71. Μόνο όσοι τηρούν το καθήκον τους έχουν συνείδηση

Από τη Σιαομό, Κίνα

Από τα παιδικά μου χρόνια, θυμάμαι τη μητέρα μου να φροντίζει τη γιαγιά μου στην καθημερινότητά της. Συχνά της πήγαινε μαγειρεμένο φαγητό, και πού και πού μου διηγούνταν πώς φρόντιζε και τους γονείς του πατέρα μου όταν ήταν άρρωστοι και κλινήρεις. Με έμαθε επίσης να δείχνω ευσέβεια προς τους γονείς μου. Και στο σχολείο, οι δάσκαλοι μας μάθαιναν να τιμούμε τους γονείς μας, γιατί μόνο αν φερόμασταν έτσι θα είχαμε συνείδηση. Αν κάποιος στον περίγυρό μου μιλούσε για κάποιον που δεν ήταν ευσεβής απέναντι στους γονείς του, τον κατηγορούσαν ως ασυνείδητο και ασεβές παιδί. Όσα μου δίδαξε η μητέρα μου με τα λόγια και το παράδειγμά της, η εκπαίδευση στο σχολείο, αλλά και τα σχόλια των γύρω μου, με έκαναν να πιστεύω πως μόνο όσοι τιμούν τους γονείς τους έχουν συνείδηση. Το να είσαι ασεβής προς τους γονείς σου ήταν η ύψιστη ντροπή και θα έφερνε επιπλήξεις και διασυρμό απ’ τους άλλους. Όταν μεγάλωσα, αν και ο γάμος με πήγε εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, πάντα έβρισκα χρόνο να γυρίσω να δω τη μητέρα μου, να της μιλήσω και να βοηθήσω στις δουλειές του σπιτιού όσο μπορούσα.

Το 2012, αποδέχτηκα το έργο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες. Αργότερα, οι ανάγκες του καθήκοντός μου με έκαναν να φύγω από το σπίτι. Επειδή ήμουν πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου εκείνη την εποχή, σπάνια είχα χρόνο να επισκεφτώ τη μητέρα μου. Στις αρχές του 2022, έμαθα ότι είχε γλιστρήσει και είχε σπάσει το χέρι της. Ήθελα να γυρίσω να τη δω, αλλά λόγω της πανδημίας, όλοι οι δρόμοι ήταν κλειστοί. Ήμουν επίσης πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου τότε, και αν έλειπα για λίγες μέρες θα καθυστερούσε το έργο, οπότε δεν πήγα. Η μητέρα μου συχνά παραπονιόταν στο τηλέφωνο ότι σπάνια πήγαινα σπίτι. Και η κουνιάδα μου με μάλωνε. Έλεγε: «Οι άλλες κόρες γυρίζουν για να φροντίσουν τις άρρωστες μανάδες τους. Εσύ είσαι στ’ αλήθεια τόσο απασχολημένη;» Μου είπε κι άλλα λόγια βαριά. Ένιωθα τρομερή δυσφορία και αυτομεμψία, και σκεφτόμουν: «Η μητέρα μου είναι άρρωστη και δεν μπορώ καν να είμαι δίπλα της να τη φροντίσω. Σαν να με μεγάλωσε μάταια!» Εκείνο το διάστημα, η κατάστασή μου δεν ήταν καλή και ήμουν αρκετά παθητική στο καθήκον μου. Σκεφτόμουν μάλιστα ότι αν μια μέρα με απάλλασσαν από τα καθήκοντά μου, θα γύριζα πίσω για να δείξω την ευγνωμοσύνη που όφειλα στη μητέρα μου και να επανορθώσω.

Τον Νοέμβριο του 2023, η μητέρα μου πονούσε στο πόδι και χρειάστηκε να μπει στο νοσοκομείο. Εκείνη την εποχή, η εκκλησία χρειαζόταν επειγόντως μια σειρά από καλά κηρύγματα για το ευαγγελικό έργο. Ως επικεφαλής της ομάδας, ήμουν πολύ απασχολημένη με το έργο και δεν μπορούσα να πάω σπίτι για να τη φροντίσω. Όταν τηλεφώνησα στη μητέρα μου, η κουνιάδα μου με μάλωσε ξανά: «Πόσο απασχολημένη είσαι που δεν μπορείς καν να γυρίσεις να φροντίσεις τη μητέρα σου! Αν η κόρη της ήταν εδώ να της μιλάει, η γριούλα δεν θα ήταν τόσο μόνη. Πού ακούστηκε κόρη να μη γυρίζει όταν η ηλικιωμένη μητέρα της είναι στο νοσοκομείο;» Τα λόγια της κουνιάδας μου με πλήγωσαν βαθιά, σαν μαχαιριά στην καρδιά. Σκέφτηκα τη μητέρα μου να κείτεται μόνη της σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου, κι εγώ να μην μπορώ να είμαι δίπλα της, να μην κάνω αυτό που όφειλε μια κόρη. Ήμουν τόσο ασεβής κόρη! Όσο το σκεφτόμουν, τόσο χειρότερα ένιωθα. Άφηνα την κουνιάδα μου να με κατηγορεί, ενώ τα δάκρυα πλημμύριζαν τα μάτια μου. Σκεφτόμουν: «Δεν ήταν εύκολο για τη μητέρα μου να με μεγαλώσει. Με φρόντιζε τέλεια σε κάθε πτυχή της ζωής μου. Τώρα όμως είναι άρρωστη κι εγώ δεν μπορώ να είμαι κοντά της. Μάταια με μεγάλωσε!» Λίγο αργότερα, έλαβα άλλη μια επιστολή, που έλεγε ότι η μητέρα μου είχε πάθει σοβαρό τροχαίο. Όταν το διάβασα, τα έχασα. Δεν ήξερα σε τι κατάσταση ήταν. Ήταν ήδη πάνω από εβδομήντα. Θα το άντεχε; Θα την ξανάβλεπα ποτέ; Ήθελα πραγματικά να γυρίσω να τη δω. Ωστόσο, εκείνη την περίοδο έτυχε να γίνει μια μετάθεση προσωπικού και ήμουν η μόνη υπεύθυνη για το έργο της ομάδας. Αν έφευγα, το έργο θα καθυστερούσε, αλλά αν δεν πήγαινα, δεν θα ησύχαζα. Η καρδιά μου είχε γίνει ένα κουβάρι και τα δάκρυα κυλούσαν ασταμάτητα. Όταν σκεφτόμουν τη μαμά μου στο κρεβάτι του νοσοκομείου μετά το τροχαίο, ένιωθα ότι αν δεν γύριζα θα ήμουν εντελώς ασυνείδητη. Όλη μου η οικογένεια θα με κατηγορούσε, και όλοι στο χωριό θα έλεγαν ότι ήμουν αχάριστη. Με αυτές τις σκέψεις, δεν μπορούσα πια να ησυχάσω. Αφού τελείωσα τη δουλειά μου για την ημέρα, αγόρασα αμέσως εισιτήριο τρένου για να γυρίσω να δω τη μητέρα μου εκείνο το ίδιο βράδυ. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο και είδα ότι η ζωή της μητέρας μου δεν κινδύνευε, επιτέλους ησύχασα. Οι συγχωριανοί μου, όταν με είδαν που γύρισα, χαμογέλασαν και είπαν: «Ήρθες! Καλώς που γύρισες. Πήγαινε να φροντίσεις καλά τη μητέρα σου. Είχαμε πολύ καιρό να σε δούμε. Ήταν πραγματικά καιρός να γυρίσεις». Ακούγοντας αυτά τα λόγια, ένιωθα μια κάποια παρηγοριά. Εκείνες τις μέρες, έτρεχα διαρκώς και ήμουν πολύ απασχολημένη, και το αίσθημα ενοχής προς τη μητέρα μου μειώθηκε κάπως. Ωστόσο, όταν σκεφτόμουν πως το καθήκον μου καθυστερούσε, ένιωθα τύψεις. Βλέποντας πως η κατάσταση της μητέρας μου είχε βελτιωθεί, πήρα γρήγορα το τρένο για να επιστρέψω στο καθήκον μου.

Αφού γύρισα στον τόπο όπου έκανα το καθήκον μου, άρχισα να αναρωτιέμαι: «Κάθε φορά που το καθήκον μου συγκρούεται με την ευσέβειά μου προς τους γονείς μου, η καρδιά μου σπαράζει από πόνο. Σίγουρα, δεν μπορώ να παραμερίζω το καθήκον μου και να καθυστερώ το έργο κάθε φορά! Λοιπόν, ποια είναι η πτυχή της αλήθειας που πρέπει να αναζητήσω και να εισέλθω σ’ αυτήν;» Αργότερα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Συναισθηματικά, η σχέση με τους γονείς είναι η πιο δύσκολη για να τη διαχειριστεί κανείς, αλλά δεν είναι και τελείως αδύνατο. Οι άνθρωποι μπορούν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα αυτό με σωστό και ορθολογικό τρόπο μόνο με βάση την κατανόηση της αλήθειας. Μην ξεκινάς από τη σκοπιά των συναισθημάτων ούτε από τις γνώσεις ή τις οπτικές των ανθρώπων του κόσμου. Πρέπει, αντίθετα, να αντιμετωπίζεις τους γονείς σου με τον κατάλληλο τρόπο σύμφωνα με τα λόγια του Θεού. Ποιον ρόλο παίζουν στ’ αλήθεια οι γονείς, τι σημαίνουν πράγματι για τους γονείς τα παιδιά, τι στάση πρέπει να τηρούν τα παιδιά απέναντι στους γονείς τους και πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν και να επιλύουν οι άνθρωποι τη σχέση ανάμεσα στους γονείς και στα παιδιά; Δεν πρέπει να τα εξετάζουν αυτά τα πράγματα με βάση τα συναισθήματά τους ούτε να επηρεάζονται από οποιεσδήποτε λανθασμένες ιδέες ή επικρατούσες απόψεις· πρέπει να έχουν απέναντι σ’ αυτά τη σωστή προσέγγιση, η οποία βασίζεται στα λόγια του Θεού. […] Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι περισσότεροι άνθρωποι αποφασίζουν να φύγουν από το πατρικό τους για να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους είναι οι γενικότερες αντικειμενικές συνθήκες λόγω των οποίων αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τους γονείς τους· δεν μπορούν να μείνουν στο πλάι των γονιών τους για να τους φροντίσουν και να τους κρατάνε συντροφιά. Δεν είναι ότι αποφασίζουν με τη θέλησή τους να τους εγκαταλείψουν· αυτός είναι ο αντικειμενικός λόγος. Δεύτερον, υποκειμενικά μιλώντας, ο λόγος για τον οποίο βγαίνεις για να εκτελέσεις τα καθήκοντά σου δεν είναι ότι ήθελες να εγκαταλείψεις τους γονείς σου και να αποφύγεις τις ευθύνες σου, αλλά ότι σε καλεί ο Θεός. Αν ήθελες να συνεργαστείς με το έργο του Θεού, να αποδεχτείς το κάλεσμά Του και να εκτελέσεις τα καθήκοντα του δημιουργήματος, δεν είχες άλλη επιλογή από το να φύγεις από τους γονείς σου· δεν γινόταν να μείνεις στο πλευρό τους για να τους συντροφεύεις και να τους φροντίζεις. Δεν τους εγκατέλειψες για να αποφύγεις τις ευθύνες, έτσι δεν είναι; Δεν έχουν διαφορετική φύση αυτά τα δυο, το να τους εγκαταλείψεις για να γλιτώσεις απ’ τις ευθύνες σου και το να αναγκάζεσαι να τους εγκαταλείψεις για να απαντήσεις στο κάλεσμα του Θεού και να εκτελέσεις τα καθήκοντά σου; (Ναι.) Μέσα σου, έχεις πράγματι συναισθηματική σύνδεση με τους γονείς σου και τους σκέφτεσαι, δεν είναι κενά τα συναισθήματά σου. Αν το επιτρέπουν οι αντικειμενικές συνθήκες και μπορείς να μείνεις στο πλευρό τους ενώ παράλληλα εκτελείς και τα καθήκοντά σου, τότε δεν θα είχες πρόβλημα να μείνεις στο πλευρό τους και να τους φροντίζεις συχνά, εκπληρώνοντας τις ευθύνες σου. Οι αντικειμενικές συνθήκες, όμως, σε αναγκάζουν να τους εγκαταλείψεις· δεν μπορείς να μείνεις στο πλάι τους. Δεν είναι ότι δεν θες να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου ως παιδιού τους, απλώς δεν μπορείς. Δεν έχει διαφορετική φύση αυτό; (Ναι.) Αν έχεις φύγει από το πατρικό σου για να γλιτώσεις τις ευθύνες που έχει κάθε σωστό παιδί απέναντι στους γονείς του, τότε δεν είσαι σωστό παιδί και δεν έχεις ανθρώπινη φύση. Αν και οι γονείς σου σε μεγάλωσαν, εσύ δεν βλέπεις την ώρα να ανοίξεις τα φτερά σου και να προχωρήσεις γρήγορα μόνος σου. Ούτε να τους βλέπεις δεν θες και, αν ακούσεις ότι αντιμετώπισαν κάποιο πρόβλημα, δεν δίνεις καμία σημασία. Δεν τους βοηθάς, ακόμα κι αν έχεις τα μέσα να τους βοηθήσεις. Απλώς κάνεις πως δεν ακούς και δεν σε νοιάζει τι λένε οι άλλοι για σένα· εσύ απλούστατα δεν θέλεις να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου. Αυτό σημαίνει να μην είσαι σωστό παιδί. Αλλά αυτό συμβαίνει εδώ; (Όχι.) Πολλοί άνθρωποι έχουν φύγει από τον νομό, την πόλη, την περιφέρεια ή ακόμη και τη χώρα τους για να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους· βρίσκονται ήδη πολύ μακριά από την πατρίδα τους. Επίσης, δεν τους είναι βολικό για διάφορους λόγους να διατηρούν επαφή με την οικογένειά τους. Πού και πού ρωτούν κάποιους συντοπίτες τους τι κάνουν οι γονείς τους και, όταν ακούνε ότι είναι καλά στην υγεία τους και τα βγάζουν πέρα, νιώθουν ανακούφιση. Δεν ισχύει ότι δεν είσαι σωστό παιδί απέναντι στους γονείς σου· δεν έχεις φτάσει στο σημείο να μην έχεις ανθρώπινη φύση, οπότε να μη θέλεις καν να νοιαστείς για τους γονείς σου ή να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου απέναντί τους. Αυτήν την επιλογή σε αναγκάζουν διάφοροι αντικειμενικοί λόγοι να την κάνεις, όχι ότι δεν είσαι σωστό παιδί» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (16)]. Τα λόγια του Θεού με έκαναν να καταλάβω ότι ο κύριος λόγος που ένιωθα ασεβής κόρη όταν η μητέρα μου ήταν άρρωστη στο νοσοκομείο και δεν μπορούσα να τη φροντίσω ήταν ότι δεν είχα μια σωστή κατανόηση του τι σημαίνει να είσαι ευσεβής προς τους γονείς σου και τι όχι. Πάντα πίστευα ότι το να μην μπορώ να είμαι δίπλα στους γονείς μου για να τους φροντίζω όταν είναι άρρωστοι ήταν ασέβεια και έλλειψη συνείδησης. Όταν τα μέλη της οικογένειάς μου με κατηγορούσαν, ένιωθα ακόμη πιο έντονα ότι ήμουν πολύ ασεβής κόρη. Γι’ αυτό, ζούσα με ένα διαρκές αίσθημα χρέους και αυτοκατηγορίας. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα επιτέλους ότι η άποψή μου ήταν λανθασμένη. Το αν κάποιος είναι ευσεβής προς τους γονείς του ή όχι δεν ορίζεται από το αν μπορεί να είναι δίπλα τους για να τους συντροφεύει και να τους φροντίζει. Για παράδειγμα, κάποιοι αδελφοί και αδελφές θέλουν να είναι με τους γονείς τους και να τους τιμούν, αλλά αναγκάστηκαν να φύγουν από το σπίτι για να κάνουν τα καθήκοντά τους λόγω της δίωξης του ΚΚΚ, αλλιώς θα κινδύνευαν να συλληφθούν και να φυλακιστούν. Αν και έχουν φύγει από την πατρίδα τους, η καρδιά τους εξακολουθεί να ανησυχεί για τους γονείς τους και θέλουν να εκπληρώσουν τις ευθύνες τους απέναντί τους, αλλά οι αντικειμενικές συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Αυτό δεν τους καθιστά ασεβείς. Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι μαθητές και οι απόστολοι στην Εποχή της Χάριτος. Επέλεξαν αποφασιστικά να φύγουν από το σπίτι για να διαδώσουν το ευαγγέλιο του Κυρίου Ιησού. Διέσχισαν ωκεανούς για να κηρύξουν το ευαγγέλιο παντού, και ήταν ακόμη λιγότερο σε θέση να μείνουν με τους γονείς τους και να τους φροντίσουν. Ωστόσο, ακολουθούσαν το θέλημα του Θεού, για να μπορέσουν περισσότεροι άνθρωποι να λάβουν τη σωτηρία του Θεού, και αυτό που έκαναν ήταν το πιο δίκαιο και ουσιαστικό πράγμα. Δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ασεβείς. Ο λόγος που δεν μπορούσα να γυρίσω να επισκεφτώ τη μητέρα μου και να είμαι μαζί της συχνά δεν ήταν ότι δεν ήθελα να εκπληρώσω τις ευθύνες μου ως κόρη της, αλλά ότι ήμουν απασχολημένη με τα καθήκοντά μου. Ήταν για να μπορώ να αξιολογήσω και να επιλέξω καλά κηρύγματα όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να βοηθήσω στο κήρυγμα του ευαγγελίου και να φέρω περισσότερους ανθρώπους ενώπιον του Θεού. Αυτό είναι κάτι πολύτιμο και ουσιαστικό, και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ασέβεια. Κάποια παιδιά έχουν την ικανότητα και την ενέργεια να φροντίζουν τους γονείς τους, αλλά όταν τους βλέπουν να γερνούν και να γίνονται ανήμποροι, τους περιφρονούν και τους αγνοούν. Αυτή είναι η πραγματική έλλειψη συνείδησης, μια απόλυτα ατιμωτική συμπεριφορά. Το ότι εγώ ήμουν απασχολημένη με το καθήκον μου και δεν είχα χρόνο να φροντίσω τη μητέρα μου είναι μια κατάσταση εντελώς διαφορετικής φύσης από το να αδιαφορεί κανείς για τους γονείς του ενώ οι συνθήκες το επιτρέπουν. Αυτά τα δύο δεν μπορούν να συγκριθούν. Καθώς δεν έβλεπα τα πράγματα σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, πίστευα ότι ήμουν ασεβής επειδή δεν έμεινα δίπλα στη μητέρα μου για να τη φροντίσω, και συχνά ένιωθα χρέος και αυτομεμψία. Ήμουν τόσο μπερδεμένη!

Αργότερα, διάβασα περισσότερα λόγια του Θεού: «Λόγω του τρόπου διαμόρφωσης της κινεζικής παραδοσιακής κουλτούρας, οι Κινέζοι κατά τις παραδοσιακές αντιλήψεις τους πιστεύουν ότι το τέκνο οφείλει ευσέβεια προς τους γονείς του. Όποιος δεν υπακούει σε αυτό, είναι ασεβής ως τέκνο. Με αυτές τις ιδέες έχουν εμποτιστεί οι άνθρωποι από την παιδική τους ηλικία, αυτές διδάσκονται ουσιαστικά σε κάθε σπιτικό, αλλά και σε κάθε σχολείο και στην κοινωνία γενικότερα. Όταν γεμίζεις το κεφάλι κάποιου με τέτοιου είδους πράγματα, σκέφτεται αυτός: “Η ευσέβεια του τέκνου είναι σημαντικότερη από οτιδήποτε άλλο. Εάν δεν την τηρώ, δεν θα είμαι καλός άνθρωπος —θα είμαι ασεβής ως τέκνο και θα με αποδοκιμάσει η κοινωνία. Θα είμαι άτομο χωρίς συνείδηση”. Είναι ορθή αυτή η άποψη; Οι άνθρωποι έχουν δει τόσες αλήθειες που εκφράζει ο Θεός —απαίτησε ο Θεός να δείχνει κάποιος ευσέβεια τέκνου προς τους γονείς του; Είναι αυτή μία από τις αλήθειες που πρέπει να κατανοούν οι πιστοί του Θεού; Όχι, δεν είναι. Ο Θεός συναναστράφηκε μόνο σχετικά με ορισμένες αρχές. Βάσει ποιας αρχής ζητούν τα λόγια του Θεού να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι στους άλλους; Να αγαπούν αυτό που αγαπά ο Θεός και να μισούν αυτό που μισεί: αυτή είναι η αρχή που θα πρέπει να τηρείται. Ο Θεός αγαπά όσους επιδιώκουν την αλήθεια και είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημά Του· αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα πρέπει να αγαπάμε κι εμείς. Όσοι δεν είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημα του Θεού, Τον μισούν και επαναστατούν ενάντιά Του —αυτούς τους απεχθάνεται ο Θεός και θα πρέπει να τους απεχθανόμαστε κι εμείς. Αυτό ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο. […] Ο Σατανάς χρησιμοποιεί αυτού του είδους την παραδοσιακή κληρονομιά και τις αντιλήψεις περί ηθικής για να δεσμεύσει τις σκέψεις σου, το μυαλό και την καρδιά σου, καθιστώντας σε ανίκανο να αποδεχτείς τα λόγια του Θεού· έχεις κυριευτεί από αυτά τα πράγματα του Σατανά και δεν είσαι πλέον σε θέση να δεχτείς τα λόγια του Θεού. Όταν θέλεις να κάνεις πράξη τα λόγια του Θεού, αυτά τα πράγματα προκαλούν αναταραχή μέσα σου και σε κάνουν να αντιτάσσεσαι στην αλήθεια και στις απαιτήσεις Του, δεν έχεις, λοιπόν, τη δύναμη να απαλλαγείς από τον ζυγό της παραδοσιακής κληρονομιάς. Αφού παλέψεις για λίγο, συμβιβάζεσαι: προτιμάς να πιστεύεις ότι οι παραδοσιακές αντιλήψεις περί ηθικής είναι ορθές και συνάδουν με την αλήθεια, κι έτσι απορρίπτεις ή αποποιείσαι τα λόγια του Θεού. Δεν αποδέχεσαι τα λόγια Του ως αλήθεια ούτε και σκέφτεσαι τίποτε ως προς τη σωτηρία σου, νιώθοντας ότι εξακολουθείς να ζεις σε αυτόν τον κόσμο και ότι μπορείς να επιβιώσεις μόνον εάν βασίζεσαι σε αυτά τα πράγματα. Ανίκανος να αντέξεις τις αντεγκλήσεις της κοινωνίας, προτιμάς να αποποιηθείς την αλήθεια και τα λόγια του Θεού, και να αφεθείς στις παραδοσιακές αντιλήψεις περί ηθικής και στην επιρροή του Σατανά, προτιμώντας να προσβάλεις τον Θεό και να μην κάνεις πράξη την αλήθεια. Πείτε μου, δεν είναι οι άνθρωποι αξιολύπητοι; Δεν έχουν ανάγκη τη σωτηρία του Θεού; Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό πολλά χρόνια, όμως και πάλι δεν γνωρίζουν καθόλου το θέμα της ευσέβειας των τέκνων. Πραγματικά δεν κατανοούν την αλήθεια. Δεν μπορούν ποτέ να ξεπεράσουν το εμπόδιο των κοσμικών σχέσεων· δεν έχουν το θάρρος ούτε την πίστη, πόσο μάλλον την αποφασιστικότητα που απαιτείται, οπότε δεν μπορούν να αγαπήσουν και να υπακούσουν τον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο αναγνωρίζοντας τις πλανεμένες απόψεις του μπορεί κανείς να αλλάξει πραγματικά). Αυτό που εξέθεταν τα λόγια του Θεού ήταν ακριβώς η κατάστασή μου. Από όταν ήμουν παιδί, μου είχαν ενσταλάξει παραδοσιακές πολιτισμικές ιδέες όπως «Η ευσέβεια προς τους γονείς πρέπει να είναι η ύψιστη αρετή», «Ένα παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του είναι χειρότερο και από θηρίο» και «Εσύ με μεγάλωσες όταν ήμουν μικρή, κι εγώ θα σε φροντίσω όταν γεράσεις». Πίστευα ότι, αφού οι γονείς μου με είχαν μεγαλώσει με μεγάλες δυσκολίες, αν δεν μπορούσα να είμαι δίπλα τους όταν με χρειάζονταν για να τους ανταποδώσω την καλοσύνη τους, δεν θα είχα συνείδηση, και θα με μάλωναν και θα με διέσυραν οι γύρω μου. Είχα δηλητηριαστεί και δεσμευτεί βαθιά από αυτές τις παραδοσιακές πολιτισμικές ιδέες. Όταν η μητέρα μου έσπασε το χέρι της, ένιωθα ότι της χρωστούσα επειδή δεν μπορούσα να είμαι δίπλα της για να τη φροντίσω λόγω της πανδημίας και του φόρτου του καθήκοντός μου. Με την κουνιάδα μου να με μαλώνει για κερασάκι στην τούρτα, πίστεψα ακόμη πιο έντονα ότι ήμουν ασεβής, και μάλιστα ανυπομονούσα να με μεταθέσουν μια μέρα για να μπορέσω να γυρίσω και να της δείξω την ευγνωμοσύνη μου. Όταν η μητέρα μου νοσηλεύτηκε λόγω πόνου στο πόδι, ήμουν πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου για να είμαι δίπλα της και να τη φροντίσω. Όσο κι αν με μάλωνε η κουνιάδα μου, δεν έβγαζα λέξη, πιστεύοντας ότι ήταν δικό μου λάθος που η μητέρα μου ήταν μόνη και ότι δεν είχα συνείδηση. Αν και επιφανειακά δεν γύρισα να τη φροντίσω, η καρδιά μου ήταν ταραγμένη, οπότε δεν μπορούσα να αφοσιωθώ στο καθήκον μου, και το έργο των κηρυγμάτων επηρεάστηκε επίσης. Αργότερα, όταν η μητέρα μου έπαθε το τροχαίο, παρόλο που ήξερα ότι ο αδελφός και η κουνιάδα μου ήταν εκεί για να τη φροντίσουν, και ότι το να γυρίσω για να τη φροντίσω θα εμπόδιζε το καθήκον μου, ανησυχούσα ότι αν δεν γύριζα θα της χρωστούσα ακόμη περισσότερα, και φοβόμουν επίσης ότι οι άνθρωποι θα με αποκαλούσαν αχάριστη και ασεβή κόρη. Δεν άντεχα την πίεση αυτού του κουτσομπολιού και, για να μην με κριτικάρουν και με καταδικάζουν οι γύρω μου πίσω από την πλάτη μου, παραμέρισα τα καθήκοντά μου και πήγα σπίτι να επισκεφτώ τη μητέρα μου, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει το έργο. Αν και έλαβα τον έπαινο των άλλων, εγκατέλειψα το καθήκον μου. Η συμπεριφορά μου ήταν εγκατάλειψη. Ήταν προδοσία προς τον Θεό. Ήμουν ένα αναξιόπιστο άτομο που προκαλούσε την απέχθεια του Θεού! Όταν το κατάλαβα αυτό, ένιωσα πολύ άβολα. Είχα δεσμευτεί τόσο σφιχτά από τη σατανική παραδοσιακή κουλτούρα και αντιλήψεις για την ηθική, που δεν μπορούσα πλέον να ξεχωρίσω το σωστό από το λάθος. Ο λόγος που δεν γύρισα να φροντίσω τη μαμά μου ήταν ότι ήμουν απασχολημένη με το καθήκον μου και δεν ήθελα να καθυστερήσω το έργο. Αυτό ήταν κάτι θετικό. Ήταν αφοσίωση στο καθήκον μου, όχι ασέβεια. Ωστόσο, όταν η κουνιάδα μου με κατηγόρησε, δεν είχα τίποτα να απαντήσω, και ένιωθα τύψεις και χρέος. Πίστευα ότι ήμουν ασεβής και ότι ήταν δικό μου λάθος. Γνώριζα ξεκάθαρα ότι ο Θεός απαιτεί από τους ανθρώπους να τηρούν το καθήκον τους, αλλά εγώ το παραμέρισα για να γυρίσω και να φροντίσω τη μητέρα μου, καθυστερώντας το έργο. Αυτή ήταν η πραγματική εκδήλωση έλλειψης συνείδησης. Ωστόσο, όταν οι συγχωριανοί με επιδοκίμασαν, ένιωσα παρηγοριά. Δεν ένιωθα χρέος προς τον Θεό που είχα καθυστερήσει το έργο, αλλά, αντίθετα, ένιωθα ότι είχα εκπληρώσει το χρέος μου ως κόρη και ότι ήμουν ένα άτομο με συνείδηση. Πραγματικά δεν ξεχώριζα το σωστό από το λάθος! Δεν εκτιμούσα καθόλου το καθήκον μου και δεν είχα καμία αφοσίωση στον Θεό. Αντίθετα, έβαζα πρώτη τη φράση «Η ευσέβεια προς τους γονείς πρέπει να είναι η ύψιστη αρετή», και όταν υπήρχε σύγκρουση μεταξύ του καθήκοντος και της φροντίδας των γονιών μου, επέλεγα να καθυστερήσω το έργο για να ικανοποιήσω τα σαρκικά μου συναισθήματα. Πόσο εγωίστρια ήμουν! Είχα τη βαθιά συνειδητοποίηση ότι ο Σατανάς χρησιμοποιεί αυτές τις ιδέες της παραδοσιακής κουλτούρας για να διαφθείρει και να δεσμεύει τους ανθρώπους, κάνοντάς με να βάζω τους γονείς μου στο επίκεντρο των πάντων, να τους θεωρώ το πιο σημαντικό, και ακόμη και να προδίδω τον Θεό για να τους φροντίσω και να τους δείξω ευσέβεια. Αν συνέχιζα να ζω με τις σατανικές παραδοσιακές πολιτισμικές ιδέες, σίγουρα θα με απέκλειε ο Θεός στο τέλος.

Συνέχισα να το σκέφτομαι. Πάντα πίστευα ότι δεν ήταν εύκολο για τη μητέρα μου να με μεγαλώσει και ότι, αν δεν έπαιρνε τίποτα σε αντάλλαγμα από μένα, τότε θα με είχε μεγαλώσει μάταια. Επομένως, πάντα ήθελα να της ανταποδώσω την καλοσύνη της. Ήταν σωστή η άποψή μου; Διάβασα τα λόγια του Θεού: «Στον άπιστο κόσμο υπάρχει ένα ρητό: “Τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την, και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους”. Επίσης, υπάρχει και αυτό το ρητό: “Ένα παιδί που δεν σέβεται τους γονείς του είναι χειρότερο και από θηρίο”. Πόσο μεγαλειώδη μοιάζουν αυτά τα ρητά! Η αλήθεια είναι πως όσα περιγράφει το πρώτο ρητό, το ότι τα κοράκια ξεπληρώνουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους, υπάρχουν πραγματικά, είναι γεγονότα. Ωστόσο, πρόκειται απλώς για φαινόμενα του κόσμου των ζωντανών όντων. Δεν είναι παρά ένας νόμος που έχει θεσπίσει ο Θεός για τα διάφορα ζωντανά πλάσματα. Όλα τα ζωντανά πλάσματα, ακόμη και οι άνθρωποι συμμορφώνονται σ’ αυτόν τον νόμο, κι αυτό αποτελεί ακόμα μία απόδειξη ότι ο Θεός έχει δημιουργήσει όλα τα ζωντανά πλάσματα. Κανένα ζωντανό πλάσμα δεν μπορεί να παραβεί ή να υπερβεί αυτόν τον νόμο. Ακόμη και τα άγρια σαρκοβόρα ζώα, όπως τα λιοντάρια και οι τίγρεις, μεγαλώνουν τα μικρά τους και δεν τα δαγκώνουν πριν φτάσουν στην ενηλικίωση. Αυτό είναι ζωώδες ένστικτο. Όλα τα ζώα το έχουν, ανεξαρτήτως είδους, είτε είναι άγρια είτε ήμερα. Για να συνεχίσει το κάθε πλάσμα να πολλαπλασιάζεται και να επιβιώνει, όπως και οι άνθρωποι, πρέπει να ακολουθούν αυτό το ένστικτο και αυτόν τον νόμο. Αν δεν τον τηρούσαν ή δεν είχαν καθόλου αυτόν τον νόμο και αυτό το ένστικτο, τότε δεν θα κατάφερναν να πολλαπλασιαστούν και να επιβιώσουν. Δεν θα υπήρχε η βιολογική αλυσίδα, δεν θα υπήρχε ο κόσμος έτσι όπως τον ξέρουμε. Δεν είναι αλήθεια αυτό; (Ναι.) Το ότι τα κοράκια ανταποδίδουν τη μητέρα τους ταΐζοντάς την, και τα αρνιά γονατίζουν για να πιουν γάλα από τη μητέρα τους δείχνει ακριβώς ότι ο κόσμος των ζωντανών όντων τηρεί τον συγκεκριμένο νόμο. Αυτό το ένστικτο το έχουν όλα τα ζωντανά πλάσματα. Μόλις γεννηθούν τα μικρά, τότε τα αρσενικά ή τα θηλυκά του είδους τα φροντίζουν και τα περιποιούνται μέχρι να ενηλικιωθούν. Όλα τα έμβια όντα εκπληρώνουν τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που έχουν απέναντι στα μικρά τους, δηλαδή μεγαλώνουν με ευσυνειδησία και αφοσίωση την επόμενη γενιά. Για τους ανθρώπους, κάτι τέτοιο θα πρέπει να ισχύει ακόμη πιο πολύ. Οι άνθρωποι αποκαλούν τον εαυτό τους ανώτερο ζώο —αν δεν μπορούν να υπακούσουν σ’ αυτόν τον νόμο και αν τους λείπει αυτό το ένστικτο, τότε δεν είναι χειρότεροι από τα ζώα, τελικά; Όσο, λοιπόν, κι αν σε φρόντιζαν οι γονείς σου και όσο κι αν εκπλήρωναν την ευθύνη που είχαν απέναντί σου καθώς σε μεγάλωναν, έκαναν απλώς ό,τι όφειλαν ανάλογα με τις ικανότητες του δημιουργημένου ανθρώπου· ήταν το ένστικτό τους. […] Όλα τα ζωντανά πλάσματα και τα ζώα διαθέτουν αυτά τα ένστικτα και αυτούς τους νόμους και τα τηρούν με πολλή ακρίβεια, στην εντέλεια. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να το ανατρέψει αυτό. Κάποια ιδιαίτερα ζώα, όπως οι τίγρεις και τα λιοντάρια, όταν ενηλικιωθούν, φεύγουν από τους γονείς τους και μάλιστα κάποια αρσενικά γίνονται ακόμα και αντίζηλοι των γονιών τους, και αν χρειαστεί, τους δαγκώνουν, τους ανταγωνίζονται και τους πολεμάνε. Κάτι τέτοιο είναι φυσιολογικό, είναι νόμος. Αυτά τα ζώα δεν δίνουν σημασία στα συναισθήματα ούτε ζουν βάσει αυτών, όπως οι άνθρωποι, που θέλουν πάντοτε ξεπληρώσουν το καλό που τους έκαναν οι γονείς τους μεγαλώνοντάς τους, που πάντα ανησυχούν ότι αν δεν δείξουν στους γονείς τους την ευσέβεια που αρμόζει σε ένα παιδί, τότε οι υπόλοιποι άνθρωποι θα τους καταδικάσουν, θα τους κακολογήσουν και θα τους επικρίνουν πίσω από την πλάτη τους. Στον κόσμο των ζώων δεν υπάρχουν αυτές οι ιδέες. Γιατί, όμως, τα λένε οι άνθρωποι όλα αυτά; Γιατί στην κοινωνία και στις ανθρώπινες ομάδες υπάρχουν διάφορες ιδέες και κοινά αποδεκτές απόψεις που είναι λανθασμένες. Αυτά τα πράγματα έχουν επηρεάσει, διαβρώσει και σαπίσει τους ανθρώπους, κι έτσι αναδύονται μέσα τους διάφοροι τρόποι ερμηνείας και αντιμετώπισης της σχέσης μεταξύ των γονιών και των παιδιών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούν τελικά τους γονείς τους ως δανειστές τους, τους οποίους δεν θα μπορέσουν να ξεπληρώσουν ούτε σε όλη τους τη ζωή. Κάποιοι, μάλιστα, νιώθουν για όλη τους τη ζωή ενοχές αφότου πεθάνουν οι γονείς τους και νιώθουν ενοχές που δεν ανταπέδωσαν το καλό που τους έκαναν εκείνοι, επειδή κάποτε έκαναν κάτι που δεν ευχαρίστησε τους γονείς τους ή δεν εξελίχθηκε όπως θα ήθελαν εκείνοι. Για πείτε Μου, δεν είναι υπερβολή αυτό; Οι άνθρωποι ζουν βυθισμένοι στα συναισθήματά τους, οπότε οι διάφορες ιδέες που προέρχονται από αυτά δεν μπορούν παρά να τους ενοχλούν και να τους αναστατώνουν» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. «Προς τα έξω, φαίνεται ότι οι γονείς σου είναι αυτοί που σε έφεραν στον κόσμο και σου έδωσαν τη σαρκική ζωή. Όμως, από την οπτική του Θεού, και από τον πυρήνα του ζητήματος, τότε τη σαρκική σου ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου, αφού οι άνθρωποι δεν μπορούν να δημιουργήσουν ζωή. Για να το θέσω πιο απλά, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να δώσει πνοή σε άνθρωπο. Ο κάθε άνθρωπος ενσαρκώνεται ακριβώς επειδή παίρνει πνοή. Στην πνοή βρίσκεται η ζωή του ανθρώπου, και αυτή σηματοδοτεί έναν ζωντανό άνθρωπο. Αυτή η πνοή και αυτή η ζωή δεν προέρχονται από τους γονείς τους. Οι γονείς είναι απλώς το μέσο από το οποίο δημιουργούνται και γεννιούνται οι άνθρωποι. Κατά βάθος, ο Θεός είναι Αυτός που χαρίζει τα πράγματα αυτά στους ανθρώπους. Άρα, δεν είναι οι γονείς σου οι κύριοι της ζωής σου, ο Κύριος της ζωής σου είναι ο Θεός. Αυτός δημιούργησε την ανθρωπότητα, Αυτός δημιούργησε τη ζωή του ανθρώπου, Αυτός έδωσε στον άνθρωπο την πνοή της ζωής, από την οποία προέρχεται η ζωή του. Δεν είναι, λοιπόν, εύκολα κατανοητή η φράση “οι γονείς σου δεν είναι οι κύριοι της ζωής σου”; Δεν σου έδωσαν οι γονείς σου την πνοή σου, πόσο μάλλον τη συνέχειά της. Ο Θεός είναι κυρίαρχος επί της κάθε μέρας της ζωής σου, φροντίζει την κάθε μέρα της ζωής σου. Δεν μπορούν οι γονείς σου να καθορίσουν το πώς περνάει η κάθε μέρα της ζωής σου, αν είναι ευτυχισμένη και αν κυλήσει ομαλά, ποιον συναντάς ή σε ποιο περιβάλλον ζεις κάθε μέρα. Απλώς ο Θεός σε προσέχει μέσω των γονιών σου —εκείνοι δεν είναι παρά οι άνθρωποι που έστειλε ο Θεός για να σε προσέχει. Όταν γεννήθηκες, τη ζωή δεν σου την έδωσαν οι γονείς σου. Μήπως σου έδωσαν τη ζωή που έζησες μέχρι τώρα; Ούτε αυτή σου έδωσαν. Ο Θεός παραμένει η πηγή της ζωής σου και όχι οι γονείς σου» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Από τα λόγια του Θεού κατάλαβα ότι η ικανότητα της μητέρας μου να με φροντίσει και να με μεγαλώσει οφειλόταν εξ ολοκλήρου στην κυριαρχία και τον ορισμό του Θεού. Αν και η σάρκα μου γεννήθηκε από τη μητέρα μου, και οι γονείς μου ήταν αυτοί που με μεγάλωσαν, οπότε επιφανειακά φαινόταν ότι τα εύσημα ανήκαν στους γονείς μου, όλα αυτά συνέβησαν μόνο λόγω της κυριαρχίας και των διευθετήσεων του Θεού. Η πνοή στους πνεύμονές μου είναι δοσμένη από τον Θεό. Αν ο Θεός δεν μου είχε δώσει αυτήν την πνοή, τότε όσο προσεκτικά κι αν προσπαθούσαν οι γονείς μου να με μεγαλώσουν, θα ήταν μάταιο. Επιπλέον, η ανατροφή της επόμενης γενιάς είναι ένας νόμος που ο Θεός έχει θέσει για όλα τα ζωντανά όντα. Όλα τα ζωντανά όντα μπορούν να πολλαπλασιαστούν και να επιβιώσουν μόνο όταν υπάρχουν σύμφωνα με τους νόμους που έχει θέσει ο Θεός. Δεν υπάρχει καθόλου η έννοια της ανταπόδοσης της καλοσύνης σε αυτό. Είναι ακριβώς όπως ένα ενήλικο πουλί μεταφέρει έντομα στο ράμφος του για να ταΐσει τα μικρά του, μέχρι τα μικρά του να μπορέσουν να πετάξουν από τη φωλιά και να επιβιώσουν μόνα τους. Το ενήλικο πουλί δεν χρειάζεται καμία ανταπόδοση από τα μικρά του. Ομοίως, ο Θεός έχει δώσει και στους ανθρώπους αυτό το ένστικτο. Όταν η μητέρα μου με μεγάλωσε μέχρι την ενηλικίωση, απλώς εκπλήρωνε την ευθύνη της. Δεν ήταν καλοσύνη και δεν υπάρχει κάτι τέτοιο όπως η ανταπόδοσή της. Ωστόσο, είχα διαμορφωθεί και κατηχηθεί από τη σατανική παραδοσιακή κουλτούρα, και θεωρούσα τη μητέρα μου ευεργέτιδά μου. Πίστευα ότι με είχε μεγαλώσει με μεγάλες δυσκολίες, και τότε που ήταν άρρωστη και νοσηλευόταν μετά το τροχαίο, έπρεπε να ανταποδώσω την καλοσύνη της που με μεγάλωσε και να της δείξω την ευσέβειά μου στο πλευρό της, αδιαφορώντας ακόμη και αν το καθήκον μου καθυστερούσε. Ο Θεός, ωστόσο, μου παρείχε τη ζωή μου, κανόνισε να με φροντίσουν οι γονείς μου, και με ελέησε επιτρέποντάς μου να προσέλθω ενώπιόν Του για να απολαύσω το πότισμα των λόγων Του, να καταλάβω κάποιες αλήθειες, να έχω την ευκαιρία να κάνω ένα καθήκον, και να μπορώ να επιδιώξω μια αλλαγή στη διάθεσή μου μέσω της εκτέλεσης του καθήκοντός μου για να λάβω τη σωτηρία του Θεού. Θα έπρεπε να ανταποδώσω ειλικρινά την καλοσύνη του Θεού. Ωστόσο, εμπόδισα το καθήκον μου για να ανταποδώσω την καλοσύνη ενός ανθρώπου. Αυτή ήταν πραγματική έλλειψη συνείδησης, η συμπεριφορά ενός αχάριστου πλάσματος! Τώρα κατάλαβα ότι ακόμη κι αν είμαι πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου για να φροντίσω τη μητέρα μου, και με κριτικάρουν και με καταδικάζουν οι γύρω μου, δεν έχει σημασία. Η καταδίκη τους δεν είναι σύμφωνη με την αλήθεια ούτε μπορεί να καθορίσει τίποτα. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να καθορίσει την έκβαση ή τον προορισμό ενός ατόμου. Μόνο όποιος ακούει τα λόγια του Θεού, κι ενεργεί σύμφωνα με αυτά και τηρεί τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί από τον Θεό, έχει πραγματικά συνείδηση. Μόνο ένα τέτοιο άτομο μπορεί να λάβει την έγκριση του Θεού.

Αργότερα, διάβασα περισσότερα λόγια του Θεού, και βρήκα ένα μονοπάτι άσκησης για όταν προκύπτουν συγκρούσεις μεταξύ της εκτέλεσης του καθήκοντός μου και της ευσέβειας προς τους γονείς μου. Ο Θεός λέει: «Παρ’ όλο που οι γονείς σου σε αποκαλούν αχάριστο κι αναίσθητο, τουλάχιστον κάνεις το καθήκον του δημιουργήματος ενώπιον του Δημιουργού. Φτάνει που ο Θεός δεν σε βλέπει έτσι. Το τι λένε οι άνθρωποι δεν έχει σημασία. Τα όσα λένε για σένα οι γονείς σου δεν είναι απαραιτήτως και αλήθεια, και όσα λένε δεν είναι χρήσιμα. Πρέπει να βασίζεσαι στα λόγια του Θεού. Αν Εκείνος πει ότι ως δημιούργημα είσαι επαρκής, τότε δεν έχει καμία σημασία αν οι άνθρωποι σε αποκαλέσουν αχάριστο ή αναίσθητο. Δεν θα καταφέρουν τίποτα. Αυτές οι προσβολές επηρεάζουν απλώς τη συνείδηση των ανθρώπων, επειδή δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια και έχουν μικρό ανάστημα. Έτσι νιώθουν λίγο κακόκεφοι και στενοχωριούνται. Όταν, όμως, επιστρέφουν ενώπιον του Θεού, όλα αυτά λύνονται και παύουν να τους δημιουργούν πρόβλημα. Δεν έχει λυθεί το ζήτημα της ανταπόδοσης του υποτιθέμενου καλού που έχουν κάνει στον καθένα οι γονείς του; Το καταλαβαίνετε; (Ναι.) Τι είναι αυτό που πρέπει να καταλάβουν εδώ οι άνθρωποι; Οι γονείς σου έχουν την ευθύνη να σε μεγαλώσουν. Εκείνοι αποφάσισαν να σε γεννήσουν, άρα έχουν την ευθύνη και την υποχρέωση να σε μεγαλώσουν. Όταν σε αναθρέφουν μέχρι να ενηλικιωθείς, εκπληρώνουν την ευθύνη και την υποχρέωσή τους. Δεν τους χρωστάς τίποτα, άρα δεν χρειάζεται να τους αποζημιώσεις. Το ότι δεν χρειάζεται να τους αποζημιώσεις δείχνει ξεκάθαρα ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου και δεν χρειάζεται να τους ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν. Αν οι συγκυρίες σού επιτρέπουν να εκπληρώσεις ένα μέρος της ευθύνης σου απέναντί τους, τότε να το κάνεις. Αν δεν σου επιτρέπει το περιβάλλον σου και οι αντικειμενικές σου συνθήκες να εκπληρώσεις την υποχρέωσή σου απέναντί τους, τότε μην το πολυσκέφτεσαι, μη νομίζεις ότι τους χρωστάς, γιατί οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Είτε είσαι σωστό παιδί απέναντι στους γονείς σου, είτε εκπληρώνεις την ευθύνη σου απέναντί τους, το μόνο που κάνεις είναι να υιοθετείς την οπτική του παιδιού και να εκπληρώνεις ένα μέρος της ευθύνης σου απέναντι σ’ αυτούς που κάποτε σε γέννησαν και σε μεγάλωσαν. Σίγουρα, όμως, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό από την οπτική της ανταμοιβής τους ή από την οπτική της φράσης “Οι γονείς σου είναι ευεργέτες σου και πρέπει να τους αποζημιώσεις και να τους ανταποδώσεις το καλό που σου έκαναν”» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Τα λόγια του Θεού έκαναν την καρδιά μου πολύ πιο καθαρή και φωτεινή. Πρέπει να υποταχθώ στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού στο θέμα της ευσέβειας προς τους γονείς μου. Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν, τότε ως κόρη θα πρέπει να εκπληρώσω τις ευθύνες μου και να τους φροντίσω στο μέτρο των δυνατοτήτων μου στη ζωή τους. Αν οι αντικειμενικές συνθήκες δεν το επιτρέπουν, τότε θα πρέπει να τηρήσω πρώτα το καθήκον μου, να μην ανησυχώ υπερβολικά για το τι σκέφτονται οι άλλοι, και να μην περιορίζομαι από αυτές τις απόψεις ούτε να αφήνω να επηρεαστεί η εκτέλεση του καθήκοντός μου. Σε αυτόν τον κόσμο, δεν έχω μόνο την ταυτότητά μου ως κόρη. Είμαι επίσης ένα δημιουργημένο ον και ολόκληρη η ύπαρξή μου προέρχεται από τον Θεό. Η εκπλήρωση του καθήκοντος ενός δημιουργημένου όντος είναι η αποστολή μου, και κάτι που είναι απολύτως φυσικό και δικαιολογημένο να ολοκληρώσω. Αν δεν έχω χρόνο να δείξω ευσέβεια στους γονείς μου λόγω της εκτέλεσης του καθήκοντός μου, ο Θεός δεν θα με καταδικάσει. Αυτό που πρέπει να προσέχω περισσότερο τώρα είναι να κάνω καλά το καθήκον μου, να επιλέγω πολύτιμα κηρύγματα όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να λύσω τα προβλήματα των δυνητικών αποδεκτών του ευαγγελίου και να επιτρέψω σε περισσότερους ανθρώπους να επιστρέψουν στον Θεό.

Αργότερα, ήμουν πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου για να γυρίσω και να φροντίσω τη μητέρα μου, και μερικές φορές ανησυχούσα για το πώς ανέκαμπτε η υγεία της. Ωστόσο, τότε σκέφτηκα ότι κι εκείνη ήταν στα χέρια του Θεού, και ότι θα έπρεπε να υποταχθώ στην ενορχήστρωση και τις διευθετήσεις του Θεού. Δεν ένιωθα πλέον άβολα και δεν ένιωθα χρέος προς τη μητέρα μου. Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν μια σωστή κατανόηση του τι σημαίνει να είσαι ευσεβής προς τους γονείς σου και τι όχι, και απέκτησα επίσης κάποια διάκριση για το πώς ο Σατανάς χρησιμοποιεί την παραδοσιακή κουλτούρα για να δεσμεύει τους ανθρώπους. Βρήκα επίσης το μονοπάτι για να αντιμετωπίζω σωστά τους γονείς μου, το οποίο απελευθέρωσε κάπως την καρδιά μου. Δόξα τω Θεώ!

Προηγούμενο: 53. Τα μαθήματα που πήρα καθώς πέρασα από την απόκρυψη στην ειλικρίνεια

Επόμενο: 83. Μην αφήνεις την τεμπελιά να σε καταστρέφει

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Η εμφάνιση και το έργο του Θεού Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Εκθέτοντας τους αντίχριστους Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Η Κρίση ξεκινά από τον Οίκο του Θεού Ουσιώδη Λόγια του Παντοδύναμου Θεού, του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Καθημερινά λόγια του Θεού Οι αλήθεια-πραγματικότητες στις οποίες πρέπει να εισέλθουν οι πιστοί στον Θεό Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια Οδηγίες για τη διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας Τα πρόβατα του Θεού ακούν τη φωνή του Θεού Άκου τη Φωνή του Θεού Ιδού ο Θεός Εμφανίστηκε Κλασικές Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το Ευαγγέλιο της Βασιλείας Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Α΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Β΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Γ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Δ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ε΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος ΣΤ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ζ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Η΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Θ΄) Πώς Στράφηκα στον Παντοδύναμο Θεό

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger