Όσα με δίδαξε η ασθένεια της κόρης μου

14 Αυγούστου 2025

Από Της Λι Σιν, Κίνα

Ήμουν υπεύθυνη για το έργο του κηρύγματος της εκκλησίας. Τον Ιούλιο του 2023, έφυγα από το σπίτι μου για να κάνω το καθήκον μου. Η κόρη μου είχε ήδη παντρευτεί και είχε ένα παιδί. Είχε τη δική της οικογένεια. Ο γαμπρός μου δούλευε μακριά και η κόρη μου με τον τετράχρονο εγγονό μου ζούσαν στο σπίτι μου. Πάνω που ήμουν έτοιμη να φύγω, ένιωσα λίγο άβολα, επειδή χωρίς εμένα στο σπίτι, αν το παιδί είχε πονοκέφαλο ή πυρετό, η κόρη μου δεν θα είχε κανέναν να τη βοηθήσει. Σκέφτηκα, όμως, πόσο σημαντικό ήταν το καθήκον μου και έφυγα.

Ήρθα σπίτι μια φορά τον Νοέμβριο και η κόρη μου μου είπε ότι είχε πάει στο νοσοκομείο για εξετάσεις και ότι είχε διαγνωστεί με κατάθλιψη. Έπαθα σοκ και τη ρώτησα: «Πώς έπεσες σε κατάθλιψη; Τι σε προβληματίζει;» Η κόρη μου είπε εκνευρισμένη: «Από πού να ξεκινήσω;» Τη ρώτησα αμέσως: «Τι συμπτώματα έχεις; Πόσο σοβαρά είσαι;» Εκείνη μου είπε: «Πολλές νύχτες δεν κοιμάμαι και τις μέρες σκέφτομαι τα πάντα υπερβολικά. Αισθάνομαι εντελώς δυστυχισμένη και θέλω μόνο να κλαίω. Αισθάνομαι ότι η ζωή δεν έχει κανένα νόημα και, μερικές φορές, σκέφτομαι ότι δεν θέλω καν να ζω. Ο γιατρός είπε ότι ελέγχω ακόμα τις σκέψεις μου, μα θα κινδυνεύσω αν τελικά χάσω τον έλεγχο». Όταν άκουσα την κόρη μου να λέει ότι είχε και σκέψεις ότι δεν ήθελε να ζήσει, φοβήθηκα κάπως, οπότε την παρηγόρησα: «Μην ακούς τον γιατρό. Μήπως έκαναν λάθος διάγνωση;» Η κόρη μου μου είπε: «Ξέρω τι έχω. Ήθελα μόνο να σ’ ενημερώσω. Ο γιατρός μού έγραψε φάρμακα που θα τα παίρνω για έξι μήνες. Όταν τα παίρνω, όμως, ξερνάω και νιώθω χάλια. Είμαι μόνη στο σπίτι, φοβάμαι και θέλω να μείνεις εδώ λίγες μέρες». Αφού μου το είπε αυτό, επέστρεψε στο δωμάτιό της για να ξεκουραστεί. Έμεινα ανήσυχη πολλή ώρα και σκεφτόμουν: «Η κατάθλιψη δεν είναι κάτι που εμφανίζεται έτσι ξαφνικά. Πρέπει να πέρασε πολύ πόνο η κόρη μου για να αρρώστησε έτσι». Φυσικά, στενοχωριόμουν γι’ αυτήν κι ένιωθα ότι δεν την είχα φροντίσει αρκετά. Κάθε φορά που πήγαινα σπίτι, κοίταζα να κάνω τις δουλειές του σπιτιού και δεν μιλούσαμε σχεδόν ποτέ μέσα από την καρδιά μας, και πάντα έφευγα βιαστικά. Αν είχα μείνει να κάνω το καθήκον μου στο σπίτι, θα είχα συζητήσει μαζί της και ίσως να μου είχε μιλήσει για όλα όσα την προβλημάτιζαν. Θα μπορούσα να την είχα συμβουλέψει περισσότερο κι ίσως να μην είχε χειροτερέψει τόσο η κατάστασή της. Από τότε που βρήκα τον Θεό, η κόρη μου υποστήριζε πάντα την πίστη μου και τα καθήκοντά μου, και με βοηθούσε να φροντίζω το σπίτι. Με είχε απαλλάξει από πολλές έγνοιες, αλλά τη στιγμή που είχε αρρωστήσει, ένιωθα πολλές ενοχές. Ένιωθα ότι δεν ήμουν καλή μητέρα και ότι δεν είχα εκπληρώσει την ευθύνη μου προς το παιδί μου. Σκέφτηκα, επίσης, όλους αυτούς τους ανθρώπους που είχαν κατάθλιψη και αυτοκτονούσαν ή πηδούσαν από κτίρια και φοβήθηκα πολύ. Φοβήθηκα για το τι μπορεί να συνέβαινε αν η κατάστασή της επιδεινωνόταν κι αν έκανε κάτι επικίνδυνο όσο δεν ήμουν σπίτι. Τι θα γινόταν ο εγγονός μου χωρίς μητέρα; Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν αυτό, τόσο περισσότερο φοβόμουν και σπάραζε η καρδιά μου. Σκέφτηκα ότι έπρεπε να φροντίσω την κόρη μου και ότι έπρεπε να μείνω στο σπίτι για λίγες μέρες. Θα επέστρεφα στο καθήκον μου αφού σταθεροποιούνταν η κατάστασή της. Έτσι, έμεινα δύο μέρες στο σπίτι και πήγα την κόρη μου να τη δει ένας παραδοσιακός γιατρός. Η κόρη μου μου είπε ότι με τον σύζυγό της είχαν προβλήματα στη σχέση τους, ότι διαφωνούσαν τόσο που σκέφτονταν να χωρίσουν και ότι τα πεθερικά της δεν πρόσεχαν το παιδί. Ένιωθε αδικημένη και είχε ένα συνεχές αίσθημα καταπίεσης. Έβγαλε όλα τα παράπονά της από μέσα της και έκλαψε. Όταν είδα την κόρη μου να κλαίει τόσο πικρά, στενοχωρήθηκα περισσότερο κι ένιωσα ακόμα πιο πολλές ενοχές. Ένιωσα ότι την είχα απογοητεύσει. Ένιωσα ότι αν της είχα δείξει περισσότερο ενδιαφέρον και την είχα βοηθήσει με το παιδί, δεν θα ένιωθε τόσο καταπιεσμένη και στενοχωρημένη. Σκέφτηκα ότι δεν έπρεπε να την αφήσω έτσι τώρα που ήταν άρρωστη. Έπρεπε να τη φροντίσω ώστε να αναρρώσει από την ασθένειά της. Συναναστράφηκα, λοιπόν, μαζί της, και της είπα ότι ο Σατανάς έφταιγε που πονούσε και ότι μόνο αν πίστευε στον Θεό, Εκείνος θα τη φρόντιζε και θα την προστάτευε. Έψαξα, επίσης, κάποια από τα λόγια του Θεού και βίντεο βιωματικών μαρτυριών για να της δείξω κι εκείνη συμφώνησε να τα δει. Ακόμα, όμως, δεν μπορούσα να ηρεμήσω και σκεφτόμουν: «Αν έκανα το καθήκον μου στο σπίτι, θα έβλεπα κάθε μέρα την κόρη μου και, αν της μιλούσα παραπάνω, η διάθεσή της σίγουρα θα βελτιωνόταν. Είμαι, όμως, πολύ απασχολημένη με το καθήκον μου κι αν μείνω σπίτι, δεν θα είμαι συγκεντρωμένη σ’ αυτό και θα υπάρξουν επιπτώσεις. Έτσι, όμως, όπως είναι η κόρη μου, δεν θα με θεωρήσει άκαρδη αν φύγω από το σπίτι; Από τη μια πλευρά έχω την κόρη μου κι από την άλλη το καθήκον μου. Και τα δύο είναι σημαντικά πράγματα για μένα». Ήμουν διχασμένη. Το σκέφτηκα ξανά και ένιωσα ότι η ασθένεια της κόρης μου δεν ήταν ασήμαντο πράγμα. Αποφάσισα, λοιπόν, να φροντίσω την κόρη μου στο σπίτι και να κάνω ταυτόχρονα το καθήκον μου. Όταν εκείνη θα ήταν καλύτερα, θα έφευγα ξανά για να κάνω το καθήκον μου.

Στη συνέχεια, επέστρεψα στο σπίτι όπου με φιλοξενούσαν και μίλησα στην επικεφαλής για την κόρη μου. Η επικεφαλής με άκουσε και μου είπε: «Καταλαβαίνω πώς αισθάνεσαι. Ο Θεός έχει πρόθεση να αντιμετωπίσεις αυτήν την κατάσταση και πρέπει να αναζητήσουμε την αλήθεια». Μετά, διαβάσαμε μαζί ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού: «Είτε, λοιπόν, τα παιδιά του κάθε γονιού είναι ενήλικα είτε ανήλικα, η ζωή του γονιού ανήκει στον ίδιο, όχι στα παιδιά του. Είναι ξεκάθαρο πως οι γονείς δεν είναι δωρεάν νταντάδες ούτε σκλάβοι των παιδιών τους. Όποιες προσδοκίες κι αν έχουν οι γονείς για τα παιδιά τους, δεν υπάρχει λόγος να τα αφήσουν να τους διατάζουν όποτε τους κάνει κέφι και χωρίς κανένα αντάλλαγμα ή να γίνουν υπηρέτες, καμαριέρες ή σκλάβοι των παιδιών τους. Όποια κι αν είναι τα συναισθήματα που έχεις για τα παιδιά σου, δεν παύεις να είσαι ανεξάρτητος άνθρωπος. Δεν πρέπει να αναλάβεις εσύ την ευθύνη για τη ζωή τους όταν είναι πια ενήλικες, λες και έτσι πρέπει να γίνει, μόνο και μόνο επειδή είναι παιδιά σου. Δεν υπάρχει λόγος να το κάνεις αυτό. Έχουν ενηλικιωθεί· εσύ έχεις ήδη ανταποκριθεί στην ευθύνη σου να τα μεγαλώσεις. Όσο για το αν θα έχουν στο μέλλον καλή ή κακή ζωή, αν θα πλουτίσουν ή θα είναι φτωχά, και αν θα ζήσουν ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη ζωή, αυτό είναι δικιά τους δουλειά. Εσύ δεν έχεις καμία σχέση με όλα αυτά. Ως γονιός, δεν είσαι υποχρεωμένος να τα αλλάξεις αυτά. Δεν έχεις την υποχρέωση, αν το παιδί σου ζει δυστυχισμένα, να πεις: “Είσαι δυστυχισμένος! Θα ψάξω να βρω έναν τρόπο να το διορθώσω αυτό, θα πουλήσω όλα μου τα υπάρχοντα, θα καταναλώσω όλη μου την ενέργεια για να σε κάνω ευτυχισμένο”. Δεν υπάρχει λόγος να κάνεις κάτι τέτοιο. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου, τέλος. Αν θέλεις να βοηθήσεις τα παιδιά σου, ρώτα τα γιατί είναι δυστυχισμένα και βοήθησέ τα να καταλάβουν το πρόβλημα σε θεωρητικό και ψυχολογικό επίπεδο. Αν αποδεχτούν τη βοήθειά σου, καλώς. Αν δεν την αποδεχτούν, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ανταποκριθείς στις ευθύνες σου ως γονιού, και τέλος. Αν θέλουν τα παιδιά σου να υποφέρουν, είναι δικιά τους δουλειά. Δεν χρειάζεται να σε ανησυχεί ή να σε αναστατώνει αυτό, ούτε να χάνεις την όρεξη και τον ύπνο σου. Θα ήταν υπερβολή αυτό. Γιατί θα ήταν υπερβολή; Γιατί είναι ενήλικες. Πρέπει να μάθουν να τα βγάζουν πέρα μόνοι τους με όλα όσα αντιμετωπίζουν στη ζωή τους. Η ανησυχία σου για τα παιδιά σου είναι απλώς αγάπη· αν δεν ανησυχείς γι’ αυτά, δεν σημαίνει ότι είσαι άκαρδος ή ότι δεν έχεις ανταποκριθεί στις ευθύνες σου. Εφόσον είναι ενήλικες, πρέπει να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ενήλικες και να τα χειριστούν σαν ενήλικες, όχι να βασίζονται για τα πάντα στους γονείς τους. Εννοείται πως και οι γονείς δεν πρέπει να φορτώνουν στον εαυτό τους την ευθύνη για το κατά πόσο τα παιδιά τους θα τα πάνε καλά στη δουλειά τους, στην καριέρα τους, στην οικογένεια ή στον γάμο τους αφότου ενηλικιωθούν. Μπορείς, βεβαίως, να ανησυχείς και να ρωτάς για όλα αυτά. Ωστόσο, δεν υπάρχει λόγος να αναλάβεις εσύ όλη την ευθύνη γι’ αυτά και να κρατάς τα παιδιά σου δεμένα στο πλευρό σου, να τα παίρνεις μαζί σου όπου κι αν πας, να τα παρακολουθείς διαρκώς και να σκέφτεσαι: “Τρώνε καλά σήμερα; Είναι ευτυχισμένα; Πηγαίνει καλά η δουλειά τους; Τα εκτιμά το αφεντικό τους; Έχουν αγάπη στον γάμο τους; Είναι τα παιδιά τους υπάκουα; Παίρνουν τα παιδιά τους καλούς βαθμούς;” Τι σχέση έχεις εσύ με όλα αυτά; Τα παιδιά σου μπορούν να λύσουν μόνα τους τα προβλήματά τους, δεν είναι ανάγκη να ανακατεύεσαι εσύ. Γιατί ρωτάω τι σχέση έχεις εσύ με όλα αυτά; Εννοώ ότι δεν έχεις καμία σχέση με αυτά. Εσύ έχεις ανταποκριθεί στις ευθύνες που είχες για τα παιδιά σου, τα μεγάλωσες μέχρι να ενηλικιωθούν, άρα τώρα πρέπει να κάνεις πίσω. Μόλις κάνεις πίσω, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έχεις τίποτα να κάνεις. Είναι πολλά ακόμα που πρέπει να κάνεις. Αν αναλογιστείς τις αποστολές που έχεις να ολοκληρώσεις σ’ αυτήν τη ζωή, εκτός από το μεγάλωμα των παιδιών σου μέχρι να φτάσουν στην ενηλικίωση, έχεις κι άλλες αποστολές. Πέρα από το ότι είσαι ο γονιός των παιδιών σου, είσαι και δημιούργημα. Πρέπει να προσέλθεις ενώπιον του Θεού και να αποδεχτείς το καθήκον που έχεις από Αυτόν. Και ποιο είναι αυτό το καθήκον; Το έχεις ολοκληρώσει; Έχεις αφιερωθεί σ’ αυτό; Έχεις αρχίσει να προχωράς στο μονοπάτι της σωτηρίας; Αυτά πρέπει να σκεφτείς. Δεν σε αφορά καθόλου το πού θα πάνε τα παιδιά σου μόλις ενηλικιωθούν, πώς θα είναι η ζωή τους, ποιες θα είναι οι συνθήκες ζωής τους, αν θα είναι ευτυχισμένα και χαρούμενα. […] Και σχετικά με όποιες δυσκολίες ενδεχομένως αντιμετωπίζουν στη δουλειά ή τη ζωή τους, όποτε μπορείς, να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να τα βοηθήσεις. Αν, όμως, το να τα βοηθήσεις θα επηρέαζε την εκτέλεση του καθήκοντός σου, τότε μπορείς να αρνηθείς, έχεις αυτό το δικαίωμα. Και ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι δεν τους χρωστάς τίποτα πια, δεν έχεις πια καμία ευθύνη απέναντί τους και έχουν ήδη γίνει ανεξάρτητοι ενήλικες, οπότε μπορούν να διαχειριστούν τη ζωή τους μόνα τους. Δεν είναι ανάγκη να τα υπηρετείς άνευ όρων και συνέχεια. Αν σου ζητήσουν να τα βοηθήσεις κι εσύ δεν θέλεις να τα βοηθήσεις ή αν κάτι τέτοιο θα εμπόδιζε την εκτέλεση του καθήκοντός σου, μπορείς να αρνηθείς. Δικαίωμά σου είναι» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (18)]. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν οι γονείς τη σχέση τους με τα παιδιά τους. Αφότου μεγαλώσουν τα παιδιά και ενηλικιωθούν, είναι αλήθεια ότι οι γονείς δεν έχουν πια την ευθύνη της ανατροφής τους. Μετά την ενηλικίωση των παιδιών, το αν εκείνα θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες ή αντιξοότητες στη ζωή τους ή το αν θα ζήσουν ευτυχισμένα επαφίεται στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού, κι είναι κομμάτι των όσων πρέπει να βιώσουν. Αυτά τα πράγματα δεν έχουν καμία σχέση πια με τους γονείς. Όταν έμαθα για την ασθένεια της κόρης μου, δεν γνώριζα για την κυριαρχία του Θεού, και σκέφτηκα ότι δεν την είχα φροντίσει αρκετά και ότι δεν είχε κανέναν να μοιραστεί τα προβλήματά της, κι ότι αυτό ήταν που την έκανε να πέσει σε βαθιά κατάθλιψη. Αλλιώς, δεν θα είχε πέσει σε κατάθλιψη. Έριξα όλο το φταίξιμο για την ασθένειά της σ’ εμένα. Συνειδητοποίησα ότι αυτή η άποψη δεν εναρμονιζόταν με τα γεγονότα. Η κόρη μου ήταν πια ενήλικη, κι εγώ την είχα αναθρέψει κι είχα εκπληρώσει τις ευθύνες μου. Η κόρη μου είχε πια παντρευτεί κι είχε κι ένα παιδί. Το αν θα ζούσε ευτυχισμένη ή αν θα υπέφερε και θα στενοχωριόταν ήταν κάτι που έπρεπε να το βιώσει. Αν είχα τον χρόνο, θα μπορούσα να τη βοηθώ, να τη συμβουλεύω και να την πηγαίνω στον γιατρό. Είχα, όμως, και έναν καθήκον να κάνω κι έπρεπε να επενδύσω τον χρόνο και την ενέργειά μου σ’ αυτό. Αυτή ήταν η ευθύνη και η υποχρέωσή μου. Εγώ ήθελα, όμως, να βελτιωθεί όσο πιο γρήγορα γίνεται η υγεία της κόρης μου, και παρόλο που ήξερα ότι με το να μείνω σπίτι δεν θα μπορούσα να αφοσιωθώ στο καθήκον μου και ότι αυτό θα επηρέαζε την πρόοδο της αξιολόγησης του κηρύγματος, δεν νοιάστηκα για αυτό καθόλου. Έβαλα την κόρη μου πάνω από το καθήκον μου και σκεφτόμουν μόνο εκείνη. Δεν σκεφτόμουν καθόλου πώς θα εκπληρώσω το καθήκον μου και πώς θα ικανοποιήσω τον Θεό. Ήμουν πολύ εγωίστρια! Υπήρχαν κηρύγματα που έπρεπε να αξιολογήσω όσο πιο γρήγορα γίνεται. Έπρεπε, λοιπόν, να εστιάσω και να εκπληρώσω με επιμέλεια το καθήκον μου. Μετά από αυτό, πήγα να κάνω το καθήκον μου.

Όταν, όμως, δεν ήμουν απασχολημένη με το καθήκον μου, σκεφτόμουν την κόρη μου που ήταν τόσο νέα κι είχε αυτήν την ασθένεια, κι ανησυχούσα πολύ. Δεν ήξερα αν θα ανάρρωνε μετά τη θεραπεία και αναρωτιόμουν τι θα γινόταν αν επιδεινωνόταν η υγεία της. Όσο σκεφτόμουν αυτά τα πράγματα, συγκλονιζόμουν μέσα μου κι έτρεχα να πάω σπίτι να τη δω. Όταν έβλεπα ότι ήταν καλά, ηρεμούσα κάπως. Αν δεν πήγαινα σπίτι για λίγες μέρες, δεν μπορούσα να κάνω ήρεμη το καθήκον μου. Επειδή δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο καθήκον μου, τα αποτελέσματα του έργου μου δεν ήταν καλά εκείνη την περίοδο. Ήξερα ότι δεν μπορούσα να βγάλω την κόρη μου από το μυαλό μου και συλλογίστηκα τρόπους για να διορθώσω την κατάστασή μου. Αναζητώντας, σκέφτηκα ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού και το βρήκα για να το διαβάσω. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει:«Ό,τι κι αν κάνεις και όσα κι αν κάνεις για τα παιδιά σου, δεν μπορείς ούτε τη μοίρα τους να αλλάξεις ούτε τον πόνο τους να απαλύνεις. Κάθε άνθρωπος που προσπαθεί να επιβιώσει στην κοινωνία, είτε επιδιώκει τη φήμη και το κέρδος είτε βαδίζει στο ορθό μονοπάτι της ζωής, πρέπει ως ενήλικας να αναλάβει την ευθύνη για τα θέλω του και τα ιδανικά του, και να πληρώνει μόνος του γι’ αυτά. Δεν πρέπει να αναλάβει κανένας τίποτα στη θέση του· ούτε καν οι γονείς του, αυτοί που τον γέννησαν και τον μεγάλωσαν, οι πιο κοντινοί του άνθρωποι, δεν είναι υποχρεωμένοι να τον πληρώνουν ή να μοιράζονται τα βάσανά του. Απ’ την άποψη αυτήν, οι γονείς δεν διαφέρουν καθόλου, αφού δεν μπορούν να αλλάξουν απολύτως τίποτα. Άρα, όλα όσα κάνεις για τα παιδιά σου είναι μάταια. Αφού, λοιπόν, είναι μάταια, πρέπει να πάψεις να τα κάνεις. […] Τη μοίρα του κάθε ανθρώπου την καθορίζει ο Θεός· άρα, όσον αφορά τις ευλογίες ή τον πόνο που θα νιώσουν στη ζωή τους, το τι είδους οικογένεια θα κάνουν, το πώς θα είναι ο γάμος τους και το τι παιδιά θα κάνουν, τις εμπειρίες που θα βιώσουν στην κοινωνία και τα γεγονότα που θα συμβούν στη ζωή τους, ούτε τα ίδια τα παιδιά δεν μπορούν να τα προβλέψουν ή να τα αλλάξουν όλα αυτά, πόσο μάλλον οι γονείς. Αν, λοιπόν, τα παιδιά συναντήσουν τυχόν δυσκολίες, οι γονείς πρέπει να τα βοηθάνε θετικά και ενεργά, αν έχουν τη δυνατότητα. Αν δεν την έχουν, τότε καλύτερα ας χαλαρώσουν και ας εξετάσουν τα ζητήματα αυτά από την οπτική των δημιουργημάτων· και τα παιδιά τους πρέπει να τα μεταχειρίζονται εξίσου ως δημιουργήματα. Όσο πόνο βιώνεις εσύ, πρέπει να τον βιώσουν και τα παιδιά σου· τη ζωή που ζεις εσύ, πρέπει να τη ζήσουν κι εκείνα· την εμπειρία της ανατροφής μικρών παιδιών που έχεις περάσει εσύ, θα την περάσουν κι εκείνα· τις διακυμάνσεις, την απάτη και την εξαπάτηση που βιώνεις μέσα στην κοινωνία και μεταξύ των ανθρώπων, τα συναισθηματικά μπλεξίματα και τις διαπροσωπικές συγκρούσεις, αλλά και κάθε τι παρόμοιο που έχεις βιώσει εσύ, θα το βιώσουν κι εκείνα. Όλα τους είναι, όπως κι εσύ, διεφθαρμένοι άνθρωποι, όλα τους παρασύρονται από τα ρεύματα του κακού και όλα τα έχει διαφθείρει ο Σατανάς· ούτε εσύ μπορείς να γλιτώσεις απ’ αυτό, ούτε κι εκείνα μπορούν να ξεφύγουν. Είναι, λοιπόν, αυταπάτη και ανόητη σαν ιδέα το να θες να τα βοηθήσεις να γλιτώσουν απ’ όλα τα βάσανα και να απολαύσουν όλες τις ευλογίες του κόσμου. Όσο τεράστια φτερά κι αν έχει ένας αετός, δεν είναι δυνατόν να προστατέψουν το μικρό αετόπουλο για όλη του τη ζωή. Θα φτάσει κι αυτό κάποια στιγμή στο σημείο όπου θα πρέπει να ενηλικιωθεί και να πετάξει μόνο του. Μόλις αποφασίσει το μικρό αετόπουλο να πετάξει μόνο του, κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να φτάσει στον ουρανό του ή πού θα αποφασίσει να πετάξει. Άρα, η πιο ορθολογική στάση που θα μπορούσαν να τηρήσουν οι γονείς μόλις ενηλικιωθούν τα παιδιά τους είναι να τα εγκαταλείψουν, να τα αφήσουν να βιώσουν μόνα τους τη ζωή, να τους επιτρέψουν να ζήσουν αυτόνομα και να αντιμετωπίσουν, να διαχειριστούν και να λύσουν μόνα τους τις διάφορες δυσκολίες που θα τους παρουσιαστούν στη ζωή. Αν σου ζητήσουν να τα βοηθήσεις και έχεις τα μέσα και τη δυνατότητα, τότε εννοείται πως μπορείς να τους δώσεις ένα χεράκι και να τους προσφέρεις την απαραίτητη βοήθεια. Προϋπόθεση, όμως, είναι οποιαδήποτε βοήθεια κι αν τους δώσεις, είτε οικονομική είτε ψυχολογική, να είναι προσωρινή και να μην επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές. Πρέπει να ακολουθήσουν το δικό τους μονοπάτι στη ζωή, κι εσύ δεν έχεις καμία υποχρέωση να επωμιστείς καμία απ’ τις υποθέσεις τους ή τις συνέπειές της. Αυτήν τη στάση πρέπει να τηρούν οι γονείς απέναντι στα παιδιά τους μόλις ενηλικιωθούν» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (19)]. Συλλογίστηκα τα λόγια του Θεού και η καρδιά μου ξαφνικά φωτίστηκε. Το τι είδους γάμος, τι οικογένεια και πόσες ευλογίες και πόσα βάσανα θα βιώσει κάποιος στη ζωή του τα έχει προκαθορίσει ο Θεός και κανείς δεν μπορεί να τα αλλάξει. Όσα κι αν κάνουν οι γονείς για τα παιδιά τους, δεν μπορούν να αλλάξουν το πεπρωμένο τους ούτε μπορούν να ανακουφίσουν τον πόνο τους. Έκανα αυτοκριτική. Απ’ όταν άκουσα ότι η κόρη μου είχε κατάθλιψη, φοβόμουν συνέχεια ότι η ασθένειά της θα επιδεινωνόταν και ότι θα έχανε τη θέλησή της για ζωή. Ήθελα, λοιπόν, να πάω σπίτι και να κάνω από εκεί το καθήκον μου, για να της μιλάω συχνά και να τη συμβουλεύω ώστε να βελτιωθεί έτσι η υγεία της γρήγορα και να μη χειροτερέψει. Συνειδητοποίησα ότι η άποψή μου αυτή ήταν λάθος. Στην πραγματικότητα, ο Θεός ελέγχει όλα όσα αφορούν την κόρη μου και η ασθένειά της δεν είχε καμία σχέση με το αν θα ήμουν στο σπίτι ή όχι. Το αν θα προχωρούσε η ασθένειά της ή το αν θα ανάρρωνε δεν ήταν στον έλεγχό μου. Όλα αυτά τα πράγματα ήταν στην κυριαρχία του Θεού και δεν είχε νόημα να ανησυχώ και να αγχώνομαι. Επειδή ο γαμπρός και η κόρη μου είχαν προβλήματα στον γάμο τους και ήθελαν να χωρίσουν, η κόρη μου πονούσε και βασανιζόταν από τον Σατανά. Ένιωθε ότι η ζωή της δεν είχε νόημα και σκεφτόταν μάλιστα να αφαιρέσει την ίδια της τη ζωή. Χωρίς, όμως, την άδεια του Θεού, ο Σατανάς δεν μπορεί να αφαιρέσει τη ζωή κανενός. Θα μπορούσα να συμβουλεύω την κόρη μου μόνο για λίγο. Έπρεπε η ίδια να βιώσει το μονοπάτι της ζωής της και δεν ήταν στον έλεγχό μου το αν θα κέρδιζε ευλογίες ή αν θα υπέφερε. Όταν το κατάλαβα αυτό, η καρδιά μου φωτίστηκε κι αφού ανησυχούσα λιγότερο και μειώθηκαν οι έγνοιες, μπόρεσα να συγκεντρωθώ περισσότερο στο καθήκον μου.

Όταν είχα ελεύθερο χρόνο, συλλογιζόμουν την κατάστασή μου και αναρωτιόμουν: «Ήθελα να γυρίσω σπίτι για να φροντίσω την κόρη μου και δεν μπορούσα να αφοσιωθώ στο καθήκον μου. Ποιος ήταν, όμως, ο λόγος που ένιωσα έτσι;» Αργότερα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Ο Σατανάς έχει διαφθείρει τελείως τους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτήν την αληθινή κοινωνία. Είτε είναι μορφωμένοι είτε όχι, έχει ριζώσει στις σκέψεις και τις απόψεις τους ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής κουλτούρας. Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες πρέπει να φροντίζουν τους άντρες τους και να αναθρέφουν τα παιδιά τους, να είναι καλές σύζυγοι και στοργικές μητέρες, να αφιερώνουν όλη τους τη ζωή στους άντρες και στα παιδιά τους και να ζουν γι’ αυτά, να μαγειρεύουν τρία καλά γεύματα την ημέρα, να κάνουν καλά το πλύσιμο, την καθαριότητα και όλες τις άλλες δουλειές του σπιτιού. Αυτό είναι το αποδεκτό πρότυπο της καλής συζύγου και στοργικής μητέρας. Αυτά τα πιστεύει και κάθε γυναίκα και θεωρεί ότι αν δεν τα κάνει, τότε δεν είναι καλή γυναίκα και έχει παραβιάσει τη συνείδηση και τα πρότυπα της ηθικής. Κάποιες γυναίκες, αν παραβιάσουν αυτά τα ηθικά πρότυπα, θα έχουν βάρος στη συνείδησή τους· θα πιστεύουν ότι έχουν απογοητεύσει τους άντρες και τα παιδιά τους, και ότι δεν είναι καλές γυναίκες. Μόλις, όμως, πιστέψεις στον Θεό, διαβάσεις πολλά από τα λόγια Του, και καταλάβεις κάποιες αλήθειες και διακρίνεις κάποια ζητήματα, θα σκεφτείς το εξής: “Είμαι δημιουργημένο ον και ως τέτοιο θα πρέπει να εκτελώ το καθήκον μου και να δαπανώ εαυτόν για τον Θεό”. Τώρα, μήπως συγκρούεται ο ρόλος σου ως καλή σύζυγος και στοργική μητέρα με το να κάνεις το καθήκον σου ως δημιουργημένο ον; Αν θες να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα, τότε δεν μπορείς να κάνεις πλήρως το καθήκον σου. Αν, απ’ την άλλη, θέλεις να κάνεις το καθήκον σου πλήρως, τότε δεν μπορείς να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Τι κάνεις, λοιπόν; Αν επιλέξεις να κάνεις καλά το καθήκον σου και να δείξεις υπευθυνότητα απέναντι στο έργο της εκκλησίας και αφοσίωση στον Θεό, τότε πρέπει να πάψεις να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Τι θα σκεφτόσουν, τότε; Τι διαμάχη θα προέκυπτε στο μυαλό σου; Θα πίστευες ότι απογοήτευσες τα παιδιά και τον άντρα σου; Τι προκαλεί αυτές τις ενοχές και αυτήν τη δυσφορία; Όταν δεν εκπληρώνεις το καθήκον σου ως δημιουργημένο ον, πιστεύεις ότι έχεις απογοητεύσει τον Θεό; Δεν νιώθεις καθόλου τύψεις, αφού δεν έχεις το παραμικρό ίχνος αλήθειας στην καρδιά και το μυαλό σου. Τι καταλαβαίνεις, λοιπόν; Την παραδοσιακή κουλτούρα και το να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Έτσι θα αναπτύξεις την εξής αντίληψη: “Αν δεν είμαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα, τότε δεν είμαι καλή ή σωστή γυναίκα”. Στο εξής, αυτή η αντίληψη θα σε δεσμεύει και θα σε περιορίζει. Τέτοιου είδους αντιλήψεις θα συνεχίσουν να σε δεσμεύουν ακόμη και αφού πιστέψεις στον Θεό, αλλά και όσο κάνεις το καθήκον σου. Όταν υπάρχει σύγκρουση αν θα κάνεις το καθήκον σου ή αν θα είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα, μπορεί να επιλέξεις απρόθυμα να κάνεις το καθήκον σου, ίσως επειδή νιώθεις κάποια αφοσίωση στον Θεό. Αλλά μέσα σου, θα συνεχίσεις να ανησυχείς και να έχεις τύψεις. Επομένως, την ώρα που κάνεις το καθήκον σου, θα ψάχνεις να βρεις λίγο ελεύθερο χρόνο για να φροντίσεις τα παιδιά σου και τον άντρα σου, επειδή θα θέλεις ακόμα περισσότερο να επανορθώσεις. Και δεν θα το θεωρείς λάθος αυτό, ακόμα κι αν πρέπει να ταλαιπωρηθείς περισσότερο, αρκεί να έχεις ψυχική ηρεμία. Δεν φταίει γι’ αυτό η επιρροή από τις ιδέες και τις θεωρίες της παραδοσιακής κουλτούρας για το πώς πρέπει να είναι μια καλή σύζυγος και στοργική μητέρα; Αυτήν τη στιγμή ταλαντεύεσαι ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα. Θέλεις από τη μία να κάνεις καλά το καθήκον σου, αλλά από την άλλη θες να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Αλλά ενώπιον του Θεού, έχουμε μόνο μία ευθύνη και υποχρέωση, μία αποστολή: να εκπληρώσουμε σωστά το καθήκον μας ως δημιουργημένα όντα. […] Τι εννοεί ο Θεός όταν λέει ότι “ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου”; Το λέει για να τους κάνει όλους να καταλάβουν το εξής: Οι ζωές μας και οι ψυχές μας προέρχονται από τον Θεό και δημιουργήθηκαν από Αυτόν —όχι από τους γονείς μας και σίγουρα όχι από τη φύση, μα μας δόθηκαν από τον Θεό. Μόνο η σάρκα μας γεννήθηκε από τους γονείς μας, όπως και τα παιδιά μας γεννιούνται από εμάς, αλλά η μοίρα τους βρίσκεται εξολοκλήρου στα χέρια του Θεού. Το ότι μπορούμε να πιστέψουμε στον Θεό είναι μια ευκαιρία που μας έχει δοθεί απ’ Αυτόν· έχει οριστεί από Εκείνον και είναι η χάρη Του. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να εκπληρώσεις υποχρεώσεις ή ευθύνες απέναντι σε κανέναν άλλον· μόνο το καθήκον σου απέναντι στον Θεό ως δημιουργημένο ον πρέπει να κάνεις. Αυτό πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι πάνω απ’ όλα, αυτό είναι το πρωταρχικό πράγμα που πρέπει να κάνουν στη ζωή τους. Αν δεν εκπληρώνεις καλά το καθήκον σου, τότε δεν είσαι κατάλληλο δημιουργημένο ον. Οι άλλοι μπορεί να σε θεωρούν καλή σύζυγο και στοργική μητέρα, άριστη νοικοκυρά, ευσεβές παιδί και αξιόλογο μέλος της κοινωνίας. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Θεός θεωρεί ότι επαναστατείς εναντίον Του, ότι δεν εκπληρώνεις καθόλου τις υποχρεώσεις και το καθήκον σου, ότι αποδέχτηκες αλλά δεν ολοκλήρωσες την αποστολή από τον Θεό και ότι τα παράτησες στου δρόμου τα μισά. Είναι δυνατόν ο Θεός να εγκρίνει ένα τέτοιο άτομο; Τέτοιοι άνθρωποι είναι άχρηστοι» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο αναγνωρίζοντας τις πλανεμένες απόψεις του μπορεί κανείς να αλλάξει πραγματικά). Έκανα αυτοκριτική κι είδα πώς με είχαν επηρεάσει βαθιά οι παραδοσιακές ιδέες «Να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα» και «Η γυναίκα πρέπει να είναι ενάρετη, ευγενική και πράα». Θεωρούσα αυτές τις ιδέες κανόνες επιβίωσης και πίστευα ότι μια μητέρα πρέπει να αγαπά τα παιδιά της, να καλύπτει τις βασικές τους ανάγκες, και να ανησυχεί γι’ αυτά και να τα σκέφτεται πάντα. Νόμιζα ότι έτσι ήταν οι καλές μητέρες. Για να κάνω το καθήκον μου, δεν μπορούσα να μείνω σπίτι να φροντίσω την κόρη μου ή να τη βοηθήσω να φροντίσει το παιδί της. Ένιωθα, λοιπόν, συχνά ότι την απογοήτευα. Αφότου διαγνώστηκε η κόρη μου με κατάθλιψη, θέλησα να επανορθώσω. Ήξερα ότι κάνοντας το καθήκον μου από το σπίτι δεν θα μπορούσα να εστιάσω στα καθήκοντά μου και ότι θα παρουσιάζονταν καθυστερήσεις, μα δεν νοιάστηκα καθόλου. Ήθελα μόνο να είμαι καλή μητέρα για να επανορθώσω για το γεγονός ότι είχα απογοητεύσει την κόρη μου. Όταν τα συμφέροντα του οίκου του Θεού συγκρούστηκαν με το να είμαι καλή μητέρα, επέλεξα να είμαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Ήμουν αλήθεια πιστή στον Θεό μ’ αυτά που έκανα; Αν είχα πάει σπίτι να φροντίσω την κόρη μου και να φερθώ σαν καλή μητέρα, χωρίς να εκπληρώνω το καθήκον μου, τότε όλες οι πράξεις μου θα ήταν επαναστατικές ενάντια στον Θεό και δεν θα είχαν καμία αξία για Εκείνον, και θα έχανα επίσης την ευκαιρία μου να σωθώ. Μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι η παραδοσιακή κουλτούρα είχε διαστρεβλώσει τις ευθύνες και τη σχέση μεταξύ γονιών και παιδιών κι είχε κάνει τις γυναίκες να θέλουν να γίνουν καλές σύζυγοι και στοργικές μητέρες, κι όχι να κάνουν το καθήκον τους ως δημιουργημένα όντα για να ικανοποιήσουν τον Θεό. Εν αγνοία τους, αυτό τις ανάγκαζε να απομακρυνθούν από τον Θεό και να Τον προδώσουν. Σκεφτόμουν πόσοι άγιοι σε όλη την ιστορία εγκατέλειψαν τις οικογένειες και τις δουλειές τους, και υπέμειναν κακουχίες και ταξίδεψαν μακριά για να κηρύξουν το ευαγγέλιο. Οι άπιστοι έλεγαν ότι παραμελούσαν τις οικογένειές τους, αλλά στην πραγματικότητα, εκπλήρωναν τις ευθύνες τους ως δημιουργημένα όντα. Ήταν πραγματικά καλοί άνθρωποι με συνείδηση και λογική. Χωρίς την έγκαιρη συναναστροφή της επικεφαλής, ήμουν έτοιμη να παραιτηθώ από το καθήκον μου. Προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, παραλίγο να προδώσω το καθήκον μου για να είμαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Σε ευχαριστώ για τη φροντίδα και την προστασία Σου. Δεν θέλω πια να ζω σύμφωνα με την παραδοσιακή κουλτούρα. Θέλω μόνο να κάνω πράξη τα λόγια Σου για να εκπληρώσω το καθήκον μου».

Αργότερα, διάβασα άλλο ένα χωρίο από τα λόγια του Θεού που με βοήθησε να χειριστώ σωστά τη σχέση μου με την κόρη μου. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Όταν τα παιδιά σου νιώσουν την ανάγκη να σου εξομολογηθούν κάτι, πρέπει να τα ακούσεις και στη συνέχεια να τα ρωτήσεις τι σκέφτονται και τι έχουν σκοπό να κάνουν. Μπορείς και να προτείνεις κι εσύ ό,τι νομίζεις. […] Αν θέλουν τα παιδιά σου να ανακατευτείς, τότε μπορείς. Ας υποθέσουμε τώρα ότι, μόλις ανακατευτείς, συνειδητοποιείς το εξής: “Α, αυτός είναι πολύ μεγάλος μπελάς! Θα επηρεαστεί η εκτέλεση του καθήκοντός μου. Δεν γίνεται να ανακατευτώ· ως πιστός στον Θεό, δεν μπορώ να κάνω αυτά τα πράγματα”. Στην περίπτωση αυτήν, πρέπει γρήγορα να αποστασιοποιηθείς από το θέμα. Πες πως τα παιδιά σου θέλουν ακόμα να ανακατευτείς και εσύ σκέφτεσαι: “Δεν θα ανακατευτώ. Πρέπει να το διαχειριστείς μόνος σου. Κάθισα με καλή διάθεση και σε άκουσα να γκρινιάζεις και όλα τα σχετικά, έχω ήδη ανταποκριθεί στην ευθύνη μου ως γονιού. Δεν γίνεται με τίποτα να παρέμβω σ’ αυτό το θέμα. Δεν υπάρχει περίπτωση να πέσω μέσα στο λάκκο με τα φίδια. Να πέσεις εσύ, αν το θέλεις”. Δεν είναι σωστό αυτό; Αυτό δείχνει ότι έχεις μια συγκεκριμένη στάση, και τη στάση σου ή τις αρχές σου δεν πρέπει να τις εγκαταλείπεις ποτέ. Αυτά οφείλουν να κάνουν οι γονείς. […] Τι οφέλη θα έχεις αν λειτουργείς μ’ αυτόν τον τρόπο; (Η ζωή γίνεται πολύ πιο εύκολη.) Θα έχεις, τουλάχιστον, αντιμετωπίσει κατάλληλα και ορθά το ζήτημα της σαρκικής οικογενειακής αγάπης. Θα είσαι ήρεμος ψυχικά και πνευματικά, δεν θα κάνεις άσκοπες θυσίες, ούτε θα πληρώνεις κάποιο πρόσθετο τίμημα· θα είσαι υποταγμένος στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού και θα αφήνεις Εκείνον να χειρίζεται όλα αυτά τα ζητήματα. Θα ανταποκρίνεσαι σε όλες ανεξαιρέτως τις ευθύνες που αναλογούν στους ανθρώπους και τίποτα περισσότερο. Δεν θα προσπαθείς να ανακατεύεσαι σε πράγματα που δεν είναι δουλειά σου, ενώ θα ζεις όπως σου λέει ο Θεός να ζήσεις. Ο τρόπος με τον οποίο λέει ο Θεός στους ανθρώπους να ζουν είναι το καλύτερο μονοπάτι, γιατί έτσι ζουν μια πολύ ήρεμη, ευτυχισμένη, χαρούμενη και γαλήνια ζωή. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι αν ζεις έτσι, όχι μόνο θα έχεις πιο πολύ χρόνο και ενέργεια για να εκτελέσεις καλά το καθήκον σου και να δείξεις αφοσίωση σ’ αυτό, αλλά θα έχεις και πιο πολλή ενέργεια και χρόνο για να καταβάλεις προσπάθειες σχετικά με την αλήθεια. Σε αντίθεση μ’ αυτό, αν τα συναισθήματά σου, η σάρκα σου, τα παιδιά σου και η αγάπη σου για την οικογένειά σου δεσμεύουν και απορροφούν την ενέργειά σου και τον χρόνο σου, τότε δεν θα έχεις άλλη ενέργεια για να επιδιώξεις την αλήθεια» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (18)]. Τα λόγια του Θεού λένε ξεκάθαρα ότι μετά την ενηλικίωση των παιδιών, οι γονείς έχουν εκπληρώσει τις ευθύνες τους. Τα παιδιά έχουν τη δική τους ζωή και το δικό τους μονοπάτι να ακολουθήσουν. Ό,τι κι αν συμβεί, πρέπει να βιώσουν μόνα τους τις εμπειρίες τους. Οι γονείς δεν χρειάζεται να ανησυχούν για τη ζωή των παιδιών τους ή να πληρώσουν άλλο τίμημα. Όταν δεν είναι απασχολημένοι με τα καθήκοντά τους, μπορούν να επισκέπτονται τα παιδιά τους και να τα βοηθούν όσο μπορούν. Όταν, όμως, συγκρούεται το καθήκον τους με τη φροντίδα των παιδιών τους, πρέπει να προηγούνται τα συμφέροντα του οίκου του Θεού, και πρέπει να εμμένουν στο καθήκον τους και να το κάνουν με αφοσίωση. Αφού κατανόησα τις αρχές με τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίζει κανείς τα παιδιά του, έμαθα πώς να διαχειρίζομαι τη σχέση μου με την κόρη μου και έγινα πρόθυμη να εμπιστευτώ την κόρη μου στα χέρια του Θεού. Είτε βελτιωνόταν η υγεία της είτε όχι, θα υποτασσόμουν στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού. Στη συνέχεια, αφοσιώθηκα στα καθήκοντά μου και εκείνα προόδευσαν.

Η κόρη μου έκανε θεραπεία και η ψυχική της υγεία βελτιώθηκε πολύ. Όταν είχα την ευκαιρία, συναναστρεφόμουν με την κόρη μου σύμφωνα με τα λόγια του Θεού κι εκείνη έμαθε την ουσία του γάμου, έπαψε να πονάει και αντιμετωπίζει τη ζωή με θετική στάση. Μέσα από την ασθένεια της κόρης μου, έμαθα να διακρίνω την παραδοσιακή ιδέα «να είσαι καλή σύζυγος και στοργική μητέρα». Είδα καθαρά ότι η ιδέα αυτή δεν ήταν κάτι το θετικό και δεν είμαι πια δέσμιά της. Δεν νιώθω πια ενοχές απέναντι στην κόρη μου ούτε και νιώθω ότι την έχω απογοητεύσει. Η καρδιά μου απελευθερώθηκε. Δόξα τω Θεώ!

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger