο από μια ζωή ευκολίας και απραξίας, μια ζωή όπου φροντίζεις το σώμα σου και το κρατάς καλοταϊσμένο και υγιές, για να πετύχεις τελικά τη μακροζωία; (Ναι.) Ποια από τις δύο αυτές επιλογές δίνει περισσότερη αξία στη ζωή σου; Ποια μπορεί να φέρει παρηγοριά στους ανθρώπους και να τους γλιτώνει από τύψεις όταν αντιμετωπίσουν στο τέλος της ζωής τους τον θάνατο; (Το να ζήσουν μια ζωή με νόημα.) Το να ζεις μια ζωή με νόημα σημαίνει να νιώθεις μέσα σου πως πετυχαίνεις αποτελέσματα, να νιώθεις μέσα σου παρηγοριά» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (6)]. Αφότου διάβασα τα λόγια του Θεού, κατανόησα τι πρέπει να επιδιώκουν οι άνθρωποι για να έχουν μια ζωή με νόημα και αξία. Η ζωή είναι πολύ σύντομη, οπότε πρέπει να κάνουμε αξιόλογα πράγματα στον περιορισμένο μας χρόνο. Η επιδίωξη της αλήθειας και η εκπλήρωση των καθηκόντων μας είναι οι μόνοι τρόποι για να αποφύγουμε μια μάταιη ζωή. Όταν ολοκληρωθεί το έργο του Θεού, δεν θα έχουμε τύψεις ούτε αισθήματα χρέους, και οι καρδιές μας θα νιώθουν ηρεμία και γαλήνη. Στοχάστηκα ότι ζούσα για τη σάρκα μου στο παρελθόν. Ακόμα και η παραμικρή κακουχία ή εξάντληση στα καθήκοντά μου με καταπίεζε και μου προκαλούσε αντίσταση και ενόχληση. Δεν ζούσα καθόλου με ανθρώπινη ομοιότητα και δεν έκανα καλά τα καθήκοντά μου. Το μόνο που άφηνα πίσω μου ήταν αισθήματα ενοχής και χρέους. Στο τέλος, δεν κέρδισα καμία αλήθεια. Σπαταλούσα εντελώς τον χρόνο μου! Σκέφτηκα μέσα μου: «Δεν γίνεται να συνεχίσω να ζω τόσο άσκοπα. Ευτυχώς, έχω την ευκαιρία να αποδεχθώ το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Αυτή είναι η χάρη και η εξύψωση που δίνει ο Θεός. Πρέπει να επωμισθώ τις ευθύνες μου, να μάθω να επαναστατώ ενάντια στη σάρκα μου και να γίνω κάποια που φροντίζει τα κανονικά της καθήκοντα». Με αυτές τις σκέψεις κατά νου, η καρδιά μου έλαμψε πραγματικά και ήξερα τι να επιδιώξω στο εξής.
Αργότερα, εκλέχθηκα και πάλι επικεφαλής εκκλησίας, και ένιωσα πραγματική ευγνωμοσύνη. Επίσης, χάρηκα αφάνταστα με αυτήν την ευκαιρία και ήθελα να κάνω τα καθήκοντά μου σωστά. Αφότου έγινα επικεφαλής, έπρεπε να κάνω πολύ έργο κάθε μέρα. Όταν έπρεπε να χειριστώ υπερβολικά πολλά πράγματα στα καθήκοντά μου, συνέχιζα να αποκαλύπτω ότι ενδιαφερόμουν για τη σάρκα μου, και δεν ήθελα να τα σκεφτώ περισσότερο. Μετά, όμως, θυμήθηκα τα λόγια του Θεού: «Αξίζει να πληρώσει ένας άνθρωπος το τίμημα ώστε να ολοκληρώσει κάποιο έργο που έχει αξία, να ζήσει μια ζωή που έχει νόημα και αξία, και να επιδιώξει και να κερδίσει την αλήθεια; Αν επιθυμείς πραγματικά να επιδιώξεις και να κατανοήσεις την αλήθεια, να αρχίσεις να βαδίζεις στο σωστό μονοπάτι στη ζωή, να εκπληρώσεις καλά το καθήκον σου και να ζήσεις μια ζωή που έχει νόημα και αξία, τότε μη διστάζεις: δώσε όλη την ενέργειά σου, πλήρωσε το τίμημα, αφιέρωσε όλον τον χρόνο σου και την κάθε μέρα σου σ’ αυτό. Αν αντιμετωπίσεις κάποια μικροασθένεια κατά την περίοδο αυτή, δεν έχει σημασία· δεν θα σε καταβάλει» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (6)]. Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν πίστη και δύναμη. Κατάλαβα ότι δεν μπορούσα πλέον να κάνω τα καθήκοντά μου επιπόλαια μόνο και μόνο για να ικανοποιήσω τη σάρκα μου, και ότι οι σωματικές ανέσεις ήταν μόνο πρόσκαιρες, ενώ, αν δεν κατέβαλλα κάθε προσπάθεια για τα καθήκοντά μου, θα έμενα με τις ενοχές και με τα αισθήματα χρέους, και τέτοια πράγματα δεν θα μπορούσαν ποτέ να σβηστούν. Προσευχήθηκα, λοιπόν, στον Θεό να επαναστατήσω ενάντια στον εαυτό μου, ώστε η καρδιά μου να μπορέσει να ησυχάσει περισσότερο κι εγώ να μπορέσω να συνεργαστώ ολόψυχα. Άρχισα να σκέφτομαι πώς να πετύχω πραγματικά αποτελέσματα στο έργο μου. Κάθε φορά που αντιμετώπιζα κάτι το οποίο δεν κατανοούσα, το συζητούσα με τους άλλους και αναζητούσα αλήθεια-αρχές στα λόγια του Θεού. Αν και ήταν μεγαλύτερος κόπος να κάνω τα καθήκοντά μου έτσι, αν και απαιτούνταν να αναλάβω περισσότερες έγνοιες και είχα λιγότερο χρόνο για χαλάρωση, κέρδισα πολύ περισσότερα και ένιωθα τη ζωή μου όλο και πιο γεμάτη. Σταμάτησα, επίσης, να νιώθω τόσο εύκολα αρνητικότητα και καταπίεση. Αυτή η μεταμόρφωση μέσα μου ήταν αποτέλεσμα των λόγων του Θεού. Δόξα τω Θεώ!