96. Ξεπέρασα το πρόβλημα που είχα με το τραύλισμα
Ο πατέρας μου τραύλιζε, κι είχα κι εγώ το ίδιο πρόβλημα από μικρή. Όσο δεν συναντούσα ξένους, όλα ήταν μια χαρά. Όποτε, όμως, γνώριζα νέους ανθρώπους, με έπιανε νευρικότητα και τραύλιζα όταν μιλούσα. Ο αδερφός και η αδερφή μου μου έλεγαν: «Δες πώς μιλάς. Δεν μπορείς να μιλάς πιο αργά;» Στενοχωριόμουν πολύ με την κριτική που μου ασκούσαν. Ακόμα και τα ίδια μου τα αδέρφια με αντιπαθούσαν και με περιφρονούσαν. Ένιωθα πολύ κατώτερη και συχνά μ’ έπιανε το παράπονο κι έκλαιγα. Στο δημοτικό, μια φορά ο δάσκαλος με σήκωσε για να απαντήσω σε μια ερώτηση. Με έπιασε μεγάλη νευρικότητα και, εκεί που μιλούσα, άρχισα ξαφνικά να τραυλίζω και να μην μπορώ να αρθρώσω λέξη, με αποτέλεσμα όλοι οι συμμαθητές μου να σκάσουν στα γέλια. Έγινα τελείως ρεζίλι. Μετά από αυτό, σταμάτησα να σηκώνω το χέρι μου για να μιλήσω όποτε μας ρωτούσε κάτι ο δάσκαλος, επειδή φοβόμουν μήπως με περιγελάσουν οι συμμαθητές μου. Αυτού του είδους τα επεισόδια από εκείνα τα χρόνια βάρυναν τη νεαρή καρδιά μου. Ένιωθα συνεχώς ανεπαρκής και πολύ κατώτερη. Επίσης, ήμουν πολύ μπερδεμένη και αναρωτιόμουν: «Γιατί δεν μπορώ να μιλάω με άνεση όπως οι άλλοι; Γιατί τραυλίζω;» Όταν παντρεύτηκα, ο άντρας μου με πείραζε που τραύλιζα και μου έλεγε: «Είσαι κοτζάμ γυναίκα, αλλά δεν μπορείς να μιλήσεις σωστά. Αν ήσουν αγελάδα, θα σε είχα πουλήσει εδώ και καιρό». Όποτε μιλούσα στα παιδιά μου, τραύλιζα κάποιες φορές όταν είχα άγχος, και τα παιδιά μου γελούσαν μαζί μου: «Κοίτα, η μαμά πάλι τραυλίζει. Δεν μπορείς να μιλάς πιο αργά;» Τα παιδιά και ο άντρας μου μου έλεγαν συχνά τέτοια πράγματα. Ένιωθα ότι ήμουν ένα χαμένο κορμί και η αυτοεκτίμησή μου ήταν στα τάρταρα. Μετά από αυτό, απέφευγα να μιλάω πολύ και δεν τολμούσα να μιλήσω μπροστά σε ξένους, καθώς έτσι κανείς δεν θα ήξερε ότι τραύλιζα ούτε θα με κορόιδευε.
Το 2003, αποδέχτηκα το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες. Ήξερα ότι τραύλιζα, γι’ αυτό, όποτε παρευρισκόμουν σε συναθροίσεις με αδελφούς και αδελφές, σπάνια συναναστρεφόμουν. Οι αδελφοί και οι αδελφές με ενθάρρυναν να συναναστρέφομαι περισσότερο και απλώς να είμαι πιο ανοιχτή, λέγοντας ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να αναπτυχθώ στη ζωή μου. Έλεγαν επίσης: «Όλοι έχουν ψεγάδια. Μην αφήνεις τα δικά σου να σε περιορίζουν». Όταν είδα ότι δεν με περιφρονούσαν, αλλά αντιθέτως με ενθάρρυναν και με βοηθούσαν, συγκινήθηκα βαθιά και ένιωσα ότι ήταν πραγματικά υπέροχο να πιστεύω στον Θεό. Ποτέ άλλοτε δεν είχα νιώσει κάτι τέτοιο, και από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, δεν ένιωθα τόσο περιορισμένη.
Αργότερα, επιλέχθηκα ως επικεφαλής εκκλησίας. Μια μέρα, οι ανώτεροι επικεφαλής κανόνισαν να κάνω το καθήκον μου στην Εκκλησία Τσενγκντόνγκ. Σκέφτηκα μέσα μου: «Αν πάω στην Εκκλησία Τσενγκντόνγκ, και οι αδελφοί και οι αδελφές μάθουν ότι τραυλίζω, τι θα σκεφτούν άραγε για εμένα; Θα με περιγελάσουν; Θα γίνω τελείως ρεζίλι! Δεν θέλω να πάω». Οι ανώτεροι επικεφαλής διάβασαν τις σκέψεις μου και συναναστράφηκαν μαζί μου, λέγοντας ότι ήταν μια ευκαιρία για εκπαίδευση. Βασιζόμενη στη λογική, συμφώνησα να αναλάβω τη θέση. Στην εκκλησία Τσενγκντόνγκ, κατά τη συνάθροισή μου με τους επικεφαλής και τους διακόνους, ήμουν κάπως νευρική επειδή δεν γνώριζα κανέναν και φοβόμουν ότι θα με περιφρονούσαν αν συνέχιζα να τραυλίζω. Έτσι, ευχόμουν να τελειώσει γρήγορα η συνάθροιση. Όσο πιο νευρική γινόμουν, όμως, τόσο πιο πολύ τραύλιζα και ένιωθα μεγάλη ντροπή. Όταν κοίταξα γύρω μου, είδα ότι κάποιοι αδελφοί και αδελφές είχαν σκυμμένο το κεφάλι τους και ότι άλλοι παρέμεναν σιωπηλοί. Ταράχτηκα πολύ. Σκέφτηκα μέσα μου: «Μάλλον σκέφτονται: “Πώς βρέθηκε εδώ αυτή η τραυλή;” Αν δεν συναναστραφώ, θα λένε ότι δεν έχω αλήθεια-πραγματικότητες. Αν συνεχίσω, θα εξακολουθώ να τραυλίζω». Δεν είχα άλλη επιλογή παρά να σφίξω τα δόντια και να συνεχίσω να συναναστρέφομαι. Τραύλιζα πολύ σε εκείνη τη συνάθροιση και μετά βίας έφτασα μέχρι το τέλος. Αρχικά, είχα σκοπό να τους ρωτήσω για την κατάστασή τους, αλλά μετά σκέφτηκα: «Κι αν έχουν προβλήματα ή δυσκολίες; Θα πρέπει να συναναστραφώ μαζί τους χρησιμοποιώντας τα λόγια του Θεού. Αν αρχίσω και πάλι να τραυλίζω, σίγουρα θα γελάσουν μαζί μου. Άσ’ το καλύτερα, δεν ρωτάω». Έτσι, δεν προέκυψαν αποτελέσματα από αυτήν τη συνάθροιση ούτε εκτελέστηκε σωστά το έργο που έπρεπε να υλοποιηθεί, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει. Επιστρέφοντας σπίτι, ένιωθα πολύ απελπισμένη και παραπονέθηκα μέσα μου: «Γιατί τραυλίζω; Γιατί οι άλλοι άνθρωποι δεν τραυλίζουν;» Ένιωθα πολύ κατώτερη και σκεφτόμουν διαρκώς ότι στεκόμουν σ’ ένα σκαλί πιο κάτω απ’ όλους τους άλλους. Μετά από αυτό, όποτε παρευρισκόμουν σε συναθροίσεις με επικεφαλής και διακόνους, ένιωθα περιορισμένη. Φοβόμουν μήπως αρχίσω πάλι να τραυλίζω και οι άλλοι αρχίσουν να γελάνε μαζί μου και να με υποτιμούν, επομένως προσπαθούσα να συναναστρέφομαι όσο το δυνατόν λιγότερο. Έκανα απλώς γενικά σχόλια για το έργο που έπρεπε να υλοποιηθεί, με αποτέλεσμα το έργο να μην παράγει καλά αποτελέσματα. Ήξερα ότι ο συνεχής περιορισμός που μου προκαλούσε το τραύλισμά μου επηρέαζε το έργο, γι’ αυτό συχνά παρουσίαζα την κατάστασή μου ενώπιον του Θεού στις προσευχές μου, κι ευχόμουν να με καθοδηγήσει ο Θεός ώστε να μην περιορίζομαι απ’ αυτήν. Μερικές φορές, όταν άρχιζα ξανά να τραυλίζω ενώ μιλούσα, κάλυπτα το στόμα μου με το χέρι μου, ώστε οι άνθρωποι να μη βλέπουν τα χείλη μου που έτρεμαν από το τραύλισμα. Στις συναθροίσεις, πάντα έβαζα τους αδελφούς και τις αδελφές να διαβάζουν τα λόγια του Θεού και όταν ήταν εντελώς αδύνατον να το αποφύγω, διάβαζα μόνο μικρά εδάφια. Έτσι, λιγότεροι άνθρωποι θα ήξεραν ότι τραύλιζα. Αλλά μου ήταν πολύ οδυνηρό να ζω έτσι. Ένιωθα εξαντλημένη και ότι πνιγόμουν. Αυτό επηρέαζε επίσης και την εκτέλεση του καθήκοντός μου.
Μία φορά, ανοίχτηκα σε μια αδελφή: «Τραυλίζω όταν μιλάω και φοβάμαι ότι όλοι σας θα με περιφρονήσετε, γι’ αυτό δεν έχω το θάρρος να συναναστραφώ». Η αδελφή είπε: «Ούτε που το έχω παρατηρήσει ότι τραυλίζεις όταν μιλάς. Μερικές φορές, όταν σε ακούω να σταματάς στη μέση μιας πρότασης, σκέφτομαι μόνο ότι περιορίζεσαι υπερβολικά και δεν μπορείς να συνεχίσεις». Η αδελφή με ενθάρρυνε επίσης λέγοντας: «Κανείς δεν είναι τέλειος. Έχεις ακούσει ποτέ για κανέναν άνθρωπο που δεν έχει ψεγάδια; Τα λόγια του Θεού μάς λένε ότι όλοι έχουμε ψεγάδια και αδυναμίες. Μην περιορίζεσαι από αυτό. Απλώς επιδίωξε την αλήθεια με ειλικρίνεια. Το τραύλισμά σου οφείλεται στη νευρικότητα, αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχείς γι’ αυτό. Απλώς επικεντρώσου στο καθήκον σου και σταδιακά θα σταματήσεις να περιορίζεσαι από το τραύλισμά σου». Όταν άκουσα τα λόγια της αδελφής, ένιωσα κάπως ανακουφισμένη. Αργότερα, είδα ένα βίντεο βιωματικής μαρτυρίας που έφερε φως στην καρδιά μου και μου έδωσε τεράστιο κουράγιο. Το βίντεο παρέθετε συγκεκριμένα ένα χωρίο των λόγων του Θεού που αφορούσε ξεκάθαρα την κατάστασή μου. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Υπάρχουν κάποια προβλήματα που δεν μπορούν να τα λύσουν οι άνθρωποι. Για παράδειγμα, μπορεί να έχεις την τάση να νιώθεις νευρικότητα όταν μιλάς σε άλλους· όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με διάφορες περιστάσεις, μπορεί να έχεις δικές σου ιδέες και απόψεις, αλλά να μην μπορείς να τις διατυπώσεις ξεκάθαρα. Νιώθεις μεγάλη νευρικότητα όταν είναι παρόντες πολλοί άνθρωποι· μιλάς ασυνάρτητα και με τρεμάμενα χείλη. Μάλιστα, κάποιοι άνθρωποι τραυλίζουν κιόλας· άλλοι, αν είναι παρόντα άτομα του αντίθετου φύλου, είναι ακόμα λιγότερο ικανοί να εκφραστούν και απλώς δεν ξέρουν τι να πουν ή τι να κάνουν. Είναι εύκολο να ξεπεραστεί κάτι τέτοιο; (Όχι.) Τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, δεν είναι εύκολο να ξεπεράσεις αυτό το ελάττωμα, επειδή είναι μέρος των έμφυτων καταστάσεών σου. Αν μετά από αρκετούς μήνες εξάσκησης εξακολουθείς να έχεις νευρικότητα, η νευρικότητα μετατρέπεται σε πίεση, η οποία σε επηρεάζει αρνητικά προκαλώντας σου φόβο να μιλήσεις, να έρθεις σε επαφή με ανθρώπους, να παρευρεθείς σε συναθροίσεις ή να κάνεις κηρύγματα, και αυτοί οι φόβοι μπορούν να σε νικήσουν. […] Επομένως, αν μπορείς να ξεπεράσεις αυτήν την ατέλεια, αυτό το ελάττωμα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κάν’ το. Αν είναι δύσκολο να το ξεπεράσεις, μην ασχολείσαι μ’ αυτό, μην προσπαθείς να το καταπολεμήσεις και μη δοκιμάζεις τον εαυτό σου. Ασφαλώς, αν δεν μπορείς να το ξεπεράσεις, δεν θα πρέπει να είσαι αρνητικός. Ακόμη κι αν δεν μπορέσεις να το ξεπεράσεις ποτέ στη ζωή σου, ο Θεός δεν θα σε καταδικάσει, αφού δεν είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου. Το τρακ που νιώθεις μπροστά σε κοινό, η νευρικότητα και ο φόβος σου, είναι εκδηλώσεις που δεν αντικατοπτρίζουν τη διεφθαρμένη διάθεσή σου· είτε είναι έμφυτα στοιχεία είτε προκλήθηκαν από το περιβάλλον μετέπειτα στη ζωή σου, στη χειρότερη περίπτωση είναι μια ατέλεια, ένα ελάττωμα της ανθρώπινης φύσης σου. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις μακροπρόθεσμα ή ακόμα και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου, μην κολλάς σ’ αυτό, μην το αφήνεις να σε περιορίζει ούτε να γίνεις αρνητικός λόγω αυτού, αφού δεν είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου· είναι ανώφελο να προσπαθείς να το αλλάξεις ή να το καταπολεμήσεις. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις, τότε αποδέξου το, άφησέ το να υπάρχει και αντιμετώπισέ το σωστά, επειδή μπορείς να συνυπάρξεις με αυτήν την ατέλεια, με αυτό το ελάττωμα· η ύπαρξή του δεν σε επηρεάζει στο να ακολουθείς τον Θεό και να κάνεις τα καθήκοντά σου. Εφόσον μπορείς ν’ αποδεχθείς την αλήθεια και να κάνεις τα καθήκοντά σου στο μέγιστο των ικανοτήτων σου, μπορείς και πάλι να σωθείς· δεν σε επηρεάζει στο να αποδεχθείς την αλήθεια ούτε επηρεάζει τη σωτηρία σου. Επομένως, δεν θα πρέπει να σε περιορίζει συχνά μια συγκεκριμένη ατέλεια ή ένα συγκεκριμένο ελάττωμα της ανθρώπινης φύσης σου ούτε θα πρέπει, για τον ίδιο λόγο, να γίνεσαι συχνά αρνητικός και να αποθαρρύνεσαι ή ακόμα και να εγκαταλείψεις το καθήκον σου και να πάψεις να επιδιώκεις την αλήθεια, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να σωθείς. Δεν αξίζει καθόλου όλο αυτό· αυτό είναι κάτι που θα έκανε ένας ανόητος, ένας ανίδεος άνθρωπος» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Όταν αναλογίστηκα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα ότι το τραύλισμα είναι ένα ανθρώπινο ελάττωμα και κουσούρι, και ότι δεν είναι μια διεφθαρμένη διάθεση ούτε επηρεάζει την επιδίωξη της αλήθειας ή τη σωτηρία ενός ανθρώπου. Δεν μπορούσα να μου επιτρέψω να είμαι μονίμως περιορισμένη και αρνητική εξαιτίας ενός απλού ελαττώματος, ούτε να εγκαταλείψω την επιδίωξη της αλήθειας, γιατί έτσι θα έχανα την ευκαιρία να σωθώ, κι αυτό θα σήμαινε πως είχα αδαή κι ανόητη συμπεριφορά. Αναλογίστηκα ότι, όλα αυτά τα χρόνια, εξαιτίας του τραυλίσματός μου, ακόμα και όταν ήξερα ότι έπρεπε να ανοιχτώ και να συναναστραφώ για να κερδίσω τη διαφώτιση και την καθοδήγηση του Θεού στις συναθροίσεις, φοβόμουν πως οι αδελφοί και οι αδελφές θα παρατηρούσαν το τραύλισμά μου, γι’ αυτό δεν τολμούσα να συναναστραφώ. Όταν πήγα στην Εκκλησία Τσενγκντόνγκ, ένιωθα να με περιορίζει ακόμα περισσότερο το τραύλισμά μου, και όσο περισσότερο φοβόμουν μήπως το παρατηρήσουν οι άλλοι, τόσο πιο νευρική γινόμουν και τόσο περισσότερο επιδεινωνόταν το τραύλισμά μου. Έτσι, δεν απολάμβανα καθόλου τις συναθροίσεις. Δεν εξέταζα ούτε έλυνα τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι επικεφαλής και οι διάκονοι, και οι συναθροίσεις τελείωναν βιαστικά χωρίς να υλοποιείται σωστά το έργο. Το τραύλισμά μου με περιόριζε συχνά και δεν τολμούσα να ανοιχτώ και να συναναστραφώ στις συναθροίσεις. Αυτό όχι μόνο προκαλούσε ζημιά στη δική μου ζωή-είσοδο, αλλά δεν ωφελούσε και τους αδελφούς και τις αδελφές μου. Επίσης, καθυστερούσε το έργο της εκκλησίας. Είδα πόσο ανόητη και αδαής ήμουν. Ο Θεός λέει: «Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις μακροπρόθεσμα ή ακόμα και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής σου, μην κολλάς σ’ αυτό, μην το αφήνεις να σε περιορίζει ούτε να γίνεις αρνητικός λόγω αυτού, αφού δεν είναι η διεφθαρμένη διάθεσή σου· είναι ανώφελο να προσπαθείς να το αλλάξεις ή να το καταπολεμήσεις. Αν δεν μπορείς να το αλλάξεις, τότε αποδέξου το, άφησέ το να υπάρχει και αντιμετώπισέ το σωστά, επειδή μπορείς να συνυπάρξεις με αυτήν την ατέλεια, με αυτό το ελάττωμα· η ύπαρξή του δεν σε επηρεάζει στο να ακολουθείς τον Θεό και να κάνεις τα καθήκοντά σου. Εφόσον μπορείς ν’ αποδεχθείς την αλήθεια και να κάνεις τα καθήκοντά σου στο μέγιστο των ικανοτήτων σου, μπορείς και πάλι να σωθείς· δεν σε επηρεάζει στο να αποδεχθείς την αλήθεια ούτε επηρεάζει τη σωτηρία σου». Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, η καρδιά μου πλημμύρισε ζεστασιά και κουράγιο. Σκέφτηκα πως, από μικρή, ο κόσμος με περιφρονούσε και με απαξίωνε εξαιτίας του τραυλίσματός μου. Συχνά κυριευόμουν από αισθήματα κατωτερότητας και σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν τόσο καλή όσο οι άλλοι. Δεν έπαψε, όμως, ο Θεός να με καταδέχεται, αλλά αντιθέτως, με ενθάρρυνε να επιδιώξω με ειλικρίνεια την αλήθεια και τη σωτηρία. Ένιωσα ότι ο Θεός αγαπάει πραγματικά τους ανθρώπους, και έτσι έφυγε τελικά το μεγάλο βάρος που είχα στην καρδιά μου. Εφόσον ο Θεός δεν περιφρονούσε το ελάττωμά μου, έπρεπε να το αντιμετωπίσω σωστά, και ακόμα και αν αυτό μου το ελάττωμα δεν επρόκειτο να αλλάξει ποτέ για όσο ζούσα, δεν θα έπρεπε να με περιορίζει. Αντιθέτως, έπρεπε να εστιάσω στην επιδίωξη της αλήθειας και στο να κάνω σωστά το καθήκον μου. Όταν συνειδητοποίησα αυτά τα πράγματα, προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα: «Θεέ μου, τώρα κατανοώ την πρόθεσή Σου. Είμαι πρόθυμη να αντιμετωπίσω σωστά το ελάττωμα και το κουσούρι μου και να σταματήσω να παραπονιέμαι. Θα υποταχθώ και θα κάνω σωστά το καθήκον μου».
Αφού προσευχήθηκα, αναλογίστηκα ακόμα περισσότερο: «Γιατί πάντα με περιορίζει το τραύλισμά μου; Τι είδους διεφθαρμένη διάθεση το προκαλεί αυτό;» Μετά, αναζήτησα τα λόγια του Θεού για να τα διαβάσω. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Αντί να αναζητούν την αλήθεια, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν τις δικές τους, ασήμαντες σκοπιμότητες. Δίνουν μεγάλη σημασία στα δικά τους συμφέροντα, στο γόητρό τους και στη θέση ή στην υπόληψη που έχουν στο μυαλό των άλλων, και μόνο αυτά αγαπούν. Προσκολλώνται σ’ αυτά τα πράγματα με πυγμή και τα βλέπουν ως την ίδια τη ζωή τους. Και δεν δίνουν τόση σημασία στο πώς τους βλέπει και τους αντιμετωπίζει ο Θεός· προς το παρόν, το αγνοούν αυτό· προς το παρόν, εξετάζουν μόνο αν είναι το αφεντικό της ομάδας, αν τους θαυμάζουν οι άλλοι και αν τα λόγια τους έχουν βαρύτητα. Το πρώτο τους μέλημα είναι η κατάληψη αυτής της θέσης. Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι, όταν είναι σε μια ομάδα, αναζητούν τέτοια θέση, τέτοιες ευκαιρίες. Όταν έχουν πολύ ταλέντο, φυσικά και θέλουν να γίνουν οι κορυφαίοι· εάν έχουν μέτριες ικανότητες, θέλουν και πάλι να καταλάβουν υψηλότερη θέση στην ομάδα· και όσοι έχουν χαμηλή θέση μέσα στην ομάδα, και το επίπεδο και ικανότητές τους είναι μέτρια, θέλουν κι αυτοί να τους θαυμάζουν οι άλλοι, δεν θέλουν να τους περιφρονούν. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, είναι κόκκινη γραμμή η υπόληψη και η αξιοπρέπεια: οφείλουν να τις διατηρούν ανέπαφες. Μπορεί να μην έχουν ακεραιότητα και να μην τους εγκρίνει ούτε να τους αποδέχεται ο Θεός, όμως δεν γίνεται με τίποτα να χάσουν τον σεβασμό, το κύρος ή την υπόληψη για την οποία έχουν παλέψει ανάμεσα στους άλλους· αυτό αποτελεί τη διάθεση του Σατανά. Αλλά οι άνθρωποι δεν το κατανοούν αυτό. Πιστεύουν ότι πρέπει να προσκολληθούν μέχρι τέλους σ’ αυτήν τη σαβούρα, την υπόληψη. Δεν γνωρίζουν ότι μόνο όταν παραιτηθούν τελείως από αυτά τα μάταια και επιφανειακά πράγματα, και τα παραμερίσουν, θα γίνουν αληθινοί άνθρωποι. Αν κάποιος διαφυλάσσει σαν τη ζωή αυτά που πρέπει να απορρίψει, τότε χάνει τη ζωή του. Δεν γνωρίζουν τι διακυβεύεται. […] Έχεις, λοιπόν, δημοσιότητα. Ε, και τι έγινε; Οι άνθρωποι σε έχουν σε μεγάλη εκτίμηση. Και λοιπόν; Είσαι το είδωλό τους. Ε, και; Αποδεικνύει κάτι από αυτά ότι έχεις την αλήθεια-πραγματικότητα; Τίποτα από αυτά δεν έχει αξία. Όταν μπορείς να ξεπεράσεις αυτά τα πράγματα, όταν καταφέρεις να αδιαφορείς για αυτά και δεν τα θεωρείς πλέον σημαντικά, όταν η υπόληψη, η ματαιοδοξία, η θέση και ο θαυμασμός των ανθρώπων δεν ελέγχουν πλέον τις σκέψεις και τη συμπεριφορά σου, πόσο μάλλον το πώς εκτελείς το καθήκον σου, τότε θα εκτελείς ολοένα και πιο αποτελεσματικά και πιο αγνά το καθήκον σου» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Από την έκθεση των λόγων του Θεού, συνειδητοποίησα ότι, όσο σπουδαίες ικανότητες ή ανάστημα κι αν έχει κάποιος, όλοι θέλουν να τους θαυμάζουν οι άλλοι. Όταν σκέφτηκα τη ζωή μου μέχρι τώρα, συνειδητοποίησα ότι ακόμα και τα ίδια μου τα αδέλφια δεν με καταδέχονταν και με περιφρονούσαν. Και στο σχολείο, οι συμμαθητές μου με έκαναν ρεζίλι, γι’ αυτό ένιωθα πολύ κατώτερη. Όταν παντρεύτηκα, με κορόιδευαν ακόμα και ο άντρας και τα παιδιά μου, πληγώνοντας ακόμα περισσότερο την αυτοεκτίμησή μου. Μ’ έπιανε μάλιστα το παράπονο κι έβαζα τα κλάματα. Με ανησυχούσε τόσο πολύ η υπερηφάνεια μου! Σκέφτηκα ότι, από μικρή, επηρεαζόμουν από σατανικά δηλητήρια, όπως τα εξής: «Οι άνθρωποι χρειάζονται την υπερηφάνεια τους όπως ένα δέντρο χρειάζεται τον φλοιό του» και «Ένας άνθρωπος αφήνει το όνομά του όπου μένει, όπως ακριβώς μια χήνα βγάζει την κραυγή της όπου πετάει». Έδινα ιδιαίτερη προσοχή στην υπερηφάνεια μου. Εξαιτίας του τραυλίσματός μου, φοβόμουν μήπως οι άλλοι με περιγελάσουν και με περιφρονήσουν, με αποτέλεσμα να κυριεύομαι συχνά από αναπόφευκτα αισθήματα αρνητικότητας και πόνου. Δεν μπορούσα να συναναστραφώ σχετικά με αυτά που έπρεπε στις συναθροίσεις ούτε να κάνω καλά το έργο που έπρεπε να εκτελέσω. Αλλά ο οίκος του Θεού δεν με περιφρόνησε ούτε με αντιμετώπισε με βάση το ελάττωμά μου. Αντιθέτως, μου εμπιστεύτηκε ηγετικά καθήκοντα και με ενθάρρυνε να επιδιώξω σωστά την αλήθεια και τη σωτηρία. Αυτό δεν ήταν η αγάπη του Θεού; Αλλά και πάλι, η υπερβολική εμμονή μου με την υπερηφάνεια μου δεν με άφηνε να κάνω τα καθήκοντα που έπρεπε να κάνω. Δεν επαναστατούσα ενάντια στον Θεό; Στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν οι άλλοι με θαύμαζαν, αυτό δεν θα είχε καμία αξία χωρίς την έγκριση του Θεού. Η επιδίωξη της υπόληψης και της θέσης δεν θα μπορούσε ποτέ να αλλάξει τη ζωή-διάθεσή μου, αλλά αντιθέτως, θα με έκανε ακόμα πιο αρνητική, ώσπου τελικά ο Θεός θα με αποστρεφόταν και θα με απέρριπτε, και θα με απέκλειε επειδή δεν έκανα καλά τα καθήκοντά μου. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, τρόμαξα και ένιωσα ενοχές. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι η εμμονή με την υπερηφάνεια και τη θέση θα είχε τόσο σοβαρές συνέπειες. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, θέλησα να εγκαταλείψω την υπερηφάνεια και τη θέση μου, να αντιμετωπίσω σωστά το τραύλισμά μου και να συναναστρέφομαι κανονικά με τους αδελφούς και τις αδελφές μου.
Μια μέρα, συζητούσα για μια εργασία με τη συνεργάτιδά μου και με έπιασε πάλι νευρικότητα. Φοβόμουν τι θα σκεφτόταν για εμένα αν άρχιζα να τραυλίζω. Παλιότερα, είχε επισημάνει ότι σταματούσα να μιλάω στη μέση της πρότασης και, καθώς είχαμε καιρό να συνεργαστούμε, δεν γνώριζε για το τραύλισμά μου. Αναρωτήθηκα: «Αν σταματήσω πάλι στη μέση της πρότασης, θα σταματήσει να με καταδέχεται;» Καθώς μιλούσα, ξαφνικά κόλλησα και σταμάτησα. Η αδελφή είπε: «Γιατί σταματάς συνέχεια στη μέση της πρότασης; Δεν μπορείς να εκφραστείς καθαρά;» Σκέφτηκα μέσα μου: «Λες τώρα να μη με καταδέχεται πια;» Ένιωσα κάπως περιορισμένη. Εκείνη τη στιγμή, συνειδητοποίησα ότι δεν σκεφτόμουν σωστά και προσευχήθηκα σιωπηλά μέσα μου στον Θεό: «Θεέ μου, φοβάμαι μήπως η αδελφή μου με περιφρονήσει εξαιτίας του τραυλίσματός μου. Δεν θέλω να με περιορίζει άλλο αυτό το πρόβλημα. Καθοδήγησέ με για να αντιμετωπίσω σωστά το ελάττωμά μου». Αφού προσευχήθηκα, θυμήθηκα ένα χωρίο των λόγων του Θεού που είχα διαβάσει παλιότερα και το ξαναδιάβασα. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Εφόσον μπορείς να επιδιώξεις την αλήθεια και μπορείς να κάνεις το καθήκον σου με όλη σου την καρδιά, όλη σου τη δύναμη και όλο σου το μυαλό σύμφωνα με τις αρχές, και η καρδιά σου είναι ειλικρινής και δεν είσαι επιπόλαιος απέναντι στον Θεό, τότε έχεις ελπίδα να σωθείς. Αν κάποιος πει: “Κοίτα πόσο άχρηστος και συνεσταλμένος είσαι. Σε πιάνει μεγάλη νευρικότητα απλώς και μόνο όταν λες λίγα λόγια, και όλο σου το πρόσωπο γίνεται κατακόκκινο”, τότε εσύ θα πρέπει να πεις: “Έχω χαμηλό επίπεδο και δεν είμαι καλός στην ομιλία. Αν με ενθαρρύνεις, τότε θα έχω το κουράγιο να εξασκηθώ στην ομιλία”. Να μη σκέφτεσαι ότι δεν είσαι καλός σε τίποτα ή ότι είσαι σκέτη απογοήτευση. Εφόσον ξέρεις ότι αυτές είναι οι ατέλειές σου και αυτά είναι τα προβλήματα που έχεις στην ανθρώπινη φύση σου, θα πρέπει να τα αντιμετωπίσεις και να τα αποδεχθείς. Να μην επηρεάζεσαι με κανέναν τρόπο εξαιτίας τους. Όσο για το πότε θα αλλάξουν αυτές οι ατέλειες κι αυτά τα ελαττώματα, να μη σε απασχολεί αυτό. Εστίασε μόνο στο να ζεις και να κάνεις κανονικά το καθήκον σου μ’ αυτόν τον τρόπο. Θα πρέπει μόνο να θυμάσαι το εξής: Αυτές οι ατέλειες κι αυτά τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης δεν είναι αρνητικά πράγματα ούτε διεφθαρμένες διαθέσεις και, εφόσον δεν είναι διεφθαρμένες διαθέσεις, δεν πρόκειται να έχουν αντίκτυπο στο να ασκείς το καθήκον σου ή να επιδιώκεις την αλήθεια, πόσο μάλλον να έχουν αντίκτυπο στην επίτευξη της σωτηρίας σου· ασφαλώς, αυτό που είναι ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι δεν πρόκειται να έχουν αντίκτυπο στο πώς σε βλέπει ο Θεός. Δεν καθησυχάζει αυτό το μυαλό σου;» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (3)]. Αυτό το χωρίο των λόγων του Θεού με συγκίνησε και με ενέπνευσε πραγματικά, ιδίως όταν ο Θεός λέει: «Θα πρέπει μόνο να θυμάσαι το εξής: Αυτές οι ατέλειες κι αυτά τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης δεν είναι αρνητικά πράγματα ούτε διεφθαρμένες διαθέσεις και, εφόσον δεν είναι διεφθαρμένες διαθέσεις, δεν πρόκειται να έχουν αντίκτυπο στο να ασκείς το καθήκον σου ή να επιδιώκεις την αλήθεια, πόσο μάλλον να έχουν αντίκτυπο στην επίτευξη της σωτηρίας σου· ασφαλώς, αυτό που είναι ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι δεν πρόκειται να έχουν αντίκτυπο στο πώς σε βλέπει ο Θεός. Δεν καθησυχάζει αυτό το μυαλό σου;» Το ελάττωμα και κουσούρι μου δεν είναι κάτι το αρνητικό ούτε αποτελεί διεφθαρμένη διάθεση. Εφόσον επιδιώκω την αλήθεια επιμελώς και κάνω τα καθήκοντά μου σύμφωνα με τις αρχές, ο Θεός θα με καθοδηγεί. Δεν πρέπει να περιορίζομαι πλέον από το τραύλισμά μου. Ανεξάρτητα από το τι μπορεί να σκέφτονταν οι αδελφοί και οι αδελφές μου, έπρεπε να ανοιχτώ και να μιλήσω για το ελάττωμά μου, και να μην ντρέπομαι, πόσο μάλλον να περιορίζομαι. Έπρεπε να το αντιμετωπίσω σωστά. Γι’ αυτό, είπα στην αδελφή: «Τραυλίζω από παιδί. Θα βάλω τα δυνατά μου να μιλάω πιο αργά στο μέλλον και να ολοκληρώνω τις προτάσεις μου, ώστε οι άλλοι να μπορούν να με καταλαβαίνουν». Όταν το είπα αυτό, δεν ένιωθα πλέον περιορισμένη.
Αργότερα, όταν διάβαζα τα λόγια του Θεού στις συναθροίσεις και κολλούσα κάπου, διάβαζα αργά. Μερικές φορές, όταν με έπιανε νευρικότητα και άρχιζα να τραυλίζω, έκανα μια μικρή παύση, συγκέντρωνα τη σκέψη μου και συνέχιζα να μιλάω. Αυτό με βοήθησε λιγάκι. Τα λόγια του Θεού ήταν αυτά που με καθοδήγησαν να κατανοήσω σωστά το ελάττωμά μου. Δεν περιορίζομαι πλέον από αυτό και επιτέλους νιώθω απελευθερωμένη. Δόξα τω Θεώ!