12. Είκοσι χρόνια κακουχίες
Βαπτίστηκα χριστιανός το 1991 και λίγα χρόνια αργότερα έγινα ιεροκήρυκας. Το 1995, με συνέλαβαν αστυνομικοί του Τμήματος Πολιτικής Ασφάλειας του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας της κομητείας, απαιτώντας να μάθουν πού κήρυττα και ποιος ήταν ο επικεφαλής μου. Όταν δεν πήραν απάντηση, με γρονθοκόπησαν και με κλώτσησαν, και με βασάνισαν για τέσσερις-πέντε ώρες, γεμίζοντάς με μελανιές. Στη συνέχεια, με κλείδωσαν στο κρατητήριο της κομητείας. Οι αστυνομικοί και οι άλλοι κρατούμενοι με βασάνισαν για 42 μέρες, οδηγώντας με στα πρόθυρα του θανάτου. Αργότερα, η σύζυγός μου χρησιμοποίησε κάποιες διασυνδέσεις και πλήρωσε πρόστιμο σχεδόν 10.000 γουαν για να με απελευθερώσει. Δεν καταλάβαινα. Ως πιστοί που μοιραζόμασταν το ευαγγέλιο, καθοδηγούσαμε τους άλλους να ακολουθούν τις διδασκαλίες του Κυρίου, να είναι καλοί άνθρωποι, να είναι ανεκτικοί και να αγαπούν τους άλλους όπως τον εαυτό τους. Γιατί να μας καταδιώκει τόσο βάναυσα το Κομμουνιστικό Κόμμα; Στη συνέχεια, αφότου πίστεψα στον Παντοδύναμο Θεό, μέσω των αποκαλύψεων στα λόγια του Θεού και μέσω της προσωπικής εμπειρίας, απέκτησα διάκριση σχετικά με τη δαιμονική ουσία του ΚΚΚ, ουσία μίσους προς την αλήθεια και εναντίωσης στον Θεό.
Μια μέρα τον Δεκέμβριο του 1999, ενώ εγώ και η σύζυγός μου τρώγαμε πρωινό, εισέβαλαν τρεις αστυνομικοί. Ο ένας από αυτούς ήταν από εκείνους που με είχαν συλλάβει παλαιότερα για την πίστη μου στον Κύριο. Με κοίταξε μερικές φορές από πάνω μέχρι κάτω και μου είπε αυστηρά: «Σε έχουν καταγγείλει επειδή πιστεύεις στον Παντοδύναμο Θεό και κηρύττεις το ευαγγέλιο. Πραγματικά δεν πήρες το μάθημά σου!» Μετά από αυτό, έκαναν όλο το σπίτι άνω κάτω, έψαξαν παντού. Αυτό συνεχίστηκε για περίπου μία ώρα και έκαναν το σπίτι ρημαδιό, αλλά δεν βρήκαν κανένα βιβλίο και καθόλου υλικό σχετικά με την πίστη. Στη συνέχεια, με έβαλαν σε ένα περιπολικό για να με μεταφέρουν στο αστυνομικό τμήμα. Καθ’ οδόν, στο μυαλό μου περνούσε η μία σκηνή μετά την άλλη από την πρώτη φορά που με συνέλαβαν και με βασάνισαν. Ήμουν πολύ φοβισμένος. Αυτοί οι δαίμονες μισούν ιδιαίτερα τους πιστούς και δεν ήξερα με ποιον τρόπο θα με βασάνιζαν. Προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό και θυμήθηκα κάτι που είπε: «Όποιος λαμβάνει τη δόξα Μου πρέπει να γίνει μάρτυράς Μου και να δίνει τη ζωή του για Μένα. Αυτό είναι εδώ και καιρό προκαθορισμένο από Μένα» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τι γνωρίζεις περί πίστης;). Πράγματι —η σύλληψή μου εκείνη την ημέρα είχε γίνει με την άδεια του Θεού, και το πόσο θα υπέφερα, το αν θα ζούσα ή θα πέθαινα, ήταν όλα στα χέρια του Θεού. Έπρεπε να καταθέσω μαρτυρία. Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν πίστη και δύναμη και ένιωσα πιο ήρεμος.
Αρχικά, με πήγαν στο αστυνομικό τμήμα για να με ψάξουν και να με ανακρίνουν, αλλά βλέποντας ότι δεν μιλούσα, με πήγαν στην υπηρεσία δημόσιας ασφάλειας της κομητείας. Εκεί, αρκετοί αστυνομικοί με περικύκλωσαν, με γρονθοκόπησαν και με κλώτσησαν, ενώ κάποιοι με χτύπησαν με γκλομπ. Έπεσα στο έδαφος από τα χτυπήματά τους. Αιμορραγούσα από τη μύτη και το στόμα, τα ρούχα μου ήταν σκισμένα και το κεφάλι μου γυρνούσε. Δεν είχα καν τη δύναμη να σηκωθώ όρθιος. Τότε, ο επικεφαλής αστυνομικός με άρπαξε από το λαιμό και μου είπε: «Αν δεν σε κάνω να καταλάβεις τι συμβαίνει, δεν θα ξέρεις με ποιον τα βάζεις! Μίλα! Ποιος είναι ο επικεφαλής σου; Σε ποιους έχεις κηρύξει;» Ήμουν πολύ νευρικός. Αν δεν μιλούσα, σίγουρα θα συνέχιζαν να με χτυπούν, και αν αυτό συνεχιζόταν, σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να καταλήξω ανάπηρος ή νεκρός. Προσευχήθηκα στον Θεό μέσα μου, ζητώντας την προστασία και την καθοδήγησή Του. Τότε, σκέφτηκα τα εξής λόγια του Θεού: «Αν ο άνθρωπος τρέφει άτολμες και φοβισμένες σκέψεις, είναι γιατί ο Σατανάς τον έχει ξεγελάσει, φοβούμενος πως θα διασχίσουμε τη γέφυρα της πίστης για να εισέλθουμε στον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 6). Συνειδητοποίησα ότι η δειλία και ο φόβος μου προέρχονταν από τον Σατανά, και όσο άγριοι κι αν ήταν οι αστυνομικοί, μπορούσαν απλώς να βασανίσουν και να κακοποιήσουν τη σάρκα μου, αλλά δεν μπορούσαν να αγγίξουν την ψυχή μου. Ακόμα κι αν με χτυπούσαν μέχρι θανάτου εκείνη τη μέρα, η ψυχή μου θα ήταν στα χέρια του Θεού. Αυτή η σκέψη μού έδωσε πίστη και δύναμη, και δεν θα πρόδιδα τον Θεό ούτε θα πρόδιδα τους αδελφούς και τις αδελφές μου, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε τον θάνατο. Έσφιξα τα δόντια και δεν είπα λέξη. Δεν απαντούσα ούτε όταν με ρώτησαν αρκετές φορές, οπότε με κλώτσησαν στο έδαφος και στη συνέχεια πήραν ένα γκλομπ, το έβαλαν στο τσιμεντένιο πάτωμα και έβαλαν δύο άτομα να με τραβήξουν και να με αναγκάσουν να γονατίσω πάνω του. Η πίεση στα οστά της κνήμης μού προκάλεσε τρομερό πόνο και άρχισα να κλαίω. Ένας αστυνομικός πάτησε βάναυσα τις γάμπες μου αρκετές φορές, και αυτό με πόνεσε τόσο πολύ, που φώναξα και έπεσα κουλουριασμένος στο πάτωμα. Ο αξιωματικός φώναξε: «Σήκω πάνω!» Αλλά δεν μπορούσα να κουνήσω τα πόδια μου, δεν είχα τη δύναμη να σηκωθώ. Νιώθοντας απέραντη δυστυχία, είπα μια προσευχή στον Θεό: «Θεέ μου, σχεδόν δεν αντέχω άλλο και δεν ξέρω πώς αλλιώς θα με βασανίσουν. Θεέ μου, δεν θέλω να Σε προδώσω —Σε παρακαλώ, δώσε μου πίστη και δύναμη». Ακριβώς τότε σκέφτηκα μερικά λόγια του Θεού: «Αποδεχθήκατε ποτέ τις ευλογίες που σας δόθηκαν; Γυρέψατε ποτέ τις υποσχέσεις που σας δόθηκαν; Είναι σίγουρο ότι, υπό την καθοδήγηση του φωτός Μου, θα σπάσετε αυτήν τη θηλιά με την οποία σας στραγγαλίζουν οι δυνάμεις του σκότους. Είναι σίγουρο ότι, εν μέσω του σκότους, δεν θα χάσετε το φως που σας καθοδηγεί. Θα είστε σίγουρα οι κυρίαρχοι όλης της δημιουργίας. Θα είστε σίγουρα νικητές ενώπιον του Σατανά. Είναι σίγουρο ότι, με την πτώση της βασιλείας του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, θα ξεχωρίσετε ανάμεσα στις ορδές των μυριάδων για να δώσετε τη μαρτυρία της νίκης Μου. Θα μείνετε σίγουρα σταθεροί και ακλόνητοι στη γη του Σινείμ. Μέσα από τα δεινά που υπομένετε, θα κληρονομήσετε τις ευλογίες Μου και θα ακτινοβολήσετε σίγουρα τη δόξα Μου σ’ ολόκληρο το σύμπαν» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 19). Τα λόγια του Θεού ενίσχυσαν την πίστη και τη δύναμή μου. Έπρεπε πραγματικά να στηριχθώ στον Θεό και με την καθοδήγηση των λόγων Του, θα μπορούσα σίγουρα να θριαμβεύσω επί του Σατανά και να παραμείνω σταθερός στη μαρτυρία μου. Μετά από έξι ή επτά ώρες φρικτών βασανιστηρίων, ήμουν πολύ άγρια χτυπημένος και η αριστερή μου γάμπα είχε σακατευτεί. Καθώς εξακολουθούσα να μην μιλάω, οι αστυνομικοί με πήγαν σ’ ένα κρατητήριο. Το προσωπικό εκεί είδε πόσο άσχημα είχα τραυματιστεί και δεν ήθελε να με δεχτεί, και μόνο μετά από διαπραγματεύσεις που έκαναν οι αστυνομικοί μαζί τους για αρκετή ώρα συμφώνησαν τελικά να με δεχτούν.
Με πήγαν σε ένα κελί όπου μύριζε κάτι βρώμικο. Ήταν ένας μικροσκοπικός χώρος περίπου 10 τετραγωνικών μέτρων με κάτι βρώμικες, δύσοσμες κουβέρτες και μια τουαλέτα. Δεκαπέντε ή δεκαέξι άνθρωποι έτρωγαν, έπιναν, κοιμόντουσαν και αφόδευαν εκεί μέσα —ήταν υγρό και ακατάστατο. Οι άλλοι κρατούμενοι με κοίταζαν άγρια. Ένιωθα πολύ νευρικός και προσευχόμουν ασταμάτητα στον Θεό. Θυμήθηκα κάτι που είπε: «Μη φοβάσαι, γιατί σε στηρίζουν τα χέρια Μου, κι Εγώ θα σε προστατέψω από όλους τους κακοποιούς» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 28). Τα λόγια του Θεού με παρηγόρησαν και μου έδωσαν πίστη, και δεν ένιωθα πια τόσο νευρικός. Την επόμενη μέρα, ο επικεφαλής κρατούμενος ξεκίνησε επίτηδες καυγά και έβαλε τους άλλους να με χτυπήσουν, με αποτέλεσμα να κυλιέμαι στο έδαφος. Κατέληξα κουλουριασμένος από τον πόνο, χωρίς να μπορώ να κουνηθώ. Στη συνέχεια, κατά καιρούς με ανέκριναν οι αστυνομικοί, απαιτώντας να ξεπουλήσω την εκκλησία, και μετά, εφόσον δεν μπορούσαν να μου αποσπάσουν τίποτα, πέρασαν σε λιγότερο άμεσες τακτικές. Μια φορά, ήρθε να με ανακρίνει ο θείος της γυναίκας μου ο Λι. Διαχειριζόταν υλικά στο Τμήμα Πολιτικής Ασφάλειας του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας. Με ρώτησε, παριστάνοντας τον ανήσυχο: «Μήπως σε χτυπάνε κρατούμενοι; Έχεις αρκετό φαγητό;» Στη συνέχεια, έβαλε έναν άλλον αξιωματικό να πάει να μου αγοράσει μερικά ψωμάκια στον ατμό και μερικά πακέτα τσιγάρα. Αναστέναξε και είπε με ύφος ανησυχίας: «Αν δεν ομολογήσεις, μάλλον θα μπεις φυλακή και δεν θα μπορέσω να σε βοηθήσω. Αν ομολογήσεις, ίσως μπορέσεις να πας σπίτι σου εγκαίρως για το νέο έτος. Σκέψου το λίγο!» Όταν το είπε αυτό, σκεφτόμουν ότι οι γονείς μου ήταν στα 70 τους και η γυναίκα μου φρόντιζε μόνη της τρία μικρά παιδιά. Πώς θα τα έβγαζαν πέρα αν όντως πήγαινα φυλακή για τρία με πέντε χρόνια; Οι φυλακές του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι σαν κόλαση και μπορεί ανά πάσα στιγμή να σε βασανίσουν μέχρι θανάτου. Τι θα έκαναν αν πέθαινα; Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, ένιωθα όλο και πιο απελπισμένος, οπότε προσευχήθηκα, ζητώντας από τον Θεό να με προσέχει. Σκέφτηκα αυτό το απόσπασμα από τα λόγια του Θεού: «Ο λαός Μου θα πρέπει να είναι πάντοτε σε ετοιμότητα απέναντι στα πονηρά σχέδια του Σατανά, φυλάσσοντας την πύλη του οίκου Μου για Εμένα· οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι ικανοί να στηρίζουν ο ένας τον άλλο και να φροντίζουν ο ένας τον άλλο, προκειμένου να αποφύγετε το να πέσετε στην παγίδα του Σατανά, που τότε θα ήταν πολύ αργά για μετάνοια» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 3). Τα λόγια του Θεού με αφύπνισαν. Οι αστυνομικοί ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την αγάπη μου για την οικογένειά μου και τις σαρκικές μου αδυναμίες για να με κάνουν να προδώσω τον Θεό. Ήταν τόσο ύπουλο! Παραλίγο να την πατήσω. Ο Θεός μού είχε δώσει τη ζωή μου και το αν θα ζούσα ή θα πέθαινα εξαρτιόταν από Εκείνον. Η μοίρα των γονέων μου και της γυναίκας μου ήταν επίσης στο χέρι του Θεού —Εκείνος είχε τον τελευταίο λόγο. Αν καταδικαζόμουν σε φυλάκιση, θα ήταν με την άδεια του Θεού. Έπρεπε να παραμείνω σταθερός, ακόμη και αν αυτό μου κόστιζε τη ζωή! Έτσι, του απάντησα: «Είπα ό,τι είχα να πω και δεν ξέρω τίποτε άλλο». Όταν το κολπάκι του δεν έπιασε, με κοίταξε για λίγο και μετά έφυγε εκνευρισμένος.
Οι δεσμοφύλακες έλεγαν πάντα στους άλλους κρατούμενους να με βασανίζουν με πολλούς τρόπους, όπως «να τρώω ζυμαρικά», «να κοιτάζω στον καθρέφτη», «να τρώω τον αγκώνα» και να απαριθμώ τους κανόνες της φυλακής. Το «να τρώω ζυμαρικά» ήταν να με τυλίγουν με σεντόνια και μετά να βάζουν τους άλλους να με χτυπάνε και να με κλωτσάνε, παρατώντας με ζαλισμένο και αποπροσανατολισμένο. Το να «κοιτάζω στον καθρέφτη» ήταν να βάζω το κεφάλι μου στην τουαλέτα, όπου υπήρχαν ούρα και περιττώματα και θα μπορούσα να πνιγώ από αυτά αν δεν ήμουν προσεκτικός. Το να «τρώω τον αγκώνα» ήταν να μου καρφώνουν έναν αγκώνα στην πλάτη. Επίσης, με έβαζαν να απαριθμώ τους κανόνες της φυλακής, και αν μπέρδευα μια λέξη, μου έβγαζαν το παντελόνι και με χτυπούσαν με ένα παπούτσι με πλαστική σόλα μέχρι να βγάλω ματωμένες φουσκάλες στα οπίσθιά μου. Συν τοις άλλοις, οι δεσμοφύλακες συχνά με έβαζαν να δουλεύω μέρα-νύχτα. Είχα τραυματισμούς και γι’ αυτό δούλευα αργά, ενώ οι άλλοι κρατούμενοι μου ανέθεταν συνεχώς περισσότερες εργασίες. Αν δεν τις τελείωνα, με χτυπούσαν. Τα τόσα βασανιστήρια μου προκαλούσαν μεγάλο πόνο και κατάθλιψη. Μερικές φορές γινόμουν τόσο αδύναμος που ήθελα να πεθάνω, για να βάλω τέλος σ’ αυτό το μαρτύριο. Προσευχόμουν συνέχεια στον Θεό, ζητώντας Του να προσέχει την καρδιά μου. Μια μέρα, μου ήρθε ξαφνικά στο μυαλό η σταύρωση του Κυρίου Ιησού. Ο Θεός είναι υπέρτατος, άγιος και αναμάρτητος, και ενσαρκώθηκε αυτοπροσώπως και ήρθε να εργαστεί για να σώσει την ανθρωπότητα, αλλά σταυρώθηκε. Τώρα ο Θεός έχει πάρει σάρκα για άλλη μια φορά, έρχεται να εργαστεί στην Κίνα, και ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, υφίσταται την απόρριψη, τη συκοφαντία, την καταδίκη και τη βλασφημία από την ανθρωπότητα. Επίσης, καταδιώκεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει να εκφράζει αλήθειες για να σώσει την ανθρωπότητα. Η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο είναι τεράστια! Είμαι ένας πιστός που επιδιώκει τη σωτηρία —πόσο μετράει αυτός ο μικρός πόνος; Άλλωστε, το να υποφέρεις σημαίνει να έχεις μερίδιο στη βασιλεία του Χριστού και στις κακουχίες Του. Είναι κάτι ένδοξο. Έχει αξία και νόημα. Η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος ανανέωσε την πίστη και τη δύναμή μου, και δεν ήμουν πια τόσο δυστυχισμένος, όσο κι αν με βασάνιζαν οι φυλακισμένοι.
Μια μέρα, μετά το πρωινό, μερικοί αστυνομικοί με οδήγησαν σε μια αγορά περίπου 5,5 μίλια από το σπίτι μου και στη συνέχεια με έβαλαν μαζί με καμιά δεκαριά άλλους κρατούμενους σε μια πλατφόρμα. Συνειδητοποίησα ότι επρόκειτο για λαϊκό δικαστήριο. Μια σειρά από στελέχη του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας της κομητείας κάθονταν στη σκηνή, με ένα πυκνό πλήθος ανθρώπων από κάτω. Πολλοί από αυτούς ψιθύριζαν μεταξύ τους και με έδειχναν. Το πρόσωπό μου άναψε, η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει πιο γρήγορα και δεν τολμούσα να σηκώσω το κεφάλι μου. Σκεφτόμουν ότι αρκετοί από τους συγγενείς, τους φίλους και τους γνωστούς μου βρίσκονταν σε εκείνη την περιοχή, καθώς και συνεργάτες από την προηγούμενη πίστη μου. Τι θα σκέφτονταν, βλέποντάς με να δικάζομαι με μια πινακίδα στο λαιμό μου μαζί με τους άλλους κρατούμενους; Πώς θα μπορούσα να εμφανιστώ μετά από αυτό; Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο χειρότερα ένιωθα, οπότε προσευχήθηκα και ζήτησα από τον Θεό δύναμη. Σκέφτηκα μερικά λόγια Του: «Ελπίζω ότι όλοι οι άνθρωποι θα μπορούν να γίνουν δυνατοί, ηχηροί μάρτυρές Μου ενώπιον του μεγάλου κόκκινου δράκοντα, θα μπορούν να προσφέρουν τον εαυτό τους για χάρη Μου για τελευταία φορά και θα εκπληρώσουν τις απαιτήσεις Μου για τελευταία φορά. Μπορείτε πράγματι να το κάνετε αυτό;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 34). Τα λόγια του Θεού μού έδωσαν πίστη και δύναμη. Ως πιστοί, βρισκόμαστε στο σωστό μονοπάτι. Δεν παραβιάζουμε νόμους ούτε κάνουμε κακά πράγματα, οπότε δεν υπάρχει λόγος να ντρεπόμαστε για τίποτα. Η ταπείνωση που αντιμετώπιζα ήταν να υποστώ διώξεις για τη δικαιοσύνη. Θα έπρεπε να αισθάνομαι υπερήφανος. Αυτή η σκέψη με ηρέμησε. Τελικά με χρέωσαν με τις κατηγορίες της «παράνομης πίστης» και της «διατάραξης της κοινωνικής τάξης» και μου επέβαλαν τρία χρόνια αναμόρφωσης μέσω καταναγκαστικών έργων. Βλέποντας όλα αυτά τα υπεροπτικά, αυτάρεσκα πρόσωπα στη σκηνή, μίσησα αυτούς τους δαίμονες με κάθε ίχνος της ύπαρξής μου και ορκίστηκα ότι ακόμα κι αν μου επέβαλλαν 30 χρόνια, όχι μόνο τρία, δεν θα πρόδιδα ποτέ τον Θεό, δεν θα υποκλινόμουν ποτέ στον Σατανά!
Με έστειλαν σε στρατόπεδο εργασίας δύο ημέρες μετά το λαϊκό δικαστήριο. Εκεί, με έστειλαν σε ένα εργοτάξιο για να σκάβω χαρακώματα και θα έπρεπε να μετακινώ τσιμέντο και άμμο με καροτσάκι. Έπρεπε να κάνω δώδεκα ή περισσότερες ώρες τέτοιας βαριάς εργασίας κάθε μέρα. Μερικές φορές, δούλευα αργά επειδή η γάμπα μου ήταν τραυματισμένη, και όταν το αντιλαμβανόταν ο σωφρονιστικός υπάλληλος, με χτυπούσε. Ένιωσα κάποια αδυναμία στη σκέψη ότι θα έπρεπε να μείνω εκεί για τρία χρόνια. Δεν ήξερα πώς θα το ξεπερνούσα αυτό ή αν θα τα κατάφερνα να βγω ζωντανός. Εκείνο το διάστημα, προσευχόμουν πολύ στον Θεό και σκεφτόμουν την αγάπη Του. Σκεπτόμενος τον πόνο και την ταπείνωση που υπέστη για να σώσει εμάς —μια διεφθαρμένη ανθρωπότητα— ένιωσα μεγάλη συγκίνηση. Αυτό με έκανε πρόθυμο να υποταχθώ και ήθελα να ακολουθήσω τον Θεό μέχρι τέλους, όσο κι αν υπέφερα.
Μετά από λίγο, έμαθα ότι υπήρχε ένας κρατούμενος ονόματι Σανγκ Τζιν που πίστευε στον Κύριο, και αφού ήμασταν και οι δύο χριστιανοί, όποτε είχαμε την ευκαιρία, μιλούσαμε για την πίστη μας. Είδα ότι ο αδελφός Σανγκ Τζιν είχε καλή ανθρώπινη φύση και λαχταρούσε την επιστροφή του Κυρίου, οπότε ήθελα να μοιραστώ μαζί του το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Αλλά πριν μου δοθεί η ευκαιρία, έληξε η ποινή του και απελευθερώθηκε. Θεώρησα ότι ήταν πολύ κρίμα και προσευχήθηκα στον Θεό, ζητώντας Του να μου ανοίξει ένα μονοπάτι ώστε να έχω την ευκαιρία να μοιραστώ το ευαγγέλιο με τον Σανγκ Τζιν. Λίγο καιρό μετά την απελευθέρωσή του, έκανα εργασίες στο εργοτάξιο, όπως πάντα. Μια μέρα, ένιωσα έναν πόνο στην κοιλιά και είχα ανάγκη να πάω στην τουαλέτα περισσότερο από το συνηθισμένο. Παρατήρησα ότι ο τοίχος του μπάνιου δεν ήταν πολύ ψηλός και ότι στην άλλη πλευρά του υπήρχε ένα μεγάλο εργοστάσιο. Όταν ήμουν στην τουαλέτα, ένας φρουρός βρισκόταν έξω και διάβαζε εφημερίδα. Δεν ήμουν σίγουρος αν ήταν ο Θεός που μου άνοιγε έναν δρόμο, οπότε είπα μια προσευχή. Μόλις προσευχήθηκα, αισθάνθηκα σίγουρος μέσα μου ότι ήταν ο Θεός που μου έδινε διέξοδο, οπότε όταν αποσπάστηκε η προσοχή του φρουρού, πήδηξα πάνω από τον τοίχο και μπήκα στο εργοστάσιο. Έβγαλα γρήγορα τη στολή της φυλακής, την πέταξα στον ώμο μου και βγήκα από την κύρια είσοδο. Ποτέ δεν θα μπορούσα να ονειρευτώ ότι θα μπορούσα να δραπετεύσω με τόσο αυστηρή ασφάλεια. Ήμουν τόσο ευγνώμων στον Θεό.
Αλλά πολύ σύντομα, άκουσα σειρήνες πίσω μου. Έτρεξα να κρυφτώ σε ένα άλσος και προσευχόμουν ασταμάτητα. Περίμενα μέχρι να σκοτεινιάσει και μετά βγήκα πολύ προσεκτικά από το άλσος. Ακολούθησα έναν μικρό επαρχιακό δρόμο, ζητώντας οδηγίες, με κατεύθυνση προς το σπίτι του Σανγκ Τζιν. Αργά το βράδυ, λίγο αφότου μπήκα στον αυτοκινητόδρομο που οδηγούσε στο σπίτι του, είδα ότι μπροστά μου υπήρχαν κάποιοι αστυνομικοί που επάνδρωναν ένα σημείο ελέγχου και φοβήθηκα πολύ. Κι αν με ανακάλυπταν; Δεν θα με άφηναν να φύγω αν με έπιαναν στα χέρια τους. Προσευχήθηκα στον Θεό μέσα στην καρδιά μου. Είδα μια στοίβα άχυρα και έσπευσα να κρυφτώ μέσα σε αυτήν, μένοντας εκεί για πάνω από μια ώρα. Πολύ προσεκτικά βγήκα έξω μόνο όταν είδα το αυτοκίνητο της αστυνομίας να φεύγει, και στη συνέχεια συνέχισα να κατευθύνομαι προς το σπίτι του Σανγκ Τζιν, με δυσκολία. Είχα προχωρήσει ελάχιστα πριν η γάμπα μου πονέσει τόσο πολύ, που δεν μπορούσα να περπατήσω άλλο, οπότε κάθισα και ξεκουράστηκα, και μετά άρχισα να περπατάω ξανά. Καθώς περπατούσα, σιγοτραγουδούσα τον ύμνο «Θέλω να δω την ημέρα της δόξας του Θεού»:
1 Σήμερα, την κρίση του Θεού δέχομαι και τον εξαγνισμό· αύριο, τις ευλογίες Του θα λάβω. Είμαι έτοιμος τα νιάτα μου να δώσω, τη ζωή μου, τη μέρα της δόξας του Θεού για να δω. Εργάζεται και εκφράζει την αλήθεια, χαρίζοντας στον άνθρωπο την οδό της ζωής. Τα λόγια και η αγάπη του Θεού έχουν μαγέψει την καρδιά μου. Είμαι έτοιμος απ’ το πικρό ποτήριο να πιω, να υποφέρω για να κερδίσω την αλήθεια. Αδιαμαρτύρητα θα υποστώ ταπείνωση, θέλω να ζήσω ξεπληρώνοντας την καλοσύνη του Θεού.
2 Με τις παραινέσεις του Θεού στην καρδιά μου, δεν θα υποκύψω ποτέ στον Σατανά. Ω, κι αν σπάσει το κεφάλι μου, κι αν κυλήσει αίμα, το θάρρος του λαού του Θεού δεν θα χαθεί. Θα καταθέσω ηχηρή μαρτυρία στον Θεό και θα ταπεινώσω τους διαβόλους και τον Σατανά. Πόνος και κακουχίες είναι απ’ τον Θεό ορισμένες· ταπεινώσεις θα υποστώ για να είμαι πιστός σ’ Αυτόν. Ποτέ ξανά δεν θα Τον κάνω να κλάψει ή ν’ ανησυχεί και ποτέ ξανά δεν θα Τον κάνω να ανησυχήσει. Θα προσφέρω την αγάπη και την αφοσίωσή μου στον Θεό και θα ολοκληρώσω την ανάθεσή μου για να Τον δοξάσω.
[…]
Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια
Καθώς τον σιγοτραγουδούσα, ένιωθα την πίστη μου να μεγαλώνει. Τελικά, έφτασα στο σπίτι του Σανγκ Τζιν γύρω στο μεσημέρι της επόμενης ημέρας. Μόλις είδαμε ο ένας τον άλλον, δακρύσαμε από χαρά. Δεδομένου ότι θα ερχόταν η αστυνομία, κανόνισε να με φιλοξενήσει κάποιος άλλος. Όπως αναμενόταν, το μεσημέρι της τρίτης ημέρας πήγαν αστυνομικοί στο σπίτι του Σανγκ Τζιν. Καθώς δεν με βρήκαν, έφυγαν απογοητευμένοι. Μετά από αυτό μοιράστηκα με τον Σανγκ Τζιν το ευαγγέλιο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Με την καθοδήγηση του Θεού, πάνω από εκατό αδελφοί και αδελφές από το δόγμα του ήρθαν ενώπιον του Παντοδύναμου Θεού.
Μετά την απόδραση από το στρατόπεδο εργασίας, έγινα καταζητούμενος εγκληματίας. Ταξίδευα διαδίδοντας το ευαγγέλιο, χωρίς να τολμώ να επιστρέψω στην πατρίδα μου. Δέκα χρόνια πέρασαν αστραπιαία, και τον Σεπτέμβριο του 2010 επέστρεψα κρυφά στη γενέτειρά μου και πήγα στο σπίτι της αδελφής μου. Εκεί είδα τη γυναίκα μου και μου είπε ότι αφότου δραπέτευσα από το στρατόπεδο εργασίας, η αστυνομία πήγε στο σπίτι μας και έψαξε, εκτός από το δικό μας, και αυτά των συγγενών μας. Προσπάθησαν μάλιστα να εξαναγκάσουν τη σύζυγό μου, τους γονείς μου και άλλους συγγενείς μου με απειλητικό τρόπο, ώστε να αποκαλύψουν πού βρισκόμουν. Επίσης, οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν κρυφά για μερικές ημέρες την περιοχή γύρω από το σπίτι μου. Όλα αυτά τα χρόνια, η αστυνομία δεν είχε σταματήσει να με κυνηγάει. Την Πρωτοχρονιά και στα γενέθλια των γονιών μου, πάντα ρωτούσαν για μένα και κοιτούσαν αν είχα επιστρέψει στο σπίτι. Το 2002, η σύζυγός μου συνελήφθη λόγω της πίστης της και η οικογένειά μας αναγκάστηκε να ξοδέψει πάνω από 2.000 γουάν και να χρησιμοποιήσει διασυνδέσεις για να τη βγάλει έξω. Τα πράγματα δυσκόλεψαν για την οικογένειά μας επειδή τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου είχαμε συλληφθεί και μας είχαν επιβληθεί πρόστιμα. Τα παιδιά μας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σχολείο πριν τελειώσουν το δημοτικό και το γυμνάσιο, και αναγκάστηκαν να φύγουν από την περιοχή για να εργαστούν για να ζήσουν. Αναστατώθηκα πολύ όταν το άκουσα αυτό. Οι γονείς μου, όταν έμαθαν ότι επέστρεψα, ήρθαν στο σπίτι της αδελφής μου για να με δουν. Μόλις με είδαν, άρχισαν να κλαίνε χωρίς να πουν λέξη, αλλά δεν τολμούσαν να κλάψουν πολύ δυνατά, φοβούμενοι ότι θα τους άκουγε κάποιος άλλος. Είπαν ότι με ονειρεύονταν συνέχεια, και έκλαιγαν μέχρι δακρύων. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου όταν είδα πόσο αδύναμοι φαίνονταν οι γονείς μου. Λίγες μέρες αργότερα, ο πατέρας μου, καθώς επέστρεφε με το ποδήλατό του στο σπίτι της αδελφής μου για να με δει, έπεσε και έσπασε τον μηρό του. Ανησύχησα πολύ γι’ αυτόν όταν το έμαθα, και πήρα το ρίσκο να πάω να τον δω στο σπίτι, τα μεσάνυχτα. Ο μπαμπάς μου άρχισε να κλαίει όταν με είδε και μου είπε: «Ο γιατρός είπε ότι δεν μπορούσε να μου φτιάξει το μηριαίο οστό. Πρέπει να περιμένω να πεθάνω. Αυτή είναι μάλλον η τελευταία φορά που θα δούμε ο ένας τον άλλον». Τον παρηγόρησα, συγκρατώντας τα δάκρυά μου. Δεν τόλμησα να μείνω πολύ, φοβούμενος μήπως με συλλάβουν, κι έτσι έφυγα μετά από μια ώρα περίπου. Εξαιτίας της σύλληψης του Κομμουνιστικού Κόμματος, για πάνω από μια δεκαετία βρισκόμουν σε φυγή, δεν μπορούσα να επιστρέψω στο σπίτι μου, δεν μπορούσα να δω την οικογένειά μου, να φέρομαι σαν σωστός γιος στους γονείς μου ή να εκπληρώσω τις ευθύνες μου ως σύζυγος και πατέρας της γυναίκας μου και των τριών παιδιών μου, και τώρα ο πατέρας μου ήταν άρρωστος και δεν μπορούσα να τον φροντίσω ούτε μια μέρα. Ένιωθα ότι είχα πραγματικά απογοητεύσει τους γονείς μου και με είχε κυριεύσει ο πόνος της καρδιάς. Γρήγορα προσήλθα ενώπιον του Θεού σε προσευχή, ζητώντας Του να με καθοδηγήσει και να μου δώσει πίστη και δύναμη. Αφού προσευχήθηκα, διάβασα τα λόγια του Θεού που λένε: «Πάντα νιώθω πως το μονοπάτι στο οποίο μας καθοδηγεί ο Θεός δεν είναι μια ευθεία, αλλά ένας ελικοειδής και γεμάτος λακκούβες δρόμος· ο Θεός λέει, επιπλέον, πως όσο πιο κακοτράχαλο είναι το μονοπάτι, τόσο περισσότερο δύναται να αποκαλύψει τη στοργική καρδιά μας. Ωστόσο, κανείς μας δεν μπορεί να διανοίξει ένα τέτοιο μονοπάτι. Κατά την εμπειρία Μου, έχω βαδίσει σε πολλά κακοτράχαλα, επισφαλή μονοπάτια κι έχω υπομείνει μεγάλα δεινά· κάποιες φορές, υπήρξα, μάλιστα, τόσο βαθιά θλιμμένος, που ήθελα να φωνάξω, μα βαδίζω σε αυτό το μονοπάτι μέχρι και σήμερα. Πιστεύω πως αυτό είναι το μονοπάτι στο οποίο καθοδηγητής είναι ο Θεός, κι έτσι υπομένω το μαρτύριο όλων των δεινών και συνεχίζω προς τα εμπρός. Διότι αυτό καθόρισε ο Θεός, επομένως ποιος μπορεί να ξεφύγει από αυτό; Δεν ζητώ να λάβω ευλογίες· το μόνο που ζητώ είναι να μπορώ να βαδίζω στο μονοπάτι που οφείλω να βαδίζω σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Δεν επιζητώ να μιμηθώ τους άλλους, βαδίζοντας στο μονοπάτι που βαδίζουν εκείνοι· το μόνο που επιζητώ είναι να μπορέσω να εκπληρώσω την αφοσίωσή Μου να βαδίσω στο καθορισμένο μονοπάτι Μου μέχρι τέλους. […] Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως ανέκαθεν πίστευα πως ο βαθμός στον οποίο πρέπει να υποφέρει ένας άνθρωπος και η απόσταση που πρέπει διανύσει πάνω στο μονοπάτι του καθορίζονται από τον Θεό, και πως κανείς δεν μπορεί να βοηθήσει πραγματικά κάποιον άλλο» [«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Το μονοπάτι… (6)]. «Αυτό που έχετε κληρονομήσει σήμερα υπερβαίνει εκείνο όλων των αποστόλων και των προφητών όλων των εποχών και είναι μεγαλύτερο ακόμα και από εκείνο του Μωυσή και του Πέτρου. Οι ευλογίες δεν μπορούν να αποκτηθούν σε μία-δύο ημέρες· πρέπει να αποκτηθούν μέσω μεγάλης θυσίας. Τουτέστιν, πρέπει να διακατέχεστε από μια αγάπη που έχει υποστεί εξευγενισμό, πρέπει να έχετε μεγάλη πίστη και πρέπει να διαθέτετε τις πολλές αλήθειες που ο Θεός απαιτεί να κατακτήσετε· επιπροσθέτως, πρέπει να στραφείτε στη δικαιοσύνη, χωρίς να δειλιάζετε ή να υπεκφεύγετε, και πρέπει να τρέφετε αγάπη προς τον Θεό που διαρκεί μέχρι θανάτου. Πρέπει να έχετε αποφασιστικότητα, πρέπει να γίνουν αλλαγές στη διάθεση της ζωής σας, η διαφθορά σας πρέπει να θεραπευτεί, πρέπει να δεχτείτε όλες τις ενορχηστρώσεις του Θεού χωρίς διαμαρτυρία, και πρέπει να είστε υπάκουοι ακόμα και μέχρι τον θάνατο. Αυτό οφείλετε να επιτύχετε, αυτός είναι ο τελικός στόχος του έργου του Θεού και αυτό που ζητάει ο Θεός από αυτήν την ομάδα ανθρώπων» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Είναι το έργο του Θεού τόσο απλό όσο φαντάζεται ο άνθρωπος;). Η ανάγνωση των λόγων του Θεού με διαφώτισε. Ο Θεός έχει προκαθορίσει πόσο θα υποφέρει ένας άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ζωής του. Έπρεπε να αφήσω τους γονείς μου στα χέρια του Θεού και να υποταχθώ στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις Του. Σκέφτηκα επίσης τους αγίους ανά τους αιώνες, που έδωσαν ηχηρή μαρτυρία για τον Θεό μέσα από διωγμούς και κακουχίες. Αποδέχτηκα το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες και απόλαυσα τις αλήθειες που Αυτός εξέφρασε. Είχα αποκτήσει πολύ περισσότερα από ότι όλοι αυτοί οι απόστολοι και οι προφήτες, αλλά όταν αντιμετώπισα διώξεις, δυστύχησα και έγινα αδύναμος —το ανάστημά μου ήταν πολύ μικρό. Τότε, αποφάσισα να ακολουθήσω το παράδειγμα των αγίων, να είμαι σταθερός στην πίστη μου και να ακολουθώ τον Θεό!
Το 2011, ένας αδελφός μού έφερε μια επιστολή που έλεγε ότι η αστυνομία πήγε στο σπίτι μου για να ρωτήσει τη σύζυγό μου για το πού βρισκόμουν. Έκτοτε δεν έχω επικοινωνήσει με τη σύζυγό μου.
Μια μέρα τον Δεκέμβριο του 2012, βγήκα στη βροχή με μερικούς αδελφούς και αδελφές για να μοιραστώ το ευαγγέλιο με μια οικογένεια. Τέσσερις αστυνομικοί βγήκαν από ένα αυτοκίνητο και με έπιασαν. Δύο αδελφές με ηλεκτρικά ποδήλατα τράπηκαν σε φυγή και τρεις αστυνομικοί τις κυνήγησαν με το αυτοκίνητό τους. Ένας αξιωματικός έτρεξε και με έπιασε, και πάλευα να απελευθερωθώ. Μια μεγαλύτερη αδελφή άρπαξε τον αστυνομικό για να με προστατεύσει, επιτρέποντάς μου να φύγω. Αλλά δεν είχα τρέξει παρά καμιά δεκαριά μέτρα, όταν ο αστυνομικός με πρόλαβε και με άρπαξε· τότε, δύο αδελφές ήρθαν και τον συγκράτησαν, επιτρέποντάς μου να τραπώ σε φυγή. Η καρδιά μου συνέχισε να χτυπάει δυνατά αφότου έφτασα στο σπίτι και δεν μπορούσα να σταματήσω να σκέφτομαι αυτό που μόλις είχε συμβεί. Δραπέτευσα μόνο επειδή αυτές οι αδελφές συγκράτησαν τον αστυνομικό για να με προστατεύσουν. Δεν ήξερα αν είχαν συλληφθεί, αν επρόκειτο να βασανιστούν και αν είχαν συλληφθεί ή όχι οι άλλοι αδελφοί και οι αδελφές. Σκέφτηκα τις δύο τελευταίες φορές που με είχαν συλλάβει και με είχαν βασανίσει. Αισθάνθηκα ότι η διάδοση του ευαγγελίου στην Κίνα είναι τόσο επικίνδυνη, ότι θα μπορούσες να συλληφθείς και να φυλακιστείς ανά πάσα στιγμή, σε οποιοδήποτε μέρος. Ένιωθα αρκετά πεσμένος, οπότε προσήλθα ενώπιον του Θεού και είπα μια προσευχή. Αφού προσευχήθηκα, άνοιξα το βιβλίο μου με τα λόγια του Θεού και είδα το εξής: «Για όλους τους ανθρώπους ο εξευγενισμός είναι επώδυνος και πολύ δύσκολα γίνεται αποδεκτός —κι όμως, κατά τον εξευγενισμό ο Θεός διασαφηνίζει τη δίκαιη διάθεσή Του στον άνθρωπο, γνωστοποιεί τις απαιτήσεις Του από τον άνθρωπο, και προσφέρει μεγαλύτερη διαφώτιση και περισσότερο πραγματικό κλάδεμα και αντιμετώπιση· μέσω της σύγκρισης μεταξύ των γεγονότων και της αλήθειας, προσφέρει στον άνθρωπο μεγαλύτερη γνώση του εαυτού του και της αλήθειας, και προσφέρει στον άνθρωπο μεγαλύτερη κατανόηση του θελήματος του Θεού, επιτρέποντας έτσι στον άνθρωπο να έχει πιο αληθινή και πιο αγνή αγάπη για τον Θεό. Αυτοί είναι οι στόχοι του Θεού όταν εκτελεί τον εξευγενισμό» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Μόνο βιώνοντας τον εξευγενισμό μπορεί ο άνθρωπος να κατέχει αληθινή αγάπη). «Κατά τις έσχατες αυτές ημέρες, πρέπει να γίνετε μάρτυρες του Θεού. Άσχετα από το πόσο υποφέρετε, θα πρέπει να προχωρήσετε μέχρι το τέλος και, ακόμα και στην τελευταία σας πνοή, πρέπει να είστε ακόμα πιστοί στον Θεό, να είστε στο έλεός Του. Μόνο έτσι αγαπά κανείς αληθινά τον Θεό και μόνο αυτή είναι η δυνατή και ηχηρή μαρτυρία» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Την ομορφιά του Θεού μπορείς να τη γνωρίσεις μόνο βιώνοντας επίπονες δοκιμασίες). Μετά την ανάγνωση των λόγων του Θεού, άρχισα να κάνω αυτοκριτική. Είδα ότι η αγάπη μου για τον Θεό ήταν νοθευμένη και δεν είχα υποταχθεί πραγματικά σ’ Αυτόν. Τις δύο τελευταίες φορές που με είχαν συλλάβει, δεν είχα ενδώσει στον Σατανά όταν με βασάνιζαν και είχα παραμείνει σταθερός στη μαρτυρία μου, οπότε νόμιζα ότι είχα ανάστημα, ότι είχα κάποια πίστη και υποταγή στον Θεό. Όμως, όταν δοκιμαζόμουν και δεχόμουν επιθέσεις από τον Σατανά ξανά και ξανά, αποκαλύφθηκε το πραγματικό μου ανάστημα. Το ότι μπόρεσα παλαιότερα να παραμείνω σταθερός δεν οφειλόταν στο πραγματικό μου ανάστημα, αλλά στην πίστη και το θάρρος που μου έδωσαν τα λόγια του Θεού. Αυτή τη φορά είδα ότι η σοφία του Θεού ασκείται πραγματικά με βάση τα τεχνάσματα του Σατανά. Ο Σατανάς χρησιμοποίησε κάθε λογής τεχνάσματα για να με συλλάβει και να με βασανίσει, για να με νικήσει ολοκληρωτικά και να με κάνει να προδώσω τον Θεό, αλλά ο Θεός χρησιμοποίησε αυτές τις καταστάσεις για να με βοηθήσει να δω τις αδυναμίες μου και να κατανοήσω τις ελλείψεις μου, και μέσα από αυτές τις μακροχρόνιες δοκιμασίες, η πίστη μου και η αληθινή υποταγή μου οδηγήθηκαν στην τελείωση. Μετά την κατανόηση των ειλικρινών προθέσεων του Θεού, δεν ένιωθα τόσο αρνητικός ή δυστυχισμένος και αποφάσισα να ακολουθήσω το παράδειγμα του Πέτρου, να ακολουθώ στα πάντα τις ενορχηστρώσεις του Θεού και, ανεξάρτητα από τις διώξεις και τις κακουχίες που αντιμετώπιζα, να εκπληρώνω το καθήκον μου, να μοιράζομαι το ευαγγέλιο και να καταθέτω μαρτυρία.
Μέσα σε είκοσι χρόνια, έχω συλληφθεί βάναυσα, έχω υποστεί διώξεις και βασανιστήρια από το Κομμουνιστικό Κόμμα, έχω αναγκαστεί να εγκαταλείψω το σπίτι μου και να δω την οικογένειά μου να διαλύεται, και κατά καιρούς ήμουν αδύναμος. Τα λόγια του Θεού μού έδιναν δύναμη κάθε φορά και μου επέτρεψαν να τα καταφέρω μέχρι σήμερα. Έχω βιώσει κάποια σωματική ταλαιπωρία μέσα από αυτούς τους διωγμούς και τις κακουχίες, αλλά ήρθα πιο κοντά στον Θεό. Απέκτησα επίσης κάποια πρακτική κατανόηση της σοφίας, της παντοδυναμίας, της αγάπης και της σωτηρίας του Θεού. Είδα ξεκάθαρα ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ένας σατανικός δαίμονας που αντιτίθεται στον Θεό. Το απαρνήθηκα πλήρως, το εγκατέλειψα και απέκτησα αποφασιστικότητα στο να ακολουθήσω τον Θεό. Ευγνωμονώ από καρδιάς τον Θεό που τα κανόνισε όλα αυτά για μένα, επιτρέποντάς μου να αποκτήσω τους πιο πολύτιμους θησαυρούς στη ζωή.