71. Ο σεβασμός στους ηλικιωμένους και η φροντίδα στους νέους είναι σημάδι καλού ανθρώπου;

Γεννήθηκα από μια παραδοσιακή κινέζικη οικογένεια. Από μικρή, οι γονείς μου με έμαθαν να είμαι ένα μορφωμένο, συνετό κι ευγενικό παιδί, να χαιρετώ τους πρεσβύτερούς μου με σεβασμό όταν τους έβλεπα και να μην είμαι ανάγωγη, αλλιώς ο κόσμος θα έλεγε ότι ήμουν κακομαθημένη. Αφού άρχισα να πηγαίνω σχολείο, οι δάσκαλοι μας έλεγαν συχνά ότι η Κίνα ήταν ανέκαθεν μια χώρα που έδινε έμφαση στους τύπους και τους τρόπους, και ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν καλούς τρόπους στην αλληλεπίδρασή τους με άλλους. Στα σχολικά μου βιβλία, έβλεπα συχνά ηθικοπλαστικές ιστορίες όπως το παραμύθι του Κονγκ Ρονγκ, και αυτές οι ιστορίες ρίζωσαν βαθιά μέσα στο μυαλό μου. Πίστευα ότι ένας άνθρωπος πρέπει να έχει σωστούς τρόπους, να σέβεται τους ηλικιωμένους και να φροντίζει τους νέους· μόνο τότε μπορεί να είναι καλός άνθρωπος με καλή ανατροφή. Ζούσα ανέκαθεν σύμφωνα με αυτήν την παραδοσιακή κουλτούρα. Έδειχνα σεβασμό κι ευγένεια στους πρεσβύτερούς μου, και δεν τους προσέβαλλα ποτέ. Ακόμη κι αν καμιά φορά τους έβλεπα να κάνουν κάτι λάθος, δεν τολμούσα ποτέ να το επισημάνω καταπρόσωπο. Αφότου άρχισα να πιστεύω στον Θεό και να κάνω το καθήκον μου, στην εκκλησία, ζούσα ακόμη σύμφωνα με τις παραδοσιακές ιδέες της μόρφωσης και της σύνεσης, του σεβασμού προς τους ηλικιωμένους και τη φροντίδα για τους νέους. Ιδίως τους μεγαλύτερους αδελφούς και αδελφές, δεν τους φώναζα ποτέ με τα ονόματά τους, αλλά τους αποκαλούσα πάντα με σεβασμό «Κυρία Τάδε» ή «Κύριε Τάδε», έτσι ώστε οι άνθρωποι να πιστεύουν ότι ήμουν ευγενική κι ότι είχα καλούς τρόπους. Όταν με έβαζαν να εργαστώ με κάποιους ηλικιωμένους αδελφούς και αδελφές, και έβλεπα ότι είχαν κάποια προβλήματα στα καθήκοντά τους, δεν τολμούσα να τους το αναφέρω. Έλεγα μέσα μου: «Όλοι αυτοί οι αδελφοί και οι αδελφές είναι της γενιάς των γονιών μου, και κάποιοι είναι στην ηλικία των παππούδων μου. Αν επισημάνω ευθέως τα προβλήματά τους, δεν θα πουν ότι είμαι ασεβής και κακομαθημένη;» Εξαιτίας αυτού, δεν επεσήμαινα σχεδόν ποτέ τα προβλήματά τους. Και να έλεγα κάτι, έψαχνα πρώτα τα σωστά λόγια και το έλεγα μαλακά, έτσι ώστε να μην πληγώσω τον εγωισμό τους. Επειδή συμπεριφερόμουν πάντα με εκλεπτυσμένο, καλλιεργημένο κι ευγενικό τρόπο μπροστά στους αδελφούς και τις αδελφές, όλοι πίστευαν ότι ήμουν ώριμη και ισορροπημένη, και ότι είχα καλή ανθρώπινη φύση, και εγώ πίστευα ότι έκανα πράξη την αλήθεια.

Αργότερα, ανέλαβα το κειμενικό καθήκον στην εκκλησία. Κάποια στιγμή, η επικεφαλής είπε ότι το κειμενικό έργο ήταν υποστελεχωμένο, και ότι ένας αδελφός ονόματι Γουέν Τάο είχε κάνει το κειμενικό καθήκον στο παρελθόν και είχε κατανοήσει κάποιες αρχές, οπότε κανόνισε να συμμετέχει κι ο Γουέν Τάο και μου ζήτησε να συναναστραφώ μαζί του. Όταν πήγα να συναναστραφώ με τον Γουέν Τάο, τον βρήκα πρόθυμο να συνεργαστεί. Είπε μόνο ότι δεν ήταν καλά στην υγεία του κι ότι δεν μπορούσε να εργάζεται υπερβολικά. Του είπα ότι μπορούσαμε να διευθετήσουμε λογικά τον εργασιακό του φόρτο βάσει της κατάστασης της υγείας του, και ότι έτσι θα διατηρούνταν σε καλή κατάσταση η υγεία και η ενέργειά του. Ο Γουέν Τάο συμφώνησε. Παρ’ όλα αυτά, πριν καλά-καλά περάσουν δύο μέρες, η επικεφαλής είπε ότι ο Γουέν Τάο τής είχε γράψει ένα γράμμα, λέγοντας ότι δεν ήταν καλά στην υγεία του κι ότι ήθελε να διαδίδει το ευαγγέλιο αντί να κάνει το κειμενικό καθήκον. Η επικεφαλής μού ζήτησε να πάω να συναναστραφώ με τον Γουέν Τάο ξανά. Είπα μέσα μου: «Η διάδοση του ευαγγελίου απαιτεί συνήθως πολύ τρέξιμο. Δεν θα υποφέρει ο Γουέν Τάο; Γιατί είναι πρόθυμος να διαδίδει το ευαγγέλιο, αλλά όχι να κάνει το κειμενικό καθήκον; Μήπως έχει κάποιου είδους δυσκολία; Ή μήπως πιστεύει ότι το κειμενικό καθήκον δεν θα του επιτρέψει να είναι στο προσκήνιο;» Ήθελα, λοιπόν, να συναναστραφώ μαζί του, αλλά φοβόμουν επίσης για το τι θα σκεφτόταν για εμένα αν του το ανέφερα καταπρόσωπο. Μπορεί να με αποκαλούσε νέα κι αλαζονική, λέγοντας: «Τόσο καινούργια στην πίστη στον Θεό, κι επισημαίνεις κιόλας τα προβλήματά μου. Γίνεσαι ανάγωγη κι ασεβής!» Βάσει της ηλικίας του, ο Γουέν Τάο μπορούσε να θεωρηθεί πρεσβύτερός μου, και όταν τον έβλεπα, τον αποκαλούσα συνήθως «Κύριο Γουέν». Αν επεσήμαινα τα προβλήματά του καταπρόσωπο, αυτό δεν θα σήμαινε ότι ήμουν κακομαθημένη κι ασεβής; Όταν το σκέφτηκα, κατέληξα ότι έπρεπε να κρατήσω το στόμα μου κλειστό. Την επόμενη μέρα, όταν συνάντησα τον Γουέν Τάο, τον ρώτησα απλώς για την κατάστασή του και για τυχόν ανησυχίες στο καθήκον του, και έπειτα συναναστράφηκα μαζί του βάσει της δικής μου εμπειρίας. Στο τέλος, συμφώνησε να συνεχίσει να κάνει το κειμενικό καθήκον.

Πριν περάσει πολύς καιρός, ο Γουέν Τάο συζήτησε την κατάστασή του σε μια συνάθροιση, και μια αδελφή επεσήμανε τα ζητήματά του, λέγοντας: «Είχες κάποια δυσκολία και δεν ήθελες να κάνεις το κειμενικό καθήκον; Ή μήπως υπήρχε κάποιο κίνητρο από πίσω; Μήπως ο λόγος ήταν ότι αυτό το καθήκον γίνεται μακριά απ’ τους προβολείς ή κάτι άλλο;» Χάρη στην υπενθύμιση αυτής της αδελφής, ο Γουέν Τάο άρχισε να κάνει αυτοκριτική και συνειδητοποίησε ότι η επιλεκτική στάση απέναντι στο καθήκον του επηρεάστηκε απ’ την επιθυμία του για φήμη και θέση. Πίστευε ότι η διάδοση του ευαγγελίου θα τον έφερνε στο φως των προβολέων, κάνοντας τους αδελφούς και τις αδελφές να έχουν καλή γνώμη γι’ αυτόν όπου πήγαινε, ενώ το κειμενικό καθήκον δεν θα του επέτρεπε να είναι στο προσκήνιο, και κανείς δεν θα ήξερε πόση δουλειά έκανε. Εξαιτίας αυτού, ήθελε να διαδίδει το ευαγγέλιο, ένα καθήκον που θα τον έφερνε στο φως των προβολέων. Στη συνέχεια, ο Γουέν Τάο έφαγε και ήπιε τα λόγια του Θεού, κάνοντας αυτοκριτική και προσπαθώντας να γνωρίσει τον εαυτό του, και συνειδητοποίησε ότι με την επιδίωξή του για φήμη και θέση, βάδιζε στο μονοπάτι του Παύλου. Αντέστρεψε τη λανθασμένη άποψη με την οποία έβλεπε τα καθήκοντά του κι έγραψε ένα άρθρο βιωματικής μαρτυρίας. Όταν το άκουσα, έκανα αυτοκριτική και σκέφτηκα: «Ήξερα ότι υπήρχε κάποιος λόγος πίσω απ’ την απροθυμία του Γουέν Τάο να κάνει το κειμενικό καθήκον. Γιατί, λοιπόν, άργησα να αντιδράσω και ήμουν απρόθυμη να επισημάνω τα προβλήματά του; Τι ακριβώς με ελέγχει;» Έπειτα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Στην εκκλησία, αν κάποιος είναι μεγαλύτερος σε ηλικία ή πιστεύει στον Θεό για πολλά χρόνια, εσύ θέλεις πάντοτε να του δείχνεις σεβασμό και αναγνώριση. Τον αφήνεις να τελειώσει την κουβέντα του, δεν τον διακόπτεις ακόμη κι αν λέει ασυναρτησίες, ενώ και κάτι λάθος αν κάνει και πρέπει να κλαδευτεί, προσπαθείς να σώσεις την υπόληψή του και αποφεύγεις να τον κατακρίνεις μπροστά στους άλλους, γιατί θεωρείς ότι όσο παράλογες ή φρικτές κι αν είναι οι πράξεις του, όλοι θα πρέπει να τον συγχωρούν και να τον ανέχονται. Επίσης, συχνά μαθαίνεις στους άλλους το εξής: “Πρέπει να δείχνουμε κάποιον σεβασμό και αναγνώριση στους πρεσβύτερους και να μη βλάπτουμε την αξιοπρέπειά τους. Είμαστε νεότεροί τους”. Από πού προέρχεται ο όρος “νεότεροι”; (Από την παραδοσιακή κουλτούρα.) Προέρχεται από τον τρόπο σκέψης της παραδοσιακής κουλτούρας. Επιπλέον, έχει διαμορφωθεί στην εκκλησία μια συγκεκριμένη ατμόσφαιρα σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι, όταν συναντούν αδελφούς και αδελφές μεγαλύτερης ηλικίας, τους αποκαλούν εγκάρδια “μεγάλο αδελφό”, “μεγάλη αδελφή”, “θεία” ή “μεγαλύτερο αδελφό”, λες και είναι όλοι μέλη μιας μεγάλης οικογένειας. Δείχνουν επιπλέον σεβασμό σε αυτούς τους πιο ηλικιωμένους ανθρώπους, κι αυτό αφήνει ασυνείδητα στο μυαλό των άλλων μια καλή εντύπωση για τους νεότερους. Αυτά τα στοιχεία της παραδοσιακής κουλτούρας είναι βαθιά ριζωμένα στη σκέψη και στη νοοτροπία του κινεζικού λαού, στον βαθμό που διαδίδονται συνεχώς και διαμορφώνουν την ατμόσφαιρα στη ζωή της εκκλησίας. Οι άνθρωποι, επειδή συχνά τους περιορίζουν και τους ελέγχουν αυτές οι ιδέες, όχι μόνο τις ενστερνίζονται οι ίδιοι κι εργάζονται σκληρά για να ενεργούν και να ασκούνται σε αυτήν την κατεύθυνση, αλλά επιδοκιμάζουν και τους άλλους που κάνουν το ίδιο, καθοδηγώντας τους να ακολουθήσουν. Η παραδοσιακή κουλτούρα δεν είναι η αλήθεια· αυτό είναι βέβαιο. Όμως, είναι αρκετό να γνωρίζουν απλώς οι άνθρωποι ότι δεν είναι η αλήθεια; Το γεγονός ότι δεν είναι η αλήθεια είναι μία πτυχή. Γιατί πρέπει να το αναλύσουμε; Ποια είναι η ρίζα του; Πού εντοπίζεται η ουσία του προβλήματος; Πώς μπορεί κανείς να εγκαταλείψει αυτά τα πράγματα; Η ανάλυση της παραδοσιακής κουλτούρας έχει ως σκοπό να κατανοήσεις βαθιά μέσα σου με εντελώς νέο τρόπο τις θεωρίες, τις σκέψεις και τις απόψεις αυτής της πτυχής. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο εντελώς νέος τρόπος κατανόησης; Κατ’ αρχάς, πρέπει να μάθεις ότι η παραδοσιακή κουλτούρα προέρχεται από τον Σατανά. Και πώς διαποτίζει ο Σατανάς τους ανθρώπους με αυτά τα στοιχεία της παραδοσιακής κουλτούρας; Σε κάθε εποχή, ο Σατανάς χρησιμοποιεί κάποιες διάσημες προσωπικότητες και κάποιους σπουδαίους ανθρώπους για να διαδώσει αυτές τις σκέψεις, αυτά τα υποτιθέμενα αποφθέγματα και θεωρίες. Κατόπιν, σταδιακά, αυτές οι ιδέες συστηματοποιούνται και παγιώνονται, έρχονται όλο και πιο κοντά στις ζωές των ανθρώπων, και τελικά διαδίδονται σε όλους. Λίγο-λίγο, αυτές οι σατανικές σκέψεις, τα αποφθέγματα και οι θεωρίες εμποτίζουν το μυαλό των ανθρώπων. Οι άνθρωποι, αφού διαποτιστούν, πιστεύουν ότι αυτές οι σκέψεις και οι θεωρίες που προέρχονται από τον Σατανά είναι τα πιο θετικά πράγματα που πρέπει να κάνουν πράξη και να ακολουθούν. Στη συνέχεια, ο Σατανάς χρησιμοποιεί αυτά τα πράγματα για να φυλακίσει και να ελέγξει τα μυαλά τους. Η μία γενιά μετά την άλλη διαπαιδαγωγείται, διαμορφώνεται και ελέγχεται κάτω από τέτοιες συνθήκες, μέχρι και σήμερα. Όλες αυτές οι γενιές έχουν πιστέψει ότι η παραδοσιακή κουλτούρα είναι σωστή και καλή. Κανείς δεν αναλύει την προέλευση ή την πηγή αυτών των δήθεν καλών και σωστών πραγμάτων, και σ’ αυτό οφείλεται η σοβαρότητα του προβλήματος. Ακόμη και κάποιοι πιστοί που έχουν διαβάσει τα λόγια του Θεού για πολλά χρόνια, κι αυτοί πιστεύουν ότι αυτά είναι σωστά και θετικά πράγματα, τόσο μάλιστα που θεωρούν ότι αυτά μπορούν να αντικαταστήσουν την αλήθεια, ότι μπορούν να αντικαταστήσουν τα λόγια του Θεού. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ορισμένοι σκέφτονται: “Όσα από τα λόγια του Θεού κι αν διαβάζουμε, όταν ζούμε ανάμεσα στους ανθρώπους, οι δήθεν παραδοσιακές ιδέες και τα παραδοσιακά στοιχεία της κουλτούρας, όπως οι Τρεις υπακοές και οι Τέσσερις αρετές, καθώς και έννοιες όπως η αγαθοσύνη, η δικαιοσύνη, η ευπρέπεια, η σοφία και η αξιοπιστία δεν μπορούν να παραμεριστούν. Αυτό συμβαίνει επειδή έχουν περάσει σ’ εμάς από τους προγόνους μας, που ήταν σοφοί. Δεν μπορούμε να πάμε ενάντια στα διδάγματα των προγόνων μας απλώς και μόνο επειδή πιστεύουμε στον Θεό, και δεν μπορούμε να αλλάξουμε ούτε να εγκαταλείψουμε τα διδάγματα των προγόνων μας και αυτών των αρχαίων σοφών”. Αυτές οι σκέψεις κι αυτή η επίγνωση υπάρχουν στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Ασυνείδητα, όλοι εξακολουθούν να ελέγχονται από αυτά τα στοιχεία της παραδοσιακής κουλτούρας και να είναι δέσμιοί τους. Για παράδειγμα, όταν ένα παιδί βλέπει ότι είσαι εικοσάχρονος και σε πει “θείο”, εσύ νιώθεις ευχαριστημένος και ικανοποιημένος. Αν σε πει απευθείας με το όνομά σου, νιώθεις αμήχανα, θεωρείς το παιδί αγενές και πιστεύεις ότι θα πρέπει να το μαλώσει κάποιος, και αλλάζει η στάση σου. Στην πραγματικότητα, το αν θα σε πει “θείο” ή με το όνομά σου δεν επηρεάζει καθόλου την ακεραιότητά σου. Οπότε, γιατί είσαι δυσαρεστημένος όταν δεν σε λέει “θείο”; Επειδή κυριαρχεί πάνω σου και σε επηρεάζει η παραδοσιακή κουλτούρα. Έχει ριζώσει από πριν στο μυαλό σου κι έχει γίνει το πιο βασικό κριτήριο με το οποίο αντιμετωπίζεις τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα, αλλά και αξιολογείς και κρίνεις τα πάντα. Όταν το κριτήριό σου είναι λανθασμένο, μπορεί άραγε η φύση των πράξεών σου να είναι σωστή; Σε καμία περίπτωση» («Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο έκτο). Τα λόγια του Θεού φανέρωσαν επακριβώς την κατάστασή μου. Ήμουν βαθιά επηρεασμένη απ’ την παραδοσιακή κουλτούρα, και τις παραδοσιακές ιδέες του σεβασμού στους ηλικιωμένους και της φροντίδας στους νέους, του εξευγενισμού και της καλλιέργειας. Από μικρή ηλικία, η εκπαίδευσή μου στο σπίτι και το σχολείο με έκανε να πιστεύω ότι μόνο αν είχα καλούς τρόπους, μόρφωση και σύνεση, θα μπορούσα να θεωρηθώ καλός άνθρωπος, και ότι όσοι απευθύνονταν στους πρεσβύτερους ανάρμοστα και ήταν ασεβείς απέναντί τους ήταν κακομαθημένοι κι ανάξιοι σεβασμού. Είτε αλληλεπιδρούσα με άπιστους είτε έκανα το καθήκον μου στον οίκο του Θεού, ζούσα πάντα σύμφωνα με αυτές τις παραδοσιακές ιδέες, και τις θεωρούσα νόμους για τη διαγωγή μου, πιστεύοντας ότι έτσι έκανα πράξη την αλήθεια. Όταν αλληλεπιδρούσα με αδελφούς και αδελφές μεγαλύτερης ηλικίας, για να τους περάσω μια θετική εικόνα ενός ατόμου με καλή ανατροφή, δεν τους φώναζα ποτέ με τα ονόματά τους, αλλά τους αποκαλούσα με σεβασμό «Κύριο» ή «Κυρία». Όποτε πρόσεχα κάποιες διεφθαρμένες αποκαλύψεις τους, έπρεπε να ήμουν ειλικρινής και να τους το ανέφερα, για να τους βοηθήσω να αναζητήσουν την αλήθεια προκειμένου να διορθωθούν. Για να αποφύγω, όμως, να καταστρέψω τη θετική εικόνα που είχαν για εμένα στις καρδιές τους οι αδελφοί και οι αδελφές, δεν τολμούσα ποτέ να τους επισημαίνω ευθέως αυτά τα πράγματα. Πίστευα ότι αν έκανα κάτι τέτοιο, θα φαινόταν ότι ήμουν κακομαθημένη κι ότι δεν είχα τρόπους. Ακόμη κι αν έλεγα κάτι, μιλούσα με υπεκφυγές κι έθιγα το θέμα διακριτικά, πράγμα εντελώς αναποτελεσματικό. Όπως ακριβώς την τελευταία φορά, όταν είχα συναναστραφεί με τον Γουέν Τάο σχετικά με αυτό το ζήτημα που αφορούσε τα καθήκοντά του, είχα διακρίνει καθαρά το πρόβλημα της απόρριψης του καθήκοντός του, και έπρεπε να του το είχα επισημάνει και να τον είχα βοηθήσει να κάνει αυτοκριτική και να πάρει μαθήματα. Για να μη με θεωρήσει, όμως, ασεβή και κακομαθημένη, απέφυγα να του το αναφέρω ευθέως και το έθιξα απ’ έξω απ’ έξω, μιλώντας για κάποια λόγια και δόγματα που σκέφτηκα ότι αρκούσαν για να λύσουν το πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, δεν τον βοήθησα καθόλου. Τον έβλαπτα κάνοντας κάτι τέτοιο! Είδα επιτέλους ξεκάθαρα ότι ο σεβασμός στους ηλικιωμένους και η φροντίδα στους νέους δεν είναι η αλήθεια και δεν είναι μια αρχή διαγωγής, ούτε μια βάση για να κρίνει κάποιος την ανθρώπινη φύση ενός ανθρώπου.

Στη συνέχεια, διάβασα κι άλλα λόγια του Θεού: «Σε τι θέλει ο Θεός να βασίζεται ο άνθρωπος όταν μετρά τους άλλους; Σύμφωνα με τι θέλει ο Θεός να βλέπει κάποιος τους ανθρώπους και τα πράγματα; (Σύμφωνα με τα λόγια Του.) Θέλει ο άνθρωπος να βλέπει τους άλλους σύμφωνα με τα λόγια Του. Πιο συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει πως θέλει ο άνθρωπος να μετρά αν κάποιος έχει ανθρώπινη φύση σύμφωνα με τα λόγια Του. Αυτή είναι εν μέρει η απάντηση. Πέρα από αυτό, βασίζεται στο αν κάποιος αγαπά την αλήθεια, αν έχει θεοφοβούμενη καρδιά και αν μπορεί να υποταχθεί στην αλήθεια. Αυτές δεν είναι οι λεπτομέρειες του ερωτήματος; (Ναι.) Σε τι βασίζεται, λοιπόν, ο άνθρωπος για να μετρήσει πόσο καλός είναι κάποιος; Στο αν είναι καλλιεργημένος και τηρεί αυστηρά τους κανονισμούς, αν κάνει θόρυβο όταν μασάει και σκαλίζει το φαγητό του όταν τρώει και αν περιμένει να καθίσουν οι μεγαλύτεροί του στο τραπέζι προτού καθίσει και ο ίδιος. Τέτοια πράγματα χρησιμοποιεί για να μετρήσει τους άλλους. Αυτό δεν σημαίνει πως χρησιμοποιεί το πρότυπο συμπεριφοράς τού να έχει κανείς καλή μόρφωση και σύνεση; (Ναι.) Είναι ακριβή τα αποτελέσματα που παίρνει όποιος μετρά έτσι τους άλλους; Συμφωνούν με την αλήθεια; (Όχι.) Είναι ξεκάθαρο πως δεν συμφωνούν με την αλήθεια. Τι προκύπτει τελικά όταν μετρά κανείς τους άλλους μ’ αυτόν τον τρόπο; Το άτομο που μετρά έτσι τους άλλους πιστεύει πως όποιοι έχουν καλή μόρφωση και σύνεση είναι καλοί άνθρωποι. Αν του ζητήσεις να συναναστραφεί σχετικά με την αλήθεια, πάντα θα ενσταλάζει στους ανθρώπους αυτούς τους τοπικούς κανόνες και διδαχές και αυτούς τους καλούς τρόπους. Η ενστάλαξη αυτών των πραγμάτων στους ανθρώπους θα έχει ως τελικό αποτέλεσμα να αποκτήσουν καλή συμπεριφορά, χωρίς όμως να αλλάξει καθόλου η διεφθαρμένη ουσία τους. Το να ενεργούν έτσι απέχει πολύ από την αλήθεια και τα λόγια του Θεού. Τέτοιοι άνθρωποι διαθέτουν απλώς κάποιους καλούς τρόπους συμπεριφοράς. Μπορούν, λοιπόν, να αλλάξουν οι διεφθαρμένες διαθέσεις που έχουν μέσα τους λόγω της καλής τους συμπεριφοράς; Θα καταφέρουν να είναι υπάκουοι και αφοσιωμένοι στον Θεό; Ούτε κατά διάνοια. Σε τι έχουν μεταμορφωθεί αυτοί οι άνθρωποι; Σε Φαρισαίους. Έχουν απλώς καλή συμπεριφορά προς τα έξω, αλλά δεν καταλαβαίνουν ουσιαστικά την αλήθεια και δεν μπορούν να υποταχθούν στον Θεό. Έτσι δεν είναι; (Ναι.) Εκ πρώτης όψεως, δεν ήταν άψογοι οι Φαρισαίοι; Τηρούσαν το Σάββατο και εκείνη τη μέρα δεν έκαναν τίποτα. Μιλούσαν ευγενικά, τηρούσαν με μεγάλη ευλάβεια τους κανονισμούς και τους κανόνες και ήταν πολύ καλλιεργημένοι, πολιτισμένοι και μορφωμένοι. Στο τέλος ο Θεός τούς καταράστηκε, επειδή ήξεραν να μεταμφιέζονται καλά και όχι μόνο δεν είχαν καθόλου φόβο Θεού, αλλά και Τον έκριναν και Τον καταδίκαζαν. Ο Θεός τούς όρισε ως υποκριτές Φαρισαίους που όλοι τους κάνουν κακό. Παρομοίως, είναι προφανές πως όσοι χρησιμοποιούν την καλή συμπεριφορά τού να έχει κανείς καλή μόρφωση και σύνεση ως κριτήριο για τη συμπεριφορά και τις πράξεις τους δεν είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια. Φυσικά, όταν χρησιμοποιούν αυτόν τον κανόνα για να μετρούν τους άλλους και να συμπεριφέρονται και να ενεργούν, δεν επιδιώκουν την αλήθεια· και όταν κρίνουν κάποιον ή κάτι, το πρότυπο και η βάση για την κρίση τους δεν εναρμονίζονται με την αλήθεια, αλλά την παραβιάζουν. Εστιάζουν μόνο στη συμπεριφορά και τους τρόπους ενός ανθρώπου, όχι στη διάθεση και την ουσία του. Δεν βασίζονται στα λόγια του Θεού ούτε στην αλήθεια. Αντίθετα, μετρούν τους άλλους με βάση το πρότυπο συμπεριφοράς της παραδοσιακής κουλτούρας που λέει να έχει κανείς καλή μόρφωση και σύνεση. Ως αποτέλεσμα, εφόσον κάποιος έχει καλή συμπεριφορά προς τα έξω, όπως καλή μόρφωση και σύνεση, θεωρούν πως είναι καλός και πως εναρμονίζεται με τις προθέσεις του Θεού. Όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να κατηγοριοποιούν έτσι τους άλλους, είναι προφανές πως έχουν ταχθεί ενάντια στην αλήθεια και στα λόγια του Θεού. Όσο περισσότερο χρησιμοποιούν αυτό το κριτήριο συμπεριφοράς για να βλέπουν τους ανθρώπους και τα πράγματα και να συμπεριφέρονται και να ενεργούν τόσο περισσότερο απομακρύνονται από τα λόγια του Θεού και την αλήθεια. Ακόμη και τότε, απολαμβάνουν αυτό που κάνουν και πιστεύουν πως επιδιώκουν την αλήθεια. Υποστηρίζοντας κάποιες από τις καλές δηλώσεις της παραδοσιακής κουλτούρας, πιστεύουν πως υποστηρίζουν την αλήθεια και την αληθινή οδό. Όσο κι αν τηρούν, όμως, αυτά τα πράγματα και όσο κι αν επιμένουν σ’ αυτά, στο τέλος δεν θα έχουν βιώσει ούτε θα έχουν αντιληφθεί καθόλου τα λόγια του Θεού και την αλήθεια, δεν θα υποτάσσονται καθόλου στον Θεό, ούτε θα έχουν αποκτήσει, βέβαια, αληθινό φόβο Θεού. Αυτό συμβαίνει όταν οι άνθρωποι υποστηρίζουν άκριτα όλους τους καλούς τρόπους συμπεριφοράς, όπως το να έχει κανείς καλή μόρφωση και σύνεση. Όσο περισσότερο εστιάζει ο άνθρωπος στην καλή συμπεριφορά, στη βίωση και την επιδίωξή της, τόσο περισσότερο απομακρύνεται από τα λόγια του Θεού. Και όσο περισσότερο απομακρύνεται από τα λόγια του Θεού τόσο λιγότερο είναι σε θέση να κατανοήσει την αλήθεια. Αυτό είναι αναμενόμενο» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Επιφανειακά, φαίνεται ότι η παραδοσιακή κουλτούρα μάς βοηθάει να γίνουμε μορφωμένοι, συνετοί κι ευγενείς, αλλά στην πραγματικότητα, μας μαθαίνει πώς να μεταμφιεζόμαστε και να πλασάρουμε τους εαυτούς μας, και πώς να χρησιμοποιούμε επιφανειακές και ψεύτικες επιφάσεις για να εξαπατούμε τους ανθρώπους. Ζώντας σύμφωνα με αυτήν την παραδοσιακή κουλτούρα, δείχνουμε μόνο μια προσωρινή και ψεύτικη επίφαση καλής συμπεριφοράς, και δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να διορθώσουμε τις διεφθαρμένες διαθέσεις μας. Ζώντας σύμφωνα με την παραδοσιακή κουλτούρα, δεν θα βιώσουμε ποτέ αληθινή ανθρώπινη ομοιότητα. Η απαίτηση του Θεού από εμάς, ως πιστούς Του, είναι: «Να βλέπει κανείς τους ανθρώπους και τα πράγματα, και να συμπεριφέρεται και να ενεργεί εξολοκλήρου σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, έχοντας ως κριτήριό του την αλήθεια» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (2)]. Δηλαδή, οι άνθρωποι πρέπει να μιλάνε και να ενεργούν με θεοφοβούμενη καρδιά, να προστατεύουν το έργο του οίκου του Θεού στα καθήκοντά τους, να ανοίγονται αγνά και να είναι ειλικρινείς όταν αλληλεπιδρούν με αδελφούς και αδελφές, και να βοηθάνε ο ένας τον άλλον με τη ζωή-είσοδο. Αυτή είναι η ανθρώπινη φύση και η λογική που πρέπει να κατέχουν οι άνθρωποι. Παρ’ όλα αυτά, εγώ δεν συμπεριφέρθηκα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Θεού. Αντιθέτως, έβλεπα την παραδοσιακή κουλτούρα που μας ενστάλαξε ο Σατανάς, όπως το να είναι κάποιος μορφωμένος, συνετός, εξευγενισμένος και καλλιεργημένος, ως αλήθεια που έπρεπε να τηρώ, χρησιμοποιώντας επιφανειακή καλή συμπεριφορά για να πλασάρω τον εαυτό μου. Ιδίως όταν εργαζόμουν με ηλικιωμένους αδελφούς και αδελφές που αντιπαθούσα ξεκάθαρα μέσα μου, προσποιούμουν επιφανειακά ότι ήμουν υπομονετική και στοργική απέναντί τους, προκειμένου να παραπλανώ τους ανθρώπους και να τους κάνω να με βλέπουν με καλό μάτι. Όταν έβλεπα προβλήματα στα καθήκοντα των αδελφών, δεν τους τα επεσήμαινα ούτε τους βοηθούσα. Αντιθέτως, σκεφτόμουν πάντα τα συναισθήματά τους και φοβόμουν ότι θα τους πλήγωνα αν μιλούσα ανοιχτά. Πίστευα πως όταν ενεργούσα έτσι, σεβόμουν τους αδελφούς και τις αδελφές κι επεδείκνυα ραφινάρισμα. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν ένα μέσο για να εδραιώσω την καλή μου εικόνα, ότι δηλαδή ήμουν εξευγενισμένη και καλλιεργημένη. Πώς μπορούσε κάποια σαν εμένα να έχει ανθρώπινη φύση; Ήμουν εγωίστρια και δόλια. Δεν διέφερα απ’ τους υποκριτικούς Φαρισαίους που παραπλανούσαν τους ανθρώπους. Ζούσα σύμφωνα με αυτήν την παραδοσιακή κουλτούρα και γινόμουν όλο και πιο ανειλικρινής και δόλια, χωρίς συνείδηση ή λογική. Έφτασα επίσης στο σημείο να καταλάβω ότι η άσκηση της αλήθειας που απαιτεί ο Θεός δεν σημαίνει να προσποιείται κάποιος ότι επιδεικνύει καλή συμπεριφορά επιφανειακά, αλλά να μπορεί να κάνει τα πάντα σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές και να μη ζει πια σύμφωνα με τη διεφθαρμένη διάθεσή του. Εντωμεταξύ, εκλάμβανα λανθασμένα αυτήν την παραδοσιακή κουλτούρα του σεβασμού στους ηλικιωμένους και της φροντίδας στους νέους ως την αλήθεια. Νόμιζα ότι έκανα πράξη την αλήθεια απ’ τη στιγμή που ήμουν γερά προσκολλημένη σε αυτές τις επιφανειακές καλές συμπεριφορές κι απωθούσα στο πίσω μέρος του μυαλού μου τα λόγια και τις απαιτήσεις του Θεού. Ήμουν πραγματικά πιστή στον Θεό; Όσο καλά κι αν έμενα προσκολλημένη σε αυτές τις καλές συμπεριφορές, αυτό δεν σήμαινε ότι έκανα πράξη την αλήθεια, και ήταν αδύνατον να λάβω την έγκριση του Θεού.

Στη συνέχεια, αναζήτησα απ’ τα λόγια του Θεού ένα μονοπάτι άσκησης. Διάβασα τα λόγια του Θεού: «Ποια θα πρέπει να είναι η βάση της ομιλίας και των πράξεων των ανθρώπων; Τα λόγια του Θεού. Ποιες είναι λοιπόν οι απαιτήσεις και τα πρότυπα που έχει ο Θεός για την ομιλία και τις πράξεις των ανθρώπων; (Να είναι εποικοδομητικά για τους ανθρώπους.) Σωστά. Το βασικότερο είναι ότι πρέπει να λες την αλήθεια, να μιλάς με ειλικρίνεια και να ωφελείς τους άλλους. Η ομιλία σου πρέπει κατ’ ελάχιστον να είναι εποικοδομητική για τους ανθρώπους και όχι να τους ξεγελά, να τους παραπλανά, να τους κοροϊδεύει, να τους σατιρίζει, να τους χλευάζει, να τους ειρωνεύεται, να τους περιορίζει, να εκθέτει τις αδυναμίες τους ή να τους πληγώνει. Αυτή είναι η έκφραση της κανονικής ανθρώπινης φύσης. Είναι αρετή της ανθρώπινης φύσης. Σου έχει πει ο Θεός πόσο δυνατά να μιλάς; Έχει απαιτήσει να μιλάς τυπικά; Έχει απαιτήσει να χρησιμοποιείς εξεζητημένη ρητορεία ή υπεροπτικό και εκλεπτυσμένο γλωσσικό ύφος; (Όχι.) Δεν υπάρχει ούτε ίχνος από τέτοια επιφανειακά, υποκριτικά και ψεύτικα πράγματα που δεν έχουν κανένα απτό όφελος. Όλες οι απαιτήσεις του Θεού είναι πράγματα τα οποία θα πρέπει να διαθέτει η κανονική ανθρώπινη φύση, καθώς και πρότυπα και αρχές για τη γλώσσα και τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Δεν έχει σημασία πού έχει γεννηθεί κάποιος ή τι γλώσσα μιλάει. Όπως και να ’χει, τα λόγια που λες, καθώς και η διατύπωση και το περιεχόμενό τους, πρέπει να διαπλάθουν τους άλλους. Τι σημαίνει να διαπλάθουν τους άλλους; Σημαίνει πως, μόλις τα ακούσουν οι άλλοι, νιώθουν πως είναι αληθινά, εμπλουτίζονται και βοηθιούνται απ’ αυτά, μπορούν να κατανοήσουν την αλήθεια και παύουν να είναι μπερδεμένοι και επιρρεπείς στην παραπλάνηση από τους άλλους. Επομένως, ο Θεός απαιτεί οι άνθρωποι να λένε την αλήθεια, να λένε αυτό που σκέφτονται και όχι να ξεγελούν, να παραπλανούν, να κοροϊδεύουν, να σατιρίζουν, να χλευάζουν, να ειρωνεύονται, να περιορίζουν τους άλλους, να εκθέτουν τις αδυναμίες τους ή να τους πληγώνουν. Δεν είναι αυτές οι θεμελιώδεις αρχές της ομιλίας; Τι εννοούμε λέγοντας ότι δεν θα πρέπει κάποιος να εκθέτει τις αδυναμίες των ανθρώπων; Εννοούμε να μη ρίχνει λάσπη στους άλλους. Να μην εμμένει στα λάθη ή τις ελλείψεις του παρελθόντος τους για να τους κρίνει ή να τους καταδικάσει. Αυτό είναι το λιγότερο που θα πρέπει να κάνεις. Από τη θετική πλευρά, πώς εκφράζεται η εποικοδομητική ομιλία; Κατά κύριο λόγο ενθαρρύνει, προσανατολίζει, καθοδηγεί, προτρέπει, δείχνει κατανόηση και προσφέρει παρηγοριά. Επίσης, σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, καθίσταται απαραίτητο να εκθέσουμε άμεσα τα λάθη των άλλων και να τους κλαδέψουμε, ώστε να γνωρίσουν την αλήθεια και να επιθυμήσουν τη μετάνοια. Μόνο τότε επιτυγχάνεται το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αυτός ο τρόπος άσκησης είναι μεγάλο όφελος για τους ανθρώπους. Είναι πραγματική βοήθεια για αυτούς και είναι εποικοδομητικό για αυτούς, έτσι δεν είναι; […] Και ποια είναι, εν ολίγοις, η θεμελιώδης αρχή που διέπει την ομιλία; Είναι η εξής: Πες αυτό που έχεις στην καρδιά σου και μίλα για τις αληθινές σου εμπειρίες και για το τι πραγματικά σκέφτεσαι. Αυτά τα λόγια είναι τα πλέον επωφελή για τους ανθρώπους, προσφέρουν στους ανθρώπους, τους βοηθούν, είναι θετικά. Ν’ αρνείσαι να λες εκείνα τα ψεύτικα λόγια, εκείνα τα λόγια που δεν ωφελούν τους ανθρώπους ούτε είναι εποικοδομητικά γι’ αυτούς. Έτσι δεν θα τους βλάπτεις ούτε θα τους βάζεις τρικλοποδιές, δεν θα τους βυθίζεις στην αρνητικότητα ούτε θα υπάρχει αρνητικό αποτέλεσμα. Πρέπει να λες θετικά πράγματα. Πρέπει να προσπαθείς να βοηθάς τους ανθρώπους όσο περισσότερο μπορείς, να τους ωφελείς, να τους προσφέρεις, να τους δημιουργείς αληθινή πίστη στον Θεό. Πρέπει να δίνεις στους ανθρώπους τη δυνατότητα να βοηθηθούν και να κερδίσουν πολλά από τις εμπειρίες σου όσον αφορά τα λόγια του Θεού και τον τρόπο με τον οποίο επιλύεις προβλήματα, αλλά και να μπορέσουν να κατανοήσουν το μονοπάτι της βίωσης του έργου του Θεού και της εισόδου στην αλήθεια-πραγματικότητα, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν ζωή-είσοδο και να κάνοντας τη ζωή τους να αναπτυχθεί —πράγμα που θα είναι το αποτέλεσμα του ότι τα λόγια σου έχουν αρχές και είναι εποικοδομητικά για τους ανθρώπους» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Απ’ τα λόγια του Θεού, κατάλαβα ότι οι αρχές αλληλεπίδρασης με τους ανθρώπους δεν περιλαμβάνουν τον σεβασμό στους ηλικιωμένους, τη φροντίδα στους νέους και τους καλούς τρόπους, όπως μας έμαθε η παραδοσιακή κουλτούρα, ούτε σχετίζονται με το αν μιλάμε με ήπιο, εξευγενισμένο και καλλιεργημένο τρόπο. Αντιθέτως, περιλαμβάνουν το να ελέγχουμε αν αυτά που λέμε συμβαδίζουν με την αλήθεια κι αν είναι εποικοδομητικά για τους αδελφούς και τις αδελφές. Στον οίκο του Θεού, οι αδελφοί και οι αδελφές δεν διαχωρίζονταν ανάλογα με τη θέση ούτε κατατάσσονται με σειρά αρχαιότητας, ανάλογα με το ποιος είναι μεγαλύτερος ή ποιος πιστεύει στον Θεό περισσότερο καιρό. Είτε ηλικιωμένοι είτε νέοι, όλοι όσοι πιστεύουν στον Θεό και κάνουν τα καθήκοντά τους έχουν ίση θέση. Όταν οι άνθρωποι προσέχουν τα προβλήματα των άλλων, μπορούν να συναναστρέφονται πάνω στην αλήθεια για να βοηθάνε ο ένας τον άλλον, να επισημαίνουν τα προβλήματα ευθέως όταν είναι απαραίτητο, να συναναστρέφονται, να δίνουν κατευθύνσεις και να κλαδεύουν βάσει των λόγων του Θεού. Απ’ τη στιγμή που κάποιος έχει σωστές προθέσεις και μπορεί να ωφελήσει τη ζωή-είσοδο των αδελφών αντί να εκμεταλλεύεται σκόπιμα τους άλλους και να τους επιτίθεται, τότε μπορεί να μιλάει με πιο αυστηρό τόνο. Οι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια δεν θα αναπτύξουν εμπάθεια εναντίον μου μόνο και μόνο απ’ τον τρόπο που μιλάω και τον τόνο που χρησιμοποιώ, ούτε θα με περιφρονήσουν μόνο και μόνο επειδή είμαι νέα. Αντιθέτως, θα αποδεχτούν πράγματα απ’ τον Θεό, θα αναζητήσουν την αλήθεια και θα προσπαθήσουν να καταλάβουν τα προβλήματά τους. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχώ ή να αμφιβάλλω. Η αδελφή που επεσήμανε τα προβλήματα του Γουέν Τάο ήταν επίσης αρκετά νέα, και όταν αναγνώρισε ένα πρόβλημα, κατάφερε να ανοιχτεί αγνά και να μιλήσει γι’ αυτό, βοηθώντας τον Γουέν Τάο να καταλάβει τον εαυτό του. Ο Γουέν Τάο δεν προσβλήθηκε μόνο και μόνο επειδή εκείνη η αδελφή ήταν νέα, αλλά αποδέχτηκε αυτά που είπε με ανοιχτό μυαλό. Αναζήτησε επίσης την αλήθεια, έκανε αυτοκριτική, προσπάθησε να γνωρίσει τον εαυτό του και βίωσε αληθινά κέρδη. Όσο για εμένα, ζούσα πάντα σύμφωνα με την παραδοσιακή κουλτούρα του σεβασμού στους ηλικιωμένους και της φροντίδας στους νέους. Όταν πρόσεξα τα προβλήματα του Γουέν Τάο, άργησα να αντιδράσω και δεν τόλμησα να του τα επισημάνω, λέγοντας απλώς λίγα επιπόλαια κι ανειλικρινή λόγια για να μεταμφιεστώ και να τον κάνω να σχηματίσει καλή εντύπωση για εμένα. Οι ενέργειές μου δεν ήταν εποικοδομητικές για τον Γουέν Τάο και δεν απέφεραν οφέλη στο έργο της εκκλησίας. Έφτασα επίσης στο σημείο να καταλάβω ότι μόνο η άσκηση σύμφωνα με τα λόγια του Θεού συμβαδίζει με τις προθέσεις Του και είναι ωφέλιμη για το έργο της εκκλησίας και τις ζωές των αδελφών. Στη συνέχεια, όταν πρόσεχα αδελφούς και αδελφές να αποκαλύπτουν διαφθορές ή να κάνουν πράγματα που παραβίαζαν τις αρχές στα καθήκοντά τους, τους το επεσήμαινα και συναναστρεφόμουν πάνω στα λόγια του Θεού για να τους βοηθήσω, ανεξάρτητα απ’ το αν ήταν μεγαλύτεροι από εμένα. Αν και κάποιοι αδελφοί και αδελφές δεν κατάφεραν να αναγνωρίσουν τα προβλήματά τους και να αποδεχτούν αρχικά τη βοήθειά μου, με τον καιρό, τρώγοντας και πίνοντας τα λόγια του Θεού, αναζητώντας και κάνοντας αυτοκριτική, κατάφεραν να αποδεχτούν τις προτάσεις μου και να πάρουν επίσης κάποια μαθήματα απ’ αυτές.

Μια περίοδο, είδα ότι η επικεφαλής φαινόταν μεν αρκετά απασχολημένη κάθε μέρα, αλλά απλώς έκανε τα πράγματα τυπικά και μοίραζε οδηγίες κατά την υλοποίηση του έργου της. Δεν σκεφτόταν καν να λύσει τα εμφανή προβλήματα στο έργο της εκκλησίας, ούτε ρωτούσε για τις καταστάσεις των αδελφών. Αν τα πράγματα συνεχίζονταν έτσι, το έργο της εκκλησίας δύσκολα θα είχε καλά αποτελέσματα. Είπα μέσα μου: «Της ανέφερα έμμεσα αυτό το πρόβλημα στο παρελθόν, αλλά μάλλον δεν συνειδητοποίησε τη σοβαρότητα του ζητήματος. Ίσως πρέπει να της το αναφέρω ξανά». Τότε, όμως, σκέφτηκα ότι αυτή η επικεφαλής ήταν συνομήλικη της μητέρας μου και πρεσβύτερή μου, και ότι της απευθυνόμουν με σεβασμό από τότε που ήμουν μικρή. Αν την κατηγορούσα ότι δεν έκανε αληθινό έργο κι ότι συμπεριφερόταν ως ψευδοεπικεφαλής, δεν θα σκεφτόταν ότι γινόμουν ασεβής; Ίσως ήταν καλύτερα να το αναφέρω στους ανώτερους επικεφαλής και να τους έκανα να συναναστραφούν μαζί της. Μόλις μου ήρθε αυτή η ιδέα, σκέφτηκα τα λόγια του Θεού: «Πρέπει να λες την αλήθεια, να μιλάς με ειλικρίνεια και να ωφελείς τους άλλους. Η ομιλία σου πρέπει κατ’ ελάχιστον να είναι εποικοδομητική για τους ανθρώπους» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Τι σημαίνει να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Συνειδητοποίησα ξαφνικά ότι η άποψή μου επ’ αυτού ήταν λάθος. Είχα προσέξει ξεκάθαρα ότι αυτή η επικεφαλής είχε προβλήματα στο καθήκον της, και έπρεπε να της τα επισημάνω για να τη βοηθήσω να αναγνωρίσει τα ζητήματά της και να αλλάξει άμεσα πορεία. Αυτό θα ήταν ωφέλιμο για την ίδια και για το έργο της εκκλησίας. Παρ’ όλα αυτά, δίστασα και δεν τόλμησα να μιλήσω, διότι με έλεγχαν ακόμη οι παραδοσιακές ιδέες του σεβασμού στους ηλικιωμένους και της φροντίδας στους νέους, και ζούσα σύμφωνα με τους νόμους του Σατανά για την επιβίωση. Αυτή η αδελφή δεν είχε επίγνωση των προβλημάτων της. Έπρεπε οι αδελφοί και οι αδελφές γύρω της να της τα επισημάνουν και να τη βοηθήσουν με αγάπη. Απ’ τη στιγμή που πρόσεξα τα προβλήματά της, έπρεπε να της το αναφέρω. Αυτό ήταν εκπλήρωση της ευθύνης μου. Στη συνέχεια, την επόμενη φορά που συνάντησα την επικεφαλής, βρήκα ένα χωρίο των λόγων του Θεού για να συναναστραφώ μαζί της πάνω σε αυτό κι επισήμανα ότι μόνο και μόνο με το να οργανώνει συναθροίσεις χωρίς πραγματικά να λύνει προβλήματα, βάδιζε στο μονοπάτι ενός ψευδοεπικεφαλής. Αφού διάβασε τα λόγια του Θεού, αναγνώρισε ότι επεδείκνυε εκδηλώσεις ψευδοεπικεφαλής, αναλογίστηκε ότι σκεφτόταν τη σάρκα και ότι δεν ήθελε να ανησυχεί ούτε να πληρώνει τίμημα, και έδειξε πρόθυμη να αλλάξει πορεία στο μέλλον. Μετά απ’ αυτό, άλλαξε λίγο. Έγινε πιο λεπτομερής στο έργο της, συναναστρεφόταν με τους αδελφούς και τις αδελφές, και τους βοηθούσε να λύσουν κάποια προβλήματα. Ευχαρίστησα τον Θεό μέσα μου!

Βιώνοντας αυτό το γεγονός, είδα ότι ζώντας σύμφωνα με την παραδοσιακή κουλτούρα του Σατανά μπορεί να φαινόμαστε σεβαστικοί κι ευγενικοί επιφανειακά, και να κερδίζουμε τον σεβασμό των άλλων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αλλάζουν οι διεφθαρμένες διαθέσεις μας. Όταν κάποιος ζει σύμφωνα με αυτά τα πράγματα, φοράει μάσκα και γίνεται όλο και πιο υποκριτικός, δεν ενεργεί ειλικρινά απέναντι στους ανθρώπους. Μόνο αν κοιτάζει τους ανθρώπους και τα πράγματα, αν έχει καλή διαγωγή, κι αν ενεργεί σύμφωνα με τα λόγια του Θεού και τις αλήθεια-αρχές, μπορεί να είναι ωφέλιμος για το έργο της εκκλησίας και τις ζωές των αδελφών, και μόνο τότε μπορεί να βιώσει πραγματική ανθρώπινη ομοιότητα.

Προηγούμενο: 70. Πώς παραμέρισα τα συναισθήματα μίσους

Επόμενο: 72. Η θέση εγγυάται τη σωτηρία;

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

2. Ο δρόμος προς τον εξαγνισμό

Από τον Κρίστοφερ, ΦιλιππίνεςΜε λένε Κρίστοφερ, και είμαι πάστορας μιας κατ’ οίκον εκκλησίας στις Φιλιππίνες. Το 1987 βαφτίστηκα και...

Η εμφάνιση και το έργο του Θεού Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Εκθέτοντας τους αντίχριστους Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Η Κρίση ξεκινά από τον Οίκο του Θεού Ουσιώδη Λόγια του Παντοδύναμου Θεού, του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Καθημερινά λόγια του Θεού Οι αλήθεια-πραγματικότητες στις οποίες πρέπει να εισέλθουν οι πιστοί στον Θεό Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια Οδηγίες για τη διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας Τα πρόβατα του Θεού ακούν τη φωνή του Θεού Άκου τη Φωνή του Θεού Ιδού ο Θεός Εμφανίστηκε Κλασικές Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το Ευαγγέλιο της Βασιλείας Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Α΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Β΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Γ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Δ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ε΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος ΣΤ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ζ΄) Πώς Στράφηκα στον Παντοδύναμο Θεό

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger