46. Επανέρχομαι στη ζωή από το χείλος του θανάτου

Από τη Γιανγκ Μέι, Κίνα

Το 2007, ασθένησα ξαφνικά από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Όταν άκουσαν τα νέα η μητέρα μου και η κουνιάδα μου, που ήταν και οι δύο χριστιανές, καθώς και κάποιες καθολικές φίλες, ήρθαν όλες τους να μου κηρύξουν το ευαγγέλιο. Μου είπαν ότι εφόσον στρεφόμουν στον Κύριο, η ασθένεια μου θα θεραπευόταν. Εγώ, ωστόσο, δεν πίστευα καθόλου στον Θεό. Πίστευα πως οι ασθένειες μπορούσαν να θεραπευτούν μόνο μέσω επιστημονικής ιατρικής αγωγής και πως οποιαδήποτε αρρώστια δεν μπορούσε να θεραπευτεί μέσω της επιστήμης, ήταν ανίατη. Στο κάτω κάτω, υπήρχε κάποια δύναμη στη γη μεγαλύτερη από τη δύναμη της επιστήμης; Η πίστη στον Θεό ήταν απλώς ένα είδος ψυχολογικού υποστηρίγματος, κι εγώ ήμουν μια αξιοπρεπής δασκάλα σε δημόσιο σχολείο, ένας πολύ μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση να αρχίσω να πιστεύω στον Θεό. Ως εκ τούτου, τις απέρριψα και άρχισα να αναζητώ ιατρική περίθαλψη. Μέσα σε λίγα χρόνια, είχα επισκεφτεί σχεδόν κάθε μεγάλο νοσοκομείο της κομητείας από όπου κατάγομαι, αλλά και ολόκληρης της επαρχίας, μα η πάθησή μου και πάλι δεν είχε βελτιωθεί. Στην πραγματικότητα, επιδεινωνόταν. Εγώ, ωστόσο, ενέμενα πεισματικά στον δικό μου τρόπο εξέτασης της κατάστασης και επέμενα ότι η επιστήμη μπορούσε να αλλάξει τα πάντα και ότι η ίαση μιας ασθένειας ήταν μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο.

Το 2010, ήρθε μια αδελφή από την Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού να μου κηρύξει το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού. Είπε πως ο Κύριος Ιησούς είχε επιστρέψει στον επίγειο κόσμο για να εκτελέσει νέο έργο, το οποίο περιλάμβανε τη διατύπωση αληθειών για να κρίνει και να καθάρει τους ανθρώπους. Επρόκειτο για ένα στάδιο του έργο του Θεού που είχε σχεδιαστεί για να σώσει απόλυτα την ανθρωπότητα, και ήταν επίσης η ύστατη ευκαιρία της ανθρωπότητας να σωθεί από τον Θεό. Εξακολουθούσα να μην είμαι πρόθυμη να τα δεχθώ όλα αυτά, αλλά λόγω των αποτυχιών και απογοητεύσεων που είχα αντιμετωπίσει τα τελευταία χρόνια κατά την αναζήτηση ιατρικής αγωγής, η στάση μου δεν ήταν τόσο ανυποχώρητη όσο ήταν παλιά, και άφησα τον εαυτό μου να πειστεί να δεχθεί από την αδελφή ένα βιβλίο με τα λόγια του Θεού. Εκείνη την περίοδο, ωστόσο, ασφαλώς δεν πίστευα ότι τα λόγια σε εκείνο το βιβλίο ήταν αλήθειες που είχε εκφράσει ο Θεός. Εξακολουθούσα να επιμένω ότι μόνο η επιστήμη μπορούσε να αλλάξει τη μοίρα μου, κι έτσι συνέχισα να πιστεύω ότι μόνο τα φάρμακα μπορούσαν να βελτιώσουν την πάθησή μου. Εν τέλει, τα φάρμακα που έπαιρνα καθημερινά ήταν περισσότερα από το φαγητό που έτρωγα, κι όμως η πάθησή μου δεν έδειχνε το παραμικρό σημάδι βελτίωσης. Έχασα τον λογαριασμό των φορών που ήλθε στο σπίτι μου η αδελφή, εγώ όμως συνέχιζα να αρνούμαι να πιστέψω στον Θεό. Αυτό συνεχίστηκε για έναν περίπου χρόνο.

Μια μέρα, εντελώς ξαφνικά, άρχισα να βλέπω θολά κι απ’ τα δύο μάτια, ενώ και τα δυο μου πόδια μούδιασαν τόσο πολύ, που δεν μπορούσα να περπατήσω. Οι γιατροί είπαν ότι τα συμπτώματά μου ήταν αποτέλεσμα δηλητηρίασης από φάρμακα, λόγω του ότι κατανάλωνα μεγάλες ποσότητες φαρμακευτικών σκευασμάτων επί αρκετά χρόνια. Αρχικά, πέρασα μια εβδομάδα στο νοσοκομείο της κομητείας, και στη συνέχεια μεταφέρθηκα σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο στο Πεκίνο, όπου λάμβανα αγωγή για έναν μήνα. Αργότερα, μεταφέρθηκα σε ένα γνωστό νοσοκομείο παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής στο Πεκίνο, προκειμένου να λάβω θεραπεία παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής. Όμως, οι δύο αυτοί μήνες θεραπειών δεν έκαναν τίποτα για να βελτιώσουν την πάθησή μου. Ο βασικός γιατρός μου ζήτησε, μάλιστα, από τον συνταξιοδοτημένο πρώην διευθυντή του νευρολογικού τμήματος του νοσοκομείου να έρθει να με εξετάσει, αλλά η πάθησή μου δεν βελτιώθηκε ούτε στο ελάχιστο. Τότε, άκουσα τη μέλλουσα νύφη μου να αναφέρει έναν γιατρό στο Γιουνάν, ο οποίος φημιζόταν για την ικανότητά του να θεραπεύει δύσκολες και περίπλοκες παθήσεις, όπως τη δική μου. Μετά από διάφορες περιπέτειες, κατάφερα να μεταφερθώ εκεί με αναπηρικό καροτσάκι. Αλλά μετά τη λήψη θεραπείας επί σχεδόν έναν μήνα, η πάθησή μου όχι μόνο δεν βελτιώθηκε, αλλά τα φάρμακα που έπαιρνα για τα μάτια και τα πόδια μου, στην πραγματικότητα επιδείνωσαν τη νεφροπάθειά μου. Νιώθοντας πως κανείς δεν μπορούσε να με βοηθήσει και αισθανόμενη μεγάλη δυσφορία, αποφάσισα να πάω στο σπίτι. Μετά από αυτό, σταμάτησα όλες τις θεραπείες και τα φάρμακα για τα μάτια και τα πόδια μου, προκειμένου να προστατέψω τα νεφρά μου.

Κατά την περίοδο εκείνη, ένιωθα πως δεν υπήρχε καμία απολύτως ελπίδα για μένα. Σκεφτόμουν συχνά το γεγονός ότι εναπόθετα όλη την πίστη μου στην επιστήμη, όμως η επιστήμη είχε αποδειχθεί εντελώς αναποτελεσματική στη θεραπεία της ασθένειάς μου. Όταν εξανεμίστηκαν όλες μου οι ελπίδες ότι η επιστήμη θα μπορούσε να με θεραπεύσει, ένιωσα τεράστια στενοχώρια και κατέρρευσα εντελώς. Δεν είχα ιδέα πώς θα συνέχιζα να ζω. Μες στην ομίχλη του πόνου και του μαρτυρίου, οι σκέψεις μου ήταν συχνά ανεξέλεγκτες: «Γιατί έχω υποφέρει από τόσο πολλές ασθένειες και γιατί δεν μπορούν να θεραπευτούν με τη λήψη φαρμάκων; Είχα πίστη και εμπιστοσύνη στην επιστήμη, κι έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να αναζητήσω την καλύτερη αγωγή, κι όμως τίποτα δεν είχε αποτέλεσμα. Στην πραγματικότητα, η πάθησή μου απλώς επιδεινώθηκε. Μήπως η επιστήμη δεν μπορεί στ’ αλήθεια να με σώσει; Μήπως υπάρχει στ’ αλήθεια Θεός σ’ αυτόν τον κόσμο; Βρίσκεται στ’ αλήθεια η μοίρα του καθενός στα χέρια του Θεού;» Όσο κι αν σκεφτόμουν αυτά τα ζητήματα, δεν μπορούσα να βρω απαντήσεις. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, καθημερινά πονούσα και υπέφερα πολύ, και κάθε φορά που σκεφτόμουν πως ήμουν μια άχρηστη ανάπηρη, ξεσπούσα κρυφά σε κλάματα. Ένιωθα ότι ενέπλεκα υπερβολικά την οικογένειά μου και δεν ήθελα να τους είμαι πια βάρος. Ήταν αρκετές οι φορές που θέλησα να δώσω τέλος στη ζωή μου, μα φοβόμουν τον θάνατο. Έτσι, αντιμετώπιζα την κάθε μέρα όπως ερχόταν, και περίμενα να με βρει ο θάνατος…

Μια μέρα, ο σύζυγός μου είδε το βιβλίο που μου είχε αφήσει η αδελφή από την Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, και το άνοιξε. Είδε την ακόλουθη επικεφαλίδα: «Γνώριζες ότι ο Θεός έχει επιτελέσει κάτι σπουδαίο μεταξύ των ανθρώπων;», η οποία του τράβηξε αμέσως την προσοχή. Έτσι, μου διάβασε την ακόλουθη περικοπή: «Το έργο του Θεού είναι κάτι που δεν μπορείς να καταλάβεις. Αν δεν μπορείς ούτε να συλλάβεις πλήρως κατά πόσον η επιλογή σου είναι σωστή, ούτε να γνωρίζεις κατά πόσον το έργο του Θεού μπορεί να πετύχει, γιατί τότε δεν δοκιμάζεις την τύχη σου να διαπιστώσεις κατά πόσον μπορεί να σε βοηθήσει πολύ αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος, και κατά πόσον έχει ο Θεός επιτελέσει πράγματι σπουδαίο έργο;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού»). Αυτή η σύντομη περικοπή θαρρείς και ταρακούνησε την καρδιά μου! Συγκεκριμένα η φράση «γιατί τότε δεν δοκιμάζεις την τύχη σου», στριφογύριζε συνεχώς στον νου μου. Ήταν σαν να έλαμπε μια αχτίδα φωτός πάνω στην απελπισμένη καρδιά μου, και σαν να έβλεπα μια αμυδρή ελπίδα ότι θα παρέμενα ζωντανή. Είπα επιτακτικά στον σύζυγό μου να διαβάσει δυνατά ακόμη δύο περικοπές του λόγου του Θεού, οι οποίες περιείχαν αλήθειες σχετικά με το γεγονός ότι ο Θεός χρησιμοποιεί τον λόγο Του για να κρίνει και να καθάρει τους ανθρώπους και να μεταμορφώσει τις διαθέσεις της ζωής τους. Όλα αυτά ήταν τελείως καινούρια για μένα, και παρόλο που δεν καταλάβαινα πραγματικά την πλήρη σημασία των λεγομένων, ένιωθα μες στην καρδιά μου ότι αυτές οι διδαχές διέφεραν από το ευαγγέλιο του Κυρίου Ιησού, το οποίο είχα ακούσει από άλλους ανθρώπους. Εκείνοι μου είχαν πει κυρίως πώς να λάβω χάρη, και ότι με το να έχω απλώς πίστη στον Θεό, η ασθένειά μου θα θεραπευόταν —πράγμα που δεν πίστευα. Τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού, ωστόσο, φαίνονταν πολύ πιο πρακτικά, και όσο περισσότερα άκουγα, τόσο περισσότερα ήθελα να ακούσω.

Μετά απ’ αυτό, έβαζα τον σύζυγό μου να μου διαβάζει κάποια από τα λόγια του Θεού κάθε μέρα. Στο βιβλίο, έγραφε ότι οι θρησκευόμενοι άνθρωποι πιστεύουν μεν στον Θεό, αλλά δεν γνωρίζουν τον Θεό και μάλιστα Του αντιστέκονται, και ότι συχνά διαπράττουν αμαρτίες την ημέρα και τις εξομολογούνται τη νύχτα. Αυτό το βρήκα ακόμη πιο πειστικό, διότι η μητέρα μου και οι δύο κουνιάδες μου ήταν όλες χριστιανές, και ο τρόπος ζωής τους ήταν επακριβώς όπως περιέγραφαν τα λόγια του Θεού. Πράγματι, διέπρατταν αμαρτίες, κατόπιν τις εξομολογούνταν και μετά τις διέπρατταν και πάλι. Εκείνη τη στιγμή, είχα μια πνευματική αφύπνιση: Είναι αυτή στ’ αλήθεια η φωνή του Θεού; Αν δεν είναι του Θεού, τότε πώς γίνεται ο συγγραφέας να κατανοεί τόσο καλά τον θρησκευτικό κόσμο; Οι άπιστοι δεν καταλαβαίνουν, οι σπουδαίοι και διάσημοι δεν έχουν ιδέα, ενώ ακόμα και οι ίδιοι οι θρησκευόμενοι δεν συνειδητοποιούν πως πιστεύουν μεν στον Θεό, αλλά συνάμα Του αντιστέκονται. Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο ένιωθα ότι τα λόγια στο βιβλίο δεν ήταν πράγματα που μπορούσαν να εκφράσουν οι άνθρωποι και ότι πιθανώς επρόκειτο για τις ομιλίες της ενσάρκωσης του Θεού στον επίγειο κόσμο.

Μόλις λίγες ημέρες αργότερα, η αδελφή που μου είχε κηρύξει αρχικά το ευαγγέλιο της βασιλείας του Παντοδύναμου Θεού, έμαθε ότι είχα επιστρέψει στο σπίτι αφού είχα νοσηλευτεί στο νοσοκομείο, και ήλθε από το σπίτι μου, συνοδευόμενη από μία ακόμη αδελφή, για να μου κηρύξουν ξανά το ευαγγέλιο. Αυτή τη φορά, είχα επίγνωση της φωνής της συνείδησής μου που μου έλεγε: «Έχω μείνει ανάπηρη, αλλά οι αδελφές δεν με έχουν εγκαταλείψει αηδιασμένες, και μάλιστα έχουν έλθει ξανά και ξανά να μου κηρύξουν το ευαγγέλιο. Αυτό είναι κάτι που δεν θα μπορούσαν να κάνουν οι συνηθισμένοι άνθρωποι. Οποιοσδήποτε άλλος θα με είχε ξεχάσει προ πολλού». Στον νου μου, ήταν ξεκάθαρο ότι αυτού του είδους η αγάπη θα πρέπει να προήλθε από τον Θεό, καθώς δεν δύναται ποτέ να βρεθεί στον επίγειο κόσμο. Εκείνη τη μέρα, βίωσα βαθύτατα το γνωμικό που λέει «Ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται». Το ότι η οικογένειά μου έμεινε στο πλευρό μου ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να αποφύγουν· το γεγονός, όμως, ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν καμία απολύτως συγγένεια μ’ εμένα και κανένα απώτερο κίνητρο ή όρο, έρχονταν τακτικά για περισσότερο από έναν χρόνο για να μου κηρύξουν το ευαγγέλιο και έμπαιναν σε κόπο για μια ανάπηρη όπως εμένα, έδειχνε πόσο πραγματικά εκπληκτική ήταν η πίστη, η αγάπη και η υπομονή τους! Η αγάπη του Θεού με συγκίνησε αληθινά, και από τότε κι έπειτα δεν είχα λόγο να αρνούμαι πια το ευαγγέλιο του Θεού. Ως εκ τούτου, ο σύζυγός μου κι εγώ αποδεχθήκαμε και οι δύο το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες.

Τον Ιούνιο του 2011, ο σύζυγός μου κι εγώ αρχίσαμε επισήμως την εκκλησιαστική μας ζωή στην Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού. Επειδή η όρασή μου δεν ήταν αρκετά καλή ώστε να μπορώ να διαβάζω μόνη μου, συνήθως μου διάβαζε τα λόγια του Θεού ο σύζυγός μου, ενώ κατά τη διάρκεια των εκκλησιαστικών συναντήσεων, μου διάβαζαν τα λόγια του Θεού και οι αδελφοί και οι αδελφές. Μερικές φορές, όταν ήμουν μόνη, άκουγα και ύμνους. Αργότερα, βρήκα την αιτία της ασθένειας και του μαρτυρίου μου στα λόγια του Θεού: «Ποια είναι η πηγή του πόνου της γέννησης, του θανάτου, της ασθένειας και του γήρατος, τον οποίο υπομένουν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ζωής τους; Τι ήταν αυτό που έκανε τους ανθρώπους να βιώνουν αυτά τα βάσανα; Οι άνθρωποι δεν τα βίωναν όταν πρωτοδημιουργήθηκαν, σωστά; Από πού, λοιπόν, προήλθαν αυτά τα βάσανα; Αυτά τα βάσανα δημιουργήθηκαν αφότου οι άνθρωποι διεφθάρησαν από τον Σατανά, και αφότου διεφθάρησαν από τον Σατανά και εκφυλίστηκαν. Ο πόνος της ανθρώπινης σάρκας, τα δεινά της, και η κενότητά της, καθώς και οι άκρως θλιβερές υποθέσεις του ανθρώπινου κόσμου ήρθαν όλα από τη στιγμή που ο Σατανάς διέφθειρε την ανθρωπότητα. Μόλις ο Σατανάς διέφθειρε τους ανθρώπους, άρχισε να τους βασανίζει. Ως εκ τούτου, άρχισαν να εκφυλίζονται όλο και περισσότερο. Οι ασθένειες της ανθρωπότητας οξύνονταν όλο και περισσότερο, και τα βάσανά της γίνονταν όλο και μεγαλύτερα. Βαθμιαία, οι άνθρωποι συναισθάνονταν όλο και περισσότερο την κενότητα και την τραγωδία του ανθρώπινου κόσμου, καθώς και την ανικανότητα να συνεχίσουν να ζουν σ’ αυτόν, και η ζωή στον κόσμο ήταν όλο και περισσότερο χωρίς ελπίδα. Επομένως, αυτά τα βάσανα επήλθαν στους ανθρώπους από τον Σατανά, και επήλθαν μόνο μετά τον εκφυλισμό του ανθρώπου έπειτα από τη διαφθορά του από τον Σατανά. […] Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον αρρωσταίνεις και νιώθεις ανήσυχος, και είναι πιθανό να αυτοκτονήσεις και, ενίοτε νιώθεις, επίσης, ότι ο κόσμος είναι θλιβερός ή ότι η ζωή δεν έχει νόημα. Με άλλα λόγια, αυτά τα ανθρώπινα δεινά εξακολουθούν να βρίσκονται στο πρόσταγμα του Σατανά· συνιστούν μία από τις θανάσιμες αδυναμίες του ανθρώπου» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Η σημασία του ότι ο Θεός γεύτηκε τα εγκόσμια δεινά). Τα λόγια του Θεού ήταν απόλυτα εύστοχα όταν περιέγραφαν ότι το μαρτύριο που προκλήθηκε από τον πόνο της ασθένειας ήταν τόσο μεγάλο, που είχα χάσει κάθε θέληση να ζήσω και ήθελα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Αλλά τα λόγια του Θεού υποστήριζαν πως όλος εκείνος ο πόνος της ασθένειας και του μαρτυρίου, οφειλόταν στους επιβλαβείς τρόπους του Σατανά. Στην αρχή, δεν κατανοούσα πραγματικά τον λόγο που ο Θεός είχε πει αυτά τα πράγματα, αλλά αφότου διάβασα περισσότερα από τα λόγια του Θεού, κατάφερα σταδιακά να κατανοήσω αυτές τις αλήθειες.

Ένα απόγευμα, ο σύζυγός μου μού διάβαζε, ως συνήθως, τα λόγια του Θεού, και άκουσα τα εξής λόγια Του: «Από την επινόηση των κοινωνικών επιστημών από τον άνθρωπο, ο νους του έχει καταληφθεί από την επιστήμη και τη γνώση. Η επιστήμη και η γνώση έχουν γίνει, έπειτα, εργαλεία για την διακυβέρνηση της ανθρωπότητας, και δεν υπάρχει πλέον επαρκής χώρος στον άνθρωπο να λατρέψει τον Θεό, αλλά ούτε κι ευνοϊκές συνθήκες για την λατρεία του Θεού. Η θέση του Θεού έχει βυθιστεί ακόμα πιο κάτω στην καρδιά του ανθρώπου. Χωρίς τον Θεό στην καρδιά του, ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου είναι σκοτεινός, χωρίς ελπίδα και κενός. […] Η επιστήμη, η γνώση, η ελευθερία, η δημοκρατία, η διασκέδαση, η άνεση: αυτά φέρνουν στον άνθρωπο μόνο προσωρινή παρηγοριά. Ακόμη και με αυτά τα πράγματα, ο άνθρωπος αναπόφευκτα αμαρτάνει και παραπονιέται για τις αδικίες της κοινωνίας. Αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να περιορίσουν την πείνα και την επιθυμία του ανθρώπου για εξερεύνηση. Αυτό συμβαίνει επειδή ο άνθρωπος φτιάχτηκε από τον Θεό, και οι ανούσιες θυσίες και εξερευνήσεις του ανθρώπου δεν μπορούν παρά να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη δυστυχία και δεν μπορούν παρά να οδηγήσουν τον άνθρωπο στο να ζει σε μια συνεχή κατάσταση φόβου, να μην ξέρει πώς να αντιμετωπίζει το μέλλον της ανθρωπότητας ή πώς να αντιμετωπίζει το μονοπάτι μπροστά του. Ο άνθρωπος καταλήγει ακόμα να φοβάται την επιστήμη και τη γνώση, και να φοβάται ακόμη περισσότερο το αίσθημα κενού» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Β΄: Ο Θεός προΐσταται της μοίρας όλης της ανθρωπότητας). Όταν άκουσα αυτά τα λόγια, κατάλαβα επιτέλους γιατί ο Θεός είπε ότι όλες οι ασθένειες και το μαρτύριο της ανθρωπότητας πηγάζουν από τον Σατανά: Ο Σατανάς χρησιμοποιεί τη γνώση και την επιστήμη για να μας διαφθείρει. Ο Σατανάς μάς γεμίζει με τις παράλογες ιδέες του, όπως «Οι άνθρωποι εξελίχθηκαν από τους πιθήκους», «Δεν έχει υπάρξει ποτέ κάποιος Σωτήρας», «Η γνώση μπορεί ν’ αλλάξει τη μοίρα σου», «Καθενός η μοίρα είναι στα δικά του χέρια», «Η επιστήμη σώζει τους ανθρώπους» και «Ο άνθρωπος μπορεί να κατακτήσει τη φύση». Με αυτές τις φιλοσοφίες, τους κανόνες, τις ιδέες και τις αντιλήψεις, ο Σατανάς έχει κάνει πλύση εγκεφάλου στην ανθρωπότητα. Έχουν διαφθείρει την καρδιά και την ψυχή των ανθρώπων, και αναγκάζουν τους ανθρώπους να έχουν τυφλή πίστη στη γνώση και να λατρεύουν την επιστήμη. Οι άνθρωποι τρέφουν την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα τους μέσω γνώσης ή να χρησιμοποιήσουν την επιστήμη για να λύσουν κάθε δύσκολο πρόβλημα. Οι άνθρωποι έχουν πάρει τις παράλογες ιδέες του Σατανά κι έχουν σχηματίσει με αυτές τη βάση της ζωής τους, κι έτσι έχουν πιαστεί αιχμάλωτοι του Σατανά, έχουν γίνει δέσμιοί του και ελέγχονται από εκείνον. Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να αρνούνται οτιδήποτε προέρχεται από τον Θεό κι έχουν αρχίσει να απομακρύνονται από τη φροντίδα και την προστασία του Θεού. Ο Σατανάς τούς χειραγωγεί σαν μαριονετίστας που παίζει με τις μαριονέτες του, κι εγώ ήμουν μόνο μία από τα πολλά εκατομμύρια ανθρώπων που βλάπτονται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Όταν ήμουν άρρωστη, στηριζόμουν στην επιστήμη για να θεραπευτώ· πίστευα και λάτρευα στα τυφλά την επιστήμη. Πίστευα στ’ αλήθεια ότι οι ειδικευμένοι γιατροί που υπάρχουν στα φημισμένα νοσοκομεία, με τις προηγμένες τεχνικές τους και τις σύγχρονες ιατρικές εγκαταστάσεις τους, θα μπορούσαν να θεραπεύσουν την ασθένειά μου. Η πάθησή μου, ωστόσο, όχι μόνο δεν βελτιώθηκε, αλλά κατέληξα μάλιστα να βρεθώ στο χείλος του θανάτου. Τα μόνα πράγματα που μου προσέφερε η επιστήμη ήταν εξωπραγματική ελπίδα και αμετάκλητος πόνος. Η επιστήμη έγινε η αιτία να μη πιστεύω στον Θεό, κι έτσι επαναστάτησα ενάντια στον Θεό, Του αντιστάθηκα και αρνήθηκα τη σωτηρία Του επανειλημμένως. Παρά την ανυπακοή μου, ωστόσο, ο Θεός δεν παραιτήθηκε ποτέ της σωτηρίας μου, κι έκτοτε χρησιμοποιεί τα λόγια Του για να με καθοδηγήσει. Σιγά σιγά, Εκείνος αφύπνισε το πνεύμα μου, το οποίο ήταν κάποτε εξαιρετικά πνιγμένο στη γνώση και την επιστήμη. Εγώ, που κάποτε είχα βρεθεί κοντά τον θάνατο, ήλθα τώρα ενώπιον του Θεού και απέκτησα τη σωτηρία του Θεού.

Ο σύζυγός μου συνέχισε να μου διαβάζει τα λόγια του Θεού καθημερινά, και μια μέρα άκουσα τα εξής λόγια Του: «Ο Θεός δημιούργησε αυτόν τον κόσμο, δημιούργησε αυτήν την ανθρωπότητα, και επιπροσθέτως ήταν ο αρχιτέκτονας της αρχαίας ελληνικής κουλτούρας και του ανθρώπινου πολιτισμού. Μόνο ο Θεός παρηγορεί αυτήν την ανθρωπότητα, και μόνο ο Θεός ενδιαφέρεται γι’ αυτήν την ανθρωπότητα μέρα και νύχτα. Η ανθρώπινη ανάπτυξη και πρόοδος είναι αδιαχώριστες από την κυριαρχία του Θεού, ενώ η ιστορία και το μέλλον της ανθρωπότητας είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένα με τα σχέδια του Θεού. […] Αν η ανθρωπότητα επιθυμεί να έχει μια καλή μοίρα, αν μια χώρα επιθυμεί να έχει μια καλή μοίρα, τότε ο άνθρωπος πρέπει να υποκλιθεί στον Θεό με λατρεία, να μετανοήσει και να εξομολογηθεί μπροστά στον Θεό, διαφορετικά η μοίρα κι ο προορισμός του ανθρώπου θα είναι μια αναπόφευκτη καταστροφή» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Παράρτημα Β΄: Ο Θεός προΐσταται της μοίρας όλης της ανθρωπότητας). Αυτή η περικοπή με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι ή μοίρα όλων των ανθρώπων βρίσκεται στα χέρια του Θεού και ότι ο Θεός είναι η πηγή της ανθρώπινης ζωής. Μόνο αν οι άνθρωποι έλθουν ενώπιον του Θεού, ακολουθήσουν τον Θεό και λατρέψουν τον Θεό, μπορούν να έχουν καλή μοίρα. Όταν οι άνθρωποι απομακρύνονται από τον Θεό, αντιστέκονται στον Θεό και Τον εγκαταλείπουν, και, αντίθετα, στηρίζονται στον Σατανά, παραδίδουν τον εαυτό τους στον Σατανά. Ως εκ τούτου, ο Σατανάς θα τους βλάψει και θα τους ποδοπατήσει, κι εκείνοι θα υποστούν ατελείωτες καταστροφές και απεριόριστο μαρτύριο. Έτσι βλάπτουν οι άνθρωποι τον εαυτό τους και επιφέρουν τον ίδιο τον χαμό τους. Εκείνη τη στιγμή, συνειδητοποίησα πόσο ανόητη, τυφλή και αξιοθρήνητη υπήρξα. Είδα ότι οι απόψεις μου για τη γνώση και την επιστήμη ήταν όλες μονάχα δηλητήριο, μονάχα εργαλεία που χρησιμοποιούσε ο Σατανάς για να με διαφθείρει. Όλα αυτά τα χρόνια, με δηλητηρίαζε ο διάβολος, και τώρα το μετάνιωνα οικτρά. Βίωσα μια αληθινή λαχτάρα για τον Θεό από τα βάθη της καρδιάς μου. Ήμουν πρόθυμη να συμπεριφερθώ όπως τον λαό της Νινευή για τον οποίο γίνεται λόγος στη Βίβλο, να ριχτώ στο έδαφος μπροστά στον Θεό, να εξομολογηθώ και να μετανοήσω. Ήθελα να αφήσω πίσω μου όλους τους κακούς μου τρόπους και να δεχθώ την καθοδήγηση και τη θρέψη που παρείχε ο Θεός. Ήθελα να ακολουθώ τον Θεό και να Τον λατρεύω, κι έτσι ζήτησα ενεργά να μου ανατεθούν καθήκοντα οικοδέσποινας στην εκκλησία. Στις αλληλεπιδράσεις μου με τους αδελφούς και τις αδελφές, κανείς δεν με περιφρονούσε ούτε μιλούσε υποτιμητικά για μένα λόγω της ασθένειάς μου. Στην πραγματικότητα, μου πρόσφεραν τεράστια βοήθεια και υποστήριξη, και πάντα ένιωθα να περιβάλλομαι από την ειλικρινή αγάπη τους.

Αφού πέρασε λίγος καιρός, η ασθένειά μου εξακολουθούσε να μη βελτιώνεται, κι έτσι άρχισα να διατυπώνω απαιτήσεις από τον Θεό, ζητώντας Του να με βοηθήσει να γίνω καλύτερα. Οι αδελφές, όμως, συναναστράφηκαν μαζί μου και μου είπαν τα εξής: «Ο Θεός είναι ο Δημιουργός των πάντων και εμείς είμαστε τα δημιουργήματα· συνεπώς, όπως κι αν μας συμπεριφέρεται ο Θεός, εμείς πρέπει να δεχόμαστε τις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις Του. Όταν ζητάμε πράγματα από τον Θεό, δείχνουμε απλώς τον παραλογισμό μας. Η θεραπεία ασθενειών, ο εξορκισμός δαιμόνων και η εκτέλεση θαυμάτων ήταν μέρος του έργου του Θεού κατά την Εποχή της Χάριτος. Τώρα, όμως, βρισκόμαστε στην Εποχή της Βασιλείας, και το κύριο έργο του Θεού επί του παρόντος είναι να επιτελεί τα πάντα μέσα από τα λόγια Του, να χρησιμοποιεί λόγια για να καθάρει και να μεταμορφώσει τις διεφθαρμένες διαθέσεις των ανθρώπων. Ο Θεός θέλει να μας μετατρέψει σε ανθρώπους που Τον υπακούν, Του είναι αφοσιωμένοι, Τον γνωρίζουν και Τον αγαπούν, ώστε να μπορέσει να πάρει μια ομάδα τέτοιων ανθρώπων στην επόμενη εποχή. Αυτό που θέλει ο Θεός είναι η αγάπη και η υπακοή που εκδηλώνουν με φυσικό τρόπο οι άνθρωποι μόλις καταφέρουν να γνωρίσουν τον Θεό. Δεν θέλει οι άνθρωποι να Τον ακολουθούν από ευγνωμοσύνη επειδή θεράπευσε τις ασθένειές τους. Όπως λένε τα λόγια του Θεού: “Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι όταν ο Θεός σώζει τον άνθρωπο, το κάνει συγκινώντας τον με τις ευλογίες και τη χάρη Του, έτσι ώστε να μπορέσει να δώσει την καρδιά του στον Θεό. Τουτέστιν, το γεγονός ότι συγκινεί τον άνθρωπο αποτελεί τη σωτηρία του από Εκείνον. Αυτού του είδους η σωτηρία επιτελείται μέσω του κλεισίματος μιας συμφωνίας. Μόνο όταν ο Θεός τούς προσφέρει τα εκατονταπλάσια, θα υποταχθούν οι άνθρωποι ενώπιον του ονόματος του Θεού και θα προσπαθούν να τα πηγαίνουν καλά για χάρη Του και να Του φέρνουν δόξα. Αυτή δεν είναι η πρόθεση του Θεού για την ανθρωπότητα. Ο Θεός έχει έλθει να εργαστεί στη γη για να σώσει τη διεφθαρμένη ανθρωπότητα· δεν υπάρχει αναλήθεια σε αυτό. Αν υπήρχε, τότε σίγουρα δεν θα είχε έλθει να επιτελέσει το έργο Του αυτοπροσώπως. Στο παρελθόν, τα μέσα της σωτηρίας Του περιλάμβαναν την επίδειξη υπέρτατης αγάπης και συμπόνιας, σε βαθμό που Εκείνος έδωσε όλο Του το Είναι στον Σατανά σε αντάλλαγμα για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Το παρόν δεν μοιάζει καθόλου με το παρελθόν: Η σωτηρία που σας παραχωρείται σήμερα λαμβάνει χώρα κατά τις έσχατες ημέρες, κατά τη διάρκεια της ταξινόμησης του καθενός ανά είδος· τα μέσα της σωτηρίας σας δεν είναι η αγάπη ή η συμπόνια, αλλά η παίδευση και η κρίση, ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να σωθεί πιο επισταμένως(«Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Θα πρέπει να αφήσετε κατά μέρος τις ευλογίες του κύρους και να κατανοήσετε το θέλημα του Θεού, το οποίο είναι να φέρει σωτηρία στον άνθρωπο). Επομένως, θα πρέπει να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε ότι υποκινούμαστε από μια επιθυμία για ευλογίες και ότι η σχέση μας με τον Θεό έχει συναλλακτικό χαρακτήρα. Θα πρέπει, επίσης, να διαβάζουμε περισσότερα από τα λόγια του Θεού και να τα εφαρμόζουμε στη ζωή μας, να δεχόμαστε την κρίση και την παίδευση στα λόγια του Θεού, να δεχόμαστε την αντιμετώπιση, το κλάδεμα, τις δοκιμασίες και τους εξευγενισμούς, και να επιζητούμε να επιτύχουμε εξαγνισμό και μεταμόρφωση των διεφθαρμένων διαθέσεών μας. Το αν θα βελτιωθεί η ασθένειά σου εξαρτάται από τον Θεό, κι εμείς θα πρέπει να υποτασσόμαστε στις ενορχηστρώσεις και τις διευθετήσεις του Θεού».

Μέσα από τη συναναστροφή των αδελφών, κατάφερα να κατανοήσω ότι το να απολαμβάνουμε απλώς τη χάρη του Θεού δεν επαρκεί για να αλλάξει τις σατανικές διαθέσεις μας. Μόνο με την αποδοχή της κρίσης και της παίδευσης του Θεού τις έσχατες ημέρες, μπορούμε να απαλλαγούμε από τις διεφθαρμένες διαθέσεις μας, να επανακτήσουμε τη συνείδηση και τη λογική μας, κι έτσι να επιτύχουμε τη σωτηρία του Θεού και να καταστούμε συμβατοί με το θέλημά Του. Όλοι εκείνοι οι χριστιανοί που δεν δέχονται το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, μπορεί μεν να λαμβάνουν την άφθονη χάρη του Θεού, αλλά εξακολουθούν να ζουν σε έναν κύκλο διάπραξης και εξομολόγησης αμαρτιών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι διεφθαρμένες διαθέσεις τους δεν έχουν καθαρθεί, κι έτσι ταξιδεύουν σε διάφορα μέρη και δαπανούν τον εαυτό τους, με στόχο να αποκτήσουν τις ευλογίες και τη χάρη του Θεού. Με άλλα λόγια, θέλουν να κλείσουν κάποια συμφωνία με τον Θεό και, ως εκ τούτου, δεν θα λάβουν ποτέ την έγκρισή Του. Αφότου κατανόησα το θέλημα του Θεού, σταμάτησα να ζητώ από τον Θεό να θεραπεύσει την ασθένειά μου, κι αντιθέτως ανέλαβα τη σταθερή δέσμευση να πιστεύω στον Θεό και να λατρεύω τον Θεό, όσο κι αν βελτιωνόταν ή επιδεινωνόταν η πάθησή μου. Δεσμεύτηκα να εκπληρώνω τα καθήκοντά μου ως ένα εκ των δημιουργημάτων, να επιδιώκω αλήθειες και να επιζητώ να γνωρίζω πιο ειλικρινά τον Θεό, να απαλλαχθώ από τις διεφθαρμένες διαθέσεις μου και να ζω ως αληθινό ανθρώπινο ον, προκειμένου να ικανοποιήσω τον Θεό. Όταν ξεκίνησα να τα κάνω όλα αυτά πράξη, ένιωσα τρομερή απελευθέρωση μες στην καρδιά μου και δεν αισθανόμουν πια δέσμια του πόνου της ασθένειάς μου ούτε περιορισμένη από αυτόν, ενώ δεν φοβόμουν πια τόσο πολύ τον θάνατο. Το μόνο που επιθυμούσα ήταν να παραδοθώ εξολοκλήρου στον Θεό και να υπακούσω στις υπαγορεύσεις και τις διευθετήσεις Του.

Μετά απ’ αυτό, συναντιόμουν συχνά με τους αδελφούς και τις αδελφές για να διαβάσουμε τα λόγια του Θεού, να συναναστραφούμε σχετικά με αλήθειες και να ψάλουμε ύμνους για να δοξάσουμε τον Θεό. Ένιωθα ότι η καρδιά μου είχε εμπλουτιστεί σε μεγάλο βαθμό, και μαζί με τον εμπλουτισμό αυτόν, ελαττώθηκε και το μαρτύριό μου. Αυτό που αποτελούσε ακόμη μεγαλύτερο μυστήριο ήταν ότι, σχεδόν ανεπαίσθητα, το μούδιασμα στα πόδια μου άρχισε να υποχωρεί, κι εγώ άρχισα σιγά σιγά να επανακτώ την ικανότητα να περπατώ, μέχρι που τελικά δεν χρειαζόταν να βασίζομαι καθόλου σε αναπηρικό καροτσάκι. Ακόμη πιο αναπάντεχο ήταν το γεγονός ότι, μια μέρα, η όρασή μου επανήλθε ξαφνικά και κατάφερα να δω τα λόγια που ήταν τυπωμένα στα βιβλία των λόγων του Θεού. Μπορούσα επιτέλους να δω τα λόγια του Θεού! Δεν μπορούσα να το πιστέψω, αλλά είχα βιώσει πραγματικά ένα θαύμα. Η χαρά που αισθανόμουν μες στην καρδιά μου δεν περιγράφεται, κι έτσι προσευχήθηκα επανειλημμένα στον Θεό, ευχαριστώντας και δοξάζοντάς Τον. Όταν, με μεγάλο ενθουσιασμό, μοιράστηκα τα καλά νέα με τον σύζυγό μου, εκείνος συγκινήθηκε πολύ. Με δάκρυα στα μάτια, αναφώνησε ξανά και ξανά: «Σε ευχαριστώ, Θεέ μου! Σε ευχαριστώ, Θεέ μου!» Ναι, είναι αλήθεια —υποτάχθηκα λίγο μόνο στον Θεό, κι Εκείνος μού έδωσε αυτή την τεράστια ευλογία. Ένιωσα βαθιά πως, παρόλο που το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες δεν περιλαμβάνει την τέλεση θαυμάτων, η εξουσία των λόγων του Θεού υπερβαίνει κατά πολύ την εξουσία των θαυμάτων του Θεού. Ο Θεός είναι πράγματι ο παντοδύναμος Θεός, ο Θεός που αγαπά τους ανθρώπους!

Μια μέρα που ο σύζυγός μου ήταν στο νοσοκομείο της κομητείας, συνάντησε τυχαία τον γιατρό που ήταν πρωτευόντως υπεύθυνος της θεραπείας μου. Ο γιατρός τον ρώτησε πώς πήγαινε η θεραπεία για τη νεφροπάθειά μου κι αν είχα ξεκινήσει αιμοκάθαρση. Ο σύζυγός μου αποκρίθηκε: «Δεν έκανε αιμοκάθαρση, αλλά η πάθησή της ήδη βελτιώνεται. Πλέον μπορεί να περπατά, και βλέπει κιόλας!» Η έκπληξη του γιατρού ήταν μεγάλη, και είπε: «Λοιπόν, πρόκειται για θαύμα. Νόμιζα πως πήγαινε καιρός που υποβαλλόταν σε αιμοκάθαρση».

Σήμερα, ζω μια φυσιολογική ζωή. Οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γείτονές μου εκφράζουν συνεχώς την έκπληξή τους και λένε κουβέντες του τύπου: «Ποτέ δεν πίστευα πως η πάθησή σου θα βελτιωνόταν τόσο γρήγορα. Και σωματικά και ψυχικά, φαίνεσαι φυσιολογικός άνθρωπος!» Κάθε φορά που ακούω κάτι τέτοιο, λέω από μέσα μου κάποια λόγια ευγνωμοσύνης στον Θεό: «Θεέ μου, δεν θα ξεχάσω ποτέ, σε όλη τη ζωή μου, την αγάπη που μου έχεις δείξει και τη σωτηρία Σου. Παρόλο που δεν υπάρχει κάτι που να μπορώ να κάνω για Σένα, αποφασίζω να Σε ακολουθώ, να Σε λατρεύω και να κάνω το καθήκον μου ως ένα εκ των δημιουργημένων όντων Σου για το υπόλοιπο της ζωής μου, ώστε να ανταποδώσω την αγάπη Σου». Είχα διαφθαρεί σε βάθος, στην αρχή δεν αναγνώριζα την ύπαρξη του Θεού και είχα αρνηθεί τη σωτηρία του Θεού επανειλημμένως. Ο Θεός, ωστόσο, όχι μόνο δεν μου καταλόγισε τις αμαρτίες μου, αλλά με έσωσε μάλιστα με τρόπο πραγματικά μεγαλειώδη. Έχω λάβει τεράστια ποσότητα του ελέους του Θεού, και γνωρίζω ότι είμαι παντελώς ανάξια τέτοιας χάρης. Αυτές οι ισχυρές και αδιάκοπες εμπειρίες μού έχουν δείξει ότι η επιστήμη και η γνώση δεν μπορούν να σώσουν τους ανθρώπους, κι αντίθετα θα φέρουν στους ανθρώπους μόνο ατελείωτο μαρτύριο, φόβο και θάνατο. Μόνο ο Δημιουργός και Κυβερνήτης των πάντων στο σύμπαν, μπορεί να δώσει στους ανθρώπους ζωή, καθώς και τη θρέψη που χρειάζονται. Ο Θεός είναι το μόνο θεμέλιο για την επιβίωση της ανθρωπότητας, καθώς και η μοναδική ελπίδα και λύτρωση της ανθρωπότητας. Η μόνη ελπίδα που έχουν οι άνθρωποι για μια καλή μοίρα, είναι να λατρεύουν τον Θεό. Ευχαριστώ τον Θεό που με έσωσε —έναν άνθρωπο βαθιά ξεγελασμένο από τον Σατανά, που βρισκόταν κοντά στον θάνατο— από την επιρροή του Σατανά. Ο Θεός με επανέφερε στη ζωή και με επανέφερε ενώπιόν Του, τον Δημιουργό των πάντων. Τώρα βαδίζω στο λαμπρό μονοπάτι της ζωής!

Προηγούμενο: 45. Επιστροφή από το χείλος του γκρεμού

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

32. Μια σημαντική ανακάλυψη

Από τη Φάνγκφανγκ, ΚίναΌλοι μας στην οικογένειά μου πιστεύουμε στον Κύριο Ιησού, και ενώ ήμουν μια απλή πιστή στην εκκλησία μας, ο πατέρας...

44. Έχω έρθει σπίτι

Από τον Τσου Κιν Πονγκ, ΜαλαισίαΠίστευα στον Κύριο για πάνω από μια δεκαετία και υπηρετούσα στην εκκλησία για δύο χρόνια, και μετά άφησα...

2. Ο δρόμος προς τον εξαγνισμό

Από τον Κρίστοφερ, ΦιλιππίνεςΜε λένε Κρίστοφερ, και είμαι πάστορας μιας κατ’ οίκον εκκλησίας στις Φιλιππίνες. Το 1987 βαφτίστηκα και...

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger