78. Απαλλάχθηκα από την καταπίεση
Τον Ιανουάριο του 2023, η επικεφαλής κανόνισε η Λι Σιν κι εγώ να είμαστε από κοινού υπεύθυνες για το κειμενικό έργο της εκκλησίας. Καθώς είχα μόλις αρχίσει την εκπαίδευσή μου, η Λι Σιν δεν με φόρτωσε με δουλειά και, όταν αντιμετώπιζα δυσκολίες και προβλήματα, συναναστρεφόταν μαζί μου σύμφωνα με τις αρχές. Δεν είχα πολλές έγνοιες, και το έργο δεν ήταν ιδιαίτερα αγχωτικό. Τον Μάρτιο, επιλέχθηκα επικεφαλής της εκκλησίας, και ένιωσα να επωμίζομαι μεγαλύτερο φορτίο. Εφόσον θα έκανα καθήκοντα επικεφαλής, έπρεπε να είμαι υπεύθυνη για το συνολικό έργο της εκκλησίας και να λύνω και να αντιμετωπίζω κάθε λογής προβλήματα, με αποτέλεσμα να νιώθω διαρκώς πιεσμένη μέσα μου. Στην αρχή, λάμβανα συχνά επιστολές από την ανώτερη επικεφαλής σχετικά με την υλοποίηση του έργου, όπως για το έργο ποτίσματος και το ευαγγελικό έργο, καθώς και για το έργο της εκκαθάρισης, το κειμενικό έργο, το έργο της καλλιέργειας και ούτω καθεξής. Έπρεπε να απαντώ με λεπτομέρεια για το πώς είχε σχεδιαστεί και κανονιστεί η κάθε εργασία, για τις αποκλίσεις ή τα προβλήματα που είχαν προκύψει στο έργο, για τον τρόπο επίλυσής τους στην πορεία και ούτω καθεξής. Επειδή ήμουν υπεύθυνη για μεγάλο μέρος του έργου, μερικές φορές, με το που υλοποιούσα μια εργασία, έπρεπε να πάω στην εκκλησία για να υλοποιήσω άλλο έργο. Κάθε μέρα, υπήρχε πολύ έργο που έπρεπε να διεκπεραιωθεί. Μετά από μια χρονική περίοδο με τόσο φορτωμένο πρόγραμμα, ήθελα να σταματήσω και να κάνω ένα διάλειμμα, για να παρακολουθήσω μερικά βίντεο με βιωματικές μαρτυρίες και να ακούσω ύμνους για να χαλαρώσω. Όταν σκέφτηκα, όμως, πως υπήρχε πολύ έργο που έπρεπε να υλοποιηθεί επειγόντως, μ’ έπιασε στενοχώρια και σκέφτηκα πως δεν είχα καμία ελευθερία όσο έκανα αυτό το καθήκον. Μια φορά, η ανώτερη επικεφαλής είδε πως το έργο εκκαθάρισης προχωρούσε με αργούς ρυθμούς και πως δεν είχε υποβληθεί πολύ υλικό σχετικά με την αποπομπή ανθρώπων, κι έτσι με κλάδεψε, λέγοντας πως δεν είχα αίσθημα φορτίου στο καθήκον μου. Εκείνη την ώρα, ήθελα να επιχειρηματολογήσω μαζί της, αλλά ήξερα πως είχε δίκιο που με κλάδεψε και πως έπρεπε να το αποδεχτώ και να υποταχθώ σ’ αυτό. Στη συνέχεια, πήγα στην εκκλησία για να συγκεντρώσω εκείνες τις αξιολογήσεις και, αφού κοπίασα για αρκετές βδομάδες, έβαλα τελικά σε τάξη αυτό το υλικό. Ακριβώς μετά απ’ αυτό, έπρεπε να τρέξω να παρακολουθήσω και να υλοποιήσω διάφορες άλλες εργασίες. Εκείνη την περίοδο, ήμουν συχνά στο τρέξιμο από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ήμουν διαρκώς στην τσίτα και αρκετά κουρασμένη. Σκέφτηκα: «Πότε θα μπορέσω να ξεκουραστώ όπως πρέπει; Είναι πολύ καταπιεστικό να είμαι τόσο απασχολημένη κάθε μέρα». Παλιά, όταν έκανα κειμενικά καθήκοντα, δεν είχα τόσο μεγάλο φόρτο εργασίας. Είχα τη Λι Σιν στο πλευρό μου για να μοιράζεται το φορτίο μαζί μου και δεν ένιωθα καθόλου αγχωμένη. Μου έλειπε πολύ εκείνος ο καιρός. Από τότε που ανέλαβα καθήκοντα επικεφαλής, ήμουν κάθε μέρα πολύ απασχολημένη, οπότε άρχισα να νιώθω καταπιεσμένη και δεν ήθελα να κάνω πια αυτό το καθήκον. Ωστόσο, θεωρούσα πως το να σκέφτομαι έτσι έδειχνε έλλειψη λογικής, και οι αδελφοί και οι αδελφές σίγουρα θα σκέφτονταν πως δεν μπορούσα να διαχειριστώ το άγχος ή να υποφέρω. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Έπρεπε να συνεχίσω να κάνω αυτό το καθήκον.
Αργότερα, η εκκλησία αντιμετώπισε συλλήψεις από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, και έπρεπε να αντιμετωπίσουμε τα επακόλουθα. Τόσο η συνεργάτιδα αδελφή μου όσο κι εγώ πνιγόμασταν στο έργο, οπότε δεν κατάφερα να φροντίσω το έργο ποτίσματος για το οποίο ήμουν υπεύθυνη. Σκέφτηκα μέσα μου: «Πρέπει να βρω λίγο χρόνο για να ελέγξω την κατάσταση των ποτιστών». Τότε, όμως, σκέφτηκα πόσο απασχολημένη ήμουν με τον χειρισμό των επακόλουθων των συλλήψεων. Τα αποτελέσματα του έργου ποτίσματος δεν θα παρουσίαζαν κατευθείαν σημαντική βελτίωση, και, επιπλέον, είχα κι άλλο έργο να κάνω. Θα ήταν καλύτερο να τελείωνα πρώτα μ’ αυτό και να παρακολουθούσα το έργο ποτίσματος στη συνέχεια. Η ανώτερη επικεφαλής μού έστειλε μια επιστολή για να μου υπενθυμίσει ότι δεν μπορούσα να παραμελώ το υπόλοιπο έργο απλώς και μόνο επειδή αντιμετώπιζα τα επακόλουθα των συλλήψεων, και κατάρτισε ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το έργο του ποτίσματος. Δεν μπορούσα παρά να νιώσω αντίσταση, και σκεφτόμουν: «Είμαι ήδη υπεύθυνη για μεγάλο μέρος του έργου, και τώρα θέτεις ακόμη περισσότερες απαιτήσεις. Δεν υπάρχει περίπτωση να προλάβω να τα ολοκληρώσω όλα αυτά! Γιατί δεν υπολογίζει κανείς τις δυσκολίες μου; Έχω μόνο δύο χέρια και δύο πόδια. Πώς μπορώ να κάνω καλά τόσο πολύ έργο ταυτόχρονα;» Ένιωσα κάπως εκνευρισμένη και καταπιεσμένη, και δεν ήθελα ούτε να κοιτάξω τις επιστολές της επικεφαλής. Παρ’ όλα αυτά, έπρεπε να γίνει όλο αυτό το έργο. Αν οι νεοφώτιστοι έκαναν πίσω επειδή δεν ποτίζονταν εγκαίρως, το κλάδεμα θα ήταν το τελευταίο. Το σημαντικό ήταν πως αυτό θα αποτελούσε παράβαση και μπορεί ακόμα και να με απάλλασσαν από τα καθήκοντά μου. Επομένως, πήγα να καταλάβω την πρόοδο του έργου του ποτίσματος και τα προβλήματα των νεοφώτιστων, αλλά επειδή δεν επιθυμούσα να αναλάβω δράση, παρακολούθησα επιπόλαια το έργο και ενήργησα απλώς μηχανικά, ώστε να δώσω αναφορά στην επικεφαλής. Εκείνη την περίοδο, εκ πρώτης όψεως φαινόταν πως κάθε μέρα ήμουν διαρκώς απασχολημένη με κάτι, αλλά, στην πραγματικότητα, πήγαινα απρόθυμα από τη μία εργασία στην επόμενη. Όταν υλοποιούσα το έργο, πάντα κάτι έλειπε ή δεν ήταν αρκετά καλό, με αποτέλεσμα το έργο να έπρεπε να ξαναγίνει. Κάθε μέρα ένιωθα αποκαρδιωμένη και εξουθενωμένη, και τα αποτελέσματα του έργου είχαν πάρει τον κατήφορο. Η συνεργάτιδα αδελφή μου είπε πως δεν είχα αίσθημα φορτίου. Ένιωσα αδικημένη και σκεφτόμουν: «Είμαι υπεύθυνη για όλο αυτό το έργο και εργάζομαι όλη μέρα, κάθε μέρα. Πώς μπορείς να λες ότι δεν έχω αίσθημα φορτίου και ότι δεν είμαι επιμελής; Έχεις υπερβολικές απαιτήσεις από μένα!» Όσο το σκεφτόμουν, τόσο στενοχωριόμουν, και ένιωθα πως πραγματικά δεν μπορούσα να κάνω πια αυτό το καθήκον. Αντί να βιώνω όλον αυτόν τον πόνο, θα ήταν καλύτερα να παραιτηθώ και να κάνω κάποιο χαλαρό καθήκον. Τότε, δεν θα καταπιεζόμουν τόσο πολύ. Είχα βυθιστεί τελείως στην αρνητικότητα. Ένα βράδυ, προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα σ’ Αυτόν: «Θεέ μου, βιώνω μεγάλο πόνο και δεν νομίζω πως μπορώ ν’ αντέξω άλλο. Δεν ξέρω ποιο μάθημα θα πρέπει να πάρω. Σε παρακαλώ, διαφώτισε και καθοδήγησέ με για να μπορέσω να κατανοήσω το πρόβλημά μου».
Μετά την προσευχή, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Τι σημαίνει να μην είναι κάποιος σε θέση να κάνει ό,τι του αρέσει; Σημαίνει πως δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσει κάθε επιθυμία που περνά από το μυαλό του. Το να είναι σε θέση να κάνουν ό,τι θέλουν, όταν το θέλουν και όπως το θέλουν είναι μια απαίτηση που έχουν αυτοί οι άνθρωποι τόσο στη δουλειά όσο και στη ζωή τους. Ωστόσο, για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων οι νόμοι, τα περιβάλλοντα διαβίωσης ή οι κανόνες, τα συστήματα, οι διατάξεις και τα πειθαρχικά μέτρα μιας ομάδας και ούτω καθεξής, οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να ενεργούν σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες και φαντασιοκοπίες. Αυτό έχει ως συνέπεια να νιώθουν καταπιεσμένοι στα βάθη της καρδιάς τους. Για να το θέσω ωμά, αυτή η καταπίεση προκύπτει επειδή οι άνθρωποι νιώθουν θιγμένοι, ενώ ορισμένοι νιώθουν ακόμη και αδικημένοι. Μιλώντας απερίφραστα, το να μην είναι κάποιος σε θέση να κάνει ό,τι του αρέσει σημαίνει πως δεν είναι σε θέση να ενεργήσει σύμφωνα με τη βούλησή του· σημαίνει πως, για διάφορους λόγους και εξαιτίας των περιορισμών διάφορων αντικειμενικών περιβαλλόντων και συνθηκών, δεν μπορεί να είναι ισχυρογνώμων ή ανεξέλεγκτα καλοπερασάκιας. Κάποιοι άνθρωποι, για παράδειγμα, είναι πάντα επιπόλαιοι και βρίσκουν τρόπους να τεμπελιάζουν ενώ εκτελούν τα καθήκοντά τους. Μερικές φορές το έργο της εκκλησίας απαιτεί ταχύτητα, αλλά εκείνοι θέλουν να κάνουν μόνο ό,τι τους αρέσει. Αν δεν νιώθουν πολύ καλά σωματικά ή είναι κακοδιάθετοι και αποκαρδιωμένοι για λίγες μέρες, δεν θα είναι διατεθειμένοι να υπομείνουν κακουχίες και να πληρώσουν ένα τίμημα για να επιτελέσουν το έργο της εκκλησίας. Είναι εξαιρετικά τεμπέληδες και φυγόπονοι. Όταν δεν έχουν κίνητρο, σέρνουν τα πόδια τους και δεν θέλουν να κουνηθούν· επειδή, όμως, φοβούνται πως οι επικεφαλής θα τους κλαδέψουν και οι αδελφοί και οι αδελφές τους θα τους πουν τεμπέληδες, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο από το να εκτελέσουν με βαριά καρδιά το έργο μαζί με όλους τους άλλους. Θα νιώθουν, ωστόσο, εξαιρετικά απρόθυμοι, δυστυχείς και δεν θα έχουν καμία διάθεση γι’ αυτό. Θα νιώθουν αδικημένοι, θιγμένοι, ενοχλημένοι και εξαντλημένοι. Θέλουν να ενεργούν σύμφωνα με τη δική τους βούληση, αλλά δεν τολμούν να παραβιάσουν τις απαιτήσεις και τις διατάξεις του οίκου του Θεού ή να πάνε ενάντιά τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αρχίσει με τον καιρό να γεννιέται μέσα τους ένα συναίσθημα: η καταπίεση. Από τη στιγμή που ριζώσει μέσα τους αυτό το συναίσθημα της καταπίεσης, θα αρχίσουν σταδιακά να φαίνονται ληθαργικοί και αδύναμοι. Σαν μηχανές, δεν θα καταλαβαίνουν πλέον ξεκάθαρα τι κάνουν, αλλά θα συνεχίσουν να κάνουν καθημερινά ό,τι τους λένε, με τον τρόπο που τους λένε. Αν και, επιφανειακά, θα συνεχίσουν να εκτελούν τις εργασίες τους χωρίς να σταματούν, χωρίς να κάνουν παύση και χωρίς να απομακρύνονται από το περιβάλλον στο οποίο εκτελούν τα καθήκοντά τους, μέσα στην καρδιά τους θα νιώθουν καταπιεσμένοι και θα πιστεύουν πως η ζωή τους είναι εξουθενωτική και γεμάτη αδικίες» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Βλέποντας τα όσα εξέθεταν τα λόγια του Θεού, κατάλαβα πως, στην πραγματικότητα, ο λόγος που πάντα ένιωθα καταπιεσμένη και βίωνα πόνο όταν έκανα το καθήκον μου ήταν κυρίως ότι δεν ήθελα να περιορίζομαι, αλλά να κάνω απλώς ό,τι ήθελα. Όποτε αντιμετώπιζα συνθήκες που δεν μου άρεσαν, όταν δεν μπορούσα να κάνω αυτό που ήθελα, ξυπνούσε μέσα μου το αίσθημα της καταπίεσης. Όταν είχα πρωταρχίσει να κάνω κειμενικά καθήκοντα, η επικεφαλής δεν είχε μεγάλες απαιτήσεις από μένα, και είχα στο πλευρό μου τη Λι Σιν να με καθοδηγεί καθώς μελετούσα επαγγελματικές δεξιότητες. Όταν προέκυπταν δυσκολίες, η Λι Σιν συναναστρεφόταν γρήγορα μαζί μου και με βοηθούσε. Επιπλέον, ήταν μια σχετικά ξεκούραστη δουλειά που δεν με άγχωνε καθόλου, οπότε μου άρεσε να κάνω έτσι το καθήκον μου. Από τότε, όμως, που ανέλαβα καθήκοντα επικεφαλής, ήμουν υπεύθυνη για μεγάλο μέρος του έργου και έπρεπε να ασχολούμαι με κάθε λογής εργασίες στην εκκλησία και να ρωτάω γι’ αυτές. Έπρεπε να συμμετέχω πραγματικά στην επίλυση κάθε ζητήματος, με συνέπεια να νιώθω καταπιεσμένη και να θέλω να το βάλω στα πόδια. Αργότερα, όταν η εκκλησία αντιμετώπισε συλλήψεις, έπρεπε να αντιμετωπίσω τα επακόλουθα, και αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο οι υποχρεώσεις μου. Για να μετριάσω λίγο το άγχος μου, ήθελα να αναβάλω να φροντίσω το έργο ποτίσματος, αλλά η ανώτερη επικεφαλής δεν χαλάρωσε ούτε στο ελάχιστο την εποπτεία της πάνω σ’ αυτό το έργο. Αυτό κατέστρεψε το σχέδιό μου, και έπρεπε να υποφέρω περισσότερο σαρκικά, οπότε δεν μπορούσα να υποταχθώ. Επειδή, όμως, φοβόμουν πως, αν δεν έκανα το έργο, οι άλλοι θα έλεγαν ότι δεν μπορούσα να υπομείνω βάσανα, και φοβόμουν ακόμη περισσότερο πως οι νεοφώτιστοι δεν θα ποτίζονταν καλά και θα έπρεπε να αναλάβω την ευθύνη, υποτάχθηκα με απροθυμία. Ωστόσο, συνέχισα να νιώθω καταπιεσμένη και έκανα τα πάντα αφηρημένη. Ήμουν επιπόλαιη στο καθήκον μου, ενεργούσα απλώς μηχανικά και έκανα αυτό που μου ζητούσαν. Ως αποτέλεσμα, διατάραξα και αναστάτωσα το έργο. Η συνεργάτιδα αδελφή μου με ξεμπρόστιασε, κι εγώ έγινα ακόμη πιο πικρόχολη και απείθαρχη. Ήθελα μέχρι και να παραιτηθώ από το καθήκον μου. Ήμουν πολύ παράλογη! Αργότερα, συνειδητοποίησα πως το πρόβλημά μου ήταν αρκετά σοβαρό, και δεν τόλμησα να συνεχίσω να είμαι τόσο αδιάλλακτη.
Μετά απ’ αυτό, διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Στην κοινωνία, ποιοι είναι οι άνθρωποι που δεν φροντίζουν για το κανονικό έργο τους; Είναι οι αργόσχολοι, οι ανόητοι, οι τεμπέληδες, οι ταραχοποιοί, οι κακούργοι και οι χασομέρηδες —τέτοιοι άνθρωποι. Δεν θέλουν να μάθουν νέες δεξιότητες ή ικανότητες και δεν θέλουν να επιδιώξουν κάποια σοβαρή καριέρα ή να βρουν μια δουλειά ώστε να τα βγάζουν πέρα. Είναι οι αργόσχολοι και οι χασομέρηδες της κοινωνίας. Διεισδύουν στην εκκλησία και έπειτα θέλουν να κερδίσουν κάτι χωρίς να δώσουν τίποτα, καθώς και να λάβουν το μερίδιο ευλογιών που τους αναλογεί. Είναι καιροσκόποι. Αυτοί οι καιροσκόποι δεν είναι ποτέ διατεθειμένοι να κάνουν τα καθήκοντά τους. Αν τα πράγματα δεν πάνε έστω και στο ελάχιστο όπως τα θέλουν, νιώθουν καταπιεσμένοι. Αν και πάντα θέλουν να ζουν ελεύθεροι και να μην επιτελούν κανενός είδους έργο, θέλουν, παρόλα αυτά, να τρώνε καλό φαγητό και να φοράνε ωραία ρούχα, καθώς και να τρώνε και να κοιμούνται όποτε θέλουν. Σκέφτονται πως, αν έρθει ποτέ αυτή η μέρα, θα είναι σίγουρα υπέροχη. Δεν θέλουν να υπομείνουν ούτε ελάχιστη ταλαιπωρία και επιθυμούν μια ζωή καλοπέρασης. Αυτοί οι άνθρωποι βρίσκουν εξουθενωτική ακόμη και τη ζωή· τους δεσμεύουν αρνητικά συναισθήματα. Νιώθουν συχνά κουρασμένοι και μπερδεμένοι επειδή δεν μπορούν να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Δεν θέλουν να φροντίζουν για το κανονικό έργο τους ούτε να χειρίζονται τις κανονικές υποθέσεις τους. Δεν θέλουν να προσηλωθούν σε μια δουλειά και να την κάνουν χωρίς σταματημό από την αρχή μέχρι το τέλος, να την αντιμετωπίσουν ως επάγγελμα και καθήκον τους, ως υποχρέωση και ευθύνη τους· δεν θέλουν να την ολοκληρώσουν και να πετύχουν αποτελέσματα ούτε να την κάνουν όσο καλύτερα μπορούν. Δεν το έχουν σκεφτεί ποτέ κατ’ αυτόν τον τρόπο. Θέλουν απλώς να ενεργούν επιπόλαια και να χρησιμοποιούν το καθήκον τους ως μέσο για να βγάζουν τα προς το ζην. Όταν αντιμετωπίζουν λίγη πίεση ή κάποια μορφή ελέγχου, όταν καλούνται να ανταποκριθούν σε κάποιο ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο ή αναγκάζονται να επωμιστούν λίγη ευθύνη, νιώθουν άβολα και καταπιεσμένοι. Γεννιούνται μέσα τους αυτά τα αρνητικά συναισθήματα, η ζωή τούς φαίνεται εξουθενωτική και είναι δυστυχισμένοι. Ένας βασικός λόγος για τον οποίο η ζωή τούς φαίνεται εξουθενωτική είναι επειδή τέτοιοι άνθρωποι δεν έχουν λογική. Η λογική τους είναι προβληματική και όλη μέρα είναι παραδομένοι σε φαντασιώσεις, ζουν σε ένα όνειρο και πετάνε στα σύννεφα, ενώ φαντάζονται συνεχώς τα πιο εξωφρενικά πράγματα. Γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούν από την καταπίεση που νιώθουν. Δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια, είναι δύσπιστοι. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους ζητήσουμε να φύγουν από τον οίκο του Θεού, να επιστρέψουν στον κόσμο και να βρουν τον δικό τους τόπο ευκολίας και άνεσης» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Το συγκεκριμένο χωρίο των λόγων του Θεού με συγκίνησε βαθύτατα. Ο Θεός εξέθεσε πως η βασική αιτία που νιώθει κανείς καταπιεσμένος είναι πως θέλει να ενδώσει στη σάρκα του και δεν θέλει να περιορίζεται ή να πρέπει να υποφέρει ούτε στο ελάχιστο. Όταν δεν καταφέρνει να ικανοποιήσει τις σαρκικές επιθυμίες του, νιώθει καταπίεση και πόνο. Τέτοιοι άνθρωποι είναι αυτοί που λαχταρούν την άνεση. Δεν σκέφτονται ποτέ να φροντίσουν το έργο που οφείλουν και να εκπληρώσουν το καθήκον τους, και θέλουν διαρκώς να τεμπελιάζουν στην εκκλησία. Οι άνθρωποι που επιδιώκουν πραγματικά την αλήθεια και φροντίζουν το έργο που οφείλουν βλέπουν το καθήκον τους ως ευθύνη και υποχρέωσή τους. Δεν θεωρούν σημαντικό το να υποφέρει η σάρκα τους ή να υπομείνουν λίγο άγχος προκειμένου να κάνουν καλά το καθήκον τους. Γνωρίζουν πως μόνο αν κάνουν καλά το καθήκον τους, θα έχει η ζωή τους αξία και νόημα, και, επειδή η επιδίωξή τους είναι θετική, δεν νιώθουν καταπίεση και πόνο. Ο Θεός συμπαθεί και ευλογεί τέτοιους ανθρώπους. Γνώριζα πολύ καλά πως η ειδική χάρη του Θεού ήταν αυτή που μου επέτρεψε να αναλάβω καθήκοντα επικεφαλής. Ωστόσο, επειδή ήμουν υπεύθυνη για περισσότερο έργο και έπρεπε να ασχολούμαι με περισσότερες εργασίες, και επειδή η ανώτερη επικεφαλής παρακολουθούσε και επέβλεπε, είχα λιγότερες ευκαιρίες να ενδίδω σε ανέσεις. Εξαιτίας αυτού, θεώρησα πως ήταν πολύ δύσκολο και καταπιεστικό να κάνω αυτό το καθήκον, και ήθελα να περνώ την κάθε μέρα χαλαρώνοντας χωρίς άγχος. Σκέφτηκα τους κακούργους, τους ταραξίες, τους χασομέρηδες και τους αργόσχολους που υπάρχουν στην κοινωνία. Δεν σκέφτονται ποτέ τα σωστά πράγματα, ζουν χωρίς σκοπό, εξαπατούν τους άλλους για να τρώνε και να πίνουν από δω κι από κει, και τεμπελιάζουν στη δουλειά. Τέτοιοι άνθρωποι ζουν χωρίς ακεραιότητα και αξιοπρέπεια, και οι άλλοι τους περιφρονούν όπου κι αν πάνε. Είναι οι κατώτεροι όλων των ανθρώπων. Στο μεταξύ, εγώ ήθελα πάντα να επιδιώκω τις σαρκικές ανέσεις στο καθήκον μου, δεν ήμουν πρόθυμη να ασχοληθώ μ’ αυτό και δεν ήθελα να υποφέρω ούτε στο ελάχιστο. Στην ουσία, ήμουν άνθρωπος που δεν φρόντιζε το έργο που όφειλε και ήθελε μόνο να τρώει τζάμπα στον οίκο του Θεού. Αν και η θέση του επικεφαλής είναι λίγο πιο κουραστική, σου επιτρέπει να έρχεσαι σε επαφή με περισσότερους ανθρώπους και πράγματα, και σου προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, για το έργο της εκκαθάρισης της εκκλησίας, πρέπει κανείς να είναι εφοδιασμένος με την αλήθεια της διάκρισης των άλλων. Όσο για το έργο του ποτίσματος, εφόσον οι νεοφώτιστοι δεν έχουν γερά θεμέλια, πρέπει κανείς να κατέχει την αλήθεια του οράματος για να τους ποτίσει και να τους στηρίξει. Επίσης, η υλοποίηση άλλου έργου αφορά σχετικές αλήθεια-αρχές. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να αποκτήσει κανείς κάνοντας ένα καθήκον που αφορά μία μόνο εργασία. Εγώ, ωστόσο, δεν εκτιμούσα αυτές τις ευκαιρίες που μου έδωσε ο Θεός για ν’ αποκτήσω την αλήθεια, και πάντα σκεφτόμουν πως ήμουν πολύ απασχολημένη και εξουθενωμένη όταν έκανα καθήκοντα επικεφαλής, και δεν μπορούσα να ζήσω τη ζωή μου όπως ήθελα. Όταν η ανώτερη επικεφαλής επέβλεψε το έργο μου, ένιωσα να αντιστέκομαι σ’ αυτό, και υλοποιούσα το έργο επιπόλαια, πράγμα που επιβράδυνε την πρόοδο του έργου. Δεν έκανα αυτοκριτική και συνέχισα να ζω μες στην καταπίεση, ενώ ήθελα μέχρι και να εγκαταλείψω το καθήκον μου. Πραγματικά, δεν είχα στάλα συνείδησης ή λογικής! Ένιωσα πολύ στενοχωρημένη και ταραγμένη όταν διάβασα τα εξής λόγια του Θεού: «Δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια, είναι δύσπιστοι. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους ζητήσουμε να φύγουν από τον οίκο του Θεού, να επιστρέψουν στον κόσμο και να βρουν τον δικό τους τόπο ευκολίας και άνεσης». Ένιωσα λες και ο Θεός με εξέθετε μπρος στα μάτια μου. Ο Θεός χαρακτηρίζει τέτοιους ανθρώπους ως δύσπιστους, τους απεχθάνεται και τους αποστρέφεται. Αν δεν άλλαζα τη στάση που είχα απέναντι στο καθήκον μου, αργά ή γρήγορα ο Θεός θα με αποκάλυπτε και θα με απέκλειε. Όταν το κατάλαβα αυτό, φοβήθηκα λιγάκι και, μέσα μου, προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό: «Θεέ μου, δεν θέλω να συνεχίσω να πορεύομαι όπως όπως. Θέλω να είμαι άνθρωπος με κανονική ανθρώπινη φύση και σωστή λογική, ο οποίος φροντίζει το έργο που οφείλει. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με για να καταλάβω καλύτερα τον εαυτό μου».
Κατά την αναζήτησή μου, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Τι προκαλεί την καταπίεση που νιώθουν οι άνθρωποι; Σίγουρα δεν οφείλεται στη σωματική κόπωση, οπότε τι την προκαλεί; Αν οι άνθρωποι επιζητούν και επιδιώκουν μονίμως τη σωματική άνεση και ευτυχία και δεν θέλουν να υποφέρουν, τότε ακόμη και το να υποφέρουν λιγάκι σωματικά, να υποφέρουν λίγο περισσότερο από τους άλλους ή να νιώσουν λίγο πιο εξουθενωμένοι απ’ ό,τι συνήθως θα τους κάνει να νιώσουν καταπιεσμένοι. Αυτή είναι μία από τις αιτίες της καταπίεσης. Αν οι άνθρωποι δεν θεωρούν πως η λίγη σωματική ταλαιπωρία είναι μεγάλο θέμα και δεν επιδιώκουν τη σωματική άνεση, αλλά επιδιώκουν την αλήθεια και επιζητούν να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους για να ικανοποιήσουν τον Θεό, τότε δεν θα νιώθουν συχνά σωματική ταλαιπωρία. Ακόμη κι αν νιώθουν περιστασιακά κάπως πολυάσχολοι, κουρασμένοι ή εξουθενωμένοι, θα νιώσουν καλύτερα αφού κοιμηθούν και τότε θα συνεχίσουν το έργο τους. Θα επικεντρώνονται στα καθήκοντα και το έργο τους· δεν θα θεωρούν τη λιγοστή σωματική κόπωση σημαντικό ζήτημα. Ωστόσο, όταν προκύπτει κάποιο πρόβλημα στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων και επιδιώκουν συνεχώς τη σωματική άνεση, κάθε φορά που το φυσικό τους σώμα αδικείται λιγάκι ή δεν μπορεί να βρει ικανοποίηση, θα γεννιούνται μέσα τους αρνητικά συναισθήματα. […] Νιώθει συχνά καταπιεσμένος για αυτά τα ζητήματα και δεν είναι διατεθειμένος να δεχτεί βοήθεια από τους αδελφούς και τις αδελφές του ούτε επίβλεψη από τους επικεφαλής. Αν κάνει κάποιο λάθος, δεν θα επιτρέψει στους άλλους να τον κλαδέψουν. Δεν θέλει να συγκρατείται με κανέναν τρόπο. Σκέφτεται: “Πιστεύω στον Θεό για να καταφέρω να βρω την ευτυχία, άρα γιατί να κάνω τη ζωή μου δύσκολη; Γιατί να ζω με τόσο εξουθενωτικούς ρυθμούς; Η ζωή των ανθρώπων θα έπρεπε να είναι ευτυχισμένη. Οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε να δίνουν τόση προσοχή σε αυτούς τους κανονισμούς και αυτά τα συστήματα. Τι όφελος έχει να συμμορφώνεται κανείς συνεχώς με αυτά τα πράγματα; Τώρα, αυτήν τη στιγμή, θα κάνω ό,τι θέλω και κανείς σας δεν θα έπρεπε να έχει να πει κάτι γι’ αυτό”. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι ιδιαίτερα ισχυρογνώμων και άσωτος: Δεν επιτρέπει στον εαυτό του να υποστεί κανέναν περιορισμό ούτε θέλει να νιώθει περιορισμένος σε οποιοδήποτε περιβάλλον εργασίας. Δεν θέλει να συμμορφώνεται με τους κανονισμούς και τις αρχές του οίκου του Θεού, δεν είναι διατεθειμένος να δεχτεί τις αρχές που θα πρέπει να τηρούν οι άνθρωποι στη συμπεριφορά τους και δεν θέλει να τηρεί καν αυτά που του υπαγορεύουν η συνείδηση και η λογική. Θέλει να κάνει ό,τι του αρέσει, ό,τι τον κάνει ευτυχισμένο, ό,τι θα τον ωφελήσει και θα τον κάνει να νιώσει άνετα. Πιστεύει πως, αν ζούσε με αυτούς τους περιορισμούς, θα παραβίαζε τη βούλησή του, θα ήταν σαν να κακοποιεί τον εαυτό του, θα ήταν πολύ δύσκολο για τον ίδιο και οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να ζουν έτσι. Θεωρεί πως οι άνθρωποι θα πρέπει να ζουν ελεύθεροι και απελευθερωμένοι, να ικανοποιούν ασύστολα τη σάρκα και τις επιθυμίες τους, καθώς και τα ιδανικά και τα θέλω τους. Θεωρεί πως θα πρέπει να κάνει ό,τι του κατεβαίνει στο κεφάλι, να λέει ό,τι θέλει, να κάνει ό,τι θέλει και να πηγαίνει όπου θέλει, χωρίς να χρειάζεται να σκέφτεται τις συνέπειες ή τα αισθήματα των άλλων και, ιδίως, χωρίς να χρειάζεται να σκέφτεται τις δικές του ευθύνες και υποχρεώσεις, τα καθήκοντα που οφείλουν να εκτελούν οι πιστοί, τις αλήθεια-πραγματικότητες που οφείλουν να υποστηρίζουν και να βιώνουν ή το μονοπάτι της ζωής που θα πρέπει να ακολουθούν. Οι άνθρωποι σε αυτήν την ομάδα θέλουν πάντα να κάνουν ό,τι τους αρέσει στην κοινωνία και μεταξύ των άλλων ανθρώπων· όπου κι αν πάνε, όμως, δεν μπορούν ποτέ να καταφέρουν κάτι τέτοιο. Πιστεύουν πως ο οίκος του Θεού δίνει έμφαση στα ανθρώπινα δικαιώματα, παραχωρεί στους ανθρώπους πλήρη ελευθερία και νοιάζεται για την ανθρώπινη φύση, καθώς και για την ανοχή και τη μακροθυμία προς τους ανθρώπους. Νομίζουν πως, αφότου έρθουν στον οίκο του Θεού, θα πρέπει να είναι σε θέση να ικανοποιούν ελεύθερα τη σάρκα και τις επιθυμίες τους· ο οίκος του Θεού, όμως, έχει διοικητικά διατάγματα και κανονισμούς, οπότε και πάλι δεν μπορούν να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Επομένως, αυτό το αρνητικό συναίσθημα καταπίεσης που νιώθουν δεν μπορεί να διορθωθεί ακόμη και αφότου προσχωρήσουν στον οίκο του Θεού. Δεν ζουν για να ανταποκριθούν σε οποιαδήποτε ευθύνη ή για να ολοκληρώσουν αποστολές ούτε για να γίνουν αληθινοί άνθρωποι. Δεν πιστεύουν στον Θεό για να εκπληρώσουν το καθήκον ενός δημιουργημένου όντος, να ολοκληρώσουν την αποστολή τους και να φτάσουν στη σωτηρία. Ανεξάρτητα από τα άτομα που είναι γύρω τους, τα περιβάλλοντα στα οποία βρίσκονται ή το επάγγελμα που ασκούν, τελικός τους στόχος είναι να βρουν και να ικανοποιήσουν τον εαυτό τους. Όλα όσα κάνουν περιστρέφονται γύρω από αυτόν τον σκοπό, ενώ η διά βίου επιθυμία τους και ο στόχος της επιδίωξής τους είναι η προσωπική ικανοποίησή τους» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Παλιά, πάντα πίστευα πως το αίσθημα καταπίεσης που ένιωθα οφειλόταν στο ότι ήμουν πολύ απασχολημένη και αντιμετώπιζα μεγάλο άγχος και δυσκολίες ως επικεφαλής. Μέσα από την έκθεση των λόγων του Θεού, είδα τελικά πως η αιτία της καταπίεσής μου ήταν πως είχα προβληματικές σκέψεις και απόψεις σχετικά με το τι να επιδιώκω. Ήθελα πάντα να κάνω ό,τι μου αρέσει στο καθήκον μου και, όταν αντιμετώπιζα άγχος και δυσκολίες, και δεν μπορούσα να ικανοποιήσω τη σάρκα μου, βυθιζόμουν σ’ αυτό το αίσθημα καταπίεσης. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός πως επηρεαζόμουν από τα δηλητήρια που είχε ενσταλάξει μέσα μου ο Σατανάς, όπως «Η ζωή είναι μικρή· απόλαυσέ την όσο προλαβαίνεις» και «Πιες το σημερινό κρασί σήμερα», με τη σκέψη πως οι άνθρωποι θα πρέπει να φέρονται καλά στον εαυτό τους και να απολαμβάνουν τη ζωή τους. Στο παρελθόν, όταν ήμουν μαθήτρια και πλησίαζαν οι εισαγωγικές εξετάσεις για το λύκειο, το σχολείο μάς έδωσε λίγες μέρες για να κάνουμε επανάληψη. Οι συμμαθητές μου ένιωθαν χρονικά πιεσμένοι και ήθελαν να τα δώσουν όλα μια τελευταία φορά πριν τις εξετάσεις. Εγώ, όμως, δεν ήθελα να ζοριστώ έτσι, αφού σκεφτόμουν πως δεν ήταν δα και τόσο σημαντικό να γράψω καλά στις εξετάσεις και δεν υπήρχε λόγος να εξαντληθώ. Πέρασα εκείνο το διάστημα αράζοντας με κάποιους καλούς φίλους, χωρίς να βιώσω καθόλου άγχος πριν τις εξετάσεις. Όταν άρχισα την καριέρα μου, έπαιρνα και τότε αποφάσεις με βάση τις σαρκικές μου προτιμήσεις. Αν έβλεπα ότι το σύστημα μιας εταιρείας είχε σχετικά αυστηρές απαιτήσεις από τους εργαζομένους, ένιωθα να καταπιέζομαι και να συγκρατούμαι, και μάλιστα υπέβαλα την παραίτησή μου και έφυγα. Θεωρούσα πως ο άνθρωπος πρέπει να ζει ελεύθερα και άνετα. Αφού άρχισα να πιστεύω στον Θεό, διατήρησα τις ίδιες αυτές απόψεις στην επιδίωξή μου, και ήθελα να κάνω ένα ξεκούραστο και ανέμελο καθήκον. Όταν άρχισα να έχω περισσότερη δουλειά και άγχος στο πλαίσιο του καθήκοντός μου, γεννιόταν μέσα μου καταπίεση και αντίσταση, και έκανα το καθήκον μου επιπόλαια και μηχανικά. Δεν είχα καμία απολύτως ανθρώπινη φύση. Ήξερα πολύ καλά πως, εκείνη την περίοδο, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα συλλάμβανε και δίωκε με μανία τον εκλεκτό λαό του Θεού. Η ανώτερη επικεφαλής, λαμβάνοντας υπόψη πως οι νεοφώτιστοι είχαν μικρό ανάστημα, είπε πως έπρεπε να εντείνουμε το πότισμα και την υποστήριξη, ώστε να μπορέσουν να ριζώσουν στην αληθινή οδό το συντομότερο δυνατό. Παρακολουθώντας και επιβλέποντας το έργο του ποτίσματος λίγο πιο προσεκτικά, η επικεφαλής έπαιρνε εξ ολοκλήρου την ευθύνη για τη ζωή των νεοφώτιστων και υπολόγιζε την πρόθεση του Θεού. Αυτό έπρεπε να κάνει ένας επικεφαλής. Επειδή, όμως, έπρεπε να υποφέρω σαρκικά και να πληρώσω μεγαλύτερο τίμημα, ένιωθα αντίσταση, παραπονιόμουν και δεν έπαιρνα σοβαρά το έργο του ποτίσματος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ζημιωθεί η ζωή κάποιων νεοφώτιστων, επειδή δεν ποτίστηκαν εγκαίρως. Οι άνθρωποι που αγαπούν την αλήθεια και έχουν αίσθημα ευθύνης, όταν εξετάζουν την ανάθεσή τους από τον Θεό, το πρώτο που σκέφτονται είναι πώς να υπολογίσουν την πρόθεση του Θεού και να προσπαθήσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις Του. Όσο μεγάλες δυσκολίες και όσο άγχος κι αν αντιμετωπίσουν, μπορούν να χειριστούν αυτά τα πράγματα ενεργά, και να υλοποιήσουν την κάθε εργασία με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Σε σύγκριση μ’ αυτούς, εγώ έκανα καθήκοντα επικεφαλής, αλλά δεν αναλάμβανα καμία ευθύνη στο έργο μου και έφερνα εις πέρας τις εργασίες μηχανικά. Εφόσον αντιμετώπιζα το καθήκον μου μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν άξιζα την εμπιστοσύνη κανενός και είχα πετάξει την ακεραιότητα και την αξιοπρέπειά μου. Αν συνέχιζα να μη μετανοώ στον Θεό, θα καθυστερούσα πολύ το έργο της εκκλησίας, και ο Θεός θα με καταδίκαζε και θα με απέκλειε! Αν δεν είχα αποκαλυφθεί έτσι, δεν θα είχα αναγνωρίσει αυτές τις εσφαλμένες απόψεις που είχα τόσα χρόνια στην επιδίωξή μου και θα θεωρούσα πως το να επιδιώκει κανείς έτσι προσφέρει μεγάλη ελευθερία και άνεση. Ήμουν στ’ αλήθεια πολύ ανόητη και γελοία.
Αργότερα, βρήκα ένα μονοπάτι άσκησης μέσα από τα λόγια του Θεού. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Όσοι πιστεύουν αληθινά στον Θεό είναι όλοι τους άνθρωποι που φροντίζουν για το κανονικό έργο τους, είναι όλοι τους διατεθειμένοι να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους, καθώς και ικανοί να αναλάβουν μια δουλειά και να την κάνουν καλά σύμφωνα με το επίπεδό τους και τους κανονισμούς του οίκου του Θεού. Φυσικά, μπορεί στην αρχή να σου φανεί δύσκολο να προσαρμοστείς σε αυτήν τη ζωή. Μπορεί να νιώθεις εξαντλημένος τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Ωστόσο, αν είσαι πραγματικά αποφασισμένος να κάνεις ό,τι σου αναλογεί και διατεθειμένος να γίνεις ένας κανονικός, καλός άνθρωπος και να φτάσεις στη σωτηρία, τότε πρέπει να πληρώσεις κάποιο τίμημα και να αφήσεις τον Θεό να σε πειθαρχήσει. Όταν νιώθεις την παρόρμηση να γίνεις ισχυρογνώμων, πρέπει να επαναστατείς εναντίον της και να την εγκαταλείπεις, μειώνοντας σταδιακά την ισχυρογνωμοσύνη σου και τις εγωιστικές επιθυμίες σου. Πρέπει να αναζητάς τη βοήθεια του Θεού σε κρίσιμα θέματα, κρίσιμους καιρούς και κρίσιμες εργασίες. Αν έχεις όντως αποφασιστικότητα, θα πρέπει να ζητάς από τον Θεό να σε συμμορφώνει και να σε πειθαρχεί, καθώς και να σε διαφωτίζει για να καταφέρεις να κατανοήσεις την αλήθεια· με αυτόν τον τρόπο θα πετυχαίνεις καλύτερα αποτελέσματα. Αν έχεις πραγματικά αποφασιστικότητα, προσεύχεσαι στον Θεό παρουσία Του και κάνεις δεήσεις σε Αυτόν, τότε ο Θεός θα αναλάβει δράση. Θα αλλάξει την κατάστασή σου και τις σκέψεις σου. Αν το Άγιο Πνεύμα κάνει λίγο έργο, σε συγκινήσει και σε διαφωτίσει λιγάκι, η καρδιά σου θα αλλάξει και η κατάστασή σου θα μεταμορφωθεί. Όταν πραγματοποιηθεί αυτή η μεταμόρφωση, θα νιώθεις πως δεν είναι καταπιεστικό να ζεις έτσι. Η καταπιεσμένη κατάστασή σου και τα συναισθήματα καταπίεσης που νιώθεις θα μεταμορφωθούν, θα μετριαστούν και θα είναι διαφορετικά απ’ ό,τι προηγουμένως. Θα νιώθεις πως δεν είναι κουραστικό να ζεις έτσι. Θα σε ευχαριστεί να εκτελείς το καθήκον σου στον οίκο του Θεού. Θα νιώθεις πως είναι καλό να ζεις, να συμπεριφέρεσαι και να εκτελείς το καθήκον σου κατ’ αυτόν τον τρόπο, με το να υπομένεις κακουχίες και να πληρώνεις ένα τίμημα, να ακολουθείς τους κανόνες και να ενεργείς σύμφωνα με τις αρχές. Θα νιώθεις πως έτσι θα πρέπει να ζουν οι κανονικοί άνθρωποι. Όταν ζεις σύμφωνα με την αλήθεια και εκτελείς καλά το καθήκον σου, θα νιώθεις πως η καρδιά σου είναι σταθερή και γαλήνια και πως η ζωή σου έχει νόημα» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Από τα λόγια του Θεού, είδα πως ο Θεός συμπαθεί τους ανθρώπους που πιστεύουν αληθινά σ’ Αυτόν και φροντίζουν το έργο που οφείλουν. Ό,τι είδους δυσκολίες ή άγχος κι αν αντιμετωπίσουν αυτοί οι άνθρωποι στο καθήκον τους, μπορούν να αναλάβουν τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους ως ενήλικες και να αποδεχτούν, να υποταχθούν, να μην προσπαθήσουν να ξεφύγουν, και να ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές και τις απαιτήσεις του οίκου του Θεού. Όταν δεν μπορούν να το κάνουν αυτό, αυτοί οι άνθρωποι προσεύχονται και στηρίζονται στον Θεό, και αναζητούν την αλήθεια. Χάρη στην επιδίωξή τους και το τίμημα που πληρώνουν, ο Θεός θα τους διαφωτίσει και θα τους καθοδηγήσει. Η ζωή αυτών των ανθρώπων έχει αξία. Συγκρίνοντάς το αυτό με την εκτέλεση του καθήκοντός μου, όταν αντιμετώπιζα την παραμικρή δυσκολία ή λίγο άγχος, βυθιζόμουν σε ένα αίσθημα καταπίεσης, δεν αναζητούσα την πρόθεση του Θεού και ήθελα, μάλιστα, να αποφύγω το καθήκον μου. Δεν ήμουν σε καμία περίπτωση άνθρωπος που υπολόγιζε την πρόθεση του Θεού. Παλιά, όταν το καθήκον που έκανα αφορούσε μία μόνο εργασία και δεν υπήρχαν μεγάλες απαιτήσεις από μένα, αυτό οφειλόταν στο ότι το ανάστημά μου ήταν πολύ μικρό και είχα μόλις αρχίσει την εκπαίδευσή μου. Τώρα, έκανα καθήκοντα επικεφαλής και επωμιζόμουν μεγαλύτερο βάρος, οπότε ήταν φυσικό να υπάρχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις από μένα. Το ίδιο συμβαίνει όταν ένα παιδί σε μια οικογένεια φτάνει στην ηλικία όπου μπορεί να κάνει κάποιες δουλειές και να αναλάβει οικιακά καθήκοντα: είναι βέβαιο πως οι γονείς του θα έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις απέναντί του. Αν φοβάται να υποφέρει και δεν φροντίζει το έργο που οφείλει, τότε δεν έχει ανθρώπινη φύση και σίγουρα δεν θα αρέσει στους γονείς του. Δίνοντάς μου ένα τόσο σημαντικό καθήκον, ο Θεός μού είχε δείξει χάρη και εναπόθετε μεγαλύτερο φορτίο πάνω μου. Πρόθεσή Του ήταν να κατανοήσω περισσότερες αλήθειες και να αναπτυχθώ πιο γρήγορα στη ζωή, να επωμιστώ τις ευθύνες μου ως ενήλικας και να είμαι άνθρωπος με συνείδηση και λογική. Αφού κατάλαβα την πρόθεση του Θεού, ένιωσα πολύ πιο απελευθερωμένη. Δεν μπορούσα να συνεχίσω να είμαι ανάξια της φιλόπονης πρόθεσης του Θεού. Αν και είχα περισσότερο έργο και άγχος, έπρεπε να διορθώσω τη στάση μου απέναντι στο καθήκον μου και να καταβάλω προσπάθεια για τις αλήθεια-αρχές, να αναζητώ περισσότερο με τη συνεργάτιδά μου και την ανώτερη επικεφαλής όταν δεν καταλάβαινα κάτι, ενώ παράλληλα να αντισταθμίζω σταδιακά τις ελλείψεις μου και να προσπαθώ να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του Θεού.
Τον Σεπτέμβριο, οι συλλήψεις από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα εντείνονταν όλο και περισσότερο, και δεν μπορούσαμε παρά να κρυφτούμε στα σπίτια μας. Αν και δεν μπορούσα να βγω έξω, έπρεπε και πάλι να χειρίζομαι καθημερινά επιστολές από τους αδελφούς και τις αδελφές, στις οποίες ανέφεραν και αναζητούσαν λύσεις για κάθε λογής προβλήματα, καθώς και επιστολές από την ανώτερη επικεφαλής για το έργο που έπρεπε να υλοποιηθεί επειγόντως. Οι περιορισμοί του περιβάλλοντος μας επηρέασαν όσον αφορά την υλοποίηση διάφορων εργασιών, καθώς και τον χειρισμό και την επίλυση ζητημάτων. Κάθε μέρα, αυτά τα θέματα με βασάνιζαν έντονα και με κούραζαν πολύ πνευματικά. Επιπλέον, η ανώτερη επικεφαλής μάς έστελνε έγκαιρα επιστολές για να παρακολουθήσουμε την πρόοδο διάφορων εργασιών. Άρχισα να νιώθω πάλι αντίσταση και σκέφτηκα μέσα μου: «Η επικεφαλής επιβλέπει το έργο πολύ σχολαστικά και πολύ συχνά. Στην αρχή, θεωρούσα πως θα ξεκουραζόμουν λιγάκι μιας και κρυβόμουν στο σπίτι. Ο φόρτος εργασίας, όμως, όχι μόνο δεν έχει ελαττωθεί, αλλά έχει αυξηθεί κιόλας. Τώρα δεν έχω ευκαιρίες να ενδώσω στη σάρκα μου. Θα καταπιεστώ πολύ αν χρειαστεί να συνεχίσω να κάνω το καθήκον μου έτσι στο μέλλον!» Συνειδητοποίησα πως η κατάστασή μου ήταν λανθασμένη για άλλη μια φορά, και προσήλθα γρήγορα ενώπιον του Θεού, Τον επικαλέστηκα και Του ζήτησα να προστατέψει την καρδιά μου. Αργότερα, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Ως ενήλικας, πρέπει να επωμιστείς αυτά τα πράγματα χωρίς να παραπονεθείς ή να αντισταθείς και, ιδίως, χωρίς να τα αποφύγεις ή να τα απορρίψεις. […] Αυτό ισχύει για όλους, τόσο στην κοινωνία όσο και στον οίκο του Θεού. Αυτή είναι η ευθύνη που θα πρέπει να αναλάβεις, το βαρύ φορτίο που θα πρέπει να φέρει ένας ενήλικας, αυτό που θα πρέπει να επωμιστεί, και δεν πρέπει να το αποφύγεις. Αν προσπαθείς μονίμως να ξεφύγεις ή να απαλλαχθείς από όλα αυτά, τότε θα βγαίνουν στην επιφάνεια τα συναισθήματα καταπίεσης που νιώθεις και πάντα θα εγκλωβίζεσαι σε αυτά. Αν καταφέρεις, ωστόσο, να κατανοήσεις και να δεχτείς όλα αυτά τα πράγματα όπως πρέπει και να τα δεις ως αναγκαίο μέρος της ζωής και της ύπαρξής σου, τότε αυτά τα ζητήματα δεν θα γίνονται αιτία να γεννηθούν μέσα σου αρνητικά συναισθήματα» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (5)]. Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, ήξερα πως δεν είναι απλό και εύκολο να είναι κανείς άνθρωπος που μπορεί να αναλάβει πράγματα και να δείχνει υπευθυνότητα. Αν ήθελα διαρκώς να αποφεύγω τέτοιου είδους συνθήκες, θα συνέχιζε να με δεσμεύει αυτό το αίσθημα καταπίεσης. Η επικεφαλής επέβλεπε το έργο ώστε να κάνω καλά το καθήκον μου. Εφόσον είχα διεφθαρμένες διαθέσεις και έκανα συχνά το καθήκον μου με επιπολαιότητα, ο μόνος λόγος που δεν τόλμησα να συνεχίσω να ζω σύμφωνα με αυτές τις διεφθαρμένες διαθέσεις και να κάνω ό,τι θέλω ήταν η επίβλεψη της επικεφαλής. Αυτό με βοηθούσε να κάνω καλά το καθήκον μου. Σκέφτηκα πως δεν γινόταν να συνεχίσει να με κατακλύζει το αίσθημα καταπίεσης όπως παλιά. Έπρεπε να διορθώσω τη στάση μου και να αντιμετωπίσω σωστά την επίβλεψη της επικεφαλής. Μόλις υιοθέτησα αυτόν τον τρόπο σκέψης, η κατάστασή μου άρχισε σταδιακά να αλλάζει. Μετά απ’ αυτό, εκτελούσα κανονικά τις διάφορες εργασίες, κι έβαζα τα δυνατά μου να συνεισφέρω ό,τι μπορούσα να σκεφτώ ή να κάνω. Όταν δεν μπορούσα να καταφέρω κάτι, έγραφα εγκαίρως στην επικεφαλής για να αναζητήσω ένα μονοπάτι προς τη λύση. Τώρα, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές δυσκολίες και άγχος στο έργο μου, δεν νιώθω πια καταπίεση και πόνο. Απεναντίας, έχω αποκτήσει μεγαλύτερο αίσθημα ευθύνης. Η καθοδήγηση των λόγων του Θεού με έκανε να απαλλαγώ από το αίσθημα καταπίεσης και να επωμιστώ τις ευθύνες μου ως ενήλικας. Δόξα τω Θεώ!