100. Πώς δραπέτευσα από τα συναισθηματικά δεσμά

Από τη Λι Γι, Κίνα

Τον περασμένο Νοέμβριο, έλαβα μια επιστολή από έναν επικεφαλής, στην οποία περιέγραφε λεπτομερώς ότι η μητέρα μου, πιστή εδώ και πολλά χρόνια, δεν παρευρισκόταν τακτικά στις συναθροίσεις. Ήταν πάντα απασχολημένη με το να βγάζει χρήματα, και όταν αραιά και πού όντως παρευρισκόταν, συχνά την έπαιρνε ο ύπνος. Σπάνια διάβαζε τα λόγια του Θεού, δεν άκουγε κηρύγματα, είχε τις ίδιες απόψεις με τους άπιστους και ήταν αρκετά ξεκάθαρο πως οι ενέργειές της ήταν αυτές μιας μη πιστής. Η εκκλησία εξέταζε την κατάστασή της για να αποφασίσει αν θα έπρεπε να απομακρυνθεί, οπότε μου ζήτησαν να παράσχω μια αξιολόγηση. Ήμουν αρκετά σοκαρισμένη, καθώς σκεφτόμουν: «Μήπως ο εκκλησιαστικός επικεφαλής έκανε κάποιο λάθος; Τουλάχιστον επιφανειακά, φαίνεται ότι η μητέρα μου έχει επιδείξει κάποιο πάθος και ενθουσιασμό στην πίστη της όλα αυτά τα χρόνια. Μερικές φορές, μάλιστα, βοηθάει και άλλους αδελφούς και αδελφές όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα στη ζωή τους. Δεν μπορεί να έχει φτάσει στο σημείο να της αξίζει να απομακρυνθεί, σωστά;». Αλλά τότε σκέφτηκα ότι η εκκλησία απομακρύνει πάντα τους ανθρώπους σύμφωνα με τις αρχές και παίρνει την απόφαση με βάση τη συνολική συμπεριφορά και τη φύση-ουσία ενός ατόμου —ποτέ δεν θα φερόταν άδικα σε κάποιον. Λόγω των καθηκόντων μου, έλειπα από την πόλη για αρκετά χρόνια, και έτσι δεν ήμουν σίγουρη για το πώς συμπεριφερόταν η μητέρα μου στην εκκλησία. Όφειλα πρώτα να το αποδεχτώ και να υποταχθώ.

Μετά από αυτό, άρχισα να αναλογίζομαι πώς συμπεριφερόταν η μητέρα μου όταν ήμασταν μαζί. Κάθε φορά που επέστρεφα στο σπίτι και τη ρωτούσα για την κατάστασή της, απέφευγε σκόπιμα τις ερωτήσεις μου. Επίσης, σπάνια διάβαζε τα λόγια του Θεού και άκουγε κηρύγματα. Έλεγε ότι συμφωνούσε όταν συναναστρεφόμουν μαζί της για τη σημασία της ανάγνωσης των λόγων του Θεού, αλλά μετά, επέστρεφε απλώς στις παλιές της συνήθειες. Δεν παρευρισκόταν καν σε τακτικές συναθροίσεις για να βγάλει περισσότερα χρήματα. Παρά το γεγονός ότι συναναστράφηκα μαζί της πάνω σ’ αυτό το θέμα αρκετές φορές, εκείνη δεν κατάφερε να αλλάξει τη συμπεριφορά της, λέγοντας ότι μπορούσε να στηρίζεται μόνο στον εαυτό της για να βελτιώσει τη μοίρα της. Επιπλέον, συχνά διαπληκτιζόταν με τον πατέρα μου για ασήμαντα θέματα. Κάθε φορά που ο πατέρας μου χρησιμοποιούσε αυστηρότερο τόνο απέναντί της και πλήγωνε την υπερηφάνεια της, εκείνη δυσανασχετούσε και συχνά έβριζε τον πατέρα μου σαν άπιστη για να ξεσπάσει τον θυμό της. Δεν άκουγε όταν συναναστρεφόμουν μαζί της πάνω στο το πώς να βιώνει τη σωστή ανθρώπινη φύση, λέγοντας ότι δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Αργότερα, βρήκα αυτό το απόσπασμα των λόγων του Θεού: «Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι, η πίστη των οποίων δεν έχει αναγνωριστεί ποτέ μέσα στην καρδιά του Θεού. Με άλλα λόγια, ο Θεός δεν αναγνωρίζει ότι αυτοί είναι ακόλουθοι Του, διότι δεν επαινεί τα πιστεύω τους. Διότι, ανεξάρτητα από το πόσα χρόνια ακολουθούν τον Θεό, οι ιδέες και οι απόψεις τους δεν άλλαξαν ποτέ· είναι σαν τους άπιστους· προσκολλώνται στις αρχές και τις μεθόδους που έχουν οι άπιστοι για να αλληλεπιδρούν με τους άλλους και στους νόμους των απίστων σχετικά με την επιβίωση και την πίστη. Ποτέ δεν δέχτηκαν τον λόγο του Θεού ως τη ζωή τους, ποτέ δεν πίστεψαν ότι ο λόγος του Θεού είναι αλήθεια, ποτέ δεν είχαν την πρόθεση να δεχτούν τη σωτηρία του Θεού και ποτέ δεν αναγνώρισαν τον Θεό ως Θεό τους. Θεωρούν την πίστη στον Θεό σαν κάποιο είδος ερασιτεχνικού χόμπι, αντιμετωπίζοντάς Τον σαν απλή πνευματική τροφή· έτσι, δεν νομίζουν ότι αξίζει να προσπαθήσουν να κατανοήσουν τη διάθεση ή την ουσία του Θεού. Μπορεί να ειπωθεί ότι όλα όσα αντιστοιχούν στον αληθινό Θεό δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς τους ανθρώπους· δεν ενδιαφέρονται ούτε τους απασχολεί να δώσουν προσοχή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι βαθιά στις καρδιές τους υπάρχει πάντα μια δυνατή φωνή που τους λέει πάντοτε, “Ο Θεός είναι αόρατος και ανέγγιχτος, και δεν υπάρχει”. Πιστεύουν ότι η προσπάθεια κατανόησης του Θεού αυτού δεν θα άξιζε τις προσπάθειές τους, και ότι κάνοντάς το αυτό θα κορόιδευαν τους εαυτούς τους. Πιστεύουν πως με το να αναγνωρίζουν τον Θεό μόνο στα λόγια, χωρίς να παίρνουν πραγματική θέση και χωρίς να αφοσιώνονται σε κάποια πραγματική ενέργεια, φέρονται ιδιαίτερα έξυπνα. Πώς βλέπει ο Θεός τέτοιους ανθρώπους; Τους βλέπει ως άπιστους» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Πώς να γνωρίσει κανείς τη διάθεση του Θεού και τα αποτελέσματα που θα επιτύχει το έργο Του). Μέσω της ανάγνωσης των λόγων του Θεού, συνειδητοποίησα ότι οι μη πιστοί αναγνωρίζουν την πίστη στον Θεό μόνο στα λόγια, χωρίς ποτέ να κάνουν πράξη την αλήθεια. Έχουν μια φύση-ουσία που αντιπαθεί την αλήθεια, και ο Θεός δεν έχει αναγνωρίσει ποτέ την πίστη τους. Η μητέρα μου δεν είχε ποτέ αποδεχτεί ούτε κατά διάνοια την αλήθεια στα χρόνια που ήταν πιστή, ενώ πίστευε, σκεφτόταν, μιλούσε και ενεργούσε ακριβώς όπως κάποιος που δεν έχει πίστη —αυτό δεν την καθιστούσε μη πιστή; Θα έπρεπε να προσκομίσω μια ειλικρινή περιγραφή της συμπεριφοράς της. Από την άλλη, η μητέρα μου πάντα υποστήριζε την πίστη μου και, ακόμη και όταν άλλα μέλη της οικογένειας είχαν αντιρρήσεις ή ξεσπούσαν εναντίον μου, εκείνη πάντα με προστάτευε ώστε να μπορώ να εκπληρώνω τα καθήκοντά μου με ηρεμία. Με είχε επίσης στηρίξει οικονομικά όλα τα χρόνια που εκτελούσα τα καθήκοντά μου εκτός πόλης. Όταν αρρώστησα, με πήγε στο νοσοκομείο και ανεβοκατέβηκε πόσες φορές τις σκάλες με κόπο για να μου κάνει εισαγωγή και να μου φέρει τα φάρμακά μου. Κάθε φορά που επέστρεφα στο σπίτι, μου αγόραζε φαγητό και ρούχα… Αδυνατούσα να γράψω την αξιολόγηση όταν θυμήθηκα όλα αυτά τα πράγματα. Ένιωθα πολύ ταραγμένη και διχασμένη: «Είναι η μητέρα μου και έτσι η αξιολόγησή μου έχει μεγάλη βαρύτητα. Αν προσκόμιζα μια ειλικρινή περιγραφή της συμπεριφοράς της, θα ήταν ακόμη πιο πιθανό να απομακρυνθεί. Αυτό δεν θα ήταν το τέλος του μονοπατιού της πίστης της; Αν μάθαινε ότι είχα γράψει για τις μη πιστές συμπεριφορές της θα ράγιζε η καρδιά της και σίγουρα θα με θεωρούσε άκαρδη και αχάριστη». Αυτή η σκέψη ήταν σαν να μου κάρφωναν ένα μαχαίρι στην καρδιά και τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου σαν ποτάμι. Μέσα στον πόνο μου, προσευχήθηκα στον Θεό ικετεύοντάς Τον να με καθοδηγήσει να λάβω τη σωστή στάση και να εμμείνω σε αυτή.

Μετά την προσευχή μου ένιωσα πολύ πιο ήρεμη. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, βρήκα ένα απόσπασμα από τα λόγια του Θεού: «Θα πρέπει να γνωρίζεις ότι όλα όσα σου συμβαίνουν είναι μια μεγάλη δοκιμασία και η στιγμή που ο Θεός σε χρειάζεται για να γίνεις μάρτυρας. Αν και μπορεί να φαίνονται σαν κάτι ασήμαντο εξωτερικά, όταν συμβαίνουν αυτά τα πράγματα, δείχνουν εάν αγαπάς τον Θεό ή όχι. Εάν το κάνεις, θα είσαι σε θέση να παραμείνεις σταθερός στη μαρτυρία σου σ’ Εκείνον και αν δεν έχεις κάνει πράξη την αγάπη για Εκείνον, αυτό δείχνει ότι δεν είσαι κάποιος που κάνει την αλήθεια πράξη, ότι είσαι χωρίς την αλήθεια, και χωρίς ζωή, ότι είσαι σκύβαλο! Σε όλα όσα συμβαίνουν στους ανθρώπους, ο Θεός τούς χρειάζεται να παραμείνουν σταθεροί στη μαρτυρία τους προς Εκείνον. Αν και δεν σου συμβαίνει τίποτα σημαντικό αυτή τη στιγμή και δεν καταθέτεις σπουδαία μαρτυρία, όλες οι λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής σου σχετίζονται με τη μαρτυρία προς τον Θεό. Εάν μπορείς να κερδίσεις τον θαυμασμό των αδελφών σου, των μελών της οικογένειάς σου και όλων γύρω σου· αν, μια μέρα, οι άπιστοι έρθουν και θαυμάσουν όλα όσα κάνεις και δουν ότι όλα όσα κάνει ο Θεός είναι υπέροχα, τότε θα έχεις γίνει μάρτυρας. […] Παρόλο που δεν είσαι σε θέση να κάνεις σπουδαίο έργο, είσαι σε θέση να ικανοποιήσεις τον Θεό. Άλλοι δεν μπορούν να θέσουν κατά μέρος τις αντιλήψεις τους, αλλά εσύ μπορείς· άλλοι δεν μπορούν να γίνουν μάρτυρες του Θεού κατά τη διάρκεια των πραγματικών τους εμπειριών, αλλά εσύ μπορείς να χρησιμοποιήσεις το πραγματικό ανάστημά σου και τις πράξεις σου για να ξεπληρώσεις την αγάπη του Θεού και να γίνεις ισχυρός μάρτυράς Του. Μόνο αυτό μετράει ως πραγματική αγάπη του Θεού» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Μόνο αγαπώντας τον Θεό πιστεύεις αληθινά στον Θεό). Αναλογιζόμενη τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι το να με βάλουν να γράψω αυτήν την αξιολόγηση για τη μητέρα μου αφορούσε τις αλήθεια-αρχές. Θα έπρεπε να είχα αποδεχτεί τη σχολαστική εξέταση του Θεού και να Τον είχα υπακούσει σε αυτό το θέμα. Αντί να ενεργώ σύμφωνα με το συναίσθημα, θα έπρεπε να είχα απεικονίσει αντικειμενικά την πραγματική κατάσταση της μητέρας μου. Αλλά λόγω της συναισθηματικής μου σύνδεσης μαζί της, δίσταζα να γράψω την αξιολόγηση, παρόλο που γνώριζα σαφώς ότι είχε αρκετές μη πιστές συμπεριφορές, φοβούμενη ότι μπορεί να απομακρυνόταν από την εκκλησία και να έχανε την ευκαιρία της να σωθεί. Δεν αποτύγχανα να λάβω τη σωστή στάση και να καταθέσω μαρτυρία; Ήμουν απρόθυμη να πάρω το μέρος της αλήθειας στην πίστη μου και να προστατεύσω το έργο της εκκλησίας, και προστάτευα μάλιστα τη μητέρα μου λόγω της συναισθηματικής μας σύνδεσης. Είχα άραγε θεοφοβούμενη καρδιά; Στο παρελθόν, είχα χειριστεί ενεργά και με ενθουσιασμό εκείνους που αποδείχθηκε πως ήταν αντίχριστοι, κακούργοι και μη πιστοί, είχα συναναστραφεί με τους αδελφούς και τις αδελφές μου για τη σημασία του έργου της εκκαθάρισης της εκκλησίας και μιλούσα με τη δύναμη της δικαιοσύνης εκθέτοντας τα αρνητικά πράγματα για να προστατεύσω το έργο της εκκλησίας. Ωστόσο, ενόψει του προβλήματος της μητέρας μου, επηρεάστηκα από τη συναισθηματική μου σύνδεση μαζί της και δεν μπόρεσα να ενεργήσω σύμφωνα με τις αρχές. Δεν διέθετα ούτε ελάχιστη από την αλήθεια-πραγματικότητα και τα συναισθήματά μου ήταν πολύ ισχυρά! Όταν τα συνειδητοποίησα όλα αυτά, δεν αισθανόμουν τόσο βασανισμένη, άρχισα αμέσως να ετοιμάζω την αξιολόγηση και την έστειλα στον επικεφαλής τη στιγμή που την ολοκλήρωσα.

Την επόμενη μέρα, διάβασα σε ένα κήρυγμα ότι ακόμη και αν κάποιος ήταν πιστός για αρκετά χρόνια χωρίς να αναζητά την αλήθεια, αν δεν έχει προκαλέσει καμία αναστάτωση ή διατάραξη, μπορεί να γλιτώσει προσωρινά την απομάκρυνση. Μια αχτίδα ελπίδας έλαμψε στην καρδιά μου. Η μητέρα μου απλώς δεν αναζητούσε την αλήθεια, αλλά δεν είχε προκαλέσει ξεκάθαρα αναστάτωση ή διατάραξη στο έργο της εκκλησίας. Στη συγκεκριμένη κατάστασή της, είχε πιθανώς ακόμη την ευκαιρία να μετανοήσει. Σκέφτηκα ότι ήταν πιθανό ο επικεφαλής της εκκλησίας να μην είχε κατανοήσει την κατάστασή της. Ίσως θα μπορούσα να γράψω μια επιστολή στην οποία θα τόνιζα ότι η μητέρα μου βοηθούσε με ενθουσιασμό τους αδελφούς και τις αδελφές της ή θα μπορούσα να τους ζητήσω να συναναστραφούν περισσότερο μαζί της. Σίγουρα, θα ήταν καλύτερο για εκείνη να συνεχίσει να παρέχει υπηρεσία στην εκκλησία από το να τη διώξουν. Ανυπομονούσα να γράψω μια επιστολή στον τοπικό εκκλησιαστικό επικεφαλής, αλλά ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να τη γράψω, άρχισα να έχω ενδοιασμούς: «Δεν έχω καλή κατανόηση της σημερινής συμπεριφοράς της μητέρας μου. Αν όντως αδυνατεί να διαβάζει τακτικά τα λόγια του Θεού και αποκοιμιέται κατά τη διάρκεια των συναθροίσεων, αυτό δεν θα επηρεάζει τους άλλους αδελφούς και αδελφές στις συναθροίσεις; Μήπως γράφω αυτήν την επιστολή μόνο και μόνο λόγω του συναισθηματικού δεσμού μου με τη μητέρα μου και επειδή θέλω να την προστατεύσω; Αλλά αν όντως απομακρυνθεί, τότε δεν θα έχει ποτέ την ευκαιρία να κερδίσει τη σωτηρία». Μέσα στη δυστυχία μου, έσπευσα να προσευχηθώ στον Θεό, ζητώντας Του να με καθοδηγήσει ώστε να κατανοήσω την εσφαλμένη κατάστασή μου και να μάθω να αποφεύγω να ενεργώ με βάση τα συναισθήματά μου. Μετά την προσευχή, βρήκα δύο αποσπάσματα από τα λόγια του Θεού: «Με ποια ζητήματα σχετίζονται τα αισθήματα; Πρώτον, σχετίζονται με το πώς αξιολογείς τους ίδιους τους συγγενείς σου και πώς προσεγγίζεις τα πράγματα που κάνουν. “Τα πράγματα που κάνουν”, φυσικά, εδώ αναφέρονται στην περίπτωση που διαταράσσουν και αναστατώνουν το έργο της εκκλησίας, όταν εκφέρουν κρίση για τους άλλους πίσω απ’ την πλάτη τους, όταν εμπλέκονται σε κάποιες από τις πρακτικές των απίστων, και ούτω καθεξής. Μπορείς να προσεγγίσεις αυτά τα πράγματα αμερόληπτα; Όταν χρειαστεί αναγκαστικά να γράψεις μια αξιολόγηση για τους συγγενείς σου, μπορείς να το κάνεις αυτό αντικειμενικά και αμερόληπτα, παραμερίζοντας τα αισθήματά σου; Αυτό σχετίζεται με το πώς προσεγγίζεις τους συγγενείς σου. Επίσης, τρέφεις αισθήματα για εκείνους με τους οποίους τα πηγαίνεις καλά ή για όσους σε βοήθησαν στο παρελθόν; Είσαι σε θέση να δεις τις πράξεις και τη συμπεριφορά τους αντικειμενικά, αμερόληπτα και με ακρίβεια; Αν διαταράσσουν και αναστατώνουν το έργο της εκκλησίας, θα είσαι σε θέση να τους αναφέρεις αμέσως ή να τους ξεσκεπάσεις μόλις ανακαλύψεις ότι το κάνουν αυτό; Επίσης, τρέφεις αισθήματα για εκείνους που βρίσκονται σχετικά κοντά σου ή για όσους έχουν παρόμοια ενδιαφέροντα μ’ εσένα; Μπορείς να αξιολογήσεις, να ορίσεις και να αντιμετωπίσεις με αμερόληπτο και αντικειμενικό τρόπο τις πράξεις και τη συμπεριφορά τους; Ας υποθέσουμε ότι η εκκλησία μεταχειρίζεται τους ανθρώπους αυτούς, με τους οποίους συνδέεσαι συναισθηματικά, σύμφωνα με τις αρχές, και η έκβαση αυτής της διαδικασίας δεν συμφωνεί με τις αντιλήψεις σου· πώς θα το προσέγγιζες αυτό; Θα ήσουν σε θέση να υπακούσεις; Μήπως θα συνέχιζες να εμπλέκεσαι μαζί τους μυστικά, θα σε παραπλανούσαν και θα σε παρακινούσαν να τους δικαιολογήσεις, να τους δώσεις δίκιο και να τους υπερασπιστείς; Θα έτρεχες να βοηθήσεις εκείνους που σε βοήθησαν και θα γινόσουν ασπίδα γι’ αυτούς, αψηφώντας τις αλήθεια-αρχές και αγνοώντας τα συμφέροντα του οίκου του Θεού; Δεν σχετίζονται αυτά τα διάφορα ζητήματα με τα αισθήματα;» [«Ο Λόγος», τόμ. 5: «Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών», Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών (2)]. «Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι οι συγγενείς ή οι γονείς σου πιστεύουν στον Θεό, αλλά αποπέμπονται επειδή κάνουν κακό, δημιουργούν αναστάτωση ή δεν αποδέχονται την αλήθεια. Εσύ, όμως, δεν τους διακρίνεις, δεν ξέρεις γιατί αποπέμφθηκαν, νιώθεις πολύ αναστατωμένος και παραπονιέσαι συνεχώς ότι ο οίκος του Θεού δεν έχει αγάπη και δεν είναι δίκαιος με τους ανθρώπους. Θα πρέπει να προσευχηθείς στον Θεό και να αναζητήσεις την αλήθεια, κι έπειτα να αξιολογήσεις τι είδους άτομα είναι οι συγγενείς αυτοί με βάση τα λόγια του Θεού. Εάν κατανοείς πραγματικά την αλήθεια, θα είσαι σε θέση να τους ορίσεις με ακρίβεια, και θα δεις πως όλα όσα κάνει ο Θεός είναι σωστά και πως είναι δίκαιος Θεός. Τότε δεν θα έχεις παράπονα, θα είσαι σε θέση να υποτάσσεσαι στις διευθετήσεις του Θεού και δεν θα προσπαθείς να υπερασπίζεσαι τους συγγενείς ή τους γονείς σου. Σκοπός δεν είναι να αποκοπείτε από τους συγγενείς σας, αλλά να ορίσουμε απλώς τι είδους άνθρωποι είναι και να φροντίσουμε να μπορείς να τους διακρίνεις και να γνωρίζεις γιατί αποκλείστηκαν. Αν τα πράγματα αυτά σου είναι ξεκάθαρα μέσα στην καρδιά σου και οι απόψεις σου είναι σωστές και σύμφωνες με την αλήθεια, τότε θα καταφέρεις να ταχθείς με τον Θεό και οι απόψεις σου για το ζήτημα θα είναι απόλυτα συμβατές με τα λόγια Του. Αν δεν μπορείς να αποδεχθείς την αλήθεια ούτε να βλέπεις τους ανθρώπους σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, και εξακολουθείς να βλέπεις τους ανθρώπους από την άποψη σαρκικών σχέσεων και οπτικών, τότε δεν θα καταφέρεις να αποβάλεις ποτέ αυτήν τη σαρκική σχέση και θα εξακολουθείς να αντιμετωπίζεις αυτούς τους ανθρώπους σαν συγγενείς σου και ακόμη πιο στενά από τους αδελφούς και τις αδελφές σου στην εκκλησία. Τότε θα υπάρχει αντίφαση, ή ακόμα και σύγκρουση, μεταξύ των λόγων του Θεού και των απόψεών σου απέναντι στην οικογένειά σου σε αυτό το θέμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα σου είναι αδύνατο να ταχθείς με τον Θεό και θα έχεις αντιλήψεις και παρανοήσεις γι’ Αυτόν. Έτσι, για να μπορέσουν οι άνθρωποι να αποκτήσουν σύμπνοια με τον Θεό, πρώτα απ’ όλα οι απόψεις τους για τα θέματα πρέπει να συνάδουν με τα λόγια του Θεού: πρέπει να μπορούν να βλέπουν τους ανθρώπους και τα πράγματα με βάση τα λόγια Του, να αποδέχονται ότι αυτά είναι η αλήθεια και να μπορούν να παραμερίζουν τις παραδοσιακές αντιλήψεις του ανθρώπου. Όποιον άνθρωπο ή όποιο θέμα κι αν αντιμετωπίζεις, πρέπει να είσαι σε θέση να διατηρείς τις ίδιες οπτικές και απόψεις με τον Θεό, και οι οπτικές και οι απόψεις σου πρέπει να είναι σε αρμονία με την αλήθεια. Με αυτόν τον τρόπο, οι απόψεις σου και ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεις τους ανθρώπους δεν θα είναι εχθρικά προς Εκείνον, και θα είσαι ικανός να υποταχθείς σε Αυτόν και να είσαι σε σύμπνοια μαζί Του. Οι άνθρωποι αυτοί δεν θα μπορούσαν ποτέ ξανά να αντισταθούν στον Θεό· είναι ακριβώς αυτοί που θέλει ο Θεός να κερδίσει» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Πώς να αναγνωρίσει κανείς τη φύση και την ουσία του Παύλου). Τα λόγια του Θεού αποκαλύπτουν ότι εκείνοι που δεσμεύονται από τους σαρκικούς συναισθηματισμούς τους δεν μπορούν να κάνουν πράξη την αλήθεια ούτε να αξιολογήσουν αμερόληπτα και δίκαια τους δικούς τους συγγενείς, πόσο μάλλον να ενεργήσουν σύμφωνα με τις αλήθεια-αρχές. Αντίθετα, προστατεύουν, διαφυλάττουν και υπερασπίζονται συνεχώς τους συγγενείς τους, χωρίς να σκέφτονται ούτε στο ελάχιστο τα συμφέροντα της εκκλησίας. Μέσω των λόγων του Θεού, κατάφερα να αποκτήσω κάποια κατανόηση της κατάστασής μου. Γνώριζα καλά ότι η φύση-ουσία της μητέρας μου ήταν αυτή μιας μη πιστής και ότι η ίδια είχε ήδη προκαλέσει διατάραξη στην εκκλησιαστική ζωή. Όφειλα να κάνω πράξη την αλήθεια και να εκθέσω τις συμπεριφορές της μητέρας μου για να προστατεύσω το έργο της εκκλησίας. Ωστόσο, δεν μπορούσα να αφήσω τους συναισθηματικούς μου δεσμούς και ανησυχούσα ότι αν εκείνη απομακρυνόταν, θα έχανε εντελώς την ευκαιρία να κερδίσει τη σωτηρία. Ως εκ τούτου, ήθελα να επιχειρηματολογήσω για λογαριασμό της και, ιδίως όταν σκεφτόμουν πόσο καλή ήταν πάντα μαζί μου, επεδίωκα να την προστατέψω, να την προφυλάξω και να μην αποκαλύψω τις συμπεριφορές της. Αφού διάβασα εκείνο το κήρυγμα, δεν μπορούσα απλώς να αποδεχτώ αμιγώς τις αρχές πίσω από την αποβολή και την απομάκρυνση ανθρώπων από τον οίκο του Θεού, αλλά εκμεταλλεύτηκα ένα παραθυράκι. Ήθελα η εκκλησία να διατηρήσει επιεική στάση απέναντί της και να της επιτρέψει να μείνει, έτσι ώστε να είχε ενδεχομένως ακόμα μια ευκαιρία να επιτύχει τη σωτηρία. Ο οίκος του Θεού επιτελεί το έργο της εκκαθάρισης για χάρη της αγνότητας της εκκλησίας και για να παράσχει στους αδελφούς και τις αδελφές μας ένα θετικό περιβάλλον για την εκκλησιαστική ζωή, απαλλαγμένο από τις διαταραχές του Σατανά. Ωστόσο, άφησα τον συναισθηματικό μου δεσμό να με κυριεύσει, προστατεύοντας τη μητέρα μου χωρίς να λάβω ούτε στο ελάχιστο υπόψη μου το έργο της εκκλησίας ή το πώς αυτό μπορεί να βλάψει τη ζωή των αδελφών μου. Ήμουν τόσο εγωίστρια και ποταπή! Είχα διαφθαρεί πλήρως από τον Σατανά και ζούσα σύμφωνα με σατανικές φιλοσοφίες όπως οι εξής: «Το αίμα νερό δεν γίνεται» και «Ο άνθρωπος δεν είναι άψυχος· πώς γίνεται να μην έχει συναισθήματα;» Σκεφτόμουν ότι εφόσον η μητέρα μου με φρόντιζε καλά καθώς μεγάλωνα και με υποστήριζε στην εκπλήρωση των καθηκόντων μου, οποιαδήποτε κακή συμπεριφορά εκ μέρους της θα έπρεπε να είναι ανεκτή. Ως κόρη της, θεώρησα ότι θα έδειχνε ασέβεια εκ μέρους μου να κάθομαι άπραγη και να παρακολουθώ την απομάκρυνσή της. Όσο υπήρχε η παραμικρή ελπίδα, όφειλα να αγωνιστώ για να βρω μια ευκαιρία να παραμείνει στην εκκλησία. Δεν ερχόμουν σε πλήρη αντίθεση με τον Θεό; Στα χρόνια που ήταν πιστή, η μητέρα μου δεν είχε ποτέ αγαπήσει τα λόγια του Θεού, δεν παρευρισκόταν με συνέπεια στις συναθροίσεις ούτε έκανε πράξη τα λόγια του Θεού. Αντ’ αυτού, αναλωνόταν στην επιδίωξη κοσμικών πραγμάτων και χρημάτων, και μάλιστα έλεγε: «Δεν μπορώ να ασχοληθώ με την αναζήτηση της αλήθειας. Το να βγάζω χρήματα είναι η πιο σίγουρη επιλογή μου». Μια φορά, αφού ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που ήταν πιστοί για πάνω από μια δεκαετία απομακρύνθηκαν για τις κακές τους πράξεις και τη διατάραξη του εκκλησιαστικού έργου, εκείνη είπε στους αδελφούς και τις αδελφές: «Πολύ λίγοι από εμάς θα πετύχουμε στην πίστη μας —αυτοί απομακρύνθηκαν. Αργά ή γρήγορα, το ίδιο θα συμβεί και σ’ εμένα». Τότε, συναναστράφηκα μαζί της πάνω στο γεγονός ότι η εκκλησία απομακρύνει τους ανθρώπους σύμφωνα με τις αρχές και με βάση τη γενική τους συμπεριφορά και τη φύση-ουσία τους. Της είπα επίσης ότι έσπερνε αρνητικότητα με τέτοια σχόλια. Ωστόσο, εκείνη δεν έκανε αυτοκριτική και έδειχνε να αδιαφορεί πλήρως. Συνειδητοποίησα ότι η μητέρα μου δεν είχε ποτέ αποδεχτεί την αλήθεια σε όλα τα χρόνια που ήταν στην εκκλησία και δεν είχε καν αληθινή πίστη στον Θεό —ήταν απλώς μια μη πιστή. Δεν είχα αναγνωρίσει την πραγματική της ουσία σύμφωνα με τα λόγια του Θεού, και μάλιστα ήμουν πεισματικά προσκολλημένη στις δικές μου παράλογες απόψεις. Πίστευα ότι, παρόλο που δεν είχε επιδιώξει την αλήθεια, εφόσον δεν προκαλούσε απροκάλυπτα αναστάτωση και διατάραξη, μπορούσε να συνεχίσει να παρέχει υπηρεσία στην εκκλησία και ενδεχομένως να είχε ακόμη μια ευκαιρία για σωτηρία. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ακόμη και αν οι μη πιστοί μπορεί να φαίνεται εξωτερικά ότι δεν κάνουν κακές πράξεις, η φύση-ουσία τους δεν αγαπά την αλήθεια· αντίθετα, την αντιπαθεί. Όσα χρόνια κι αν παραμείνουν στην εκκλησία, δεν θα επιτύχουν ποτέ μεταμόρφωση στη διάθεση της ζωής τους ούτε θα επιτύχουν σωτηρία. Το έργο που κάνει ο Θεός κατά τις έσχατες ημέρες είναι να εκφράζει την αλήθεια για να εξαγνίσει και να σώσει την ανθρωπότητα. Αν οι άνθρωποι δεν αγαπούν την αλήθεια, δεν θα απαλλαγούν ποτέ από τις διεφθαρμένες διαθέσεις τους και αργά ή γρήγορα θα αποκλειστούν. Συνειδητοποίησα ότι δεν είχα κατανοήσει την αλήθεια και ότι οι απόψεις και οι πεποιθήσεις μου ήταν πραγματικά παράλογες. Κατάλαβα επίσης ότι οι μη πιστοί σπέρνουν τις κοσμικές ιδέες τους μέσα στην εκκλησία, οι οποίες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα λόγια και τις απαιτήσεις του Θεού. Οι αδελφοί και οι αδελφές με μικρό ανάστημα που δεν έχουν κατανοήσει την αλήθεια στερούνται διάκρισης· τέτοιες ιδέες μπορούν εύκολα να τους διαταράξουν και να τους παραπλανήσουν. Αυτό μπορεί να τους κάνει να βυθιστούν στην αδυναμία και την αρνητικότητα, και σε ακραίες περιπτώσεις, η πίστη τους μπορεί να κλονιστεί και οι ίδιοι να αποστασιοποιηθούν από τον Θεό. Οι μη πιστοί δεν είναι σε καμία περίπτωση μέλη του οίκου του Θεού, δεν είναι αδελφοί και αδελφές μας· στην ουσία ανήκουν στον διάβολο Σατανά και είναι εχθροί του Θεού. Αν δεν εκκαθαριστούν αμέσως από την εκκλησία, το μόνο που θα κάνουν θα είναι να επιφέρουν καταστροφή. Η μητέρα μου ήταν πιστή για πολλά χρόνια, αλλά εξακολουθούσε να μη διαβάζει τακτικά τα λόγια του Θεού, πόσο μάλλον να τα κάνει πράξη. Όσο κι αν συναναστρεφόμουν μαζί της, εξακολουθούσε να επιδιώκει κοσμικά πράγματα και να βγάζει χρήματα και αντιπαθούσε την αλήθεια από τη φύση της. Συχνά διέδιδε τις μη πιστές ιδέες και αντιλήψεις της και προκαλούσε αναστάτωση στην εκκλησιαστική ζωή. Ακόμη και αν της δινόταν άλλη μια ευκαιρία, δεν θα μετανοούσε πραγματικά. Το γεγονός ότι προσπάθησα να προστατέψω αυτό το μέλος του σιναφιού του διαβόλου και ήθελα να επιχειρηματολογήσω υπέρ της ώστε να μπορέσει να παραμείνει στην εκκλησία, έδειξε ότι ήμουν πραγματικά ανόητη και δεν ξεχώριζα το σωστό από το λάθος.

Αργότερα, βρήκα ένα άλλο απόσπασμα των λόγων του Θεού: «Ο Θεός δημιούργησε αυτόν τον κόσμο και έφερε τον άνθρωπο, ένα ζωντανό ον στο οποίο έδωσε ζωή, μέσα του. Στη συνέχεια, ο άνθρωπος κατέληξε να έχει γονείς και συγγενείς, και δεν ήταν πλέον μόνος. Από την πρώτη στιγμή που ο άνθρωπος αντίκρισε αυτόν τον υλικό κόσμο, ήταν προορισμένος να υπάρξει μέσα στον προκαθορισμό του Θεού. Η ανάσα της ζωής από τον Θεό υποστηρίζει κάθε ζωντανό ον ξεχωριστά καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής του μέχρι την ενηλικίωση. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, κανείς δεν νιώθει ότι ο άνθρωπος αναπτύσσεται υπό τη φροντίδα του Θεού· αντιθέτως, πιστεύουν ότι ο άνθρωπος αναπτύσσεται υπό τη στοργική φροντίδα των γονιών του και ότι την ανάπτυξή του την κατευθύνει το ίδιο το ζωτικό του ένστικτο. Αυτό συμβαίνει επειδή ο άνθρωπος δεν γνωρίζει ποιος του έδωσε τη ζωή ή από πού προήλθε αυτή, πολύ λιγότερο δε, γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο το ζωτικό ένστικτο δημιουργεί θαύματα. Γνωρίζει μόνο ότι η τροφή είναι η βάση πάνω στην οποία συνεχίζεται η ζωή του, ότι η επιμονή είναι η πηγή της ύπαρξής του και ότι οι πεποιθήσεις που έχει στο μυαλό του είναι το απαραίτητο μέσο από το οποίο εξαρτάται η επιβίωσή του. Ο άνθρωπος αγνοεί παντελώς τη χάρη και την πρόνοια του Θεού, και γι’ αυτό χαραμίζει τη ζωή που του χάρισε ο Θεός… Ούτε ένα μέλος αυτής της ανθρωπότητας την οποία ο Θεός φροντίζει μέρα-νύχτα δεν θεωρεί χρέος του να Τον λατρεύει. Ο Θεός συνεχίζει απλώς να εργάζεται πάνω στον άνθρωπο, από τον οποίο δεν έχει καμία προσδοκία, όπως Εκείνος έχει σχεδιάσει. Το κάνει με την ελπίδα ότι μια μέρα ο άνθρωπος θα ξυπνήσει από το όνειρό του και θα συνειδητοποιήσει ξαφνικά την αξία και τη σημασία της ζωής, το τίμημα το οποίο έχει πληρώσει ο Θεός για όλα όσα του έχει δώσει και την ανυπομονησία με την οποία ο Θεός περιμένει να επιστρέψει σε Εκείνον ο άνθρωπος» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου). Τα λόγια του Θεού με συγκίνησαν βαθύτατα. Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής του ανθρώπου και όλα όσα έχω προέρχονται από Αυτόν. Ο Θεός ήταν Αυτός που με φρόντισε και με έθρεψε μέχρι την ενηλικίωσή μου. Μετά από αυτό, ο Θεός μού έδωσε χάρη, επιτρέποντάς μου να προσέλθω ενώπιόν Του και να δεχθώ το πότισμα και τη θρέψη των λόγων Του ώστε να μπορέσω να κατανοήσω την αλήθεια, να γνωρίσω το νόημα της ζωής και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συμπεριφέρομαι και να επιλέξω το σωστό μονοπάτι. Όλα αυτά ήταν η αγάπη και η σωτηρία του Θεού. Ο Θεός είχε ορίσει η μητέρα μου να είναι η κηδεμόνας μου και να με μεγαλώνει στον υλικό κόσμο —θα πρέπει να αποδέχομαι τη φροντίδα που μου προσφέρει, καθώς αυτή προέρχεται από τον Θεό, να τη σέβομαι και να εκπληρώσω τον ρόλο μου ως κόρη της. Ωστόσο, στα θέματα σχετικά με την αλήθεια-αρχή, δεν έπρεπε να επηρεάζομαι από συναισθηματικούς δεσμούς, αλλά να κάνω πράξη την αλήθεια και να εκθέσω όλες τις μη πιστές συμπεριφορές της μητέρας μου. Μόνο έτσι θα ενεργούσα ενσυνείδητα και λογικά και σύμφωνα με την αλήθεια-αρχή. Αν άφηνα τους σαρκικούς μου συναισθηματισμούς να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόμουν, παρέχοντας αγάπη, συμπόνια, διαφύλαξη και προστασία σε έναν μη πιστό όπως τη μητέρα μου, χωρίς να δίνω την παραμικρή σημασία στο έργο της εκκλησίας ή στο ότι μπορεί να προκληθεί αναστάτωση στην εκκλησιαστική ζωή των αδελφών μου, θυσιάζοντας τις αλήθεια-αρχές για να προστατεύσω τη σχέση μου με τη μητέρα μου, αυτό θα ήταν επανάσταση ενάντια στον Θεό και αντίσταση σε Αυτόν. Μόνο τότε θα ήμουν πραγματικά ασυνείδητη και αχάριστη. Αφού κατέληξα σε αυτήν τη συνειδητοποίηση, ένιωσα πολύ πιο ελεύθερη και απελευθερωμένη.

Αμέσως μετά, επέστρεψα στο σπίτι για να τακτοποιήσω κάποιες υποθέσεις και να δω τη μητέρα μου όσο ήμουν στην πόλη. Εκείνο το βράδυ, κουβεντιάσαμε για την πρόσφατη κατάστασή της και ήξερε ότι επρόκειτο να απομακρυνθεί από την εκκλησία. Όταν προσπάθησα να συναναστραφώ μαζί της, απλώς άλλαξε θέμα χωρίς να σχολιάσει. Αφού είδα ότι δεν είχε την παραμικρή μεταμέλεια για τις ενέργειές της, πείστηκα ακόμη περισσότερο ότι η απόφαση της εκκλησίας να την απομακρύνει ήταν απολύτως σύμφωνη με τις αρχές. Δύο μήνες αργότερα, έλαβα άλλη μια επιστολή από τον τοπικό εκκλησιαστικό επικεφαλής, μέσω της οποίας μού ζητούσε να αναπτύξω περαιτέρω την προηγούμενη αξιολόγησή μου για τη μητέρα μου. Εκείνη τη στιγμή, σκέφτηκα: «Μήπως η κακή συμπεριφορά της μητέρας μου δεν είναι αρκετά σοβαρή ώστε να τη διώξουν; Αν είναι έτσι, μήπως αυτό σημαίνει ότι, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν θα απομακρυνθεί; Από την άλλη, η μητέρα μου δεν έδειχνε να έχει την παραμικρή μεταμέλεια όταν συναναστράφηκα μαζί της πριν από δύο μήνες. Να το πω αυτό στον εκκλησιαστικό επικεφαλής;» Καθώς σκεφτόμουν αυτό το θέμα ξανά και ξανά, μου ήρθε στο μυαλό ένα απόσπασμα από τα λόγια του Θεού: «Εάν είσαι κάποιος που πιστεύει αληθινά στον Θεό, τότε ακόμη και αν δεν έχεις κερδίσει ακόμα την αλήθεια και τη ζωή, τουλάχιστον θα μιλάς και θα ενεργείς από την πλευρά του Θεού. Τουλάχιστον, δεν θα στέκεσαι με σταυρωμένα χέρια όταν βλέπεις να διακυβεύονται τα συμφέροντα του οίκου του Θεού. Όταν έχεις την παρόρμηση να κάνεις τα στραβά μάτια, θα νιώθεις ενοχές, θα νιώθεις άβολα και θα λες στον εαυτό σου: “Δεν μπορώ να κάθομαι εδώ και να μην κάνω τίποτα, πρέπει να υψώσω το ανάστημά μου και να πω κάτι, πρέπει να αναλάβω την ευθύνη, πρέπει να ξεσκεπάσω αυτήν την κακή συμπεριφορά, πρέπει να τη σταματήσω, ώστε να μην παραβλάπτονται τα συμφέροντα του οίκου του Θεού και να μην αναστατώνεται η ζωή της εκκλησίας”. Εάν η αλήθεια έχει γίνει η ζωή σου, τότε όχι μόνο θα έχεις αυτό το κουράγιο και την αποφασιστικότητα, και θα είσαι σε θέση να κατανοήσεις πλήρως το θέμα, μα και θα εκπληρώσεις την ευθύνη που θα πρέπει να έχεις για το έργο του Θεού και για τα συμφέροντα του οίκου Του, και έτσι θα εκπληρωθεί το καθήκον σου. Αν μπορούσες να θεωρήσεις το καθήκον σου ως ευθύνη και υποχρέωσή σου, καθώς και ως ανάθεση από τον Θεό, και αισθάνεσαι ότι αυτό είναι απαραίτητο ώστε να αντιμετωπίσεις τον Θεό και τη συνείδησή σου, δεν θα βίωνες, τότε, την ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια της κανονικής ανθρώπινης φύσης; Οι πράξεις και η συμπεριφορά σου θα ήταν “ο φόβος Θεού και η αποφυγή του κακού” για τα οποία μιλά Αυτός. Θα επιτελούσες την ουσία αυτών των λόγων και θα βίωνες την πραγματικότητά τους» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Μέρος τρίτο). Μέσα από τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα ότι πρέπει να λαμβάνω υπόψη μου το θέλημα του Θεού όταν εκπληρώνω τα καθήκοντά μου, να διατηρώ την κανονική τάξη της εκκλησιαστικής ζωής και να εκθέτω εκείνους στην εκκλησία που έχουν αποκαλυφθεί ως αντίχριστοι, κακούργοι και μη πιστοί. Μόνο έτσι θα εκπληρώνω τα καθήκοντα και τις ευθύνες μου. Σκέφτηκα το γεγονός ότι όταν η γυναίκα του Ιώβ τού ζήτησε να εγκαταλείψει τον Θεό, εκείνος μπόρεσε να σταθεί στο πλευρό του Θεού και να επιπλήξει τη σύζυγό του αποκαλώντας την «άμυαλη γυναίκα». Ο Ιώβ ήταν ειλικρινής, ευθύς και είχε σαφή ιδέα για το τι θα πρέπει να αγαπάει και τι να μισεί κανείς. Δεν επέτρεπε σε συναισθηματικούς δεσμούς να επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο διήγε τη ζωή του. Θα έπρεπε κι εγώ να απαρνηθώ τη σάρκα μου, να εκθέσω την αλήθεια όπως την έβλεπα και να απομακρύνω τους μη πιστούς από την εκκλησία χωρίς καθυστέρηση. Μόλις το συνειδητοποίησα αυτό, κατέγραψα όλες τις συμπεριφορές που είχα παρατηρήσει στη μητέρα μου την τελευταία φορά που πήγα σπίτι. Λίγο αργότερα, έλαβα μια επιστολή που ανέφερε ότι η μητέρα μου είχε απομακρυνθεί από την εκκλησία. Αναφέρονταν αρκετές από τις συμπεριφορές της που είχα περιγράψει. Ένιωσα γαλήνη και σταθερότητα.

Μέσω αυτής της εμπειρίας, κατανόησα με περισσότερη σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο αποφασίζει ο Θεός ποιον θα σώσει και ποιον θα αποκλείσει με βάση τη φύση-ουσία του και τη συνολική συμπεριφορά του. Αυτή είναι μια σαφής εκδήλωση της δίκαιης διάθεσης του Θεού. Δεν πρέπει να αφήνουμε τους συναισθηματικούς δεσμούς να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο ενεργούμε απέναντι στους άλλους, αλλά θα πρέπει να βασίζουμε τις ενέργειές μας στα λόγια του Θεού, στις αλήθεια-αρχές. Μόνο αυτό συμφωνεί με το θέλημα του Θεού. Είμαι πραγματικά ευγνώμων στον Θεό που πέτυχα αυτήν τη νέα κατανόηση και αποκόμισα αυτά τα οφέλη.

Προηγούμενο: 98. Τα παρασκήνια της δίωξης μιας οικογένειας

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Σχετικό περιεχόμενο

27. Ξανασμίγοντας με τον Κύριο

Από τον Ζιαντίνγκ, Ηνωμένες ΠολιτείεςΕίμαι γόνος καθολικής οικογένειας και, από νεαρή ηλικία, η μητέρα μου μου έμαθε να διαβάζω τη Βίβλο....

45. Ζώντας ενώπιον του Θεού

Από τη Γιονγκσούι, Νότια ΚορέαΟ Παντοδύναμος Θεός λέει: «Για να εισέλθει κάποιος στην πραγματικότητα, πρέπει να στρέψει το καθετί προς την...

Η εμφάνιση και το έργο του Θεού Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Εκθέτοντας τους αντίχριστους Οι ευθύνες των επικεφαλής και των εργατών Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας Η Κρίση ξεκινά από τον Οίκο του Θεού Ουσιώδη Λόγια του Παντοδύναμου Θεού, του Χριστού των Εσχάτων Ημερών Καθημερινά λόγια του Θεού Οι αλήθεια-πραγματικότητες στις οποίες πρέπει να εισέλθουν οι πιστοί στον Θεό Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια Οδηγίες για τη διάδοση του ευαγγελίου της βασιλείας Τα πρόβατα του Θεού ακούν τη φωνή του Θεού Άκου τη Φωνή του Θεού Ιδού ο Θεός Εμφανίστηκε Κλασικές Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το Ευαγγέλιο της Βασιλείας Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Α΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Β΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Γ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Δ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ε΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος ΣΤ΄) Βιωματικές Μαρτυρίες Ενώπιον του Βήματος της Κρίσης του Χριστού (Τόμος Ζ΄) Πώς Στράφηκα στον Παντοδύναμο Θεό

Ρυθμίσεις

  • Κείμενο
  • Θέματα

Συμπαγή χρώματα

Θέματα

Γραμματοσειρά

Μέγεθος γραμματοσειράς

Διάστημα γραμμής

Διάστημα γραμμής

Πλάτος σελίδας

Περιεχόμενα

Αναζήτηση

  • Αναζήτηση σε αυτό το κείμενο
  • Αναζήτηση σε αυτό το βιβλίο

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger