18. Μπορώ να αντιμετωπίσω με ηρεμία το ελάττωμά μου
Απ’ όσο με θυμάμαι τραυλίζω όταν μιλάω. Συνήθως δεν ήταν πολύ έντονο, αλλά κάθε φορά που ήμουν με πολύ κόσμο, αγχωνόμουν και άρχιζα να τραυλίζω. Όταν είδαν τα μέλη της οικογένειάς μου ότι δεν μιλάω καλά, είπαν: «Δεν μπορείς να μιλάς πιο αργά; Κανείς δεν θα σε διακόψει». Αυτό πλήγωσε την αυτοεκτίμησή μου και δεν ήθελα να μιλάω πολύ. Έτσι ένιωθα κι όταν ξεκίνησα το σχολείο. Όταν ρωτούσε κάτι ο δάσκαλος και μου ζητούσε να απαντήσω, αγχωνόμουν και δεν μπορούσα να απαντήσω ούτε σε ερωτήσεις που ήξερα, και το τραύλισμά μου γινόταν ακόμα πιο έντονο. Οι υπόλοιποι μαθητές μετά μιμούνταν τον τρόπο που μιλούσα. Όταν πήγαινα γυμνάσιο, ήμουν επικεφαλής της τάξης. Μια φορά, είδα τη δασκάλα να έρχεται, κι αγχώθηκα και τραύλισα την ώρα που πήγα να πω σε όλους να σηκωθούν. Οι συμμαθητές μου και η δασκάλα με άκουσαν και ξέσπασαν σε γέλια. Εγώ ντράπηκα πολύ και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Αισθανόμουν κατώτερη, μετά βίας έβγαινα από το σπίτι και δεν μιλούσα σχεδόν καθόλου. Αφότου άρχισα να πιστεύω στον Θεό, οι αδελφοί και οι αδελφές είδαν ότι είχα πρόβλημα τραυλισμού και ότι δεν συναναστρεφόμουν πολύ, και με ενθάρρυναν και μου έλεγαν: «Μη σε νοιάζει που τραυλίζεις. Μίλα μόνο λίγο πιο αργά· αρκεί να σε καταλαβαίνουμε». Με την ενθάρρυνση των αδελφών, άρχισα να συναναστρέφομαι. Σταδιακά, εξοικειώθηκα με τους αδελφούς και τις αδελφές, και δεν αγχωνόμουν ιδιαίτερα όταν μιλούσα. Εκείνη την περίοδο, ένιωσα ένα αίσθημα απελευθέρωσης και ελευθερίας που δεν είχα ξανανιώσει ποτέ πριν.
Ωστόσο, σταδιακά παρατήρησα ότι όταν συναναστρεφόμουν σε συναθροίσεις, οι αδελφοί και οι αδελφές με ρωτούσαν συχνά: «Τι είπες; Δεν σε κατάλαβα. Το λες άλλη μία φορά;» Τις πρώτες φορές δεν έδωσα πολλή σημασία, αλλά ακούγοντάς τους να τα λένε αυτά συχνά, φοβήθηκα ότι θα με περιφρονούσαν, ότι θα έλεγαν πως είχα μεγαλώσει πια κι ακόμα τραύλιζα, και ότι δεν μπορούσα να μιλήσω καθαρά. Αγχωνόμουν πολύ όταν συναναστρεφόμουν και το αποτέλεσμα ήταν να χειροτερεύει το τραύλισμά μου. Ντρεπόμουν πολύ. Ανησυχούσα ότι οι αδελφοί και οι αδελφές θα θεωρούσαν ότι ήμουν άχρηστη ή ότι δεν έκανα για τίποτα. Οπότε, στις επόμενες συναθροίσεις δεν ήθελα πια να μιλάω. Φοβόμουν ότι οι αδελφοί και ο αδελφές θα έλεγαν ότι δεν μιλώ καθαρά και ότι δεν με καταλάβαιναν. Σε μια συνάθροιση που τρώγαμε και πίναμε τα λόγια του Θεού, κέρδισα κάποια γνώση και θέλησα να συναναστραφώ, μα μόλις σκέφτηκα το τραύλισμά μου, δεν τόλμησα να συναναστραφώ. Ένιωσα ξένη. Οι αδελφοί και οι αδελφές μιλούσαν καθαρά. Κι εγώ; Εγώ δεν μπορούσα καν να μιλήσω καθαρά· θέλει, άραγε, ο Θεός ανθρώπους σαν εμένα; Σταδιακά, γινόμουν όλο και λιγότερο πρόθυμη να μιλήσω στις συναθροίσεις. Στο παρελθόν, είχα κερδίσει λίγο φως τρώγοντας και πίνοντας τα λόγια του Θεού, μα τώρα δεν μπορούσα να συναναστραφώ πάνω σε κανένα φως. Ένιωθα ότι οι συναθροίσεις περνούσαν αργά, ότι δεν κέρδιζα κάτι και δεν τις απολάμβανα. Σε κάθε συνάθροιση, ένιωθα ότι κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα. Στη διάρκεια των συναθροίσεων, συναναστρεφόμουν μόνο όταν ήμουν αναγκασμένη, κι όταν δεν μπορούσα να το αποφύγω, συναναστρεφόμουν διστακτικά με ελάχιστες λέξεις. Ένιωθα εξαιρετικά καταπιεσμένη και πονούσα, και έφτασα στο σημείο να κάνω παράπονα για τον Θεό και να Τον παρερμηνεύσω, καθώς σκεφτόμουν: «Γιατί να μιλούν οι άλλοι τόσο καθαρά και με άνεση, κι εγώ να μη μιλάω καθαρά και να τραυλίζω; Πώς να μιλήσω καθαρά όπως οι άλλοι αδελφοί και αδελφές ώστε να μη με κοροϊδεύει ο κόσμος;»
Αργότερα, έγιναν εκλογές στην εκκλησία, και οι αδελφοί και οι αδελφές με εξέλεξαν επικεφαλής. Σκέφτηκα μέσα μου: «Εκτελώντας τα καθήκοντά μου ως επικεφαλής, θα αλληλεπιδρώ με πολύ κόσμο. Δεν θα μάθουν ότι τραυλίζω ακόμα περισσότεροι αδελφοί και αδελφές; Ας το ξεχάσω καλύτερα, δεν μπορώ· δεν θέλω να γίνω κι άλλο ρεζίλι». Απέρριψα, λοιπόν, το καθήκον. Αργότερα, ο επικεφαλής συναναστράφηκε μαζί μου και τελικά συμφώνησα απρόθυμα. Ωστόσο, λόγω του ότι τραύλιζα, ένιωθα συνέχεια ότι ήμουν κατώτερη των αδελφών, και είχα γίνει αρνητική και δεν μπορούσα να ξεφύγω απ’ αυτήν την κατάσταση. Ένιωθα κάθε μέρα νωθρή σαν βραδύποδας. Δεν είχα καθόλου ενέργεια στις συναθροίσεις και δεν ήμουν πρόθυμη να συναναστραφώ. Μερικές φορές, ήξερα μέσα μου πώς να επιλύσω τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι αδελφοί και οι αδελφές, αλλά φοβόμουν ότι θα με περιφρονούσαν εξαιτίας του τραυλίσματός μου, και δεν ήθελα να συναναστραφώ. Έλεγα απλώς τα προβλήματα στην αδελφή με την οποία συνεργαζόμουν και της έλεγα να τα επιλύσει εκείνη. Μία αδελφή είδε ότι δεν συναναστρεφόμουν στις συναθροίσεις και με ρώτησε τι συνέβαινε. Της είπα ότι ένιωθα κατώτερη εξαιτίας του ότι τραύλιζα. Η αδελφή μού έδωσε κουράγιο και μου είπε: «Όλοι έχουν ελαττώματα. Αυτά, όμως, δεν επηρεάζουν την επιδίωξη της αλήθειας. Τραυλίζεις επειδή έχεις άγχος. Βασίσου πιο πολύ στον Θεό όταν μιλάς και μην αγχώνεσαι. Αν μιλήσεις λίγο πιο αργά, οι αδελφοί και οι αδελφές θα σε καταλάβουν». Ένιωσα λίγο πιο άνετα όταν άκουσα αυτά τα λόγια από την αδελφή. Ο Θεός την είχε χρησιμοποιήσει για να με βοηθήσει, και δεν έπρεπε να συνεχίσω να είμαι αρνητική εξαιτίας του ότι τραύλιζα. Έγινα πρόθυμη να αντιστρέψω την κατάστασή μου και να αντιμετωπίσω σωστά το ελάττωμά μου.
Αργότερα, συναναστράφηκαν μαζί μου και άλλες αδελφές. Συνειδητοποίησα ότι αγχωνόμουν όταν αλληλεπιδρούσα με άλλους επειδή φοβόμουν μην πουν ότι δεν συναναστρέφομαι καλά. Η αιτία όλων αυτών ήταν ότι νοιαζόμουν υπερβολικά για την περηφάνια μου. Έφερα την κατάστασή μου ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα, και Του ζήτησα να με καθοδηγήσει ώστε να κατανοήσω το πρόβλημά μου. Μια μέρα, κατά την πνευματική μου άσκηση, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού: «Αντί να αναζητούν την αλήθεια, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν τις δικές τους, ασήμαντες σκοπιμότητες. Δίνουν μεγάλη σημασία στα δικά τους συμφέροντα, στο γόητρό τους και στη θέση ή στην υπόληψη που έχουν στο μυαλό των άλλων, και μόνο αυτά αγαπούν. Προσκολλώνται σ’ αυτά τα πράγματα με πυγμή και τα βλέπουν ως την ίδια τη ζωή τους. Και δεν δίνουν τόση σημασία στο πώς τους βλέπει και τους αντιμετωπίζει ο Θεός· προς το παρόν, το αγνοούν αυτό· προς το παρόν, εξετάζουν μόνο αν είναι το αφεντικό της ομάδας, αν τους θαυμάζουν οι άλλοι και αν τα λόγια τους έχουν βαρύτητα. Το πρώτο τους μέλημα είναι η κατάληψη αυτής της θέσης. Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι, όταν είναι σε μια ομάδα, αναζητούν τέτοια θέση, τέτοιες ευκαιρίες. Όταν έχουν πολύ ταλέντο, φυσικά και θέλουν να γίνουν οι κορυφαίοι· εάν έχουν μέτριες ικανότητες, θέλουν και πάλι να καταλάβουν υψηλότερη θέση στην ομάδα· και όσοι έχουν χαμηλή θέση μέσα στην ομάδα, και το επίπεδο και ικανότητές τους είναι μέτρια, θέλουν κι αυτοί να τους θαυμάζουν οι άλλοι, δεν θέλουν να τους περιφρονούν. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, είναι κόκκινη γραμμή η υπόληψη και η αξιοπρέπεια: οφείλουν να τις διατηρούν ανέπαφες. Μπορεί να μην έχουν ακεραιότητα και να μην τους εγκρίνει ούτε να τους αποδέχεται ο Θεός, όμως δεν γίνεται με τίποτα να χάσουν τον σεβασμό, το κύρος ή την υπόληψη για την οποία έχουν παλέψει ανάμεσα στους άλλους· αυτό αποτελεί τη διάθεση του Σατανά. Αλλά οι άνθρωποι δεν το κατανοούν αυτό. Πιστεύουν ότι πρέπει να προσκολληθούν μέχρι τέλους σ’ αυτήν τη σαβούρα, την υπόληψη. Δεν γνωρίζουν ότι μόνο όταν παραιτηθούν τελείως από αυτά τα μάταια και επιφανειακά πράγματα, και τα παραμερίσουν, θα γίνουν αληθινοί άνθρωποι. Αν κάποιος διαφυλάσσει σαν τη ζωή αυτά που πρέπει να απορρίψει, τότε χάνει τη ζωή του. Δεν γνωρίζουν τι διακυβεύεται. Έτσι, όταν ενεργούν, πάντα κάτι τους δυσχεραίνει, πάντα προσπαθούν να προστατεύσουν την υπόληψη και τη θέση τους· αυτά τα θέτουν σε προτεραιότητα και μιλούν μόνο για τους δικούς τους σκοπούς, με στόχο να υπερασπιστούν ψευδώς τον εαυτό τους. Όλα για τον εαυτό τους τα κάνουν. Τρέχουν σε οτιδήποτε λάμπει, και λένε στους πάντες ότι συμμετείχαν κι αυτοί. Μπορεί πραγματικά να μην είχαν καμία σχέση μ’ αυτό, αλλά δεν θέλουν να μείνουν ποτέ στο παρασκήνιο, πάντα φοβούνται μην τους περιφρονήσουν οι άλλοι, μήπως οι άλλοι πουν ότι είναι ένα τίποτα, ότι είναι ανίκανοι για το οτιδήποτε, ότι δεν έχουν ικανότητες. Δεν κατευθύνονται όλα αυτά από τις σατανικές τους διαθέσεις; Όταν μπορέσεις να εγκαταλείψεις πράγματα όπως η υπόληψη και η θέση, θα είσαι πολύ πιο χαλαρός και πιο ελεύθερος· θα έχεις μπει στον δρόμο για να γίνεις ειλικρινής. Όμως, για πολλούς, αυτό δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί. Όταν εμφανίζεται η κάμερα, για παράδειγμα, οι άνθρωποι σπεύδουν προς τα εμπρός· τους αρέσει να εμφανίζονται στην κάμερα, όσο περισσότερη δημοσιότητα, τόσο το καλύτερο· φοβούνται μήπως δεν έχουν αρκετή δημοσιότητα και πληρώνουν οποιοδήποτε τίμημα για να την αποκτήσουν. Δεν κατευθύνονται όλα αυτά από τις σατανικές τους διαθέσεις; Αυτές είναι οι σατανικές τους διαθέσεις. Έχεις, λοιπόν, δημοσιότητα. Ε, και τι έγινε; Οι άνθρωποι σε έχουν σε μεγάλη εκτίμηση. Και λοιπόν; Είσαι το είδωλό τους. Ε, και; Αποδεικνύει κάτι από αυτά ότι έχεις την αλήθεια-πραγματικότητα; Τίποτα από αυτά δεν έχει αξία. Όταν μπορείς να ξεπεράσεις αυτά τα πράγματα, όταν καταφέρεις να αδιαφορείς για αυτά και δεν τα θεωρείς πλέον σημαντικά, όταν η υπόληψη, η ματαιοδοξία, η θέση και ο θαυμασμός των ανθρώπων δεν ελέγχουν πλέον τις σκέψεις και τη συμπεριφορά σου, πόσο μάλλον το πώς εκτελείς το καθήκον σου, τότε θα εκτελείς ολοένα και πιο αποτελεσματικά και πιο αγνά το καθήκον σου» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Αφού είδα τι εξέθετε ο Θεός, κατάλαβα ότι ανεξάρτητα από το επίπεδο του καθενός, όλοι οι άνθρωποι θέλουν να βρίσκουν μια θέση στις καρδιές των άλλων και δεν θέλουν να τους περιφρονεί κανείς. Εγώ τραύλιζα και δεν ήθελα να με περιφρονεί ο κόσμος. Εξαιτίας του ότι δεν μιλούσα καθαρά, όταν με ρωτούσαν οι αδελφοί και οι αδελφές τι είχα πει στη συναναστροφή μου, νόμιζα ότι με περιφρονούσαν. Αυτό με έκανε να νιώθω κατώτερη και έγινα τόσο αρνητική που δεν ήθελα πια να κάνω το καθήκον μου. Νοιαζόμουν πάρα πολύ για την περηφάνια μου! Από όταν ήμουν μικρή, μέσα από την οικογένειά μου και την εκπαίδευσή μου στο σχολείο, τα σατανικά δηλητήρια «Οι άνθρωποι χρειάζονται την υπερηφάνεια τους όπως ένα δέντρο χρειάζεται τον φλοιό του» και «Ένας άνθρωπος αφήνει το όνομά του όπου μένει, όπως ακριβώς μια χήνα βγάζει την κραυγή της όπου πετάει» είχαν ριζώσει στην καρδιά μου. Αυτά τα δηλητήρια με έκαναν να πιστέψω λανθασμένα ότι οι άνθρωποι χρειάζονται την περηφάνια τους και ότι δεν πρέπει να αφήνουν τους άλλους να τους περιφρονούν. Οι άπιστοι με τους οποίους αλληλεπιδρούσα γελούσαν μαζί μου που τραύλιζα. Για να μη με περιφρονήσουν οι άλλοι, δεν έβγαινα από το σπίτι και μιλούσα μόνο όταν ήμουν αναγκασμένη. Αλλά και όταν μιλούσα, έλεγα μόνο λίγα λόγια ή χαμογελούσα απλώς και έγνεφα. Όταν αλληλεπιδρούσα με αδελφούς και αδελφές και άρχιζα να τραυλίζω, έκανα σενάρια στο μυαλό μου και σκεφτόμουν: «Τι θα σκεφτούν για μένα; Τι θα πουν για μένα;» Πάντα πίστευα ότι όλοι με περιφρονούσαν, και πονούσα και ένιωθα καταπιεσμένη. Όταν έτρωγα και έπινα τα λόγια του Θεού, καταλάβαινα κάτι και κέρδιζα κάποια κατανόηση, αλλά δεν συναναστρεφόμουν, επειδή φοβόμουν ότι αν τραύλιζα, θα με περιφρονούσαν οι αδελφοί και οι αδελφές. Επίσης, ήμουν εντελώς παράλογη και απαιτούσα από τον Θεό να με απαλλάξει από το τραύλισμά μου, και θέλησα να αποφύγω το καθήκον μου. Δεν συναναστρεφόμουν για να επιλύσω τις δυσκολίες των αδελφών μου· δεν εκπλήρωνα τα καθήκοντα που είχα ως δημιουργημένο ον. Δεν είχα καθόλου λογική· αντιστεκόμουν στον Θεό και επαναστατούσα εναντίον Του. Αν οι άλλοι με θαύμαζαν, κι η φήμη μου ήταν εκθαμβωτική, τι θα γινόταν; Δεν θα άλλαζε η ζωή-διάθεσή μου. Θα ανησυχούσα μόνο για το πώς θα επηρεαζόταν η περηφάνια μου από το κάθε τι και θα απομακρυνόμουν ακόμα περισσότερο από τον Θεό. Στο τέλος, ο Θεός θα με αποστρεφόταν, θα με απέρριπτε και θα με απέκλειε. Κατάλαβα ότι προστατεύοντας την περηφάνια μου, θα πάθαινα μεγάλο κακό, και σταμάτησα να λαμβάνω υπόψη την άποψη που είχαν οι αδελφοί και οι αδελφές μου για μένα. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πώς θα έκανα το καθήκον μου καλά.
Μια μέρα, διάβασα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού: «Υπάρχουν κάποια προβλήματα που δεν μπορούν να τα λύσουν οι άνθρωποι. Για παράδειγμα, μπορεί να έχεις την τάση να νιώθεις νευρικότητα όταν μιλάς σε άλλους· όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με διάφορες περιστάσεις, μπορεί να έχεις δικές σου ιδέες και απόψεις, αλλά να μην μπορείς να τις διατυπώσεις ξεκάθαρα. Νιώθεις μεγάλη νευρικότητα όταν είναι παρόντες πολλοί άνθρωποι· μιλάς ασυνάρτητα και με τρεμάμενα χείλη. Μάλιστα, κάποιοι άνθρωποι τραυλίζουν κιόλας· άλλοι, αν είναι παρόντα άτομα του αντίθετου φύλου, γίνονται ακόμα λιγότερο κατανοητοί και απλώς δεν ξέρουν τι να πουν ή τι να κάνουν. Είναι εύκολο να ξεπεραστεί κάτι τέτοιο; (Όχι.) Τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, δεν είναι εύκολο να ξεπεράσεις αυτό το ελάττωμα, επειδή είναι μέρος των έμφυτων καταστάσεών σου. Αν μετά από αρκετούς μήνες εξάσκησης εξακολουθείς να έχεις νευρικότητα, η νευρικότητα θα μετατραπεί σε πίεση, η οποία θα σε επηρεάσει αρνητικά προκαλώντας σου φόβο να μιλήσεις, να έρθεις σε επαφή με ανθρώπους, να παρευρεθείς σε συναθροίσεις ή να κάνεις κηρύγματα, και αυτοί οι φόβοι θα σε τσακίσουν. […] Επομένως, αν μπορείς να ξεπεράσεις αυτήν την ατέλεια, αυτό το ελάττωμα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κάν’ το. Αν είναι δύσκολο να το ξεπεράσεις, μην ασχολείσαι μ’ αυτό, μην προσπαθείς να το καταπολεμήσεις και μη δοκιμάζεις τον εαυτό σου. Ασφαλώς, αν δεν μπορείς να το ξεπεράσεις, δεν θα πρέπει να νιώθεις αρνητικός. Ακόμη κι αν δεν μπορέσεις να το ξεπεράσεις ποτέ στη ζωή σου, ο Θεός δεν θα σε καταδικάσει, αφού δεν είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου. Το τρακ που νιώθεις μπροστά σε κοινό, η νευρικότητα και ο φόβος σου είναι εκδηλώσεις που δεν αντικατοπτρίζουν τη διεφθαρμένη διάθεσή σου· είτε είναι έμφυτα στοιχεία είτε προκλήθηκαν από το περιβάλλον μετέπειτα στη ζωή σου, στη χειρότερη περίπτωση είναι μια ατέλεια, ένα ελάττωμα της ανθρώπινης φύσης σου. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις μακροπρόθεσμα ή ακόμα και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου, μην κολλάς σ’ αυτό, μην το αφήνεις να σε περιορίζει ούτε να γίνεις αρνητικός λόγω αυτού, αφού δεν είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου· είναι ανώφελο να προσπαθείς να το αλλάξεις ή να το καταπολεμήσεις. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις, τότε αποδέξου το, άφησέ το να υπάρχει και αντιμετώπισέ το σωστά, επειδή μπορείς να συνυπάρξεις με αυτήν την ατέλεια, με αυτό το ελάττωμα· η ύπαρξή του δεν σε επηρεάζει στο να ακολουθείς τον Θεό και να κάνεις τα καθήκοντά σου. Εφόσον μπορείς ν’ αποδεχθείς την αλήθεια και να κάνεις τα καθήκοντά σου στο μέγιστο των ικανοτήτων σου, μπορείς και πάλι να σωθείς· δεν σε επηρεάζει στο να αποδεχθείς την αλήθεια ούτε σε επηρεάζει στο να φτάσεις στη σωτηρία. Επομένως, δεν θα πρέπει να σε περιορίζει συχνά μια συγκεκριμένη ατέλεια ή ένα συγκεκριμένο ελάττωμα της ανθρώπινης φύσης σου ούτε θα πρέπει, για τον ίδιο λόγο, να γίνεσαι συχνά αρνητικός και να αποθαρρύνεσαι ή ακόμα και να εγκαταλείψεις το καθήκον σου και να πάψεις να επιδιώκεις την αλήθεια, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να σωθείς. Δεν αξίζει καθόλου όλο αυτό· αυτό είναι κάτι που θα έκανε ένας ανόητος, ένας ανίδεος άνθρωπος» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Ήμουν ακριβώς όπως έλεγαν τα λόγια του Θεού. Σε όλη μου τη ζωή, εξαιτίας του ότι τραύλιζα, αγχωνόμουν όταν ήμουν ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους, πράγμα που έκανε πιο έντονο το τραύλισμά μου. Όταν ο κόσμος με περιφρονούσε, πληγωνόταν η αυτοεκτίμησή μου και ήθελα να αλλάξω το τραύλισμά μου μόνη μου. Δεν γινόταν, όμως, εκείνο που ήθελα, κι αυτό με έκανε όλο και πιο αρνητική, και τελικά δεν ήθελα καν να κάνω το καθήκον μου. Έκανα και παράπονα ότι ο Θεός δεν με βοηθούσε να διορθώσω το πρόβλημα του τραυλισμού μου. Τώρα καταλαβαίνω ότι το τραύλισμά μου είναι κάτι με το οποίο γεννήθηκα και ότι δεν μπορώ να το ξεπεράσω μόνο και μόνο επειδή έτσι θέλω. Ο τραυλισμός δεν είναι λόγος για ανησυχία· δεν είναι διεφθαρμένη διάθεση και δεν επηρεάζει την επιδίωξή μου για την αλήθεια. Είναι απλώς ένα ελάττωμά μου και δεν είναι πρόβλημα, αρκεί να τον αντιμετωπίζω σωστά. Όταν οι αδελφοί και οι αδελφές δεν καταλαβαίνουν τι λέω, πρέπει να παραμένω ήρεμη και να επαναλαμβάνω τα λόγια μου ή να μιλάω πιο ήρεμα. Ο τραυλισμός μου δεν πρέπει να με κάνει τόσο αρνητική ώστε να μην κάνω το καθήκον μου. Εν ολίγοις, δεν χρειάζεται να ανησυχώ για το ελάττωμά μου. Αν μπορέσω να το ξεπεράσω, καλώς. Αν όχι, θα πρέπει να αντιμετωπίζω το πρόβλημά μου με ηρεμία, και να συνεχίζω να συναναστρέφομαι και να κάνω το καθήκον μου έτσι όπως πρέπει. Δεν πρέπει να με περιορίζει ο τραυλισμός μου. Παλιότερα, δεν αντιμετώπιζα σωστά το ελάττωμά μου. Πίστευα ότι το τραύλισμά μου σήμαινε ότι είμαι ανίκανη και άχρηστη, ότι δεν θα μπορούσα να κάνω το καθήκον μου και ότι ο Θεός δεν ήθελε ανθρώπους σαν εμένα. Αλλά όλο αυτό το διάστημα, η εκκλησία ποτέ δεν μου στέρησε το δικαίωμα να κάνω το καθήκον μου λόγω του τραυλισμού μου. Εγώ ήμουν που δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω σωστά το ελάττωμά μου και όλο του πήγαινα κόντρα. Όταν δεν μπορούσα να το ξεπεράσω, γινόμουν αρνητική και παραπονιόμουν. Στην πραγματικότητα, όταν δεν προσπαθούσα να αλλάξω το τραύλισμά μου και μιλούσα λίγο πιο αργά, οι αδελφοί και οι αδελφές με καταλάβαιναν, και μπορούσα να κάνω το καθήκον μου κανονικά. Έκανα λάθος που νόμιζα ότι δεν μπορούσα να κάνω το καθήκον μου επειδή τραύλιζα. Το τραύλισμά μου είχε επηρεάσει όλη μου τη ζωή. Οι συμμαθητές μου γελούσαν μαζί μου και δεν ήμουν συμπαθής στην οικογένειά μου. Δεχόμουν μόνο ψυχρότητα και προκατάληψη, και είχα πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση. Ωστόσο, αφότου άρχισα να πιστεύω στον Θεό, Εκείνος χρησιμοποίησε τους αδελφούς και τις αδελφές για να με βοηθήσει και να μου δώσει κουράγιο, και χρησιμοποίησε τα λόγια Του για να με καθοδηγήσει όταν ήμουν αρνητική και πονούσα, επιτρέποντάς μου να βγω από αυτήν την αρνητικότητα. Κατάλαβα πια, μέσα από αυτήν την εμπειρία, ότι ο Θεός αγαπάει πολύ τους ανθρώπους. Εγώ, όμως, έκανα συνέχεια παράπονα για τον Θεό και Τον παρερμήνευα· Του χρωστούσα πάρα πολλά. Όταν το σκέφτηκα αυτό, προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα: «Θεέ μου! Από τα λόγια Σου καταλαβαίνω ότι το ελάττωμά μου δεν είναι λόγος ανησυχίας, ούτε και σημαίνει ότι δεν μπορώ να κάνω το καθήκον μου. Είμαι πρόθυμη να αντιμετωπίσω το ελάττωμά μου με ηρεμία, να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις Σου, και να κάνω το καθήκον μου καλά για να Σε ικανοποιήσω».
Μια μέρα, κατά την πνευματική μου άσκηση, διάβασα δύο χωρία από τα λόγια του Θεού: «Μην επιδιώκεις ανώτερα χαρίσματα ή ταλέντα και μην επιδιώκεις ν’ αλλάξεις το επίπεδό σου ή τα ένστικτά σου, αλλά, αντ’ αυτού, με βάση τις έμφυτες καταστάσεις σου —όπως το επίπεδό σου, τις ικανότητές σου και τα ένστικτά σου— να κάνεις το καθήκον σου σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Θεού και να κάνεις το κάθε πράγμα σύμφωνα με αυτά που ζητάει ο Θεός. Ο Θεός δεν απαιτεί κάτι που να ξεπερνά τις ικανότητες ή το επίπεδό σου· ούτε πρέπει να δυσκολεύεις τη ζωή σου. Αρκεί να κάνεις απλώς ό,τι καλύτερο μπορείς με βάση αυτά που κατανοείς και αυτά που μπορείς να πετύχεις, και να ασκείσαι όπως σου το επιτρέπουν οι καταστάσεις σου» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. «Αν έχεις κανονική λογική στην ανθρώπινη φύση σου, θα πρέπει ν’ αντιμετωπίζεις τις ατέλειές σου και τα ελαττώματά σου με τον σωστό τρόπο· θα πρέπει να τ’ αναγνωρίζεις και να τα αποδέχεσαι. Αυτό είναι ωφέλιμο για σένα. Το να τα αποδεχθείς δεν σημαίνει να σε περιορίζουν ούτε σημαίνει να είσαι συχνά αρνητικός λόγω αυτών, αλλά, αντιθέτως, σημαίνει να μην σε περιορίζουν, ν’ αναγνωρίσεις ότι είσαι απλώς ένα συνηθισμένο μέλος του διεφθαρμένου ανθρώπινου γένους, με τα δικά σου ελαττώματα και τις δικές σου ατέλειες, και δεν έχεις κάτι για να καυχιέσαι, καθώς και ότι ο Θεός είναι Εκείνος που εξυψώνει τους ανθρώπους για να κάνουν το καθήκον τους και ότι ο Θεός σκοπεύει να θεμελιώσει τον λόγο και τη ζωή Του μέσα τους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να πετύχουν τη σωτηρία και να ξεφύγουν από την επιρροή του Σατανά· ότι έτσι ο Θεός εξυψώνει εντελώς τους ανθρώπους. Όλοι έχουν ελαττώματα και ατέλειες. Θα πρέπει να επιτρέπεις στα ελαττώματα και τις ατέλειές σου να συνυπάρχουν μ’ εσένα· να μην τα αποφεύγεις ούτε να τα συγκαλύπτεις και να μη νιώθεις συχνά καταπιεσμένος μέσα σου ή να νιώθεις μονίμως ακόμα και κατώτερος λόγω αυτών. Δεν είσαι κατώτερος· αν μπορείς να κάνεις το καθήκον σου με όλη σου την καρδιά, τη δύναμη και το μυαλό, στο μέγιστο των ικανοτήτων σου, και έχεις ειλικρινή καρδιά, τότε ενώπιον του Θεού είσαι εξίσου πολύτιμος με το χρυσάφι. Αν δεν μπορείς να πληρώσεις ένα τίμημα και δεν κάνεις με αφοσίωση το καθήκον σου, τότε, ακόμη κι αν οι έμφυτες καταστάσεις σου είναι καλύτερες από εκείνες του μέσου ανθρώπου, δεν είσαι πολύτιμος ενώπιον του Θεού, δεν αξίζεις ούτε έναν κόκκο άμμου» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, όλα έγιναν ξεκάθαρα. Όλοι έχουν ελαττώματα και ατέλειες. Τα ελαττώματα δεν είναι πρόβλημα, και πρέπει κανείς να μαθαίνει να τα ξεπερνά και να τα αντιμετωπίζει με σωστό τρόπο. Ο Θεός όρισε το πρόβλημα του τραυλισμού μου και δεν έπρεπε να δυσκολεύω τον εαυτό μου προσπαθώντας συνέχεια να το αλλάξω. Μου αρκούσε να έχω αγνή και ειλικρινή καρδιά και να τα δίνω όλα για να κάνω καλά το καθήκον μου. Παλιότερα, φοβόμουν ότι, αν μιλούσα και τραύλιζα, θα με περιφρονούσαν οι αδελφοί και οι αδελφές και ήθελα ο Θεός να με απαλλάξει από το τραύλισμά μου. Τώρα, έπρεπε να υποταχθώ στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις Του, και να αντιμετωπίσω σωστά το ελάττωμά μου. Σκέφτηκα την εμπειρία μιας αδελφής που είχα ακούσει παλιότερα. Τραύλιζε χειρότερα από εμένα, όλο κόμπιαζε όταν μιλούσε και δύσκολα καταλάβαινε κανείς τι έλεγε. Εκείνη την περίοδο, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας έκανε συλλήψεις σε μια εκκλησία και το έργο είχε κολλήσει. Οι αδελφοί και οι αδελφές δεν τολμούσαν να πάνε στη περιοχή αυτή, μα η αδελφή αυτή προσφέρθηκε και πήγε εκεί εθελοντικά για να βοηθήσει την εκκλησία. Μερικοί σκέφτηκαν: «Δεν μπορεί καν να μιλήσει καθαρά. Θα μπορέσει στ’ αλήθεια να βοηθήσει;» Ωστόσο, η αδελφή αυτή δεν ένιωθε περιορισμένη από το τραύλισμά της. Όταν έφτασε στην εκκλησία, ζήτησε από τον επικεφαλής να την ενημερώσει για την κατάσταση. Είδε ότι όλοι οι αδελφοί και οι αδελφές δείλιαζαν και συναναστράφηκε με όλους έναν έναν. Ο επικεφαλής είδε ότι η αδελφή δεν μιλούσε καθαρά και πήρε την πρωτοβουλία να συμμετάσχει στη συναναστροφή. Η αδελφή παρακολούθησε και επέβλεψε το έργο σε κάθε του λεπτομέρεια, και οι επικεφαλής και οι εργάτες ανέπτυξαν αίσθημα φορτίου, ενώ οι αδελφοί και οι αδελφές άρχισαν να κάνουν κανονικά τα καθήκοντά τους. Παρόλο που η αδελφή τραύλιζε όταν μιλούσε, δεν ένιωθε περιορισμένη και μπόρεσε να παραγάγει αποτελέσματα στο καθήκον της. Πρέπει να γίνω κι εγώ σαν την αδελφή αυτήν και να κάνω το καθήκον μου με ειλικρινή καρδιά. Έτσι θα μπορούσα πιο εύκολα να λάβω την καθοδήγηση του Θεού. Αφού το κατάλαβα αυτό, ήξερα ότι το ελάττωμά μου δεν έπρεπε να με φοβίζει. Το σημαντικό ήταν να το αντιμετωπίζω σωστά και να ενεργώ με όλες μου τις δυνάμεις για να πετύχω όσα μπορώ ανάλογα με το επίπεδό μου.
Τώρα, όταν υλοποιώ εργασίες και συναναστρέφομαι με αδελφούς και αδελφές για να επιλύσω τις καταστάσεις τους, δεν με περιορίζει πλέον ο τραυλισμός μου. Ανεξάρτητα από το ποιος έχει το πρόβλημα που ανακαλύπτω, τον κλαδεύω όταν πρέπει ή συναναστρέφομαι μαζί του για να βοηθήσω όπου χρειάζεται, και βρίσκω τα σχετικά λόγια του Θεού για να επιλύσω τα προβλήματά του σύμφωνα με τις δικές μου εμπειρίες. Επιπλέον, μοιράζομαι όση κατανόηση έχω κερδίσει διαβάζοντας τα λόγια του Θεού. Μερικές φορές, αγχώνομαι και αρχίζω να τραυλίζω. Τότε προσεύχομαι σιωπηλά στον Θεό μέσα από την καρδιά μου και Του ζητώ να με καθοδηγήσει ώστε να μη με περιορίζει η περηφάνια μου. Μετά μιλάω πιο αργά ώστε να με καταλάβουν οι αδελφοί και οι αδελφές μου κι έτσι υλοποιώ το έργο με σαφήνεια. Όταν οι αδελφοί και οι αδελφές παρατηρούν ότι τραυλίζω, δεν με περιφρονούν όπως φανταζόμουν, και λένε μάλιστα ότι βρίσκουν λίγο μονοπάτι μέσα από τη συναναστροφή μου. Μερικές φορές, όταν ο ανώτερος επικεφαλής ελέγχει το έργο μου, αγχώνομαι και αρχίζω να τραυλίζω, αλλά αντιμετωπίζω με ηρεμία την ατέλειά μου και το άγχος μου εξαφανίζεται.
Όλα αυτά τα χρόνια με βασάνιζε το τραύλισμά μου. Ένιωθα πολύ κατώτερη και καταπιεσμένη. Μέσα από αυτό το ταξίδι, κατάλαβα βαθιά μέσα μου ότι ο Θεός δεν ενδιαφέρεται για το αν κάποιος μιλάει καλά. Θέλει μόνο να έχουμε αγνή και ειλικρινή καρδιά. Ό,τι ελαττώματα κι αν έχει κανείς επιφανειακά, αν κάνει το καθήκον του με όλη του την καρδιά, εναρμονίζεται με την πρόθεση του Θεού. Αυτό ακριβώς λένε και τα λόγια του Θεού: «Όλοι έχουν ελαττώματα και ατέλειες. Θα πρέπει να επιτρέπεις στα ελαττώματα και τις ατέλειές σου να συνυπάρχουν μ’ εσένα· να μην τα αποφεύγεις ούτε να τα συγκαλύπτεις και να μη νιώθεις συχνά καταπιεσμένος μέσα σου ή να νιώθεις μονίμως ακόμα και κατώτερος λόγω αυτών. Δεν είσαι κατώτερος· αν μπορείς να κάνεις το καθήκον σου με όλη σου την καρδιά, τη δύναμη και το μυαλό, στο μέγιστο των ικανοτήτων σου, και έχεις ειλικρινή καρδιά, τότε ενώπιον του Θεού είσαι εξίσου πολύτιμος με το χρυσάφι» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)].