50. Πώς να αντιμετωπίσεις το καλό που σου έκαναν οι γονείς σου που σε μεγάλωσαν
Γεννήθηκα σε μία αγροτική οικογένεια, και οι γονείς μου έβγαζαν τα προς το ζην από τη γεωργία. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, οι γονείς μου είχαν πάντα προβλήματα με την υγεία τους, ειδικά ο πατέρας μου, ο οποίος είχε πρόβλημα και με τα δύο πόδια και τις πατούσες του, και δυσκολευόταν να περπατήσει όποτε χειροτέρευε η κατάστασή του. Ωστόσο, προκειμένου να τα βγάλει πέρα η οικογένειά μου, πολύ συχνά εργαζόταν ακόμα κι όταν ήταν άρρωστος. Εκείνη την εποχή, οι γονείς μου γκρίνιαζαν συχνά σε εμένα και στην αδερφή μου, λέγοντάς μας: «Όταν μεγαλώσετε, θα πρέπει δείξετε ευσέβεια προς τους γονείς σας! Δεν ζητάμε πολλά, μόνο να μας φερθείτε με τον ίδιο τρόπο που φερθήκαμε εμείς στους παππούδες σας. Αν μπορέσετε να το κάνετε αυτό όταν μεγαλώσετε, θα είμαστε ευτυχισμένοι». Εκείνη την εποχή, ήμουν ακόμη μικρός και δεν καμία ιδέα σχετικά με την ευσέβεια προς τους γονείς, αλλά όσο μεγάλωνα, άρχισαν σιγά-σιγά να διαμορφώνονται στο μυαλό μου ιδέες όπως η ευσέβεια προς τους γονείς και το να μεγαλώνεις τα παιδιά σου με σκοπό να σε φροντίσουν στα γεράματα. Βλέποντας τους γονείς μου να υποφέρουν τόσο πολύ για την οικογένειά μας, ήλπιζα ότι όταν μεγάλωνα, θα μπορούσα να βγάλω αρκετά χρήματα για να τους ξεπληρώσω και να τους προσφέρω μια καλή ζωή. Αργότερα, όταν άρχισα να εργάζομαι και να βγάζω χρήματα, αγόρασα ρούχα για τους γονείς μου, καθώς και ένα θεραπευτικό μηχάνημα για τις ασθένειές τους.
Το 2009, ολόκληρη η οικογένειά μας αποδέχθηκε το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες και, λίγο αργότερα, άρχισα να κάνω καθήκοντα στην εκκλησία. Μία φορά που οι γονείς μου πήγαν σε μία συνάθροιση, τους συνέλαβε το ΚΚΚ, και κατά την ανάκριση, οι αστυνομικοί πίεζαν ασταμάτητα τον πατέρα μου για να τους πει πού βρισκόμουν. Για να αποφύγω τη σύλληψη και τη δίωξη από το ΚΚΚ, είχα αναγκαστεί να φύγω από το σπίτι και να πάω κάπου αλλού για να κάνω τα καθήκοντά μου. Τα πρώτα χρόνια, δεν ανησυχούσα πολύ για τους γονείς μου γιατί πίστευαν στον Θεό και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εκτελούν τα καθήκοντά τους, κι έτσι ήμουν ήσυχος. Το 2017 ήταν μια πολύ ασυνήθιστη χρονιά για μένα. Σε μία συνάντηση συναδέλφων, έμαθα από μία αδελφή ότι ο πατέρας μου είχε αρρωστήσει ξανά, και ότι είχε μείνει παράλυτος, καθηλωμένος στο κρεβάτι και ανήμπορος να μιλήσει. Ήταν πολύ δύσκολο για εμένα που έμαθα αυτά τα ξαφνικά νέα. Σκέφτηκα: «Αφού ήταν μια χαρά όταν έφυγα, πώς έγινε αυτό το πράγμα; Με τον πατέρα μου παράλυτο, μπορεί άραγε η μητέρα μου να τα βγάλει πέρα μόνη της;» Το μόνο που ήθελα ήταν να μπορούσα να επιστρέψω γρήγορα, για να δω τον παράλυτο πατέρα μου και να τον φροντίσω. Αλλά, λόγω της απειλής της σύλληψης και της δίωξης από το ΚΚΚ, δεν μπορούσα ακόμη να επιστρέψω. Ένιωθα απαίσια, κι έτσι προσήλθα ενώπιον του Θεού και προσευχήθηκα: «Ω Θεέ! Τώρα που ξέρω ότι ο πατέρας μου είναι παράλυτος, αισθάνομαι τόσο αδύναμος, δώσε μου Σε παρακαλώ την πίστη και τη δύναμη να τα αντιμετωπίσω όλα αυτά. Με την απειλή της σύλληψης από το ΚΚΚ, δεν μπορώ να επιστρέψω, αλλά είμαι διατεθειμένος να αφήσω ολόκληρη την κατάσταση πίσω στο σπίτι μου στα χέρια Σου. Σε παρακαλώ, φύλαγε την καρδιά μου, έτσι ώστε να παραμείνω σταθερός σε αυτές τις συνθήκες». Αφού προσευχήθηκα, ένιωσα πολύ πιο γαλήνιος. Το βράδυ, όταν ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι, το μυαλό ήταν γεμάτο από εικόνες του πατέρα μου να είναι στο κρεβάτι παράλυτος, ανήμπορος να κουνηθεί. Σκεφτόμουν τη χρονιά που είχα επιστρέψει στο σπίτι για τις χειμερινές διακοπές στο γυμνάσιο. Μία χιονισμένη μέρα, περπατούσα προς το σπίτι μαζί με κάποιους συμμαθητές μου, κρατώντας τις βαλίτσες μου. Περπατούσαμε για αρκετές ώρες σε έναν ορεινό δρόμο. Ήμασταν μόνο λίγα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι, αλλά κρύωνα και πεινούσα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να περπατήσω άλλο κι έμεινα πίσω. Οι συμμαθητές μου από το χωριό έφτασαν πρώτοι στο σπίτι μου και το είπαν στους γονείς μου, και όταν ήρθε ο πατέρας μου, με μάζεψε και με κουβάλησε μέχρι το σπίτι. Όταν το θυμήθηκα αυτό, δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω. Τώρα ο πατέρας μου δεν μπορούσε να φροντίσει τον εαυτό του και ήταν ετοιμοθάνατος. Αν ο πατέρας μου όντως πέθαινε μια μέρα, πώς θα μπορούσε μόνη της η μητέρα μου να κανονίσει την κηδεία του; Οι συγγενείς και οι γείτονες θα μας κορόιδευαν, και σίγουρα θα έλεγαν ότι δεν επέδειξα την κατάλληλη ευσέβεια προς τους γονείς μου αφού δεν επέστρεψα στο σπίτι για τον παράλυτο πατέρα μου. Θα ήταν ένα στίγμα που θα έπρεπε να κουβαλάω για πάντα. Με όλα αυτά στο μυαλό μου, ήθελα πραγματικά να τα ρισκάρω όλα και να επιστρέψω στο σπίτι για να φροντίσω τον πατέρα μου. Αλλά φοβόμουν ότι θα με συλλάμβαναν αν επέστρεφα στο σπίτι και τότε, όχι μόνο δεν θα μπορούσα θα φροντίσω τον πατέρα μου, αλλά θα ήμουν βάρος και για τη μητέρα μου. Έτσι εγκατέλειψα την ιδέα. Αργότερα, έστειλα ένα γράμμα στο σπίτι για να μάθω πώς πήγαιναν τα πράγματα. Λίγους μήνες μετά, έλαβα ένα γράμμα από τη μητέρα μου, που έλεγε ότι ο πατέρας μου είχε ήδη πεθάνει έξι μήνες πριν. Τα νέα αυτά ήταν τρομερά επώδυνα και θλιβερά, και σκέφτηκα: «Ο πατέρας μου με μεγάλωσε με αίμα, δάκρυα και ιδρώτα, αλλά όταν ο ίδιος ήταν γέρος και παράλυτος, δεν εκτέλεσα κανένα από τα καθήκοντά μου ως παιδί του. Ούτε καν τον είδα μία τελευταία φορά. Λένε ότι μεγαλώνεις παιδιά για να σε φροντίσουν όταν γεράσεις, αλλά εγώ δεν εκπλήρωσα καμία από τις ευθύνες μου ως γιός. Πραγματικά δεν έδειξα καμία ευσέβεια προς τους γονείς μου!» Σκέφτηκα τον πατέρα μου που ήταν κατάκοιτος και ανήμπορος να φροντίσει τον εαυτό του για χρόνια, και τη μητέρα μου που είχε αναγκαστεί να τον φροντίζει κάθε μέρα, παράλληλα με τις δουλειές στη φάρμα και στο σπίτι. Είχε υποφέρει τόσο πολύ. Τώρα η μητέρα μου ήταν ολομόναχη και δεν μπορούσα να την αφήσω να υποφέρει άλλο. Αλλά δεν μπορούσα να γυρίσω πίσω για την φροντίσω. Η καρδιά μου ήταν γεμάτη συγκρούσεις και πόνο, και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στα καθήκοντά μου.
Αργότερα, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Είναι, άραγε, η αλήθεια το να δείχνει κανείς στους γονείς του την ευσέβεια που πρέπει να δείχνει ένα παιδί; (Όχι, δεν είναι.) Το να φέρεται ένα παιδί στους γονείς του όπως τους αρμόζει είναι σωστό και θετικό· γιατί λέμε, όμως, ότι δεν είναι η αλήθεια; (Επειδή οι άνθρωποι δεν δείχνουν την ευσέβειά τους ως παιδιά απέναντι στους γονείς τους βάσει αρχών, και δεν μπορούν να διακρίνουν τι είδους άνθρωποι είναι, στ’ αλήθεια, οι γονείς τους.) Το πώς θα πρέπει να φέρεται κανείς στους γονείς του είναι σχετικό με την αλήθεια. Αν οι γονείς σου πιστεύουν στον Θεό και σου φέρονται καλά, θα πρέπει να τους φέρεσαι σαν σωστό παιδί; (Ναι.) Πώς το πετυχαίνεις αυτό; Τους φέρεσαι διαφορετικά απ’ ό,τι φέρεσαι στους αδελφούς και τις αδελφές σου. Κάνεις ό,τι σου λένε και, αν είναι μεγάλοι σε ηλικία, πρέπει να μείνεις στο πλευρό τους και να τους φροντίσεις, κι αυτό σε εμποδίζει να πας να εκτελέσεις το καθήκον σου. Είναι σωστό να το κάνεις αυτό; (Όχι.) Τι πρέπει να κάνεις σε τέτοιες περιπτώσεις; Εξαρτάται από τις περιστάσεις. Αν εκτελείς το καθήκον σου κοντά στο σπίτι κι έτσι μπορείς ταυτόχρονα να τους φροντίζεις, και αν οι γονείς σου δεν έχουν κάποια ένσταση ως προς την πίστη σου στον Θεό, τότε πρέπει να κάνεις το χρέος σου ως γιος ή κόρη και να τους βοηθήσεις σε μερικές δουλειές. Αν είναι άρρωστοι, φρόντισέ τους. Αν κάτι τους απασχολεί, παρηγόρησέ τους. Αν σου το επιτρέπουν τα οικονομικά σου, αγόρασέ τους συμπληρώματα διατροφής ανάλογα με το βαλάντιό σου. Τι θα πρέπει να διαλέξεις, όμως, αν εσύ είσαι απασχολημένος με το καθήκον σου, και δεν υπάρχει κανείς να ασχοληθεί με τους γονείς σου, που επιπλέον πιστεύουν κι εκείνοι στον Θεό; Ποια είναι η αλήθεια που θα πρέπει να κάνεις πράξη; Εφόσον το να φέρεσαι στους γονείς σου σαν σωστό παιδί δεν είναι η αλήθεια, αλλά είναι απλώς μια ανθρώπινη ευθύνη και υποχρέωση, τι θα πρέπει να κάνεις αν η υποχρέωσή σου έρχεται σε αντίθεση με το καθήκον σου; (Να δώσω προτεραιότητα στο καθήκον μου, να το βάλω πρώτο.) Η υποχρέωση δεν είναι απαραίτητα καθήκον κάποιου. Η επιλογή κάποιου να εκτελεί το καθήκον του ισοδυναμεί με το να ασκεί την αλήθεια, ενώ η εκπλήρωση μιας υποχρέωσης όχι. Αν βρίσκεσαι σε μια τέτοια κατάσταση, μπορείς να εκπληρώνεις αυτήν την ευθύνη ή υποχρέωση. Εάν, όμως, το τρέχον περιβάλλον δεν το επιτρέπει, τι θα πρέπει να κάνεις; Θα πρέπει να πεις το εξής: “Οφείλω να κάνω το καθήκον μου —έτσι κάνω πράξη την αλήθεια. Το να φέρομαι στους γονείς μου σαν σωστό παιδί σημαίνει ότι ζω σύμφωνα με τη συνείδησή μου και δεν ανταποκρίνεται στην άσκηση της αλήθειας”. Επομένως, θα πρέπει να δίνεις προτεραιότητα στο καθήκον σου και να το τηρείς. Εάν αυτήν τη στιγμή δεν έχεις κανένα καθήκον, δεν εργάζεσαι μακριά από το σπίτι και ζεις κοντά στους γονείς σου, τότε βρες τρόπους να τους φροντίζεις. Κάνε ό,τι καλύτερο μπορείς για να τους βοηθήσεις να ζήσουν λίγο καλύτερα και να μην ταλαιπωρούνται τόσο. Αυτό όμως εξαρτάται και από το τι είδους άνθρωποι είναι οι γονείς σου. Τι θα πρέπει να κάνεις αν οι γονείς σου δεν έχουν καλή ανθρώπινη φύση, αν σ’ εμποδίζουν διαρκώς να πιστεύεις στον Θεό και σε απομακρύνουν συνεχώς από την πίστη στον Θεό και την εκτέλεση του καθήκοντός σου; Ποια είναι η αλήθεια που θα πρέπει να κάνεις πράξη; (Πρέπει να τους απορρίψω.) Είναι τότε η στιγμή να τους απορρίψεις. Έχεις εκπληρώσει την υποχρέωσή σου. Οι γονείς σου δεν πιστεύουν στον Θεό, επομένως δεν έχεις καμία υποχρέωση να τους δείχνεις τον σεβασμό που πρέπει να δείχνει ένα παιδί. Εάν πιστεύουν στον Θεό, τότε είναι οικογένεια, είναι γονείς σου. Εάν όχι, τότε βαδίζετε σε διαφορετικά μονοπάτια: Εκείνοι πιστεύουν στον Σατανά, λατρεύουν τον διάβολο βασιλιά και βαδίζουν στο μονοπάτι του Σατανά· είναι άνθρωποι που βαδίζουν σε διαφορετικά μονοπάτια σε σχέση με τους πιστούς στον Θεό. Δεν είστε πια οικογένεια. Εκείνοι θεωρούν τους πιστούς στον Θεό αντίπαλους και εχθρούς τους, επομένως δεν έχεις πλέον υποχρέωση να τους φροντίζεις και πρέπει να κόψεις εντελώς τους δεσμούς μαζί τους. Ποιο από τα δύο είναι η αλήθεια: να φέρεσαι στους γονείς σου σαν σωστό παιδί ή να εκτελείς το καθήκον σου; Φυσικά, η αλήθεια είναι η εκτέλεση του καθήκοντος. Το να εκτελεί κανείς το καθήκον του στον οίκο του Θεού δεν αφορά απλώς το να εκπληρώνει την υποχρέωσή του και να πράττει αυτό που αναμένεται. Πρόκειται για την εκτέλεση του καθήκοντος ενός δημιουργημένου όντος. Αφορά την αποστολή από τον Θεό, την υποχρέωσή σου, την ευθύνη σου. Πρόκειται για μια πραγματική ευθύνη, αφορά το να εκπληρώσεις την ευθύνη και την υποχρέωσή σου ενώπιον του Δημιουργού. Αυτή είναι η απαίτηση του Δημιουργού από τους ανθρώπους, το μεγάλο ζήτημα της ζωής, ενώ ο σεβασμός που δείχνει ένα παιδί στους γονείς του είναι απλώς η ευθύνη κι η υποχρέωση ενός γιου ή μιας κόρης. Σίγουρα δεν έχει ανατεθεί από τον Θεό, και σε καμία περίπτωση δεν συμφωνεί την απαίτησή Του. Επομένως, μεταξύ του σεβασμού που πρέπει να δείχνει ένα παιδί στους γονείς του και της εκτέλεσης του καθήκοντος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκτέλεση του καθήκοντος, και μόνο αυτή, ισοδυναμεί με την άσκηση της αλήθειας. Το να εκτελείς το καθήκον σου ως δημιουργημένο ον είναι η αλήθεια, είναι ένα δεσμευτικό καθήκον. Το να δείχνεις στους γονείς σου τον σεβασμό που τους αρμόζει σημαίνει πως φέρεσαι όπως πρέπει να φέρεται ένα παιδί. Δεν σημαίνει ότι εκτελείς το καθήκον σου ούτε ότι κάνεις πράξη την αλήθεια» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;). «Ό,τι κι αν κάνεις, ότι κι αν σκέφτεσαι ή σχεδιάζεις δεν έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι το αν κατανοείς και πιστεύεις αληθινά ότι όλα τα δημιουργήματα βρίσκονται στα χέρια του Θεού. Ορισμένοι γονείς έχουν την ευλογία, και είναι αυτή η μοίρα τους, να απολαμβάνουν την οικογενειακή θαλπωρή και την ευτυχία μιας μεγάλης, ευτυχισμένης οικογένειας. Αυτό επαφίεται στην κυριαρχία του Θεού, και είναι μια ευλογία που τους δίνει Εκείνος. Άλλοι γονείς δεν έχουν αυτήν τη μοίρα· ο Θεός δεν το ρύθμισε έτσι γι’ αυτούς. Δεν έχουν την ευλογία να απολαμβάνουν μια ευτυχισμένη οικογένεια ή να έχουν τα παιδιά τους στο πλάι τους. Αυτή είναι η ενορχήστρωση του Θεού, και οι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτό. Σε κάθε περίπτωση, όταν μιλάμε για τον σεβασμό και την αφοσίωση στους γονείς, οι άνθρωποι πρέπει να υιοθετούν τουλάχιστον μια νοοτροπία υποταγής. Αν το περιβάλλον σου σ’ το επιτρέπει και έχεις τα μέσα να το κάνεις, τότε μπορείς να δείξεις ευσέβεια και αφοσίωση στους γονείς σου. Αν το περιβάλλον δεν σου το επιτρέπει και δεν έχεις τα μέσα, τότε μην προσπαθήσεις να πιέσεις την κατάσταση. Πώς λέγεται αυτό; (Υποταγή.) Σωστά, λέγεται υποταγή. Πώς επιτυγχάνεται αυτή η υποταγή; Πού βασίζεται; Βασίζεται σε όλα όσα ρυθμίζει και κυβερνά ο Θεός» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Ποια είναι η πραγματικότητα της αλήθειας;). Αφού διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα ότι η ευσέβεια προς τους γονείς είναι μόνο μία ανθρώπινη ευθύνη και υποχρέωση, και ότι είναι μεν κάτι θετικό, αλλά δεν είναι η αλήθεια. Το να κάνεις το καθήκον ενός δημιουργημένου όντος είναι η αλήθεια, και αυτό απαιτεί ο Θεός από τους ανθρώπους. Αυτό ο Θεός το εγκρίνει. Όταν η ευσέβεια προς τους γονείς έρχεται σε σύγκρουση με τα καθήκοντά σου, οφείλεις να πράξεις ανάλογα με τις περιστάσεις. Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν, και εφόσον δεν επηρεάζει τα καθήκοντά σου, τότε θα πρέπει να φροντίσεις τους γονείς σου και να εκπληρώσεις τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις σου. Αν οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν και είσαι απασχολημένος με τα καθήκοντά σου, τότε θα πρέπει να δώσεις προτεραιότητα στο καθήκον ενός δημιουργημένου όντος και να υπακούσεις τις ρυθμίσεις του Θεού. Επιπλέον, όσον αφορά τους γονείς, ορισμένοι έχουν πολλά παιδιά και εγγόνια, και απολαμβάνουν τις ευλογίες μίας ευτυχισμένης οικογένειας, αλλά για κάποιους άλλους ο Θεός δεν έχει ρυθμίσει μια τέτοια συνθήκη, και δεν απολαμβάνουν τέτοιου είδους ευλογίες. Όλα αυτά τα πράγματα είναι προκαθορισμένα από τον Θεό. Καθοδηγημένος από τα λόγια του Θεού, ένιωσα πολύ πιο ανακουφισμένος. Εκ των υστέρων, συνειδητοποίησα ότι φρόντιζα τους γονείς μου όσο καλύτερα μπορούσα, εκτελώντας παράλληλα τα καθήκοντά μου στο σπίτι, αλλά η απειλή της δίωξης και της σύλληψης από το ΚΚΚ, δεν μου επέτρεπε να γυρίσω στο πατρικό μου. Επιπλέον, έπρεπε να κάνω τα καθήκοντά μου, κι έτσι έπρεπε να επιλέξω να κάνω το καθήκον ενός δημιουργημένου όντος, όπως αυτό εναρμονίζεται με την αλήθεια. Δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τα καθήκοντά μου, για τους δικούς μου, εγωιστικούς λόγους.
Αργότερα, έλαβα ένα γράμμα από τη μητέρα μου, και έμαθα ότι η ίδια και άλλες τρεις αδελφές είχαν συλληφθεί κατά τη διάρκεια μίας συνάθροισης. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης από την αστυνομία, εξαπατήθηκε από τα σχέδια του Σατανά, και αποκάλυψε τα ονόματα δύο αδελφών. Αφού την άφησαν ελεύθερη, ένιωθε πολλές τύψεις και ήταν απελπισμένη. Αργότερα, έπεσε κατά λάθος από τις σκάλες και χτύπησε στη μέση της. Στο μυαλό μου ήμουν ήδη εκεί. Το μυαλό μου ήταν γεμάτο από εικόνες της μητέρας μου να πέφτει και να πονάει. Ένιωθα πολύ αναστατωμένος. Τρεις μήνες αργότερα, έλαβα ένα ακόμα γράμμα από τη μητέρα μου, που έλεγε ότι της είχε περάσει η μέση, και ότι εκείνο το φθινόπωρο είχε αφυπνιστεί και είχε επιτέλους ξεκινήσει να αναζητά την αλήθεια και να κάνει αυτοκριτική. Μου είπε ότι είχε βγει από τη λανθασμένη της κατάσταση, και ότι αν δεν είχε συμβεί όλο αυτό, θα συνέχιζε να ζει τη ζωή της παρανοώντας τον Θεό. Ένιωσα μεγάλη ντροπή όταν διάβασα το γράμμα της. Είδα ότι οι ρυθμίσεις του Θεού πάντα περιλαμβάνουν τις εγκάρδιες προθέσεις Του, ότι το έργο Του είναι τόσο πρακτικό, και ότι καθοδηγεί τον καθένα από εμάς σύμφωνα με τις ανάγκες και τις ελλείψεις του. Στα τέλη του Οκτώβρη του 2022, έμαθα ότι η αστυνομία είχε συλλάβει ξαφνικά τη μητέρα μου ενώ φιλοξενούσε αδελφούς και αδελφές για μία συνάθροιση. Η αστυνομία βρήκε το τηλέφωνο και την κάρτα μνήμης του ευαγγελικού διακόνου που περιλάμβαναν τα λόγια του Θεού, και η μητέρα μου πήρε την πρωτοβουλία να σηκωθεί και να πει ότι το τηλέφωνο ήταν δικό της, προστατεύοντας έτσι τον διάκονο του ευαγγελίου. Ένιωσα τόσο χαρούμενος για τη μητέρα μου. Στα μέσα Ιουλίου του 2023, έλαβα ένα γράμμα από τη μεγάλη μου αδερφή, που έλεγε ότι η μητέρα μου είχε κύστη στη χολή. Πίστευαν ότι θα χρειαζόταν εγχείρηση, αλλά η κατάστασή της σταθεροποιήθηκε και τελικά δεν την έκανε. Ένιωσα πολύ αμήχανα με αυτά τα νέα, και σκέφτηκα: «Αν η μητέρα μου χρειαστεί πραγματικά να κάνει εγχείρηση, δεν θα είναι κανείς στο σπίτι για να την φροντίσει. Η μεγάλη μου αδερφή είναι παντρεμένη και ζει μακριά, και έχει τα δικά της καθήκοντα, συνεπώς δεν μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι για να μείνει μαζί της. Έχει γεράσει πολύ πλέον. Τι θα γίνει αν της συμβεί κάτι; Ποιος θα κανονίσει την κηδεία της; Η αδερφή μου κι εγώ δεν είμαστε στο πλάι της, και δεν υπάρχει κανείς άλλος να την φροντίσει. Δεν ήμουν εκεί όταν πέθανε ο πατέρας μου, και αν πάλι δεν είμαι εκεί όταν πεθάνει η μητέρα μου, θα είμαι πραγματικά ένας γιος που δεν έχει δείξει καμία ευσέβεια προς τους γονείς του». Αυτές οι σκέψεις με έφεραν αντιμέτωπο με ένα εμπόδιο που δεν μπορούσα να ξεπεράσω, και η κατάστασή μου επηρεάστηκε.
Σε μια πνευματική άσκηση, διάβασα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Ας μιλήσουμε για το πώς ερμηνεύεται η φράση “οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου”. Δεν είναι γεγονός ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου; (Είναι.) Τότε, οφείλουμε να εξηγήσουμε τα ζητήματα που περιλαμβάνει το γεγονός αυτό. Ας εξετάσουμε το ότι οι γονείς σου σε γέννησαν. Ποιος πήρε την απόφαση αυτήν, εσύ ή εκείνοι; Ποιος διάλεξε ποιον; Αν το εξετάσουμε από την οπτική του Θεού, η απάντηση είναι κανείς από τους δυο σας. Ούτε εσύ ούτε οι γονείς σου αποφάσισαν να σε γεννήσουν. Αν εξετάσεις το ζήτημα στον πυρήνα του, ο Θεός το έχει ορίσει αυτό. Προς το παρόν, θα παραμερίσουμε αυτό το θέμα, αφού αυτό το ζήτημα είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς. Από τη δική σου οπτική, ο ρόλος σου ήταν παθητικός. Οι γονείς σου σε γέννησαν χωρίς να έχεις καμία επιλογή. Από την οπτική των γονιών σου, αυτοί σε γέννησαν με δική τους ελεύθερη βούληση, έτσι δεν είναι; Αν, δηλαδή, αγνοήσουμε το γεγονός ότι το έχει ορίσει ο Θεός, οι γονείς σου είναι αυτοί που είχαν όλη την εξουσία στο ζήτημα της γέννησής σου. Εκείνοι επέλεξαν να σε γεννήσουν, εκείνοι έκαναν κουμάντο. Δεν επέλεξες να σε γεννήσουν, είχες παθητικό ρόλο και δεν είχες καμία επιλογή. Αφού, λοιπόν, οι γονείς σου είχαν όλη την εξουσία και αποφάσισαν να σε γεννήσουν, αυτοί είναι υποχρεωμένοι και υπεύθυνοι να σε μεγαλώσουν, να σε αναθρέψουν μέχρι να ενηλικιωθείς, να σου προσφέρουν μόρφωση, φαγητό, ρούχα και χρήματα. Αυτή είναι δική τους ευθύνη και υποχρέωση, και οφείλουν να το κάνουν. Εσύ, από την άλλη, την περίοδο που σε μεγάλωναν, ήσουν πάντα παθητικός, δεν είχες το δικαίωμα της επιλογής —αναγκαστικά έπρεπε να σε μεγαλώσουν αυτοί. Ήσουν μικρός, κι έτσι δεν μπορούσες να μεγαλώσεις μόνος σου, δεν είχες άλλη επιλογή από το να σε μεγαλώσουν οι γονείς σου κι εσύ να το δεχτείς παθητικά. Μεγάλωσες με τον τρόπο που αποφάσισαν εκείνοι. Αν σου έδιναν ωραία πράγματα να τρως και να πίνεις, τότε έτρωγες και έπινες ωραία πράγματα. Αν σου έδιναν να φας άχυρα και αγριόχορτα, τότε έτσι θα επιβίωνες. Όπως και να έχει, όταν σε μεγάλωναν οι γονείς σου, εσύ το δεχόσουν παθητικά και οι γονείς σου εκπλήρωναν την ευθύνη τους. […] Όπως και να ’χει, η ανατροφή σου είναι ευθύνη και υποχρέωση των γονιών σου. Είναι ευθύνη και υποχρέωσή τους να σε μεγαλώσουν μέχρι να ενηλικιωθείς, και δεν μπορείς να πεις ότι σου κάνουν κάποιο καλό. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν είναι δικαίωμά σου; (Είναι.) Πρόκειται για δικαίωμα που πρέπει να απολαύσεις. Οι γονείς σου πρέπει να σε μεγαλώσουν, διότι πριν ενηλικιωθείς, παίζεις τον ρόλο του παιδιού που μεγαλώνει. Άρα, το μόνο που κάνουν οι γονείς σου είναι να εκπληρώνουν κάποιου είδους ευθύνη απέναντί σου, και εσύ απλώς τη λαμβάνεις, αλλά σίγουρα δεν σημαίνει ότι σου κάνουν χάρη ή κάποιο καλό. Κάθε ζωντανό ον έχει την ευθύνη της γέννησης και της φροντίδας των παιδιών, της αναπαραγωγής και της ανατροφής της επόμενης γενιάς. Λόγου χάρη, τα πουλιά, οι αγελάδες, τα πρόβατα, ακόμη και οι τίγρεις οφείλουν μόλις αναπαραχθούν, να φροντίσουν τα μικρά τους. Δεν υπάρχει κανένα ζωντανό ον που να μη μεγαλώνει τα μικρά του. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, αλλά είναι πολύ λίγες. Είναι ένα φυσικό φαινόμενο της ύπαρξης των ζωντανών οργανισμών, είναι ένστικτό τους και δεν μπορεί να θεωρηθεί καλοσύνη. Τηρούν απλώς έναν νόμο που όρισε ο Δημιουργός για τα ζώα και τους ανθρώπους. Το ότι σε μεγαλώνουν, άρα, οι γονείς σου, δεν σημαίνει ότι σου κάνουν κάποιο καλό. Μπορούμε, λοιπόν, αν το εξετάσουμε από αυτήν τη οπτική, να πούμε ότι οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου. Την ευθύνη που έχουν απέναντί σου εκπληρώνουν. Όσο κόπο και χρήμα κι αν δαπανούν για σένα, δεν πρέπει να σου ζητάνε να τους αποζημιώσεις, αφού αυτό δεν είναι παρά η ευθύνη τους ως γονείς. Και αφού είναι ευθύνη και υποχρέωση, πρέπει να το κάνουν δωρεάν και να μη ζητάνε αποζημίωση. Όταν σε μεγάλωναν οι γονείς σου, το μόνο που έκαναν ήταν να εκπληρώνουν την ευθύνη και την υποχρέωσή τους, πράγμα που θα έπρεπε να γίνεται χωρίς αμοιβή, και δεν θα έπρεπε να αποτελεί συναλλαγή. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να τους προσεγγίζεις ή να αντιμετωπίζεις τη σχέση σου μαζί τους με το σκεπτικό της αποζημίωσης. Είναι απάνθρωπο να μεταχειρίζεσαι τους γονείς σου, να τους ξεπληρώνεις και να αντιμετωπίζεις τη σχέση σας σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό. Παράλληλα, αυτό πιθανώς να σε περιορίσει και να σε δεσμεύσει στα συναισθήματα της σάρκας σου. Τότε θα δυσκολευτείς να ξεφύγεις από αυτό το μπλέξιμο, σε σημείο που ίσως και να χάσεις τον δρόμο σου. Εφόσον οι γονείς σου δεν είναι δανειστές σου, δεν είσαι υποχρεωμένος να υλοποιήσεις όλες τους τις προσδοκίες. Δεν είσαι καθόλου υποχρεωμένος να την πληρώσεις εσύ εξαιτίας των προσδοκιών τους» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. Τα λόγια του Θεού συναναστρέφονται σχετικά με το πώς να χειριστείς τη σχέση μεταξύ γονέα και παιδιού, τόσο ξεκάθαρα. Από μέρους των γονέων, η γέννηση και η ανατροφή των παιδιών είναι απλά η τήρηση των νόμων που έχει θέσει ο Δημιουργός για την ανθρωπότητα. Είναι απλώς ένα ένστικτο, όπως ακριβώς αναπαράγεται οποιοσδήποτε οργανισμός. Το γεγονός ότι οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους σημαίνει ότι εκπληρώνουν τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους· δεν αποτελεί καλοσύνη, και τα παιδιά τους δεν είναι αναγκαίο να τους το ξεπληρώσουν. Παλιά σκεφτόμουν ότι εφόσον ήταν τόσο δύσκολο για τους γονείς μου να με κάνουν και να με μεγαλώσουν, και επειδή οι ίδιοι πέρασαν τόσο πόνο, ως παιδί τους θα έπρεπε να τους το ξεπληρώσω κατάλληλα, έτσι ώστε να αντισταθμίσω το καλό που μου έκαναν μεγαλώνοντάς με. Όταν έμαθα ότι ο πατέρας μου έμεινε παράλυτος και δεν μπορούσα να σταθώ στο πλευρό του για να τον φροντίσω, και δεν μπορούσα να τον φροντίσω στα γεράματα ούτε να τον αποχαιρετήσω όπως πρέπει, αισθάνθηκα ότι είχα χρέος απέναντι στον πατέρα μου. Ένιωθα σαν να κουβαλάω ένα τεράστιο βάρος όταν τα σκεφτόμουν αυτά, και δυσκολευόμουν να ανασάνω. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου, ανησυχούσα για τη μητέρα μου, γιατί πίστευα ότι, εφόσον δεν είχα δείξει ευσέβεια για τον πατέρα μου, δεν γινόταν να έχω χρέος και στη μητέρα μου, κι ότι έπρεπε να φροντίσω να απολαύσει τα τελευταία της χρόνια. Γνωρίζοντας ότι η μητέρα μου είχε χτυπήσει και ότι δεν μπορούσα να επιστρέψω στο σπίτι για να την φροντίσω, ένιωσα πως δεν ήμουν σωστός γιος και πως είχα χρέος απέναντι στη μητέρα μου. Τώρα, διαβάζοντας τα λόγια του Θεού, κατάλαβα ότι το γεγονός ότι οι γονείς μου με μεγάλωσαν ήταν η εκπλήρωση των ευθυνών και των υποχρεώσεών τους, και πως δεν ήταν κάποιο καλό εκ μέρους τους το οποίο έπρεπε να ξεπληρώσω. Δεν ήταν οι πιστωτές μου. Ήταν πολύ λάθος το ότι έβλεπα την ανατροφή από τους γονείς μου ως ένα καλό που έπρεπε να ξεπληρώσω, αυτό δεν εναρμονιζόταν με την αλήθεια. Αυτή η άποψη μου είχε προκαλέσει πολύ πόνο. Αν ο Θεός δεν είχε φανερώσει την αλήθεια ως προς αυτό το θέμα, δεν θα την είχα συνειδητοποιήσει καθόλου, και θα είχα παραμείνει δέσμιος αυτής της λανθασμένης άποψης, υπό τον έλεγχό της. Η ζωή μου προήλθε από τον Θεό, και ο Θεός παρέχει όλα όσα χρειάζομαι. Πρέπει να είμαι ευγνώμον στον Θεό. Θυμάμαι το 2007, τότε που είχα πρωτοπιστέψει στον Κύριο για λίγους μήνες. Βρέθηκα σε ένα αμάξι με χαλασμένα φρένα, το οποίο άρχισε να κατρακυλάει σε μία πλαγιά. Το ατύχημα οδήγησε σε θανάτους και τραυματισμούς, αλλά εγώ επικαλούμουν συνέχεια τον Θεό μέσα στην καρδιά μου, και τη γλίτωσα μόνο με έναν πολύ μικρό τραυματισμό, ένα μυϊκό τράβηγμα. Το ακόμα πιο θαυματουργό ήταν το γεγονός ότι δεν αισθάνθηκα καθόλου φόβο ούτε πανικό καθ’ όλη τη διάρκεια του ατυχήματος, γεγονός που μου απέδειξε τη θαυματουργή πράξη του Θεού. Χωρίς την προστασία του Θεού, μπορεί να είχα πεθάνει σε αυτό το ατύχημα. Με την πάροδο των χρόνων, έχω βιώσει ολοκληρωτικά ότι μόνο ο Θεός είναι η μοναδική σωτηρία μου. Χωρίς την πίστη μου στον Θεό, θα ήμουν σαν τους κοσμικούς ανθρώπους και θα επιδίωκα αδιάκοπα τον πλούτο και τη φήμη, αγνοώντας σε τίνος τα χέρια βρίσκεται το πεπρωμένο μας, χωρίς να γνωρίζω πώς να ζήσω μια ζωή με νόημα, και χωρίς να καταλαβαίνω τα βάσανα που προκαλεί ο Σατανάς. Σήμερα, η διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας απαιτεί τη συνεργασία των ανθρώπων. Δεν σκεφτόμουν πώς να ξεπληρώσω την αγάπη του Θεού, και δεν αισθανόμουν υποχρεωμένος στον Θεό που δεν έκανα καλά τα καθήκοντά μου. Με ένοιαζε μόνο να ξεπληρώσω τους γονείς μου. Αυτό ήταν πραγματικά ασυνείδητο, απαράδεκτο και αχάριστο εκ μέρους μου!
Διάβασα κι άλλα από τα λόγια του Θεού: «Λόγω του τρόπου διαμόρφωσης της κινεζικής παραδοσιακής κουλτούρας, οι Κινέζοι κατά τις παραδοσιακές αντιλήψεις τους πιστεύουν ότι το τέκνο οφείλει ευσέβεια προς τους γονείς του. Όποιος δεν υπακούει σε αυτό, είναι ασεβής ως τέκνο. Με αυτές τις ιδέες έχουν εμποτιστεί οι άνθρωποι από την παιδική τους ηλικία, αυτές διδάσκονται ουσιαστικά σε κάθε σπιτικό, αλλά και σε κάθε σχολείο και στην κοινωνία γενικότερα. Όταν γεμίζεις το κεφάλι κάποιου με τέτοιου είδους πράγματα, σκέφτεται αυτός: “Η ευσέβεια του τέκνου είναι σημαντικότερη από οτιδήποτε άλλο. Εάν δεν την τηρώ, δεν θα είμαι καλός άνθρωπος —θα είμαι ασεβής ως τέκνο και θα με αποδοκιμάσει η κοινωνία. Θα είμαι άτομο χωρίς συνείδηση”. Είναι ορθή αυτή η άποψη; Οι άνθρωποι έχουν δει τόσες αλήθειες που εκφράζει ο Θεός —απαίτησε ο Θεός να δείχνει κάποιος ευσέβεια τέκνου προς τους γονείς του; Είναι αυτή μία από τις αλήθειες που πρέπει να κατανοούν οι πιστοί του Θεού; Όχι, δεν είναι. Ο Θεός συναναστράφηκε μόνο σχετικά με ορισμένες αρχές. Βάσει ποιας αρχής ζητούν τα λόγια του Θεού να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι στους άλλους; Να αγαπούν αυτό που αγαπά ο Θεός και να μισούν αυτό που μισεί: αυτή είναι η αρχή που θα πρέπει να τηρείται. Ο Θεός αγαπά όσους επιδιώκουν την αλήθεια και είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημά Του· αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα πρέπει να αγαπάμε κι εμείς. Όσοι δεν είναι σε θέση να ακολουθήσουν το θέλημα του Θεού, Τον μισούν και επαναστατούν ενάντιά Του —αυτούς τους απεχθάνεται ο Θεός και θα πρέπει να τους απεχθανόμαστε κι εμείς. Αυτό ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο. […] Ο Σατανάς χρησιμοποιεί αυτού του είδους την παραδοσιακή κληρονομιά και τις αντιλήψεις περί ηθικής για να δεσμεύσει τις σκέψεις σου, το μυαλό και την καρδιά σου, καθιστώντας σε ανίκανο να αποδεχτείς τα λόγια του Θεού· έχεις κυριευτεί από αυτά τα πράγματα του Σατανά και δεν είσαι πλέον σε θέση να δεχτείς τα λόγια του Θεού. Όταν θέλεις να κάνεις πράξη τα λόγια του Θεού, αυτά τα πράγματα προκαλούν αναταραχή μέσα σου και σε κάνουν να αντιτάσσεσαι στην αλήθεια και στις απαιτήσεις Του, δεν έχεις, λοιπόν, τη δύναμη να απαλλαγείς από τον ζυγό της παραδοσιακής κληρονομιάς. Αφού παλέψεις για λίγο, συμβιβάζεσαι: προτιμάς να πιστεύεις ότι οι παραδοσιακές αντιλήψεις περί ηθικής είναι ορθές και συνάδουν με την αλήθεια, κι έτσι απορρίπτεις ή αποποιείσαι τα λόγια του Θεού. Δεν αποδέχεσαι τα λόγια Του ως αλήθεια ούτε και σκέφτεσαι τίποτε ως προς τη σωτηρία σου, νιώθοντας ότι εξακολουθείς να ζεις σε αυτόν τον κόσμο και ότι μπορείς να επιβιώσεις μόνον εάν βασίζεσαι σε αυτούς τους ανθρώπους. Ανίκανος να αντέξεις τις αντεγκλήσεις της κοινωνίας, προτιμάς να αποποιηθείς την αλήθεια και τα λόγια του Θεού, και να αφεθείς στις παραδοσιακές αντιλήψεις περί ηθικής και στην επιρροή του Σατανά, προτιμώντας να προσβάλεις τον Θεό και να μην κάνεις πράξη την αλήθεια. Δεν είναι οι άνθρωποι αξιολύπητοι; Δεν έχουν ανάγκη τη σωτηρία του Θεού; Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό πολλά χρόνια, όμως και πάλι δεν γνωρίζουν καθόλου το θέμα της ευσέβειας των τέκνων. Πραγματικά δεν κατανοούν την αλήθεια. Δεν μπορούν ποτέ να ξεπεράσουν το εμπόδιο των κοσμικών σχέσεων· δεν έχουν το θάρρος ούτε την αυτοπεποίθηση, πόσο μάλλον την αποφασιστικότητα που απαιτείται, οπότε δεν μπορούν να αγαπήσουν και να υπακούσουν τον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μόνο αναγνωρίζοντας τις πλανεμένες απόψεις του μπορεί κανείς να αλλάξει πραγματικά). Τα λόγια του Θεού φανερώνουν την ουσία της παραδοσιακής κουλτούρας. Αναλογίστηκα πώς είχα επηρεαστεί από την κατήχηση του Σατανά από νεαρή ηλικία, απορροφώντας παραδοσιακές ιδέες, όπως «η ευσέβεια προς τους γονείς είναι η ύψιστη αρετή» και «μεγάλωνε τα παιδιά σου για να σε φροντίσουν όταν γεράσεις». Αντιμετώπιζα την ευσέβεια προς τους γονείς ως μέτρο για το αν κάποιος είχε συνείδηση, κι έτσι πίστευα ότι επειδή με μεγάλωσαν οι γονείς μου, ως παιδί τους, θα έπρεπε να ξεπληρώσω το καλό που μου έκαναν, και όταν γεράσουν, θα έπρεπε να τους τιμήσω και να τους φροντίσω στα γεράματα, καθώς και να τους αποχαιρετήσω κατάλληλα. Πίστευα ότι αν κάποιος εκπλήρωνε αυτές τις ευθύνες, αυτό σήμαινε ότι έχει ανθρώπινη φύση και συνείδηση, και ότι αν δεν έκανε αυτά τα πράγματα, τότε δεν ήταν ευσεβής προς τους γονείς και δεν του άξιζε να αποκαλείται «άνθρωπος», και ότι η κοινωνία θα τον περιφρονούσε και θα τον απέρριπτε. Αυτές οι ιδέες είχαν ριζωθεί βαθιά στην καρδιά μου. Αφότου άρχισα να πιστεύω στον Θεό, λόγω της απειλής της δίωξης και της σύλληψής από το ΚΚΚ, δεν μπορούσα να επιστρέψω στο σπίτι, και δεν κατάφερα καν να δω τον πατέρα μου μια τελευταία φορά. Ένιωθα τόσες ενοχές, σαν ένα παιδί που δεν έδειξε ευσέβεια προς τους γονείς, υπόχρεος στους γονείς μου για το καλό που μου έκαναν που με μεγάλωσαν, και ότι οι άλλοι με απεχθάνονταν και θεωρούσαν ότι ήμουν ένας γιος που δεν έδειξε ευσέβεια προς τους γονείς του. Αργότερα, ανησύχησα όταν έμαθα τα νέα για την ασθένεια της μητέρας μου, και φοβόμουν ότι, αν πράγματι πέθαινε η μητέρα μου, δεν θα μπορούσα ποτέ να αποβάλω τον χαρακτηρισμό μου ως «παιδί που δεν έδειξε ευσέβεια προς τους γονείς του». Αυτές οι σκέψεις ήταν σαν αόρατες αλυσίδες που με έδεναν σφιχτά και δεν με άφηναν να είμαι ελεύθερος. Γνώριζα πολύ καλά ότι το σωστό μονοπάτι στη ζωή ήταν να κάνεις το καθήκον ενός δημιουργημένου όντος πιστεύοντας στον Θεό, αλλά δεν μπορούσα να εκτελέσω το καθήκον μου με ηρεμία. Συνειδητοποίησα ότι με έβλαπταν σοβαρά αυτές οι λανθασμένες παραδοσιακές ιδέες. Σκέφτηκα την Εποχή της Χάριτος, που πολλοί άνθρωποι άφησαν πίσω τους γονείς και συγγενείς προκειμένου να διαδώσουν το ευαγγέλιο του Κυρίου σε όλο τον κόσμο, με ορισμένους να θυσιάζουν ακόμα και τη ζωή τους. Οι επιλογές τους ήταν πλήρως εναρμονισμένες με την πρόθεση του Κυρίου, και ήταν καλές πράξεις και δίκαιες ενέργειες. Έχω υποδεχθεί την επιστροφή του Κυρίου και έχω αποδεχθεί το έργο του Θεού τις έσχατες ημέρες, που είναι μία μοναδική ευκαιρία, και το ότι εκτελώ το καθήκον μου ως δημιουργημένο ον αυτήν τη στιγμή είναι κάτι που ο Θεός το εγκρίνει, ενώ η ευσέβεια προς τους γονείς είναι απλώς μία ανθρώπινη υποχρέωση. Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν, ας υπάρχει, αλλά αν όχι, τότε το καθήκον είναι αυτό που πρέπει να υπερισχύει.
Μετά, διάβασα κι άλλα από τα λόγια του Θεού: «Αν δεν είχες φύγει από το πατρικό σου για να εκτελέσεις αλλού το καθήκον σου και είχες μείνει στο πλάι του γονιού σου, αυτό σημαίνει ότι δεν θα αρρώσταινε; (Όχι.) Μπορείς να επηρεάσεις τη ζωή ή τον θάνατο των γονιών σου; Μπορείς να επηρεάσεις το αν θα είναι πλούσιοι ή φτωχοί; (Όχι.) Οποιαδήποτε αρρώστια κι αν πάθουν οι γονείς σου, δεν θα οφείλεται στην εξάντλησή τους που σε μεγάλωσαν ή επειδή τους έλειψες. Δεν πρόκειται ιδιαίτερα να πάθουν κάποια μεγάλη, σοβαρή και θανατηφόρα ασθένεια εξαιτίας σου. Αυτή είναι η μοίρα τους κι εσύ δεν έχεις καμία σχέση μ’ αυτό. Όσο σωστό παιδί κι αν είσαι, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να ελαττώσεις λίγο τα σωματικά βάσανα και φορτία τους. Έχει, όμως, καμία σχέση μ’ εσένα πότε θα αρρωστήσουν, τι αρρώστια θα πάθουν, πότε και πού θα πεθάνουν; Όχι, δεν έχει. Δεν πρόκειται να αρρωστήσουν αν εσύ είσαι σωστό παιδί, αν δεν είσαι αχάριστος ή αναίσθητος και περνάς όλη τη μέρα μαζί τους και τους προσέχεις; Αν τα κάνεις όλα αυτά, δεν θα πεθάνουν; Αν είναι να αρρωστήσουν, δεν θα αρρωστήσουν έτσι κι αλλιώς; Αν είναι να πεθάνουν, δεν θα πεθάνουν έτσι κι αλλιώς; Σωστά δεν είναι όλα αυτά;» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (17)]. «Ο καλύτερος τρόπος να δείξεις τον σεβασμό που πρέπει να έχει ένα παιδί προς τους γονείς του είναι να τους εμπιστευτείς στα χέρια του Θεού. Δεν εύχεσαι να αντιμετωπίσουν στη ζωή τους όλων των ειδών τις δυσκολίες ούτε ελπίζεις να ζήσουν άσχημη ζωή, να μην τρώνε καλά ή να μην είναι καλά στην υγεία τους. Κατά βάθος, ελπίζεις να τους προστατεύει ο Θεός και να τους κρατάει ασφαλείς. Αν είναι πιστοί στον Θεό, εύχεσαι να μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντά τους και επίσης εύχεσαι να καταφέρουν να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους. Έτσι εκπληρώνει κανείς τις ευθύνες του ως άνθρωπος· αυτά μόνο μπορούν να επιτύχουν οι άνθρωποι με την ανθρώπινη φύση τους. Επίσης, το πιο σημαντικό είναι ότι, αφότου πιστέψουν για πολλά χρόνια στον Θεό και ακούσουν τόσες αλήθειες, οι άνθρωποι κατανοούν αυτά τα λίγα τουλάχιστον: Τη μοίρα του ανθρώπου την καθορίζει ο Ουρανός, ο άνθρωπος βρίσκεται στα χέρια του Θεού, και είναι πολύ πιο σημαντικό να έχει κανείς τη φροντίδα και την προστασία του Θεού απ’ ό,τι να ανησυχούν γι’ αυτόν, να τον σέβονται ή να του κάνουν συντροφιά τα παιδιά του. Δεν νιώθεις ανακούφιση που οι γονείς σου βρίσκονται υπό τη φροντίδα και την προστασία του Θεού; Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείς γι’ αυτούς. Αν ανησυχείς, αυτό σημαίνει ότι δεν έχεις εμπιστοσύνη στον Θεό· είναι πολύ μικρή η πίστη σου σ’ Αυτόν. Αν στ’ αλήθεια αγχώνεσαι και ανησυχείς για τους γονείς σου, τότε να προσεύχεσαι συχνά στον Θεό, να τους εμπιστεύεσαι στα χέρια Του και να αφήσεις Αυτόν να ενορχηστρώσει και να διευθετήσει τα πάντα. Εφόσον ο Θεός κυβερνά τη μοίρα των ανθρώπων, ο Θεός κυβερνά την κάθε τους μέρα και όλα όσα τους συμβαίνουν, εσύ για ποιον λόγο συνεχίζεις να ανησυχείς; Δεν μπορείς καν τη δική σου ζωή να ελέγξεις, έχεις τόσα δικά σου προβλήματα, οπότε με ποιον τρόπο θα μπορούσες να βοηθήσεις τους γονείς σου να ζήσουν ευτυχισμένοι κάθε μέρα; Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να εμπιστευτείς τα πάντα στα χέρια του Θεού. Αν οι γονείς σου είναι πιστοί, ζήτα από τον Θεό να τους οδηγήσει στο ορθό μονοπάτι ώστε στο τέλος να σωθούν. Αν δεν είναι πιστοί, ας βαδίσουν σε όποιο μονοπάτι θέλουν. Για όσους γονείς είναι πιο καλοσυνάτοι και έχουν κάποια ανθρώπινη φύση, ας προσευχηθείς στον Θεό να τους ευλογήσει ώστε να περάσουν ευτυχισμένα τα χρόνια που τους έχουν απομείνει. Όσον αφορά το πώς λειτουργεί ο Θεός, Εκείνος έχει τις διευθετήσεις Του και οι άνθρωποι οφείλουν να υποτάσσονται σ’ αυτές. Σε γενικές γραμμές, λοιπόν, οι άνθρωποι γνωρίζουν μέσα στη συνείδησή τους τις ευθύνες στις οποίες ανταποκρίνονται απέναντι στους γονείς τους. Όποια κι αν είναι η στάση που τηρούν απέναντι στους γονείς τους λόγω αυτής της συνειδητοποίησης, είτε ανησυχούν γι’ αυτούς είτε διαλέγουν να παραμείνουν στο πλευρό τους, σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να νιώθουν ενοχές ή να τους βαραίνει η συνείδησή τους επειδή δεν έχουν καταφέρει να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους απέναντι στους γονείς τους εξαιτίας των αντικειμενικών συνθηκών. Οι άνθρωποι δεν πρέπει να αφήσουν αυτά τα ζητήματα, καθώς και άλλα παρόμοια, να μετατραπούν σε προβλήματα στη ζωή της πίστης τους στον Θεό· θα πρέπει να τα εγκαταλείψουν. Θα πρέπει, σχετικά με αυτά τα ζητήματα που αφορούν την ανταπόκριση στις ευθύνες απέναντι στους γονείς τους, να φτάσουν σε αυτήν την ξεκάθαρη κατανόηση και να πάψουν να νιώθουν περιορισμένοι. Καταρχάς, γνωρίζεις κατά βάθος ότι δεν σημαίνει πως δεν είσαι σωστό παιδί, και δεν αποφεύγεις ούτε υπεκφεύγεις από τις ευθύνες σου. Επιπλέον, εφόσον οι γονείς σου βρίσκονται στα χέρια του Θεού, για ποιον λόγο εξακολουθείς να ανησυχείς; Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχεί κανείς, είναι περιττό. Ο κάθε άνθρωπος θα ζήσει ομαλά μέχρι το τέλος, σύμφωνα με την κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Θεού, και θα φτάσει στο τέλος του μονοπατιού του χωρίς καμία παρέκκλιση» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (16)]. Μέσα από τα λόγια του Θεού, κατάλαβα ότι το πότε και πώς θα αρρωστήσουν ή θα δυστυχήσουν οι γονείς στη διάρκεια της ζωής τους διέπονται όλα από την κυριαρχία του Θεού, και ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με το αν τα παιδιά στέκονται στο πλευρό τους για να τους φροντίσουν. Ακόμα και αν τα παιδιά σταθούν στο πλευρό των γονιών τους κάθε μέρα, αυτό δεν μπορεί στην πραγματικότητα να αλλάξει τίποτα, το πολύ πολύ να μειώσει ελαφρώς το καθημερινό τους φορτίο, αλλά αν είναι η μοίρα τους να αρρωστήσουν, θα αρρωστήσουν, και όταν έρθει η ώρα τους, τότε θα πρέπει να φύγουν. Αυτή είναι η μοίρα που έχει οριστεί από τον Δημιουργό. Το ποια ασθένεια θα πάθει η μητέρα μου ή το αν θα πεθάνει, όλα υποτάσσονται στο διάταγμα του Θεού. Ακόμα και αν κατάφερνα να επιστρέψω και να σταθώ στο πλευρό της κάθε μέρα, αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα. Η ζωή και ο θάνατός της έχουν προκαθοριστεί προ πολλού από τον Θεό. Η ηλικία στην οποία θα φτάσει, τα βάσανα που θα υπομένει, και οι συνθήκες που θα αντιμετωπίσει, όλα αυτά τα πράγματα βρίσκονται υπό την κυριαρχία και τον προκαθορισμό του Θεού, και η δικιά μου ανησυχία δεν θα βοηθήσει. Η μητέρα μου πιστεύει κι αυτή στον Θεό, και ο Θεός θα ρυθμίσει τις κατάλληλες συνθήκες που θα πρέπει να βιώσει εκείνη ανάλογα με την περίστασή της. Όπως τότε που η μητέρα μου τραυματίστηκε, δεν είχα καταλάβει τις εγκάρδιες προθέσεις του Θεού και συνέχιζα να ανησυχώ για αυτήν, αλλά, στο τέλος, ήταν μια χαρά. Συνειδητοποίησα ότι υστερούσα πραγματικά στην πίστη μου, και ότι απλώς έκρινα τα πράγματα μέσα από ανθρώπινες αντιλήψεις, και υστερούσα στην πραγματική κατανόηση της παντοδυναμίας και της κυριαρχίας του Θεού. Τώρα, μετά από έντεκα χρόνια μακριά από το σπίτι, η μητέρα μου είναι μόνη της στο σπίτι και εκτελεί το καθήκον της όπως μπορεί καλύτερα, και ζει καλά. Βλέπω πλέον ότι οι έγνοιες και οι ανησυχίες μου ήταν πραγματικά αχρείαστες. Κατανοώ επίσης ότι οι γονείς μου δεν είναι οι πιστωτές μου, και ότι η ανατροφή μου ήταν μέρος των ευθυνών και των υποχρεώσεών τους, και ότι αυτό δεν μπορώ να το εκλάβω ως ένα καλό που χρειάζεται να ξεπληρώσω. Σε αυτήν τη ζωή, έχω μία αποστολή να εκπληρώσω, δηλαδή να κάνω καλά το καθήκον μου ως δημιουργημένο ον. Όταν σκέφτομαι κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν αισθάνομαι πια ενοχές, και νιώθω το πνεύμα μου πολύ πιο απελευθερωμένο, και μπορώ να αφοσιωθώ στο καθήκον μου. Ευχαριστώ τον Θεό για την καθοδήγησή Του!