Σημείο δέκατο πέμπτο: Δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού και αρνούνται την ουσία του Χριστού (Μέρος δεύτερο)
Σήμερα, θα συνεχίσουμε τη συναναστροφή πάνω στο δέκατο πέμπτο σημείο των διάφορων εκδηλώσεων των αντίχριστων: Δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού και αρνούνται την ουσία του Χριστού. Κατά την τελευταία μας συναναστροφή, χωρίσαμε αυτό το θέμα σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος είναι οι διάφορες εκδηλώσεις της δυσπιστίας των αντίχριστων για την ύπαρξη του Θεού, το οποίο χωρίσαμε περαιτέρω σε δύο σημεία: Πρώτον, οι αντίχριστοι αρνούνται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού και, δεύτερον, οι αντίχριστοι αρνούνται την κυριαρχία του Θεού στα πάντα. Την τελευταία φορά, η συναναστροφή μας αφορούσε κυρίως το γεγονός πως οι αντίχριστοι δεν αναγνωρίζουν την ουσία και τη διάθεση του Θεού, δεν αναγνωρίζουν πως όλα όσα κάνει ο Θεός είναι η αλήθεια και αντιπροσωπεύουν την ταυτότητά Του, ενώ σίγουρα δεν αποδέχονται τη σημασία και την αλήθεια πίσω από καθετί που κάνει ο Θεός. Οι αντίχριστοι λατρεύουν τον Σατανά, βλέπουν τον Σατανά ως τον Θεό και χρησιμοποιούν όλες τις δηλώσεις και τις απόψεις του Σατανά ως βάση και πρότυπο για να μετρούν την ταυτότητα του Θεού, την ουσία Του και όλα όσα κάνει. Μέσα τους, λοιπόν, εξυψώνουν και λατρεύουν επανειλημμένα όσα κάνει ο Σατανάς, επαινούν και εγκωμιάζουν τις πράξεις του και βάζουν τον Σατανά στη θέση της ταυτότητας και της ουσίας του Θεού. Ακόμη χειρότερο είναι πως, με βάση το ότι αναγνωρίζουν όλα όσα κάνει ο Σατανάς, διαρκώς αμφισβητούν και σχηματίζουν αντιλήψεις για τα λόγια και το έργο του Θεού, τα κρίνουν και, εν τέλει, τα καταδικάζουν. Καθώς ακολουθούν, λοιπόν, τον Θεό, οι αντίχριστοι δεν αποδέχονται τα λόγια Του ως ζωή και αλήθεια τους ούτε ως κατεύθυνση και στόχο της ζωής τους. Αντίθετα, εναντιώνονται διαρκώς στον Θεό και μετρούν την ταυτότητα και την ουσία Του με βάση πράγματα όπως τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους, καθώς και τη λογική, τις σκέψεις, τη διάθεση και τις μεθόδους του Σατανά. Καθώς ακολουθούν τον Θεό, Τον αμφισβητούν, Τον υποψιάζονται και Τον παρακολουθούν διαρκώς, Τον κρίνουν συνεχώς και, μέσα στην καρδιά τους, Τον απεχθάνονται, Τον καταδικάζουν και Τον αρνούνται. Όλα αυτά τα πράγματα που κάνουν οι αντίχριστοι και οι διάφορες εκδηλώσεις τους αποδεικνύουν πράγματι πως δεν ακολουθούν τον Θεό, δεν είναι αληθινοί πιστοί και δεν αγαπούν την αλήθεια και τα θετικά πράγματα, αλλά είναι εχθροί της αλήθειας και του Θεού. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έρχονται στον οίκο του Θεού —στην εκκλησία— για να αποδεχθούν τη σωτηρία του Θεού ούτε για να προσέλθουν ενώπιόν Του και να αποδεχθούν τα λόγια Του ως τη ζωή. Τι έρχονται να κάνουν, λοιπόν; Όταν έρχονται αυτοί οι άνθρωποι στον οίκο του Θεού, κατά πρώτον, προσπαθούν, αν μη τι άλλο, να ικανοποιήσουν την περιέργειά τους· κατά δεύτερον, θέλουν να ακολουθήσουν αυτήν την τάση και, κατά τρίτον, θέλουν ευλογίες. Αυτές είναι οι προθέσεις και οι σκοποί τους —τελεία και παύλα. Κρίνοντας με βάση τη φύση-ουσία των αντίχριστων, δεν σκοπεύουν ποτέ να αποδεχθούν τα λόγια του Θεού ως τη ζωή τους, δεν σχεδιάζουν ποτέ να εκλάβουν τα λόγια του Θεού ως αρχές άσκησης ή ως κατεύθυνση και στόχο της ζωής τους, ενώ δεν σχεδιάζουν ποτέ να αλλάξουν ή να εγκαταλείψουν τις απόψεις τους, να αλλάξουν ή να εγκαταλείψουν τις αντιλήψεις τους και να προσέλθουν ενώπιον του Θεού για να μετανοήσουν απόλυτα, να Τον προσκυνήσουν και να Τον αποδεχθούν ως Σωτήρα τους. Δεν έχουν τέτοιες προθέσεις. Απλώς συνεχίζουν να καυχιούνται ενώπιον του Θεού για το πόσο σπουδαίοι, ικανοί, ισχυροί, χαρισματικοί και ταλαντούχοι είναι, για το ότι μπορούν να γίνουν οι στυλοβάτες και η ραχοκοκαλιά του οίκου του Θεού και ούτω καθεξής, θέλοντας να πετύχουν έτσι τον στόχο τους να χαίρουν μεγάλης εκτίμησης στον οίκο του Θεού, να τους αναγνωρίζει ο Θεός και να παίρνουν προαγωγές στον οίκο του Θεού, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους. Όχι μόνο αυτό, αλλά θέλουν να ικανοποιήσουν και τη φιλοδοξία, την επιθυμία και το σχέδιό τους να «λάβουν τα εκατονταπλάσια σε αυτήν τη ζωή και αιώνια ζωή στον επερχόμενο κόσμο». Εγκατέλειψαν ποτέ αυτές τις φιλοδοξίες, τις επιθυμίες και τα σχέδια; Μπορούν να κατανοήσουν, να εγκαταλείψουν και να διορθώσουν υποκειμενικά αυτά τα ζητήματα; Δεν σχεδιάζουν να κάνουν ποτέ κάτι τέτοιο. Ό,τι κι αν λένε ή εκθέτουν τα λόγια του Θεού, ακόμη κι αν μπορούν να συσχετίσουν τα λόγια Του με τον εαυτό τους, ακόμη κι αν γνωρίζουν πως τα σχέδια, οι σκέψεις και οι προθέσεις τους αντιτίθενται στα λόγια του Θεού και δεν συνάδουν με αυτά, πως αντιβαίνουν στις αλήθεια-αρχές και είναι εκδηλώσεις της διάθεσης των αντίχριστων, συνεχίζουν να εμμένουν σταθερά στις απόψεις, τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους και δεν σχεδιάζουν να αλλάξουν τον εαυτό τους, να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους, να εγκαταλείψουν τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους και να προσέλθουν ενώπιον του Θεού για να αποδεχθούν την έκθεση, την κρίση, την παίδευση και το κλάδεμά Του. Αυτοί οι άνθρωποι μέσα τους είναι όχι μόνο αδιάλλακτοι, αλλά και αλαζόνες και επηρμένοι. Είναι τόσο αλαζόνες, που φτάνουν στο σημείο να είναι τελείως παράλογοι. Ταυτόχρονα, στα βάθη της καρδιάς τους αποστρέφονται και μισούν βαθιά κάθε λέξη που λέει ο Θεός· μισούν το ότι ο Θεός εκθέτει τη φύση-ουσία της διεφθαρμένης ανθρωπότητας και τις διάφορες διεφθαρμένες διαθέσεις. Μισούν τον Θεό και την αλήθεια χωρίς λόγο, ενώ μισούν ακόμη και όσους επιδιώκουν την αλήθεια και όσους αγαπάει ο Θεός. Αυτό αποδεικνύει περίτρανα πως η διάθεση των αντίχριστων είναι πράγματι μοχθηρή. Το απρόκλητο μίσος, η εχθρότητα, η εναντίωση, η κρίση και η άρνησή τους απέναντι στον Θεό και την αλήθεια μάς δείχνουν, επίσης, πως οι αντίχριστοι έχουν πράγματι φαύλη διάθεση.
Οι διάφορες διαθέσεις των αντίχριστων είναι ένα πολύ αντιπροσωπευτικό δείγμα των διαθέσεων που έχει η διεφθαρμένη ανθρωπότητα και είναι πιο σοβαρές από εκείνες που έχει κάθε συνηθισμένος διεφθαρμένος άνθρωπος. Όσο βαθιά ή συγκεκριμένα κι αν εκθέτει ο Θεός τις διεφθαρμένες διαθέσεις της ανθρωπότητας, οι αντίχριστοι το αρνούνται, το απορρίπτουν και δεν το αποδέχονται ως την αλήθεια και ως το έργο του Θεού. Απλώς αναγνωρίζουν και πιστεύουν πως ο μόνος τρόπος για να μείνει κανείς τελικά σταθερός, να ξεχωρίσει και να κρατήσει τη θέση του μέχρι τέλους σε αυτήν την κοινωνία και καθώς περιβάλλεται από κακές τάσεις, είναι να είναι αρκετά κακός, αδίστακτος, μοχθηρός, καταχθόνιος και βάναυσος. Αυτή είναι η λογική των αντίχριστων. Επομένως, οι αντίχριστοι τρέφουν εχθρότητα και μίσος για τη δίκαιη και άγια ουσία του Θεού, την πιστότητα και την παντοδυναμία Του και για άλλα παρόμοια θετικά πράγματα. Όπως κι αν καταθέτουν οι άνθρωποι μαρτυρία για την ταυτότητα, την ουσία και όλο το έργο του Θεού και όσο συγκεκριμένα και αληθινά κι αν το κάνουν, οι αντίχριστοι δεν το δέχονται, δεν αναγνωρίζουν πως είναι έργο του Θεού, πως μέσα του υπάρχει αλήθεια που πρέπει κανείς να αναζητήσει και πως είναι το καλύτερο εκπαιδευτικό υλικό και η καλύτερη μαρτυρία για τη γνώση της ανθρωπότητας για τον Θεό. Αντίθετα, το παραμικρό πράγμα που κάνει είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα ο Σατανάς οι αντίχριστοι το προσκυνούν με θαυμασμό. Οι αντίχριστοι αποδέχονται, πιστεύουν, λατρεύουν και ακολουθούν όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα που κάνει ο Σατανάς, ανεξάρτητα από το αν οι άνθρωποι τα θεωρούν ευγενή ή ποταπά. Υπάρχει, όμως, κάτι που τους αναστατώνει: Ο Βούδας είπε πως μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να μεταβούν στην Αγνή Γη και οι αντίχριστοι σκέφτονται: «Αυτή η Αγνή Γη φαίνεται να είναι κατώτερη από τη βασιλεία των ουρανών και τον ουρανό που αναφέρει ο θεός· δεν είναι και τόσο ιδανική. Αν και ο Σατανάς είναι ισχυρός, μπορεί να φέρει απεριόριστα οφέλη στους ανθρώπους και να ικανοποιήσει κάθε φιλοδοξία και επιθυμία τους, αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι να υποσχεθεί το οτιδήποτε στους ανθρώπους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εισέλθουν στη βασιλεία των ουρανών και να αποκτήσουν αιώνια ζωή. Ο Σατανάς δεν τολμά να ισχυριστεί κάτι τέτοιο ούτε μπορεί να το καταφέρει». Βαθιά μέσα τους, οι αντίχριστοι θεωρούν πως αυτό είναι αδιανόητο και, ταυτόχρονα, πως είναι πολύ κρίμα. Καθώς ακολουθούν, λοιπόν, απρόθυμα τον Θεό, συνεχίζουν να καταστρώνουν σχέδια για το πώς θα αποκτήσουν μεγαλύτερες ευλογίες και το ποιος μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες τους. Κάνουν αδιάκοπα υπολογισμούς και, τελικά, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να συμβιβαστούν και να παραμείνουν στον οίκο του Θεού. Με βάση αυτές τις εκδηλώσεις των αντίχριστων, ποια στάση και άποψη έχουν απέναντι στον Θεό; Έχουν ίχνος γνήσιας πίστης; Έχουν αληθινή πίστη στον Θεό; Αναγνωρίζουν έστω και λιγάκι τις πράξεις του Θεού; Μπορούν να πουν «Αμήν» από τα βάθη της καρδιάς τους για το γεγονός πως τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια, η ζωή και η οδός; Ο Θεός έχει κάνει πάρα πολύ μεγάλο έργο στην ανθρωπότητα· μπορούν οι αντίχριστοι να εγκωμιάσουν τη μεγάλη δύναμη και τη δίκαιη διάθεση του Θεού από τα βάθη της καρδιάς τους; (Όχι.) Καθώς ακολουθούν τον Θεό, οι αντίχριστοι εξυψώνουν συνεχώς και καταθέτουν μαρτυρία για τον εαυτό τους, προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοια και την καρδιά των ανθρώπων, αλλά και να ελέγξουν και να αιχμαλωτίσουν την καρδιά των ανθρώπων, ενώ ανταγωνίζονται τον Θεό για τους εκλεκτούς Του —και όλα αυτά ακριβώς επειδή αρνούνται την ταυτότητα του Θεού, την ουσία Του και όλο Του το έργο. Όλες αυτές οι εκδηλώσεις αποδεικνύουν πως οι αντίχριστοι δεν αναγνωρίζουν ποτέ την ταυτότητα και την ουσία του Θεού ούτε παραδέχονται πως η ανθρωπότητα και όλα τα πράγματα βρίσκονται υπό την κυριαρχία του Δημιουργού. Αυτά αναλύσαμε την τελευταία φορά για τις απόψεις, τις εκδηλώσεις και τις αποκαλύψεις των αντίχριστων σχετικά με την ύπαρξη του Θεού. Εφόσον οι αντίχριστοι έχουν αυτές τις απόψεις και εκδηλώσεις σχετικά με την ύπαρξη του Θεού, ποια στάση έχουν απέναντι στον Χριστό, την ενσάρκωση του Θεού; Μπορούν να πιστέψουν σ’ Αυτόν, να Τον αναγνωρίσουν, να Τον ακολουθήσουν και να υποταχθούν πραγματικά σ’ Αυτόν; (Όχι.) Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την ύπαρξη του Θεού μάς δείχνει πως αυτήν τη στάση έχουν απέναντι στο Πνεύμα του Θεού· οπότε, είναι περιττό να πούμε πως η στάση τους απέναντι στην ενσάρκωση του Θεού πρέπει να είναι ακόμα πιο απεχθής από τη στάση τους απέναντι στο Πνεύμα Του, με πιο αισθητές και σοβαρές εκδηλώσεις.
II. Οι αντίχριστοι αρνούνται την ουσία του Χριστού
Σήμερα θα συναναστραφούμε πάνω στο πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι τον Χριστό —την ενσάρκωση του Θεού— με βάση τη δυσπιστία τους για την ύπαρξη του Θεού. Το γεγονός πως οι αντίχριστοι δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού είναι ευρέως αναγνωρισμένο. Μετά από όλη αυτήν τη συναναστροφή, την έκθεση και την ανάλυση, κατανοήσατε κάπως συγκεκριμένα τις διαθέσεις και τις εκδηλώσεις των αντίχριστων; Ανεξάρτητα από το αν αποδέχονται το έργο που κάνει ο ενσαρκωμένος Θεός ή το γεγονός της ενσάρκωσης του Θεού, στην πραγματικότητα αρνούνται την ύπαρξη του Θεού. Επομένως, τι είδους άνθρωποι είναι ακριβώς; Για να ακριβολογήσουμε, είναι δύσπιστοι καιροσκόποι και Φαρισαίοι. Κάποιοι από αυτούς φαίνονται ξεκάθαρα κακοί, ενώ άλλοι μοιάζουν ταπεινοί, με εκλεπτυσμένο, αξιοπρεπή και ευγενή χαρακτήρα· είναι τυπικοί Φαρισαίοι. Αν αυτά τα δύο είδη ανθρώπων —εκείνοι, δηλαδή, που φαίνονται κακοί και εκείνοι που φαίνονται ευλαβείς, όχι κακοί— κατά βάση δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού, μπορούμε να πούμε πως είναι δύσπιστοι; (Ναι.) Σήμερα συναναστρεφόμαστε πάνω στις απόψεις και τις στάσεις που έχουν οι δύσπιστοι απέναντι στον Χριστό, στις εκδηλώσεις που παρουσιάζουν απέναντι σε διάφορες πτυχές του Χριστού και στον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να κατανοήσουμε την ουσία των αντίχριστων μέσα από αυτές τις εκδηλώσεις.
Α. Πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την καταγωγή του Χριστού
Για ποια πράγματα ενδιαφέρονται συνήθως περισσότερο οι άνθρωποι αναφορικά με τον Χριστό, ο οποίος είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος με ειδική ταυτότητα; Κατ’ αρχάς δεν είναι πως πολλοί άνθρωποι ενδιαφέρονται για την καταγωγή Του; Πρόκειται για ένα σημείο που συγκεντρώνει την προσοχή των ανθρώπων. Ας συναναστραφούμε πρώτα, λοιπόν, πάνω στο πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την καταγωγή του Χριστού. Προτού συναναστραφούμε πάνω σε αυτό, ας μιλήσουμε για το πώς σχεδίασε ο Θεός τις διάφορες πτυχές της καταγωγής της σάρκας Του όταν ενσαρκώθηκε. Την Εποχή της Χάριτος, όπως είναι γνωστό, η σύλληψη του Χριστού έγινε μέσω του Αγίου Πνεύματος και Εκείνος γεννήθηκε από μια παρθένο. Γεννήθηκε σε μια άκρως συνηθισμένη και κανονική οικογένεια, μια οικογένεια απλών πολιτών, όπως θα λέγαμε σήμερα. Όχι μόνο δεν γεννήθηκε σε κάποια πλούσια, επίσημη ή επιφανή μεγάλη οικογένεια, αλλά γεννήθηκε, μάλιστα, σε στάβλο, πράγμα αδιανόητο και πέρα από οτιδήποτε μπορούσε να φανταστεί κανείς. Εξετάζοντας κάθε πτυχή της καταγωγής της πρώτης ενσάρκωσης του Θεού, η οικογένεια στην οποία γεννήθηκε ο ενσαρκωμένος Θεός ήταν πολύ συνηθισμένη. Η Μαρία, η μητέρα Του, ήταν κι αυτή συνηθισμένη. Δεν ήταν κάποιος εξέχων άνθρωπος και σίγουρα δεν διέθετε ειδικές δυνάμεις ή εντυπωσιακά και μοναδικά ταλέντα. Αξίζει, ωστόσο, να σημειώσουμε πως δεν ήταν δύσπιστη ούτε άπιστη, αλλά ακόλουθος του Θεού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ο Ιωσήφ, ο σύζυγος της Μαρίας, ήταν ξυλουργός, δηλαδή τεχνίτης. Το εισόδημά του ήταν μέτριο· δεν ήταν πλούσιος ούτε του περίσσευαν πολλά χρήματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν ενδεής και μπορούσε να καλύψει κάθε βασική ανάγκη της οικογένειάς του. Σε τέτοια οικογένεια γεννήθηκε ο Κύριος Ιησούς· με βάση τα σημερινά πρότυπα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης, η οικογένειά Του μετά βίας μπορούσε να θεωρηθεί πως ανήκε στη μεσαία τάξη. Οι άνθρωποι θα θεωρούσαν πως μια τέτοια οικογένεια είναι ευγενούς ή ταπεινής καταγωγής; (Ταπεινής καταγωγής.) Άρα, λοιπόν, η οικογένεια στην οποία γεννήθηκε ο Κύριος Ιησούς απείχε πολύ από το να είναι διάσημη, πλούσια ή επιφανής και ακόμη περισσότερο από αυτό που στις μέρες μας θεωρείται «ανώτερη τάξη». Όταν βγαίνουν έξω τα παιδιά πλούσιων οικογενειών ή οικογενειών που έχουν υψηλή θέση, οι άνθρωποι συνήθως τριγυρίζουν και συνωστίζονται γύρω τους· η οικογένεια του Κυρίου Ιησού, όμως, ήταν το αντίθετο. Η οικογένεια στην οποία γεννήθηκε Εκείνος δεν είχε κάποια αξιόλογη θέση ούτε απολάμβανε πολυτέλειες. Ήταν μια πολύ συνηθισμένη οικογένεια που περνούσε απαρατήρητη, οι άνθρωποι την αγνοούσαν και κανείς δεν την εγκωμίαζε ούτε συνωστιζόταν γύρω της. Εκείνη την εποχή, με τέτοιο υπόβαθρο και κοινωνικό περιβάλλον, ήταν ο Χριστός σε θέση να λάβει ανώτερη εκπαίδευση ή να επηρεαστεί και να μολυνθεί από τους διάφορους τρόπους ζωής, τις σκέψεις, τις απόψεις και ούτω καθεξής της ανώτερης κοινωνίας; Η απάντηση είναι ξεκάθαρα αρνητική. Έλαβε κοινή εκπαίδευση, διάβαζε τις Γραφές στο σπίτι, άκουγε ιστορίες από τους γονείς του και πήγαινε μαζί τους στις λειτουργίες της εκκλησίας. Από κάθε άποψη, η καταγωγή του Κυρίου Ιησού και το πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσε δεν ήταν ούτε περιωπής ούτε ευγενή, όπως μπορεί να φαντάζονται οι άνθρωποι. Μεγάλωσε στο ίδιο περιβάλλον με τους συνηθισμένους ανθρώπους. Η καθημερινή Του ζωή ήταν απλή και συνηθισμένη, οι συνθήκες διαβίωσής Του ήταν σαν του μέσου ανθρώπου και δεν είχαν τίποτα το ιδιαίτερο· δεν είχε στη διάθεσή Του τις ειδικές και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης των ανώτερων στρωμάτων της κοινωνίας. Σε αυτό το πλαίσιο γεννήθηκε η πρώτη ενσάρκωση του Θεού και αυτό ήταν το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε.
Αν και το φύλο του ενσαρκωμένου Θεού αυτήν τη φορά είναι τελείως διαφορετικό από την προηγούμενη, το οικογενειακό Του υπόβαθρο είναι το ίδιο συνηθισμένο και χωρίς κάποια αξιοσημείωτη θέση. Κάποιοι ρωτούν: «Πόσο συνηθισμένο;» Τη σημερινή εποχή, «συνηθισμένο» σημαίνει ένα κοινό περιβάλλον διαβίωσης. Ο Χριστός γεννήθηκε σε μια οικογένεια εργατών, με άλλα λόγια, σε μια μισθοσυντήρητη οικογένεια που μπορεί μεν να καλύψει τις βασικές της ανάγκες, αλλά δεν έχει την οικονομική άνεση των πλουσίων. Ο Χριστός ήρθε σε επαφή με συνηθισμένους ανθρώπους και εκτέθηκε στη ζωή τους· έζησε σε ένα τέτοιο περιβάλλον, το οποίο δεν είχε τίποτα το ξεχωριστό. Σε γενικές γραμμές, είναι τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες εργατών σε θέση να αποκτήσουν καλλιτεχνικές δεξιότητες; Έχουν την ευκαιρία να εκτεθούν σε διάφορες απόψεις που επικρατούν στην υψηλή κοινωνία; (Όχι.) Όχι μόνο δεν είναι σε θέση να αποκτήσουν διάφορες δεξιότητες, αλλά ούτε, βέβαια, έχουν την ευκαιρία να αλληλεπιδράσουν με τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τα πράγματα της υψηλής κοινωνίας. Από αυτήν την οπτική γωνία, η οικογένεια στην οποία γεννήθηκε ο ενσαρκωμένος Θεός αυτήν τη φορά είναι πολύ συνηθισμένη. Οι γονείς Του είναι άνθρωποι που περνούν τις μέρες τους με τρόπο αξιοσέβαστο, ο βιοπορισμός τους εξαρτάται από την εργασία και τη δουλειά τους και οι συνθήκες διαβίωσής τους είναι στον μέσο όρο. Αυτές είναι οι πιο κοινές συνθήκες στη σύγχρονη κοινωνία. Από την οπτική γωνία των απίστων, οι συνθήκες του περιβάλλοντος στο οποίο γεννήθηκε ο Χριστός δεν ήταν καθόλου ανώτερες, ενώ δεν υπήρχε τίποτα στο οικογενειακό Του υπόβαθρο ή στην ποιότητα της ζωής Του για το οποίο άξιζε να καυχηθεί. Κάποιες διασημότητες γεννιούνται σε οικογένειες ακαδημαϊκών και οι πρόγονοί τους ήταν όλοι παιδαγωγοί και ανώτεροι διανοούμενοι. Μεγάλωσαν σε αυτό το περιβάλλον, με την ιδιοσυγκρασία και τη συμπεριφορά που συνοδεύει μια οικογένεια ακαδημαϊκών. Τέτοιο οικογενειακό υπόβαθρο διάλεξε ο Θεός για την ενσάρκωσή Του; Όχι. Ούτε αυτήν τη φορά δεν είναι διακεκριμένο το οικογενειακό υπόβαθρο του Θεού και εξέχουσα η κοινωνική Του θέση, ενώ σε καμία περίπτωση δεν ήταν ανώτερο το περιβάλλον διαβίωσής Του· η οικογένειά Του είναι εντελώς συνηθισμένη. Ας μη συζητήσουμε ακόμα για τον λόγο που ο ενσαρκωμένος Θεός επέλεξε να μεγαλώσει σε μια τέτοια οικογένεια και σε ένα τέτοιο περιβάλλον διαβίωσης και υπόβαθρο· δεν θα μιλήσουμε προς το παρόν για τη σημασία που έχει αυτό. Πείτε Μου, δεν προβληματίζει κάποιους ανθρώπους το αν πήγε ο Χριστός πανεπιστήμιο; Θα σας πω την αλήθεια: Παράτησα το σχολείο πριν τις εισαγωγικές εξετάσεις για το κολέγιο και έφυγα από το σπίτι στα δεκαεφτά. Πήγα, λοιπόν, πανεπιστήμιο; (Όχι.) Είναι καλά ή κακά αυτά τα νέα για σας; (Νομίζω πως δεν αλλάζει κάτι το γεγονός ότι το γνωρίζω, αφού δεν έχει σχέση με το να ακολουθώ τον Θεό.) Αυτή είναι η σωστή σκοπιά για να το βλέπει κανείς. Δεν το έχω αναφέρει ποτέ αυτό —όχι επειδή ήθελα να το κρύψω ή να το συγκαλύψω, αλλά επειδή είναι περιττό να το πω, αφού τα πράγματα αυτά δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το να γνωρίζει και να ακολουθεί κανείς τον Θεό. Παρόλο που το υπόβαθρο της γέννησης του ενσαρκωμένου Θεού, το οικογενειακό Του περιβάλλον και το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε δεν επηρεάζουν καθόλου ούτε έχουν καμία σχέση, ουσιαστικά, με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό ή τον ενσαρκωμένο Θεό, γιατί θίγω αυτά τα ζητήματα εδώ; Έχει να κάνει με μια από τις απόψεις των αντίχριστων για τον Χριστό την οποία αναλύουμε σήμερα. Ο Θεός δεν επέλεξε για την ενσάρκωσή Του κάποια διακεκριμένη θέση, ευγενή ταυτότητα, εξέχουσα οικογένεια και κοινωνικό υπόβαθρο ούτε, βέβαια, επέλεξε να μεγαλώσει σε ένα ανώτερο, ξέγνοιαστο, εύπορο και πολυτελές περιβάλλον. Ο Θεός, επίσης, δεν επέλεξε ένα οικογενειακό υπόβαθρο όπου θα μπορούσε να λάβει ανώτερη εκπαίδευση ή να εκτεθεί στην υψηλή κοινωνία. Όσον αφορά αυτές τις πτυχές της επιλογής που έκανε ο Θεός όταν ενσαρκώθηκε, θα επηρέαζαν αυτά τα πράγματα το έργο που ήρθε να κάνει ο Χριστός; (Όχι.) Εξετάζοντας τη διαδικασία, τη φύση και τα αποτελέσματα του μετέπειτα έργου Του, αυτές οι πτυχές δεν επηρεάζουν καθόλου το πλάνο, τα βήματα ή τα αποτελέσματα του έργου του Θεού. Αντίθετα, αυτές οι πτυχές της επιλογής Του προσφέρουν ένα πλεονέκτημα· με άλλα λόγια, το γεγονός πως επέλεξε να γεννηθεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον ωφελεί περισσότερο τη σωτηρία των εκλεκτών του Θεού, αφού το 99% των ανθρώπων αυτών προέρχονται από παρόμοια υπόβαθρα. Αυτή είναι μία πτυχή της σημασίας που έχει η καταγωγή του ενσαρκωμένου Θεού και την οποία θα πρέπει να καταλάβουν οι άνθρωποι.
Μίλησα προηγουμένως με απλούς και γενικούς όρους για το υπόβαθρο και το περιβάλλον της γέννησης του Χριστού, ώστε να σας δώσω μια βασική του κατανόηση. Στη συνέχεια, ας αναλύσουμε το πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την καταγωγή του ενσαρκωμένου Θεού. Πρώτον, οι αντίχριστοι ενδόμυχα νιώθουν περιφρόνηση και αντιδρούν απέναντι στο περιβάλλον και το υπόβαθρο της γέννησης του Χριστού. Γιατί νιώθουν περιφρόνηση και αντιδρούν απέναντι σε αυτά τα πράγματα; Επειδή μέσα τους τρέφουν σκέψεις και αντιλήψεις. Από ποια οπτική γωνία βλέπουν αυτό το θέμα; «Ο θεός είναι ο δημιουργός, είναι υπεράνω των πάντων, ανώτερος από τους ουρανούς και ανώτερος από την ανθρωπότητα και όλα τα άλλα δημιουργημένα όντα. Αν είναι ο θεός, θα πρέπει να ανέλθει στην υψηλότερη θέση μεταξύ των ανθρώπων». Τι εννοούν όταν λένε «να ανέλθει στην υψηλότερη θέση»; Εννοούν πως θα πρέπει να είναι μακράν ανώτερος από όλους, πως οφείλει να γεννηθεί σε μια διακεκριμένη, ευγενή μεγάλη οικογένεια και να μην του λείπει τίποτα· να γεννηθεί μες στα πλούτη, να διαθέτει απόλυτη δύναμη, εξουσία και επιρροή, καθώς και να είναι πάμπλουτος, να είναι δισεκατομμυριούχος. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να έχει υψηλό μορφωτικό επίπεδο και να μάθει όλα όσα πρέπει να ξέρουν οι άνθρωποι σε αυτόν τον κόσμο. Για παράδειγμα, σαν κάποιος διάδοχος του θρόνου, θα πρέπει να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα, να φοιτά σε κορυφαίες σχολές και να απολαμβάνει τη ζωή της ανώτερης τάξης. Δεν πρέπει να είναι παιδί μιας συνηθισμένης οικογένειας. Εφόσον ο χριστός είναι η ενσάρκωση, η μόρφωσή του θα πρέπει να είναι ανώτερη από όλων των άλλων και να μη μελετά τα ίδια με τους συνηθισμένους ανθρώπους. Πιστεύουν πως, εφόσον ο χριστός έρχεται για να ηγεμονεύσει ως βασιλιάς, θα πρέπει να μάθει την τέχνη της διακυβέρνησης, πώς να διαφεντεύει και να ελέγχει την ανθρωπότητα, να μελετήσει τα Τριάντα Έξι Στρατηγήματα, να μάθει πολλές γλώσσες και να αποκτήσει κάποιες καλλιτεχνικές δεξιότητες, έτσι ώστε να τα χρησιμοποιήσει όλα αυτά στο μελλοντικό του έργο και να μπορεί να κυβερνά ανθρώπους κάθε είδους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη τους, μόνο ένας τέτοιος χριστός θα ήταν ευγενής, σπουδαίος και ικανός να σώσει τους ανθρώπους, επειδή θα είχε επαρκείς γνώσεις και ταλέντα, καθώς και την ικανότητα να διαβάζει το μυαλό των ανθρώπων τόσο ώστε να μπορεί να τους ελέγχει. Αυτές είναι οι αντιλήψεις που έχουν οι αντίχριστοι για την καταγωγή της ενσάρκωσης του Θεού και εμμένουν σε αυτές ενώ αποδέχονται τον ενσαρκωμένο Θεό. Πρώτον, δεν παραμερίζουν τις αντιλήψεις τους ώστε να κατανοήσουν και να αντιληφθούν εκ νέου, από τα βάθη της καρδιάς τους, τι κάνει ο Θεός. Δεν αρνούνται τις αντιλήψεις και τις απόψεις τους ούτε κατανοούν τις πλάνες που τρέφουν μέσα τους, δεν καταφέρνουν να γνωρίσουν τον Χριστό και την ενσάρκωση του Θεού ούτε να αποδεχτούν όλα όσα λέει και κάνει ο Χριστός με στάση και αρχή υποταγής στην αλήθεια. Αντ’ αυτού, μετρούν όλα όσα λέει ο Χριστός σύμφωνα με τις δικές τους αντιλήψεις και απόψεις. «Αυτή η δήλωση του χριστού δεν έχει λογική, εκείνη δεν είναι καλά διατυπωμένη, ενώ σ’ αυτήν εδώ υπάρχει ένα γραμματικό λάθος· καταλαβαίνεις πως ο χριστός δεν είναι και πολύ μορφωμένος. Σαν κοινός άνθρωπος μιλάει, έτσι δεν είναι; Πώς γίνεται να μιλάει έτσι ο χριστός; Δεν φταίει αυτός. Στην πραγματικότητα, κι αυτός θέλει να είναι διακεκριμένος και να τον εκτιμούν οι άλλοι, αλλά αυτό δεν γίνεται, αφού δεν είναι από καλή οικογένεια. Οι γονείς του δεν ήταν παρά συνηθισμένοι άνθρωποι, πράγμα που τον επηρέασε και έγινε κι αυτός τέτοιος άνθρωπος. Πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό ο θεός; Γιατί δεν φαίνονται ιδιαίτερα κομψά και ευγενή τα λόγια και οι τρόποι του χριστού; Γιατί δεν μιλάει και δεν φέρεται σαν τους ακαδημαϊκούς και τους εκλεπτυσμένους διανοούμενους της κοινωνίας ή σαν τις πριγκίπισσες και τους πρίγκιπες των ανώτερων τάξεων της κοινωνίας; Γιατί τα λόγια και οι πράξεις του χριστού δεν φαίνεται να συνάδουν καθόλου με την ταυτότητά του;» Αυτήν την οπτική γωνία και σκοπιά παρατήρησης έχουν οι αντίχριστοι για να βλέπουν τον Χριστό, όλα τα λόγια και το έργο Του, τον τρόπο με τον οποίο φέρεται στους ανθρώπους, καθώς και την ομιλία και τη συμπεριφορά Του, επομένως είναι αναπόφευκτο να σχηματίζονται αντιλήψεις μέσα τους. Όχι μόνο δεν υποτάσσονται στον Χριστό, αλλά και δεν καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν σωστά τα λόγια Του. Λένε: «Μπορεί ένας τέτοιος συνηθισμένος άνθρωπος —ένας κοινός θνητός— να είναι ο σωτήρας μου; Μπορεί να με ευλογήσει; Μπορώ να αποκομίσω οφέλη από αυτόν; Μπορούν να εκπληρωθούν οι επιθυμίες και οι προσδοκίες μου; Αυτός ο άνθρωπος είναι πολύ συνηθισμένος —τόσο, μάλιστα, που οι άλλοι τον περιφρονούν». Όσο περισσότερο θεωρούν οι αντίχριστοι τον Χριστό συνηθισμένο, μέτριο και τελείως κανονικό τόσο περισσότερο θεωρούν πως οι ίδιοι είναι μεγαλοπρεπείς και ευγενείς. Ταυτόχρονα, κάποιοι αντίχριστοι κάνουν ακόμα και συγκρίσεις του τύπου: «Εσύ είσαι νέος και δεν ξέρεις πώς να ντύνεσαι ή πώς να μιλάς στους ανθρώπους. Δεν ξέρεις πώς να αποσπάς πληροφορίες από τους ανθρώπους. Γιατί είσαι τόσο ευθύς; Θυμίζει τίποτα από όσα λες τον θεό; Αντιπροσωπεύει τίποτα από όσα λες πως είσαι ο θεός; Θυμίζουν οι πράξεις, η ομιλία, η συμπεριφορά, οι τρόποι και το ντύσιμό σου τον θεό; Δεν νομίζω πως θυμίζεις τον θεό σε τίποτα από αυτά. Ο χριστός θα πρέπει να έχει ανώτερη μόρφωση, να γνωρίζει τη Βίβλο απέξω κι ανακατωτά και να μιλάει με ευφράδεια. Εσύ, όμως, επαναλαμβάνεσαι συνεχώς και καμιά φορά χρησιμοποιείς λέξεις που δεν είναι κατάλληλες». Αφού ακολουθούν τον Χριστό για πολλά χρόνια, οι αντίχριστοι όχι μόνο δεν αποδέχονται μέσα τους τα λόγια του Θεού και την αλήθεια, αλλά δεν αποδέχονται ούτε το γεγονός πως ο Χριστός είναι η ενσάρκωση του Θεού, πράγμα που ισοδυναμεί με το να μην αποδέχονται τον Χριστό ως Σωτήρα τους. Αντίθετα, περιφρονούν ακόμη περισσότερο μέσα τους την ενσάρκωση του Θεού, αυτόν τον συνηθισμένο άνθρωπο. Επειδή δεν βλέπουν τίποτα το ιδιαίτερο στον Χριστό, επειδή η καταγωγή Του ήταν πολύ κοινή και συνηθισμένη κι επειδή Εκείνος δεν φαίνεται ούτε να μπορεί να τους προσφέρει οφέλη στην κοινωνία ή μεταξύ των ανθρώπων ούτε να τους δώσει τη δυνατότητα να απολαύσουν πλεονεκτήματα, αρχίζουν να Τον κρίνουν ασυλλόγιστα και ανοιχτά: «Δεν είσαι απλώς παιδί της τάδε οικογένειας; Τι το κακό έχει, τότε, να σε κρίνω; Τι μπορείς να μου κάνεις; Αν η οικογένειά σου ήταν επιφανής ή οι γονείς σου αξιωματούχοι, μπορεί να σε φοβόμουν. Έτσι όπως είσαι, γιατί να σε φοβάμαι; Ακόμη κι αν είσαι, λοιπόν, ο χριστός —η ενσάρκωση για την οποία έχει δώσει μαρτυρία ο θεός— εγώ δεν σε φοβάμαι! Και πάλι θα σε κρίνω πίσω από την πλάτη σου και θα σε σχολιάζω ελεύθερα. Όποτε βρίσκω την ευκαιρία, θα μελετώ την οικογένεια και τον τόπο γέννησής σου». Γι’ αυτά τα πράγματα αρέσει στους αντίχριστους να κάνουν ολόκληρο θέμα. Δεν αναζητούν ποτέ την αλήθεια, ενώ οτιδήποτε δεν ταιριάζει με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες τους το κρίνουν και αντιστέκονται σε αυτό επανειλημμένα. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν πολύ καλά πως αυτά που εκφράζει ο Χριστός είναι η αλήθεια· γιατί, λοιπόν, δεν επιδιώκουν την αλήθεια; Είναι πραγματικά παράλογοι!
Οι αντίχριστοι λατρεύουν ιδιαίτερα τη δύναμη και τη θέση. Αν ο Χριστός προερχόταν από μια πλούσια και ισχυρή οικογένεια, δεν θα τολμούσαν να πουν λέξη. Εφόσον, όμως, προέρχεται από μια συνηθισμένη οικογένεια χωρίς δύναμη, δεν Τον φοβούνται καθόλου, θεωρούν πως μπορούν να μελετούν και να κρίνουν έτσι απλά τον Θεό, τον Χριστό, ενώ είναι πολύ άνετοι με κάτι τέτοιο. Θα μπορούσαν να ενεργούν έτσι αν αναγνώριζαν και πίστευαν πραγματικά πως αυτός ο άνθρωπος είναι η ενσάρκωση του Θεού; Θα έκανε κάτι τέτοιο οποιοσδήποτε άνθρωπος που έχει έστω και ίχνος θεοφοβούμενης καρδιάς; Δεν θα συγκρατιόταν; (Ναι.) Τι είδους άνθρωποι μπορούν να ενεργούν έτσι; Αυτή δεν είναι η συμπεριφορά των αντίχριστων; (Ναι.) Αν αναγνωρίζεις πως η ουσία του Χριστού είναι ο Θεός ο ίδιος και πως ο άνθρωπος που ακολουθείς είναι ο Θεός, πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζεις καθετί που σχετίζεται με τον Χριστό; Δεν θα πρέπει να έχουν αρχές οι άνθρωποι; (Ναι.) Γιατί τολμούν, λοιπόν, να παραβιάζουν αυτές τις αρχές χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη; Δεν εκδηλώνουν έτσι εχθρότητα προς τον Χριστό; Επειδή ο Χριστός γεννήθηκε σε μια συνηθισμένη οικογένεια, εκτός από τη δυσαρέσκεια που νιώθουν απέναντί Του, οι αντίχριστοι νιώθουν και εχθρότητα για την οικογένειά Του και τα μέλη της. Καθώς γεννιέται αυτή η εχθρότητα μέσα τους, δεν σταματάνε ούτε αναπαύονται, αλλά περιφέρονται γύρω από το σπίτι του Χριστού και κάνουν ερωτήσεις όποτε βρίσκουν την ευκαιρία, λες και ασκούν κάποιο νόμιμο επάγγελμα: «Επέστρεψε ο χριστός; Άλλαξε κανένα κομμάτι της ζωής της οικογένειας από τότε που εμφανίστηκε ο χριστός;» Χώνουν τη μύτη τους σ’ αυτά τα ζητήματα σε κάθε ευκαιρία. Δεν είναι απεχθείς αυτοί οι άνθρωποι; Δεν είναι αηδιαστικοί; Δεν είναι ποταποί; Είναι άκρως ποταποί και ελεεινοί! Ας μην ασχοληθούμε προς το παρόν με το πώς είναι η πίστη τους στον Θεό και ας αναλογιστούμε απλώς το εξής: Τι είδους χαρακτήρα πρέπει να έχουν οι άνθρωποι που μπορούν να κάνουν τέτοια πράγματα και να έχουν τέτοιες ελεεινές σκέψεις; Ο χαρακτήρας τους πρέπει να είναι ποταπός. Είναι όλοι τους ρεμάλια· είναι ποταποί και ελεεινοί στο έπακρο! Αν δεν πιστεύεις στον Χριστό, μπορείς να Μου πεις ευθέως: «Δεν μοιάζεις με τον θεό· είσαι απλώς ένας άνθρωπος. Σε έκρινα πίσω από την πλάτη σου· τι μπορείς να κάνεις γι’ αυτό; Σε αρνήθηκα· τι μπορείς να κάνεις γι’ αυτό;» Αν δεν πιστεύεις, δεν θα σε πιέσω να πιστέψεις και κανείς δεν θα επιμείνει να το κάνεις. Δεν υπάρχει λόγος, όμως, να ασχολείσαι στα κρυφά με τέτοιες μικροπρέπειες. Σε τι χρησιμεύουν; Μπορούν να σε βοηθήσουν να αποκτήσεις περισσότερη πίστη; Μπορούν να συμβάλουν στην πρόοδο της ζωής σου ή να σε βοηθήσουν να κατανοήσεις καλύτερα τον Θεό; Δεν χρησιμεύουν σε τίποτα τέτοιο, οπότε γιατί ασχολείσαι με τέτοια πράγματα; Αν μη τι άλλο, όσοι ενεργούν έτσι έχουν άκρως αξιοκαταφρόνητη ανθρώπινη φύση· δεν πιστεύουν στην ουσία του Χριστού και δεν αναγνωρίζουν την ταυτότητά Του. Αν δεν πιστεύεις, τότε μην πιστεύεις. Φύγε! Γιατί να παρατείνεις την παραμονή σου στον οίκο του Θεού; Η ποταπότητα των αντίχριστων είναι πως, ενώ δεν πιστεύουν στον Θεό, εξακολουθούν να θέλουν ευλογίες και να τρέφουν φιλοδοξίες και επιθυμίες. Αυτοί οι άνθρωποι —τόσο υπερβολικά ποταποί που είναι— είναι ικανοί για τέτοιες «εξαιρετικές» πράξεις. Έλειπα από το σπίτι μου είκοσι χρόνια και αυτοί οι άνθρωποι το «φρόντιζαν καλά» επί είκοσι χρόνια· έλειπα τριάντα χρόνια και το «φρόντιζαν» επί τριάντα χρόνια. Αναρωτιόμουν γιατί ήταν τόσο «καλοσυνάτοι» και αργόσχολοι. Βρήκα την απάντηση στην ερώτηση: Θέλουν να εναντιωθούν μέχρι τέλους στον Θεό. Δεν πιστεύουν στην ουσία του Θεού ούτε σε οτιδήποτε έχει κάνει Εκείνος. Εκ πρώτης όψεως, δίνουν την εντύπωση πως έχουν περιέργεια και έγνοια· στην ουσία, όμως, παρακολουθούν και ψάχνουν να βρουν κάποιο μοχλό πίεσης, ενώ μέσα τους υπάρχει εχθρότητα, άρνηση και καταδίκη. Γιατί εξακολουθούν να πιστεύουν αυτοί οι άνθρωποι; Τι νόημα έχει να πιστεύουν στον Θεό; Θα πρέπει να σταματήσουν να πιστεύουν και να φύγουν από εδώ γρήγορα! Ο οίκος του Θεού δεν χρειάζεται τέτοιους ανθρώπους. Ας μην ντροπιάζουν τον εαυτό τους! Θα κάνατε κι εσείς τα ίδια σε παρόμοιες περιστάσεις και συνθήκες; Αν θα μπορούσατε, τότε είστε ίδιοι μ’ εκείνους —αντίχριστοι που είναι αποφασισμένοι να εναντιωθούν μέχρι τέλους στον Θεό, είναι αδίστακτοι μέχρι θανάτου και προσπαθούν να βρουν κάποιο μοχλό πίεσης και αποδείξεις ενάντια στον Θεό, ώστε να αρνηθούν τόσο Αυτόν όσο και την ουσία και την ταυτότητά Του.
Ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, δεν σφάλλει ποτέ. Είτε γεννιόταν σε κάποιο κοινό και συνηθισμένο περιβάλλον και υπόβαθρο είτε σε κάποιο διακεκριμένο, δεν θα υπήρχε κάποιο λάθος σε αυτό ούτε κάτι που θα άφηνε στους ανθρώπους το περιθώριο να βρουν κάποιο μοχλό πίεσης εναντίον Του. Αν προσπαθείς να βρεις κάποιο σφάλμα ή κάποια απόδειξη στην ενσάρκωση του Θεού για να αποδείξεις ότι δεν είναι ο Χριστός ή ότι δεν έχει την ουσία του Θεού, σου λέω πως δεν χρειάζεται να μπεις στον κόπο να προσπαθήσεις ούτε να μπεις στον κόπο να πιστέψεις. Απλώς φύγε· δεν θα γλιτώσεις έτσι τον κόπο; Γιατί να δυσκολεύεις τόσο τη ζωή σου; Το να προσπαθείς να βρεις κάποιο σφάλμα ή κάποια απόδειξη στον Χριστό για να Τον κατηγορήσεις, να Τον αρνηθείς ή να Τον καταδικάσεις δεν είναι το νόμιμο επάγγελμά σου ούτε το καθήκον και η ευθύνη σου. Σε όποια οικογένεια κι αν γεννήθηκε ο Χριστός, σε όποιο περιβάλλον κι αν μεγάλωσε και όπως κι αν είναι η ανθρώπινη φύση Του, όλα αυτά ήταν επιλογή του ίδιου του Θεού —του Δημιουργού— και δεν έχουν καμία σχέση με κανέναν. Ό,τι κι αν κάνει ο Θεός είναι σωστό, είναι η αλήθεια και γίνεται για χάρη της ανθρωπότητας. Αν ο Θεός δεν γεννιόταν σε μια συνηθισμένη οικογένεια, αλλά σε ένα παλάτι, θα είχε την ευκαιρία να αλληλεπιδράσει μαζί Του κάποιος συνηθισμένος άνθρωπος ή κάποιος που ανήκει σε κατώτερη κοινωνική τάξη; Δεν θα είχες την ευκαιρία. Άρα, λοιπόν, υπάρχει κάποιο λάθος στην επιλογή του Θεού να γεννηθεί και να μεγαλώσει έτσι; Πρόκειται για μια αγάπη που όμοιά της δεν υπάρχει στον κόσμο και είναι το πιο θετικό πράγμα. Οι αντίχριστοι, ωστόσο, βλέπουν το πιο θετικό πράγμα που έκανε ο Θεός ως σημάδι πως είναι εύκολο να Τον εκφοβίσουν και να Τον κάνουν παιχνιδάκι τους, ενώ θέλουν να Τον παρακολουθούν συνεχώς και να ψάχνουν για κάποιο μοχλό πίεσης που θα χρησιμοποιήσουν εναντίον Του. Τι παρακολουθείς; Αν δεν μπορείς να εμπιστευτείς καν τον χαρακτήρα και την ανθρώπινη φύση του Χριστού, αλλά Τον ακολουθείς σαν Θεό, δεν δίνεις σφαλιάρα στον εαυτό σου; Δεν δυσκολεύεις τα πράγματα για τον εαυτό σου; Γιατί να παίζεις αυτό το παιχνίδι; Έχει πλάκα; Στη συνέχεια, παρατήρησα πως οι περισσότεροι άνθρωποι που αποδέχτηκαν αργότερα τον Παντοδύναμο Θεό μπορούσαν να αντιμετωπίσουν σωστά αυτό το θέμα. Κάποιοι είχαν περιέργεια όταν αλληλεπιδρούσαν μαζί Μου, αλλά απέφευγα και αγνοούσα τέτοιους ανθρώπους. Αν μπορείς να αποδεχθείς την αλήθεια, είμαστε μια οικογένεια. Αν δεν μπορείς να την αποδεχθείς και προσπαθείς διαρκώς να ρωτάς για τις προσωπικές Μου πληροφορίες, τότε φύγε. Δεν σε αναγνωρίζω και δεν είμαστε οικογένεια, αλλά εχθροί. Αν, αφού οι άνθρωποι ακούνε τόσα λόγια του Θεού και λαμβάνουν το έργο και την ποίμανσή Του τόσα χρόνια, όχι μόνο εξακολουθούν να έχουν τέτοιες σκέψεις για την ενσάρκωση του Θεού, αλλά και τις κάνουν πράξη, πρέπει να πούμε πως η διάθεση τέτοιων ανθρώπων είναι εχθρική προς τον Θεό. Είναι γεννημένοι εχθροί του Θεού και δεν είναι σε θέση να αποδεχθούν τα θετικά πράγματα.
Πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, ο Παύλος έφτασε στα άκρα για να αντισταθεί στον Κύριο Ιησού και Τον υπέβαλε σε διώξεις, Τον έκρινε και Τον καταδίκασε με μανία. Γιατί; Επειδή ο Κύριος Ιησούς γεννήθηκε σε μια συνηθισμένη οικογένεια, ήταν κοινό μέλος του πληθυσμού και δεν είχε δεχτεί τη λεγόμενη εκπαίδευση, επίδραση ή επιρροή των γραμματέων και των Φαρισαίων. Στα μάτια του Παύλου, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν άξιζε να λέγεται Χριστός. Γιατί όχι; Επειδή είχε ταπεινή ταυτότητα, δεν είχε ιδιαίτερη κοινωνική θέση και ήταν μέλος της κατώτερης τάξης της ανθρώπινης κοινωνίας· άρα, λοιπόν, δεν άξιζε να λέγεται Χριστός ούτε ο Υιός του ζώντος Θεού. Εξαιτίας αυτού, ο Παύλος τόλμησε να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να αντισταθεί στον Κύριο Ιησού, χρησιμοποιώντας την επιρροή του, τη χαρισματική του προσωπικότητα και την κυβέρνηση για να Τον καταδικάσει και να Του αντισταθεί, να καταστρέψει το έργο Του και να συλλάβει τους ακόλουθούς Του. Καθώς ο Παύλος αντιστεκόταν στον Κύριο Ιησού, πίστευε πως υπερασπιζόταν το έργο του Θεού, πως οι πράξεις του ήταν δίκαιες και πως αντιπροσώπευε μια δίκαιη δύναμη. Δεν θεωρούσε πως αντιστεκόταν στον Θεό, αλλά σε έναν συνηθισμένο άνθρωπο. Ο λόγος που τόλμησε να κρίνει και να καταδικάσει ανενδοίαστα και επιπόλαια τον Χριστό ήταν ακριβώς επειδή θεωρούσε την καταγωγή Του ταπεινή και όχι μεγαλοπρεπή, ενώ μέσα του ένιωθε ιδιαίτερα άνετος και σταθερός για τις ενέργειές του. Τι είδους πλάσμα ήταν; Ακόμη κι αν δεν συνειδητοποιούσε πως ο Κύριος Ιησούς ήταν η ενσάρκωση του Θεού ή δεν γνώριζε πως οι ομιλίες και τα λόγια Του προέρχονταν από τον Θεό, άξιζε ένας τέτοιος συνηθισμένος άνθρωπος την κατά μέτωπο επίθεσή του; Άξιζε μια τέτοια κακόβουλη επίθεση; Άξιζε τις φήμες και τα ψέματα που κατασκεύασε ο Παύλος για να εξαπατήσει τους άλλους και να Τον ανταγωνιστεί για τους ανθρώπους; Δεν ήταν αβάσιμα τα ψέματα του Παύλου; Επηρέαζε κάποια από τις πράξεις του Κυρίου Ιησού τα συμφέροντα ή τη θέση του Παύλου; Όχι. Ο Κύριος Ιησούς κήρυττε και έδινε ομιλίες στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις και, ταυτόχρονα, Τον ακολουθούσαν κάμποσοι άνθρωποι. Αυτός ο κόσμος ήταν τελείως διαφορετικός από το περιβάλλον διαβίωσης ενός ανθρώπου όπως ο Παύλος. Γιατί, λοιπόν, δίωκε ο Παύλος τον Κύριο Ιησού; Πρόκειται για την αντίχριστη ουσία του εν δράσει. Σκεφτόταν το εξής: «Όσο σπουδαίες, σωστές ή αποδεκτές κι αν είναι οι ομιλίες σου, αν πω εγώ πως δεν είσαι ο χριστός, τότε δεν είσαι ο χριστός. Αν σε αντιπαθώ, θα σε υποβάλω σε διώξεις, θα σε κατηγορήσω αυθαίρετα και θα σε κάνω να το πληρώσεις». Επειδή αυτά τα πράγματα που κατείχε ο Χριστός μέσα στην κανονική ανθρώπινη φύση Του δεν ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις του Παύλου και ο Χριστός δεν τα έκανε ούτε τα κατείχε σύμφωνα με τις αντιλήψεις και τις φαντασιοκοπίες του Παύλου, οι αντίχριστοι σαν τον Παύλο ήταν ικανοί να Τον κρίνουν, να Τον αρνούνται και να Τον καταδικάζουν ανενδοίαστα. Τι συνέβη στο τέλος; Αφού τον πάταξε ο Κύριος Ιησούς, ο Παύλος αναγνώρισε τελικά το εξής: «Ποιος είσαι, κύριε;» Τότε, ο Κύριος Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίον συ αντιστέκεσαι». Από τότε, ο Παύλος έπαψε να πιστεύει πως ο Ιησούς ήταν συνηθισμένος άνθρωπος ή κάποιος που δεν έμοιαζε στον Χριστό λόγω της ταπεινής Του καταγωγής. Γιατί; Επειδή το φως του Κυρίου Ιησού μπορούσε να τυφλώσει τους ανθρώπους, Εκείνος είχε εξουσία και τα λόγια Του μπορούσαν να πατάξουν τόσο τους ανθρώπους όσο και την ψυχή τους. Ο Παύλος σκέφτηκε μέσα του: «Θα μπορούσε αυτός ο άνθρωπος που λέγεται Ιησούς να είναι πραγματικά ο θεός; Θα μπορούσε να είναι υιός του ζώντος θεού; Αφού μπορεί να πατάξει τους ανθρώπους, πρέπει να είναι ο θεός. Υπάρχει, όμως, ένα πρόβλημα: Αυτός που πατάσσει τους ανθρώπους δεν είναι ο συνηθισμένος άνθρωπος που λέγεται χριστός, αλλά το πνεύμα του θεού. Ό,τι κι αν γίνει, λοιπόν, εφόσον σε λένε Ιησού, δεν θα σε προσκυνήσω λατρευτικά. Εγώ λατρεύω μόνο τον θεό στον ουρανό, το πνεύμα του θεού». Αφού πατάχθηκε ο Παύλος, έκανε μια σκέψη. Παρόλο που το γεγονός πως πατάχθηκε ήταν κάτι κακό, τον έκανε να συνειδητοποιήσει πως ένας άνθρωπος που λεγόταν χριστός είχε μια ειδική ταυτότητα, πως το να γίνει κανείς χριστός ήταν μεγάλη τιμή, πως όποιος γινόταν χριστός μπορούσε να γίνει υιός του ζώντος θεού, να πλησιάσει τον θεό και να αλλάξει τη σχέση του με τον θεό, με αποτέλεσμα αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος να γίνει ξεχωριστός και η ταυτότητά του να μετατραπεί στην ταυτότητα ενός υιού του θεού. Σκέφτηκε: «Αν και εσύ, Ιησού, είσαι υιός του ζώντος θεού, τι το τόσο εντυπωσιακό έχει αυτό; Ο πατέρας σου ήταν φτωχός ξυλουργός και η μητέρα σου μια κοινή νοικοκυρά. Μεγάλωσες με τον απλό λαό, η οικογένειά σου είχε χαμηλή κοινωνική θέση και εσύ ο ίδιος δεν έχεις ειδικές ικανότητες. Έχεις κηρύξει ποτέ σου σε ναό; Σε αναγνωρίζουν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι; Τι είδους μόρφωση έχεις λάβει; Έχουν οι γονείς σου υψηλό επίπεδο γνώσεων; Αν και δεν διαθέτεις τίποτε από όλα αυτά, είσαι υιός του ζώντος θεού. Άρα, λοιπόν, εφόσον εγώ έχω τόσο υψηλό επίπεδο γνώσεων, αλληλεπιδρώ με ανθρώπους της υψηλής κοινωνίας και οι γονείς μου είναι ιδιαίτερα διανοούμενοι και μορφωμένοι και προέρχονται από συγκεκριμένο υπόβαθρο, δεν θα μου ήταν εύκολο να γίνω χριστός;» Τι υπαινισσόταν; «Αν μπορεί να γίνει χριστός κάποιος σαν τον Ιησού, τότε εγώ, ο Παύλος, εφόσον είμαι τόσο εξαιρετικός, χαρισματικός, γνώστης και με υψηλή κοινωνική θέση, δεν είμαι ακόμα πιο ικανός να γίνω χριστός και υιός του ζώντος θεού; Όταν ζούσε ο Ιησούς, απλώς κήρυττε, διάβαζε γραφές, διέδιδε την οδό της μετάνοιας, βάδιζε παντού, θεράπευε ανθρώπους από τις αρρώστιες τους, εξέβαλλε δαιμόνια και έκανε πολλά σημεία και τέρατα. Αυτά δεν ήταν όλα κι όλα; Μετά απ’ αυτό, έγινε υιός του ζώντος θεού και ανήλθε στον ουρανό. Πόσο δύσκολο να είναι αυτό; Εγώ, ο Παύλος, έχω πολλές γνώσεις και ευγενή κοινωνική θέση και ταυτότητα. Αν κυκλοφορώ περισσότερο ανάμεσα στους ανθρώπους, όπως έκανε ο Ιησούς, αν αυξήσω τη φήμη μου, αποκτήσω περισσότερους ακόλουθους, ωφελήσω περισσότερους ανθρώπους και μπορώ να υπομείνω ταλαιπωρίες, να πληρώσω το τίμημα, να μειώσω την κοινωνική μου θέση, να δίνω περισσότερες ομιλίες, να κάνω περισσότερο έργο και να κερδίσω περισσότερους ανθρώπους, δεν θα αλλάξει τότε η ταυτότητά μου; Δεν θα μετατραπώ από υιός του ανθρώπου σε υιός του θεού; Δεν είναι χριστός ένας υιός του θεού; Τι το δύσκολο έχει να είναι κανείς χριστός; Δεν είναι ο χριστός υιός του ανθρώπου που γεννήθηκε από άνθρωπο; Εφόσον μπόρεσε να γίνει χριστός ο Ιησούς, γιατί να μην μπορώ εγώ, ο Παύλος; Είναι πανεύκολο! Ό,τι έκανε ο Ιησούς θα το κάνω κι εγώ· ό,τι είπε εκείνος θα το πω κι εγώ· όπως βάδισε ανάμεσα στους ανθρώπους, έτσι θα βαδίσω κι εγώ. Δεν θα έχω τότε την ίδια ταυτότητα και θέση με τον Ιησού; Δεν θα πληρώ τις προϋποθέσεις για να με εγκρίνει ο θεός, όπως συνέβη και με τον Ιησού;» Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, να δούμε από τις επιστολές του Παύλου πώς κατανοούσε και αντιλαμβανόταν την ταυτότητα του Ιησού. Πίστευε πως ο Κύριος Ιησούς ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος ο οποίος, μέσω του έργου Του, του τιμήματος που πλήρωσε και, ιδίως, της σταύρωσής Του, κέρδισε την έγκριση του ουράνιου Πατέρα και έγινε ο Υιός του ζώντος Θεού· πίστευε, δηλαδή, πως η ταυτότητά Του άλλαξε αργότερα. Οι άνθρωποι σαν τον Παύλο, λοιπόν, δεν αναγνωρίζουν ποτέ στο μυαλό τους τον Ιησού ως τη σάρκα που ενδύεται ο Θεός στη γη και ως την ενσάρκωση του Θεού μεταξύ των ανθρώπων. Δεν αναγνωρίζουν ποτέ την ουσία του Χριστού.
Οι σημερινοί αντίχριστοι είναι σαν τον Παύλο. Κατά πρώτον, έχουν τις ίδιες σκέψεις, φιλοδοξίες και μεθόδους, καθώς και ένα ακόμη πράγμα: το κοινό χαρακτηριστικό της ανοησίας. Από πού πηγάζει η ανοησία τους; Από τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες τους. Όταν οι αντίχριστοι βλέπουν την ενσάρκωση του Θεού, από όποια σκοπιά κι αν το κάνουν, δεν βλέπουν στον Χριστό την ουσία του Θεού. Όπως κι αν κοιτάξουν, δεν μπορούν να κερδίσουν από αυτό την αλήθεια ούτε να κατανοήσουν τη διάθεση του Θεού. Όπως κι αν κοιτάξουν, πάντα πιστεύουν πως ο Χριστός είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Θεωρούν πως, αν ο χριστός είχε κατέλθει απευθείας από τον ουρανό έτσι ώστε να τον δουν όλοι, δεν θα ήταν συνηθισμένος. Θεωρούν πως, αν ο χριστός δεν είχε καμία προέλευση και κανένα υπόβαθρο, αλλά εμφανιζόταν μεταξύ των ανθρώπων από το πουθενά, αυτό θα ήταν πολύ ασυνήθιστο και εξαιρετικό! Τα πράγματα που δεν μπορούν να συλλάβουν οι άνθρωποι —τα πράγματα που είναι εξαιρετικά— είναι αυτά ακριβώς που ικανοποιούν τις φιλοδοξίες, τις επιθυμίες και την περιέργεια των αντίχριστων. Θα προτιμούσαν να ακολουθούν έναν τέτοιο χριστό παρά έναν συνηθισμένο άνθρωπο που μπορεί να εκφράσει την αλήθεια και να τους δώσει ζωή. Ο λόγος που, αφού οι αντίχριστοι έχουν παρατηρήσει για λίγο καιρό τον Χριστό, πιστεύουν πως δεν υπάρχει κάτι παραπάνω σε όλα όσα κάνει είναι ακριβώς επειδή ο Χριστός γεννήθηκε από άνθρωπο και είναι πραγματικά ένας συνηθισμένος άνθρωπος —ένας κανονικός, πρακτικός άνθρωπος που δεν τραβάει αρκετή προσοχή ούτε μιλάει με τρόπο που σείει τον ουρανό και τη γη. Αφού συνοψίσουν κάποια μοτίβα, αρχίζουν να αντιγράφουν τον Χριστό. Αντιγράφουν τον τόνο Του, τον τρόπο ομιλίας Του και τον επιτονισμό Του. Κάποιοι αντιγράφουν ακόμα και τις συγκεκριμένες λέξεις που χρησιμοποιεί, ενώ μιμούνται ακόμα και τον ήχο που κάνει όταν ανασαίνει και βήχει. Κάποιοι άνθρωποι ρωτούν: «Αυτή η μίμηση οφείλεται σε άγνοια;» Όχι. Τι την προκαλεί; Όταν οι αντίχριστοι βλέπουν έναν τόσο συνηθισμένο άνθρωπο όπως ο Χριστός —ο οποίος λέει απλώς κάποια συνηθισμένα λόγια— να έχει τόσους ακόλουθους και τόσους ανθρώπους που υποτάσσονται σ’ Αυτόν, δεν γεννιούνται κάποιες σκέψεις σχετικά με αυτό το θέμα στα βάθη της καρδιάς τους; Αγάλλονται για τον Θεό, χαίρονται γι’ Αυτόν και Τον δοξάζουν ή μήπως νιώθουν αγανάκτηση, πικρία, εχθρότητα, φθόνο και ζήλια; (Νιώθουν φθόνο και ζήλια.) Σκέφτονται: «Πώς έγινες θεός; Εγώ γιατί δεν είμαι θεός; Πόσες γλώσσες μιλάς; Μπορείς να κάνεις σημεία και τέρατα; Τι μπορείς να προσφέρεις στους ανθρώπους; Ποια είναι τα χαρίσματα και τα ταλέντα σου; Ποιες είναι οι ικανότητές σου; Πώς κατάφερες να σε ακολουθήσουν τόσοι άνθρωποι; Αν το μόνο που χρειάστηκε για να σε ακολουθήσουν τόσοι άνθρωποι ήταν οι ικανότητές σου, τότε, με τις δικές μου, θα με ακολουθήσουν ακόμη περισσότεροι». Οι αντίχριστοι, λοιπόν, θέλουν να εστιάσουν τις προσπάθειές τους σε αυτό. Επομένως, συμφωνούν απόλυτα με την άποψη του Παύλου πως το να γίνει κανείς χριστός είναι ένα εφικτό όνειρο.
Όταν ο Θεός λέει στους ανθρώπους να είναι ευσυνείδητοι άνθρωποι και ευσυνείδητα δημιουργήματα, οι αντίχριστοι νιώθουν ιδιαίτερη περιφρόνηση γι’ αυτά τα λόγια και λένε: «Όλα όσα λέει ο θεός είναι καλά και σωστά, αλλά δεν είναι σωστό να μη μας επιτρέπει να γίνουμε χριστός. Γιατί δεν μπορούν οι άνθρωποι να γίνουν χριστός; Δεν είναι ο χριστός απλώς κάποιος που έχει τη ζωή του θεού; Αν αποδεχτούμε, λοιπόν, τα λόγια του θεού, λάβουμε το πότισμα και την ποίμανσή του και διαθέτουμε τη ζωή του θεού, δεν μπορούμε να γίνουμε κι εμείς χριστός; Είσαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος που γεννήθηκε από ανθρώπους και το ίδιο είμαστε κι εμείς. Γιατί εσύ μπορείς να γίνεις χριστός, ενώ εμείς όχι; Δεν έγινες χριστός αργότερα στη ζωή; Αν υποφέρουμε και πληρώσουμε το τίμημα, αν διαβάσουμε περισσότερα λόγια του θεού, διαθέτουμε τη ζωή του θεού, λέμε τα ίδια λόγια που λέει ο θεός, κάνουμε ό,τι θέλει να κάνει ο θεός και μιμηθούμε τον θεό, δεν μπορούμε να γίνουμε κι εμείς χριστός; Τι το δύσκολο έχει κάτι τέτοιο;» Οι αντίχριστοι δεν χαίρονται να ακολουθούν τον Χριστό και να γίνουν συνηθισμένοι ακόλουθοι του Χριστού ούτε να είναι δημιουργήματα υπό το κράτος του Δημιουργού. Οι επιθυμίες και οι φιλοδοξίες τους τους παροτρύνουν: «Μην είσαι συνηθισμένος άνθρωπος. Το να ακολουθείς και να υπακούς συνεχώς τον χριστό είναι εκδήλωση ανικανότητας. Εκτός από τα λόγια του χριστού και τις υποσχέσεις του θεού, θα πρέπει να έχεις μεγαλύτερες φιλοδοξίες, όπως να προσπαθείς να γίνεις υιός του θεού, ο πρωτότοκος υιός, ο χριστός ο ίδιος, κάποιος που χρησιμοποιεί πολύ ο θεός ή στυλοβάτης στη βασιλεία του θεού. Αυτοί οι στόχοι είναι σπουδαίοι και εμπνέουν!» Τι γνώμη έχετε γι’ αυτές τις ιδέες; Αξίζει να προωθούνται; Είναι κάτι που οφείλουν να διαθέτουν οι κανονικοί άνθρωποι; (Όχι.) Ο λόγος που οι αντίχριστοι δεν παίρνουν σοβαρά τα λόγια και τις πράξεις τους που δείχνουν πως αντιστέκονται στον Χριστό, Τον κρίνουν, Τον δοκιμάζουν, Τον αρνούνται και Τον καταδικάζουν είναι ακριβώς επειδή κατανοούν με αυτόν τον τρόπο την ταυτότητα και την ουσία του Χριστού. Σκέφτονται το εξής: «Τι το τρομακτικό έχει να κρίνεις έναν άνθρωπο; Ένας απλός άνθρωπος δεν είσαι μόνο; Εφόσον παραδέχεσαι πως είσαι άνθρωπος, τι το κακό έχει να σε κρίνω, να σε αξιολογώ ή να σε καταδικάζω; Τι το κακό έχει να σε παρακολουθώ ή να σε μελετώ; Είμαι ελεύθερος να κάνω αυτά τα πράγματα!» Δεν θεωρούν πως έτσι αντιστέκονται ή εναντιώνονται στον Θεό, άποψη πολύ επικίνδυνη. Πολλοί αντίχριστοι, λοιπόν, εναντιώνονται έτσι στον Χριστό εδώ και είκοσι ή τριάντα χρόνια και πάντα Τον ανταγωνίζονται μέσα τους. Θα σου πω την αλήθεια: Είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι κάνεις· ως ακόλουθος του Θεού, όμως, αν αντιμετωπίζεις έτσι ανενδοίαστα την ενσάρκωση του Θεού, τότε ένα πράγμα είναι βέβαιο: Δεν ταλαιπωρείς κάποιον άνθρωπο, αλλά διαμαρτύρεσαι ανοιχτά και στρέφεσαι εναντίον του Θεού· τάσσεσαι εναντίον του Θεού. Οτιδήποτε αφορά την ουσία, τη διάθεση, τις πράξεις και, ιδίως, την ενσάρκωση του Θεού σχετίζεται με τα διοικητικά διατάγματα. Αν αντιμετωπίζεις έτσι ανενδοίαστα τον Χριστό και Τον κρίνεις και Τον καταδικάζεις έτσι ανενδοίαστα, τότε επίτρεψέ Μου να σου πω πως η έκβασή σου έχει ήδη αποφασιστεί. Μην περιμένεις να σε σώσει ο Θεός. Ο Θεός δεν μπορεί να σώσει κάποιον που διαμαρτύρεται ανοιχτά εναντίον Του και στρέφεται ανενδοίαστα εναντίον Του. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι εχθρός του Θεού, είναι σατανάς και διάβολος και ο Θεός δεν θα τον σώσει. Βιάσου και πήγαινε σε όποιον πιστεύεις πως μπορεί να σε σώσει. Ο οίκος του Θεού δεν θα σε συγκρατήσει· οι πόρτες του είναι ορθάνοιχτες. Αν νομίζεις ότι μπορεί να σε σώσει ο Παύλος, πήγαινε σ’ αυτόν· αν νομίζεις ότι μπορεί να σε σώσει κάποιος πάστορας, πήγαινε σ’ εκείνον. Ένα πράγμα, όμως, είναι βέβαιο: Ο Θεός δεν θα σε σώσει. Είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι κάνεις, αλλά και ο Θεός είναι ελεύθερος να επιλέξει αν θα σε σώσει· Εκείνος έχει τον τελικό λόγο. Έχει ο Θεός αυτήν τη δύναμη; Έχει αυτήν την αξιοπρέπεια; (Ναι.) Ο ενσαρκωμένος Θεός ζει ανάμεσα στους ανθρώπους, καταθέτει μαρτυρία πως είναι ο Χριστός και έρχεται να κάνει το έργο των εσχάτων ημερών. Κάποιοι άνθρωποι αναγνωρίζουν την ουσία του Θεού, Τον ακολουθούν ολόψυχα και Του φέρονται και υποτάσσονται σ’ Αυτόν σαν Θεό. Άλλοι θέλουν να Του αντισταθούν πεισματικά μέχρι τέλους: «Όσοι άνθρωποι κι αν πιστεύουν πως είσαι ο χριστός, εγώ δεν θα το πιστέψω. Ό,τι κι αν λες, εγώ δεν θα σε θεωρήσω ολόψυχα ως θεό. Θα σε αναγνωρίσω και θα σε αποδεχτώ ως θεό μόνο όταν δω τον θεό να μιλάει και να καταθέτει πραγματικά μαρτυρία για σένα και μόνο όταν ο θεός στον ουρανό μού πει προσωπικά με βροντώδη φωνή: “Αυτή είναι η ενσάρκωσή μου, ο αγαπημένος και αγαπητός μου υιός”. Θα σε αποδεχθώ μόνο όταν ακούσω και δω προσωπικά τον θεό στον ουρανό να μιλάει και να καταθέτει μαρτυρία για εσένα· διαφορετικά, είναι αδύνατον!» Δεν είναι αντίχριστοι αυτοί οι άνθρωποι; Όταν έρθει πραγματικά αυτή η μέρα, ακόμη κι αν αναγνωρίσουν τον Χριστό ως τον Θεό, θα είναι η ημέρα της τιμωρίας τους. Αντιστάθηκαν στον Θεό, διαμαρτυρήθηκαν εναντίον Του και ήταν συνεχώς εχθρικοί απέναντί Του· μπορούν αυτές οι πράξεις να διαγραφούν με τη μία; (Όχι.) Σ’ αυτό το σημείο, λοιπόν, υπάρχει μια αληθινή δήλωση: Ο Θεός θα ανταμείψει τον κάθε άνθρωπο σύμφωνα με τις πράξεις του. Αυτοί οι άνθρωποι όχι μόνο θα αντιμετωπίσουν τιμωρία, αλλά και δεν θα ακούσουν ποτέ τον Θεό να τους μιλάει προσωπικά. Το αξίζουν; Ο Θεός θέλει να καταθέσει μαρτυρία για τον εαυτό Του στους ανθρώπους, να εμφανιστεί στους ανθρώπους και στα αληθινά δημιουργήματα, να αποκαλύψει την αληθινή Του υπόσταση και να πει και να εκφέρει λόγια. Δεν εμφανίζεται σε διαβόλους ούτε λέει και εκφέρει λόγια σε αυτούς. Οι αντίχριστοι, λοιπόν, δεν θα έχουν ποτέ την ευκαιρία να δουν την αληθινή υπόσταση του Θεού ούτε να ακούσουν με τα αυτιά τους τα λόγια και τις ομιλίες Του. Δεν θα έχουν ποτέ αυτήν την ευκαιρία. Άρα, λοιπόν, θα τα βρουν σκούρα στο μέλλον; (Ναι.) Γιατί; Οι αντίχριστοι —αυτά τα ξεδιάντροπα όντα— εναντιώνονται στον Θεό και διαμαρτύρονται συνεχώς εναντίον Του, ενώ απεχθάνονται, καταδικάζουν ή ακόμα και χλευάζουν κάθε Του πράξη. Πώς θα τους φερθεί, λοιπόν, ο Θεός; Θα τους φερθεί με καλοσύνη και θα τους συγχωρήσει; Θα τους ευλογήσει; Θα τους δώσει την υπόσχεσή Του; Θα τους σώσει; Από πρακτικής άποψης, μπορούν τέτοιοι άνθρωποι να λάβουν τη διαφώτιση και την καθοδήγηση του Θεού; Σε αυτήν τη ζωή, δεν θα λάβουν ούτε τη διαφώτιση και τη φώτιση του Θεού, ούτε τη συμμόρφωση και την πειθαρχία Του, ούτε την παροχή Του για τη ζωή τους. Δεν θα σωθούν και, στον επερχόμενο κόσμο, θα πληρώνουν για μια αιωνιότητα βαρύ τίμημα για τις κακές τους πράξεις. Αυτή είναι η έκβασή τους. Οι αντίχριστοι θα έχουν την ίδια έκβαση με τον Παύλο.
Β. Πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού
Μόλις συναναστραφήκαμε πάνω στην πρώτη εκδήλωση της άρνησης της ουσίας του Χριστού από μέρους των αντίχριστων —το πώς αντιμετωπίζουν, δηλαδή, οι αντίχριστοι την προέλευση του Χριστού, ποιες απόψεις έχουν, πώς την κατανοούν και σε ποιες ενέργειες προβαίνουν— και την αναλύσαμε. Αναλύσαμε τις διάφορες εκδηλώσεις των αντίχριστων έτσι ώστε να αναγνωρίσουμε την ουσία τέτοιων ανθρώπων. Ποιες απόψεις έχουν οι αντίχριστοι, σε ποιες ενέργειες προβαίνουν και ποιες διαθέσεις και ουσίες εκδηλώνουν όσον αφορά μια άλλη πτυχή του Χριστού, δηλαδή την κανονικότητα και την πρακτικότητά Του; Στη συνέχεια, θα αναλύσουμε τη δεύτερη εκδήλωση της άρνησης της ουσίας του Χριστού από μέρους των αντίχριστων, το πώς αντιμετωπίζουν, δηλαδή, οι αντίχριστοι την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα πρέπει να έχουν ορισμένες ιδέες και κάποια κατανόηση για την κανονικότητα και την πρακτικότητα. Μετρά, για παράδειγμα, ως κανονικότητα και πρακτικότητα το να μην πίνει κάποιος νερό ή να μην τρώει τίποτα για τρεις μέρες, αλλά όχι μόνο να μην πεινάει και να μη διψάει, μα να νιώθει, μάλιστα, μεγαλύτερη σωματική δύναμη και ενέργεια απ’ ό,τι πριν; Οι κανονικοί άνθρωποι νιώθουν κουρασμένοι αφού περπατήσουν 4-5 χιλιόμετρα· αν ο Χριστός δεν νιώθει κουρασμένος αφού περπατήσει 40 χιλιόμετρα, αν δεν πονάνε τα πόδια Του και νιώθει, μάλιστα, ελαφρύς σαν πούπουλο και γεμάτος ενέργεια, μπορεί να θεωρηθεί αυτό κανονικό και πρακτικό; Αν ο Χριστός δεν κρυολογεί όταν εκτίθεται στο κρύο και δεν αρρωσταίνει υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, αν τα μάτια Του μπορούν να εκπέμψουν ένα φως δεκάδες φορές πιο ισχυρό από τα όποια ισχυρά φώτα πέφτουν πάνω τους, αν τα μάτια Του δεν κουράζονται κι Εκείνος δεν παθαίνει μυωπία όση ώρα κι αν κοιτάει την οθόνη του υπολογιστή, αν δεν βρίσκει το φως του ήλιου εκτυφλωτικό όση ώρα κι αν το κοιτάει, αν δεν χρειάζεται φακό όταν περπατάει μες στη νύχτα, ενώ οι άλλοι χρειάζονται, και τα μάτια Του γίνονται πιο λαμπερά όσο νυχτώνει, θεωρούνται αυτά ως κανονικότητα και πρακτικότητα; Κανένα από αυτά δεν θεωρείται έτσι και πρόκειται για κάτι ευρέως γνωστό με το οποίο οι άνθρωποι έρχονται συχνά σε επαφή. Κανονικότητα και πρακτικότητα σημαίνει να διψάει κανείς αν έχει πολλή ώρα να πιει νερό, να νιώθει κουρασμένος αν έχει μιλήσει πολύ, να πονάνε τα πόδια του αν έχει περπατήσει πολύ και να νιώθει λυπημένος και να κλαίει αν ακούσει θλιβερά και σπαρακτικά νέα· αυτό πάει να πει κανονικότητα και πρακτικότητα. Ποιος είναι, λοιπόν, ο ακριβής ορισμός της κανονικότητας και της πρακτικότητας; Ο ορισμός της κανονικότητας και της πρακτικότητας είναι αυτό που συνάδει με τις κανονικές ανάγκες και τα ένστικτα της σάρκας, χωρίς να ξεπερνά αυτό το εύρος. Ό,τι συνάδει με τις δυνατότητες και το πεδίο της κανονικής ανθρώπινης φύσης, τον ορθολογισμό της κανονικής ανθρώπινης φύσης και τα αισθήματα της κανονικής ανθρώπινης φύσης —όπως η ευτυχία, ο θυμός, η λύπη και η χαρά— εμπίπτει στο πεδίο της κανονικότητας και της πρακτικότητας. Ο Χριστός είναι η σάρκα που ενδύεται ο Θεός στη γη· όπως κάθε κανονικός άνθρωπος, έχει κι Εκείνος κανονική ομιλία και συμπεριφορά, κανονική ρουτίνα και πρόγραμμα ζωής. Αν δεν κοιμηθεί για τρία μερόνυχτα, θα νυστάζει και θα θέλει να κοιμηθεί ακόμη και όρθιος· αν δεν φάει όλη μέρα, θα πεινάει· αν περπατήσει πολλή ώρα, θα κουραστεί και θα θέλει όσο τίποτα να ξεκουραστεί σύντομα. Για παράδειγμα, κι Εγώ νιώθω κουρασμένος αφού συναθροιστώ και συναναστραφώ μαζί σας επί τρεις ή τέσσερις ώρες και χρειάζομαι κι Εγώ ξεκούραση. Αυτή είναι η κανονικότητα και η πρακτικότητα της σάρκας, συνάδει απόλυτα με τα χαρακτηριστικά της σάρκας και τις διάφορες εκδηλώσεις και τα διάφορα ένστικτα της κανονικής ανθρώπινης φύσης και δεν είναι καθόλου υπερφυσική. Μια τέτοια σάρκα, λοιπόν, έχει πολλές εκδηλώσεις και αποκαλύψεις της ανθρώπινης φύσης, ενώ ο εξωτερικός τρόπος ζωής και η ρουτίνα ζωής της ανθρώπινης φύσης αυτής της σάρκας δεν διαφέρουν σε τίποτα από αυτά που εκδηλώνει και αποκαλύπτει κάθε συνηθισμένος και κανονικός άνθρωπος· είναι ολόιδια. Ο Θεός δημιούργησε την ανθρωπότητα και η ενσάρκωση του Θεού διαθέτει τα ίδια χαρακτηριστικά και τα ίδια κανονικά και πρακτικά ένστικτα ζωής με την ανθρωπότητα· Εκείνος δεν είναι καθόλου υπερφυσικός. Όπως οι άνθρωποι δεν μπορούν να περάσουν μέσα από τοίχους ή κλειστές πόρτες, το ίδιο ισχύει και για τον ενσαρκωμένο Θεό. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Δεν είσαι ο ενσαρκωμένος θεός; Δεν είσαι ο χριστός; Δεν διαθέτεις την ουσία του θεού; Μπορεί πραγματικά να σε περιορίσει μια κλειδωμένη πόρτα; Θα έπρεπε να μπορείς να περνάς μέσα από κλειστές πόρτες. Οι άνθρωποι κουράζονται όταν περπατήσουν 5 χιλιόμετρα, αλλά εσύ δεν θα έπρεπε να κουράζεσαι ακόμη κι αφού περπατήσεις 40 χιλιόμετρα· οι άνθρωποι τρώνε τρία γεύματα τη μέρα, αλλά εσύ θα έπρεπε να αντέχεις χωρίς φαγητό 30 μέρες. Θα έπρεπε να τρως ένα γεύμα μόνο όταν σου κάνει κέφι, να μην τρως όταν δεν σου κάνει, αλλά και πάλι να είσαι σε θέση να κηρύττεις σε συναθροίσεις και η ζωή σου να είναι πιο έντονη από των άλλων. Αν και οι αρρώστιες είναι κομμάτι της ζωής των ανθρώπων, εσύ δεν θα έπρεπε να αρρωσταίνεις. Επειδή είσαι ο χριστός, θα έπρεπε να έχεις μια πλευρά που να είναι διαφορετική από των συνηθισμένων ανθρώπων· τότε μόνο θα άξιζες να αποκαλείσαι χριστός και μόνο αυτό θα αποδείκνυε πως διαθέτεις την ουσία του θεού». Είναι σωστό αυτό; (Όχι.) Γιατί είναι λάθος; Αυτά είναι ανθρώπινες αντιλήψεις και φαντασιοκοπίες, όχι η αλήθεια.
Η ενσάρκωση του Θεού είναι κανονική και πρακτική· όλες οι δραστηριότητες με τις οποίες ασχολείται η κανονική ανθρώπινη φύση Του, καθώς και η καθημερινή Του ζωή, η ομιλία και η συμπεριφορά Του, είναι οι πραγματικότητες των θετικών πραγμάτων. Από την αρχή, όταν ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους, τους έδωσε αυτά τα κανονικά και πρακτικά ένστικτα· κατά τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, η ενσάρκωση του Θεού δεν θα πήγαινε ποτέ κόντρα σε αυτούς τους νόμους. Αυτός είναι ο λόγος και η βάση που η κανονικότητα και η πρακτικότητα του Χριστού είναι θετικά πράγματα. Ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους και έκανε όλες τις εκδηλώσεις και τα ένστικτά τους όπως ακριβώς επιθυμούσε ο ίδιος. Ο Θεός έδωσε αυτά τα ένστικτα στους ανθρώπους και αυτοί είναι οι νόμοι της καθημερινής τους ζωής· θα έβαζε ο Θεός την ενσάρκωσή Του να πάει κόντρα σε αυτούς τους νόμους της κανονικότητας και της πρακτικότητας; Είναι ξεκάθαρο πως ο Θεός δεν θα έκανε κάτι τέτοιο. Ο Θεός δημιούργησε την ανθρωπότητα, και η ουσία της ενσάρκωσης είναι επίσης ο Θεός. Προέρχονται από την ίδια πηγή, άρα οι αρχές και οι σκοποί των ενεργειών Τους είναι επίσης ίδιοι. Οι εκδηλώσεις της κανονικότητας και της πρακτικότητας του Χριστού είναι φυσικό να Τον κάνουν να μοιάζει με άκρως συνηθισμένο άνθρωπο στα μάτια των μαζών. Σε πολλά πράγματα, δεν έχει τις δυνάμεις της γνώσης εκ των προτέρων και της προορατικότητας τις οποίες φαντάζονται οι άνθρωποι πως διαθέτει ούτε μπορεί, όπως φαντάζονται οι άνθρωποι, να εξαφανίσει ή να εμφανίσει πράγματα και ούτε μπορεί, βέβαια, όπως φαντάζονται οι άνθρωποι, να ξεπεράσει τους συνηθισμένους ανθρώπους και τις δυνατότητες και τα ένστικτα της σάρκας ή να υπερβεί τον κανονικό τρόπο σκέψης των ανθρώπων για να κάνει κάποια πράγματα που δεν μπορεί να κάνει κανένας άνθρωπος. Σε αντίθεση με αυτές τις φαντασιοκοπίες, διά του γυμνού οφθαλμού του ανθρώπου, αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος δεν έχει αποκαλύψει ούτε έχει εκδηλώσει έστω και ίχνος του Θεού από τότε που ξεκίνησε το έργο Του μέχρι και σήμερα. Διά του γυμνού οφθαλμού του ανθρώπου, πέρα από την ομιλία και το έργο Του, δεν παρατηρείται κανένα ίχνος του Θεού και καμία αποκάλυψη της ταυτότητας και της ουσίας του Θεού σε οποιαδήποτε από τις κανονικές ανθρώπινες δραστηριότητές Του. Όπως κι αν Τον κοιτάξουν οι άνθρωποι, πάντα τους φαίνεται σαν συνηθισμένος άνθρωπος. Γιατί; Ο λόγος είναι ένας: Αυτό που βλέπουν οι άνθρωποι είναι σωστό· η ενσάρκωση του Θεού είναι πραγματικά ένας κανονικός και πρακτικός άνθρωπος, μια κανονική και πρακτική σάρκα. Μια τέτοια εξωτερικά κανονική και πρακτική σάρκα βιώνει τους διωγμούς και την καταδίωξη του μεγάλου κόκκινου δράκοντα όπως και οι άλλοι άνθρωποι, χωρίς να έχει πού την κεφαλήν κλίναι ή κάπου να αναπαυτεί. Από αυτήν την άποψη, δεν διαφέρει καθόλου από κάθε άλλο άνθρωπο και δεν αποτελεί εξαίρεση. Καθώς βιώνει τέτοιους διωγμούς, κρύβεται κι Αυτός όπου μπορεί· δεν μπορεί ούτε να γίνει αόρατος ούτε να βρει καταφύγιο μέσα στη γη —δεν διαθέτει υπερφυσικές δυνάμεις για να ξεφύγει απ’ αυτούς τους κινδύνους. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να συλλέξει εκ των προτέρων πληροφορίες γι’ αυτούς και, στη συνέχεια, να τρέξει να γλιτώσει. Όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν επικίνδυνες καταστάσεις, νιώθουν νευρικότητα και φόβο. Πιστεύετε πως ο Χριστός νιώθει φόβο; Πιστεύετε πως νιώθει νευρικότητα; (Ναι.) Έχετε δίκιο, αλλά πώς το ξέρετε; (Κάθε κανονικός άνθρωπος θα ένιωθε νευρικότητα σε μια τέτοια κατάσταση.) Σωστά. Το θέσατε πολύ καλά. Καταλαβαίνετε πραγματικά την κανονικότητα και την πρακτικότητα και κατανοήσατε απόλυτα το θέμα. Και ο Χριστός θα νιώσει νευρικότητα και φόβο σε αυτές τις καταστάσεις· θα δείξει, όμως, δειλία; Θα νιώσει τρομοκρατημένος από την άρχουσα τάξη; Θα συμβιβαστεί μ’ αυτήν; Όχι. Θα νιώθει απλώς νευρικότητα και φόβο και θα θέλει να ξεφύγει γρήγορα από αυτό το άντρο των δαιμόνων. Όλα αυτά αποτελούν εκδηλώσεις της κανονικότητας και της πρακτικότητας του Χριστού. Φυσικά, υπάρχουν αρκετές ακόμη εκδηλώσεις της κανονικότητας και της πρακτικότητας του Χριστού, όπως το να λησμονεί κάποια πράγματα, να ξεχνάει το όνομα κάποιου αν έχει να τον δει καιρό και ούτω καθεξής. Η κανονικότητα και η πρακτικότητα είναι απλώς χαρακτηριστικά, ένστικτα, σημάδια και δείκτες ενός κανονικού και συνηθισμένου ανθρώπου. Ο λόγος που ο Χριστός μπορεί να μιλάει και να εργάζεται κανονικά, να αλληλεπιδρά κανονικά με τους ανθρώπους, να τους καθοδηγεί με κανονικό και πρακτικό τρόπο, καθώς και να τους κατευθύνει και να τους βοηθά με κανονικό και πρακτικό τρόπο όταν αναλαμβάνουν το έργο που έχουν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, είναι ακριβώς επειδή διαθέτει κανονική και πρακτική ανθρώπινη φύση, ένστικτα επιβίωσης και όλα τα χαρακτηριστικά της σάρκας. Ο λόγος που όλοι οι δημιουργημένοι άνθρωποι νιώθουν περισσότερο την πρακτικότητα του έργου του Θεού, ωφελούνται από αυτό το έργο και κερδίζουν από αυτό με πιο απτό και επωφελή τρόπο είναι ακριβώς λόγω της κανονικότητας και της πρακτικότητας του Χριστού. Η κανονικότητα και η πρακτικότητα του Χριστού είναι σημάδια κανονικής ανθρώπινης φύσης, είναι απαραίτητα για την ενασχόληση της ενσάρκωσής Του με όλο το κανονικό έργο, τις δραστηριότητες και την ανθρώπινη ζωή και, ακόμη περισσότερο, είναι κάτι που χρειάζονται όλοι όσοι ακολουθούν τον Θεό. Οι αντίχριστοι, ωστόσο, δεν κατανοούν έτσι την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού. Οι αντίχριστοι πιστεύουν πως ο Χριστός είναι απλώς ένας συνηθισμένος άνθρωπος επειδή είναι κανονικός και πρακτικός και μοιάζει υπερβολικά με άνθρωπο· αυτό σημαίνει πως δεν αξίζει να λέγεται υιός του θεού, η ενσάρκωση του θεού ανάμεσα στους ανθρώπους και χριστός, επειδή είναι πολύ κανονικός και πρακτικός —τόσο πρακτικός, μάλιστα, που οι άνθρωποι δεν βλέπουν σ’ Αυτόν ούτε ίχνος ούτε ουσία του θεού. Λένε οι αντίχριστοι: «Μπορεί ένας τέτοιος θεός να σώσει τους ανθρώπους; Είναι ένας τέτοιος θεός άξιος να λέγεται χριστός; Αυτός ο θεός δεν μοιάζει καθόλου με θεό! Δεν διαθέτει πολλά από τα στοιχεία που έχει ο θεός κατά τις αντιλήψεις των ανθρώπων: κατά πρώτον, να είναι υπερφυσικός, εξαιρετικός και μυστηριώδης· κατά δεύτερον, να έχει υπερδυνάμεις και τη δυνατότητα να εκδηλώνει μεγάλη δύναμη και, κατά τρίτον, η εμφάνισή του να μοιάζει στον θεό, να διαθέτει την ταυτότητα, την αξιοπρέπεια και την ουσία του θεού και ούτω καθεξής. Αν δεν έχει κανένα από αυτά τα στοιχεία, πώς μπορεί να είναι ο θεός; Σημαίνει το γεγονός πως λέει αυτά τα λίγα λόγια και κάνει αυτό το λίγο έργο πως είναι ο θεός; Τότε, λοιπόν, είναι πανεύκολο να γίνει κανείς θεός, έτσι δεν είναι; Πώς μπορεί μια συνηθισμένη και κανονική σάρκα να είναι ο θεός;» Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν ποτέ να αποδεχτούν οι αντίχριστοι.
Καθώς βιώναμε τον διωγμό του μεγάλου κόκκινου δράκοντα στην ηπειρωτική Κίνα, Εγώ και αρκετοί από τους αδελφούς και τις αδελφές έπρεπε συχνά να κρυβόμαστε όπου πηγαίναμε και δεν είχαμε καμία προσωπική ελευθερία. Μερικές φορές, μόλις ακούγαμε πως υπήρχε κάποιος κίνδυνος, έπρεπε να το βάλουμε γρήγορα στα πόδια. Υπό τις συνθήκες αυτές, κανένας από τους ανθρώπους που ήταν μαζί Μου δεν έγινε αδύναμος. Πού οφειλόταν αυτό; Μήπως ήταν ανόητοι; Ήταν αφελείς; Όχι. Οφειλόταν στο ότι είχαν αναγνωρίσει πέραν πάσης αμφιβολίας την ουσία του ενσαρκωμένου Θεού. Όχι μόνο δεν καταδίκαζαν και δεν είχαν αντιλήψεις για την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού, αλλά επιπλέον έδειχναν ενδιαφέρον και κατανόηση για τις ιδιότητες αυτές και τις αντιλαμβάνονταν σωστά. Όποια ταλαιπωρία κι αν υπέμενε ο Χριστός, την υπέμεναν κι αυτοί μαζί Του· όποιου είδους διωγμό και καταδίωξη κι αν βίωνε ο Χριστός, εκείνοι συνέχιζαν να Τον ακολουθούν αδιαμαρτύρητα και δεν γίνονταν ποτέ αρνητικοί εξαιτίας αυτών των συνθηκών. Μόνο σε ορισμένα μέρη που πήγα υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι, αν και γνώριζαν πως είχα φύγει βιαστικά για να αποφύγω επικίνδυνα περιβάλλοντα και πως κάλλιστα μπορεί να μην είχα πού να μείνω και κανέναν να Με φιλοξενήσει, σκέφτηκαν από μέσα τους: «Χμ! Ισχυρίζεσαι πως είσαι ο χριστός, η ενσάρκωση του θεού, αλλά κοίτα τα χάλια σου. Πώς είσαι κατάλληλος να είσαι ο χριστός; Σε τι μοιάζεις στον θεό; Νομίζεις πως μπορείς να σώσεις τους άλλους; Καλύτερα να βιαστείς και να σώσεις πρώτα τον εαυτό σου! Το να σε ακολουθήσω θα μου φέρει ευλογίες; Κάτι τέτοιο μοιάζει αδύνατον! Αν τα λόγια σου μπορούν να σώσουν τους άλλους, τότε εσένα γιατί δεν μπορούν να σε σώσουν; Κοίτα πώς είσαι: Δεν έχεις πού την κεφαλήν κλίναι και πρέπει να ζητάς βοήθεια από εμάς τους ανθρώπους, από ισχυρούς ανθρώπους. Αν είσαι ο θεός, δεν θα έπρεπε να είσαι τόσο αξιοθρήνητος. Αν είσαι η ενσάρκωση του θεού, δεν θα έπρεπε να μην έχεις ένα μέρος που να το θεωρείς σπίτι σου!» Τέτοιοι άνθρωποι, λοιπόν, δεν μπορούν ποτέ να το χωνέψουν αυτό το ζήτημα. Αν μια μέρα δουν το ευαγγέλιο της βασιλείας να διαδίδεται στο εξωτερικό και να το αποδέχονται πολλοί άνθρωποι σε διάφορες χώρες, αν δουν να πέφτει ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας και οι ακόλουθοι του Θεού να κρατούν ψηλά το κεφάλι, να μη διώκονται πια και να κυβερνούν και να ασκούν εξουσία χωρίς να τολμά κανείς να τους εκφοβίσει, τότε σίγουρα θα αλλάξουν τελείως την τυπική τους συμπεριφορά και θα πάψουν να έχουν πια αντιλήψεις για το γεγονός πως ο Θεός κυβερνά ενσαρκωμένος. Γιατί θα υπήρχε μια τόσο ξαφνική αλλαγή; Αυτοί οι άνθρωποι στηρίζονται αποκλειστικά σε όσα βλέπουν με τα μάτια τους· δεν πιστεύουν πως τα λόγια του Θεού είναι η αλήθεια, πως Εκείνος είναι παντοδύναμος ή πως όλα όσα λέει θα γίνουν πραγματικότητα. Πιστεύουν τέτοιοι άνθρωποι στον Θεό; Σε τι πιστεύουν; (Στη δύναμη.) Έχει δύναμη ο Χριστός; Ανάμεσα στους διεφθαρμένους ανθρώπους, ο Χριστός δεν έχει καθόλου δύναμη. Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Δεν έχει εξουσία ο θεός; Αν η ουσία του χριστού είναι ο θεός, τότε γιατί δεν διαθέτει την εξουσία του θεού; Η εξουσία είναι πολύ μεγαλύτερη από τη δύναμη· δεν θα έπρεπε, λοιπόν, να έχει και δύναμη;» Ποιος είναι ο στόχος του έργου του ενσαρκωμένου Θεού; Ποιο είναι το καθήκον του ενσαρκωμένου Θεού; Μήπως είναι να επιδεικνύει δύναμη; (Όχι.) Άρα, λοιπόν, βιώνει απόρριψη, προσβολές, συκοφαντία και εχθρότητα από αυτόν τον κόσμο, όπως κάθε κανονικός άνθρωπος. Ο Χριστός πρέπει να τα υπομείνει όλα αυτά τα πράγματα και δεν εξαιρείται από αυτά.
Όσοι επιδιώκουν πραγματικά την αλήθεια, εκτός του ότι δεν έχουν αντιλήψεις για την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού, βλέπουν, μάλιστα, περισσότερο το κάλλος του Θεού σε αυτές τις ιδιότητες και, μέσα από αυτές, κατανοούν καλύτερα την αληθινή ουσία του Θεού και την αληθινή ουσία του Δημιουργού. Κατανοούν τον Θεό πιο βαθιά, πιο πρακτικά, πιο αληθινά και με μεγαλύτερη ακρίβεια. Αντίθετα, η συνολική κανονικότητα και πρακτικότητα του Χριστού κάνει τους αντίχριστους να νιώθουν συχνά απρόθυμοι να Τον ακολουθήσουν έτσι, αφού σκέφτονται πως δεν έχει υπερφυσικές ικανότητες, δεν ξεχωρίζει από τους συνηθισμένους ανθρώπους και, επιπλέον, βιώνει τα ίδια περιβάλλοντα διαβίωσης με τους ανθρώπους. Οι αντίχριστοι όχι μόνο δεν είναι σε θέση να τα αποδεχτούν όλα αυτά μετά χαράς και να κατανοήσουν μέσα από αυτά τη διάθεση του Θεού, αλλά μάλιστα τα καταδικάζουν, φυλάγονται από αυτά και, ακόμη περισσότερο, τα κατηγορούν. Όταν, για παράδειγμα, κάποιος κάνει κάτι που πάει ενάντια στις αρχές, αν δεν ρωτήσω γι’ αυτό και δεν Μου το πει κανείς, δεν θα το μάθω· δεν πρόκειται για μια εκδήλωση που εμπίπτει στο πλαίσιο της κανονικότητας και της πρακτικότητας; (Ναι.) Όσοι διαθέτουν σωστή κατανόηση και κανονική ανθρώπινη φύση θα Μου εξηγούσαν καθαρά και διεξοδικά το ζήτημα κι έπειτα θα Μου επέτρεπαν να αντιμετωπίσω αυτά τα άτομα κατά την κρίση Μου. Οι αντίχριστοι κάνουν ακριβώς το αντίθετο: Με παρατηρούν με τα μάτια τους και Με δοκιμάζουν αποσπώντας Μου πληροφορίες. Έπειτα, σκέφτονται μέσα τους: «Αφού δεν είσαι ενήμερος γι’ αυτό το ζήτημα, θα το χειριστώ εύκολα· είχα καταστρώσει ένα σχέδιο για να σε αντιμετωπίσω στην περίπτωση που ήσουν ενήμερος και ένα άλλο σε περίπτωση που δεν ήσουν. Αν ήταν σημαντικό ζήτημα, θα το παρουσίαζα ως αμελητέο και μετά ως κάτι τελείως ασήμαντο· δεν θα σου έλεγα απολύτως τίποτα, θα σε κρατούσα στο σκοτάδι και θα το άφηνα να ξεχαστεί. Εφόσον δεν έχεις γνώση του θέματος, δεν χρειάζεται ούτε και πρέπει να ενημερώνεσαι γι’ αυτό στη συνέχεια. Θα το αναλάβω εγώ. Όταν μια μέρα μάθεις γι’ αυτό, θα έχει ήδη εξελιχθεί όπως σκοπεύω· τι θα μπορείς να μου κάνεις τότε;» Ποιοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν έτσι τον Χριστό; Είναι καλοί άνθρωποι; Είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια; Διαθέτουν ανθρώπινη φύση και ακεραιότητα; (Όχι.) Υπήρχαν κάποιοι επικεφαλής που έκαναν ορισμένα πράγματα: Έδιναν αυθαίρετα προαγωγές σε άτομα στην εκκλησία, κατασπαταλούσαν τις προσφορές και έκαναν υπερβολικές και άκριτες αγορές· όσα χρήματα κι αν ξοδεύονταν και όποια σημαντικά ζητήματα κι αν προέκυπταν, εκείνοι δεν έλεγαν λέξη. Αν και πήγα πολλές φορές εκεί, ποτέ δεν Με συμβουλεύτηκαν ούτε Με ρώτησαν γι’ αυτά τα πράγματα και απλώς έπαιρναν μόνοι τους αποφάσεις. Εκτός αυτού, δεν Με άφηναν να επιθεωρήσω μετά τα πράγματα και χρειαζόταν να τους αποσπάσω με το ζόρι πληροφορίες. Μου φέρονταν σαν ξένο: «Μιας και είσαι εδώ, θα σου δίνουμε απλώς αναφορά και θα σου λέμε για τα πράγματα που μπορείς να δεις. Όσο για εκείνα που έχουμε κάνει πίσω από την πλάτη σου, ούτε να το σκεφτείς να προσπαθήσεις να ενημερωθείς για οποιοδήποτε από αυτά. Δεν θα σου επιτρέψουμε να επέμβεις ή να ερευνήσεις το ζήτημα». Όσες φορές κι αν πήγα εκεί, δεν Μου επέτρεψαν ποτέ να το ερευνήσω. Επειδή φοβόντουσαν πως μπορεί να αρχίσω να κάνω ερωτήσεις, Με εξαπάτησαν, αποκρύπτοντας επίτηδες την αλήθεια με ψεύτικα, όμορφα λόγια. Συνωμότησαν μεταξύ τους, τα συμφώνησαν και αντάλλαξαν ματιές όλο νόημα· διατήρησαν ενιαίο μέτωπο και δεν ανέφεραν ο ένας τα προβλήματα του άλλου, αλλά κάλυψαν ο ένας τον άλλο. Όταν έμαθα για τα πράγματα που έκαναν πίσω από την πλάτη Μου και θέλησα να λογοδοτήσουν, εκείνοι συνέχισαν να καλύπτουν ο ένας τον άλλον, δεν έλεγαν ποιος ευθυνόταν, παρίσταναν τους χαζούς και έπαιζαν μαζί Μου με τις λέξεις. Ποιο λάθος έκαναν; Σκέφτηκαν το εξής: «Πέρα από τον κανονικό και απλό τρόπο σκέψης του και τη συνηθισμένη και κανονική ανθρώπινη φύση του, ο χριστός, αυτός ο συνηθισμένος άνθρωπος, δεν έχει τίποτα για το οποίο να αξίζει να καυχιέται και καμία υπερφυσική δύναμη. Εφόσον έχουν έτσι τα πράγματα, μπορούμε να κάνουμε κάποιες μικροδιευθετήσεις πίσω από την πλάτη σου και να νιώθουμε άνετα να ασχολούμαστε με τα δικά μας εγχειρήματα. Εμείς ελέγχουμε τα χρήματα της εκκλησίας, επομένως θα αγοράζουμε ό,τι θέλουμε. Δεν χρειάζεται να αναζητάμε καθόλου όταν απαιτείται μια υπογραφή, μπορούμε να υπογράφουμε αυθαίρετα τις αγορές χωρίς να τις ελέγχει κάποιος και να ξοδεύουμε χρήματα επιπόλαια. Ο χριστός δεν είναι ο θεός; Μπορείς να χειριστείς αυτά τα πράγματα; Θα κάνουμε ό,τι μας αρέσει· όταν λείπεις, όλα αυτά είναι ο δικός μας τομέας!» Πώς αντιμετώπισαν την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού; Δεν Τον είδαν ως κάποιον που είναι εύκολο να εκφοβίσουν; Σκέφτηκαν: «Εφόσον διαθέτεις κανονική ανθρώπινη φύση, δεν φοβόμαστε να σε εκφοβίσουμε. Αν δεν διαθέτεις υπερφυσική ανθρώπινη φύση, δεν σε φοβόμαστε». Τι είδους άνθρωποι ήταν; Αν τους κρίναμε με βάση την ανθρώπινη φύση τους, θα θεωρούνταν καλοί άνθρωποι; Θα θεωρούνταν άνθρωποι που έχουν ήθος και ανθρώπινη φύση; Θα θεωρούνταν άνθρωποι με ευγενή ακεραιότητα; Τι ήταν στ’ αλήθεια; Δεν ήταν μια ομάδα παλιανθρώπων; Ποιον αντιπροσώπευαν αυτοί οι άνθρωποι όταν εργάζονταν στον οίκο του Θεού; Δεν αντιπροσώπευαν καν τους ανθρώπους, αλλά τον Σατανά. Έκαναν πράγματα για τον Σατανά, ήταν οι λακέδες και οι συνεργοί του, βρίσκονταν εκεί για να αναστατώσουν και να καταστρέψουν το έργο του οίκου του Θεού και δεν εκτελούσαν τα καθήκοντά τους, αλλά έκαναν κακό. Σε τι διέφερε αυτή η ομάδα των συνεργών του Σατανά από τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα, ο οποίος αιχμαλωτίζει, διώκει και κακοποιεί τον εκλεκτό λαό του Θεού; Ο μεγάλος κόκκινος δράκοντας βλέπει πως η ενσάρκωση του Θεού δεν είναι παρά ένας συνηθισμένος άνθρωπος που δεν είναι καθόλου τρομακτικός κι έτσι προσπαθεί αυθαίρετα να Τον αιχμαλωτίσει, ενώ, μόλις Τον πιάσει, θα προσπαθήσει να Τον σκοτώσει. Μ’ αυτόν τον τρόπο δεν αντιμετώπισαν και αυτοί οι συνεργοί του Σατανά —αυτοί οι αντίχριστοι— τον Χριστό; Δεν έχουν την ίδια ουσία; (Ναι.) Πώς έβλεπαν τον Χριστό κατά την πίστη τους; Πίστευαν σ’ Αυτόν σαν να είναι ο Θεός ή ένας άνθρωπος; Αν θεωρούσαν ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, θα Τον αντιμετώπιζαν έτσι; (Όχι.) Μία είναι η εξήγηση: Έβλεπαν τον Χριστό σαν άνθρωπο, σαν κάποιον που μπορούσαν απροβλημάτιστα να κρίνουν, να ξεγελάσουν, να περιφρονήσουν, να παίξουν μαζί Του και να Τον αντιμετωπίσουν όπως ήθελαν· αυτό σημαίνει πως είχαν μεγάλο θράσος. Αν κατηγοριοποιήσουμε τέτοιους θρασείς ανθρώπους, μπορούμε να τους βάλουμε στην κατηγορία και την ομάδα των δημιουργημένων όντων, του εκλεκτού λαού του Θεού, των ακόλουθών Του και των ανθρώπων τους οποίους μπορεί ο Θεός να οδηγήσει στην τελείωση και να σώσει; (Όχι.) Πού θα πρέπει να τοποθετηθούν αυτά τα σκουπίδια; Στο στρατόπεδο του Σατανά. Οι άνθρωποι αυτής της ομάδας κατατάσσονται στους αντίχριστους. Αντιμετώπισαν τον Χριστό σαν συνηθισμένο άνθρωπο, ενεργούσαν με ισχυρογνωμοσύνη και απερισκεψία και ασκούσαν απόλυτη εξουσία στο πλαίσιο της επιρροής τους, σκεπτόμενοι το εξής: «Όποιο κι αν είναι το ζήτημα, εφόσον δεν αναζητώ από εσένα και δεν σε ενημερώνω γι’ αυτό, δεν έχεις το δικαίωμα να παρέμβεις και δεν θα το μάθεις ποτέ». Πείτε Μου, έχει ο Χριστός το δικαίωμα να τους αντιμετωπίσει; (Ναι.) Ποιος θα ήταν ένας κατάλληλος τρόπος να το κάνει αυτό; (Να τους αποβάλει από την εκκλησία.) Έτσι πρέπει να αντιμετωπίζει κανείς τους αντίχριστους και τους σατανάδες· δεν πρέπει να τους δείχνει επιείκεια. Όταν τέτοιοι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό, ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, όπως κι αν παρέχει την αλήθεια στους ανθρώπους και όποιο έργο κι αν κάνει, εκείνοι δεν δίνουν προσοχή σε αυτά. Αν δεν έχουν εξουσία, σκέφτονται τρόπους για να την αποκτήσουν και, μόλις έρθουν στην εξουσία, επιζητούν να είναι ίσοι με τον Χριστό, να μοιράσουν τον κόσμο μ’ Εκείνον, να Τον κοντράρουν για να δουν ποιος είναι ανώτερος και να Τον συναγωνιστούν για τη θέση. Στο πλαίσιο της επιρροής τους, θέλουν να προκαλέσουν τον Χριστό, λέγοντας: «Θέλω να δω αν μετράει περισσότερο ο δικός σου ή ο δικός μου λόγος. Αυτή η εκκλησία είναι τσιφλίκι μου· θα ξοδεύω τα χρήματα της εκκλησίας όπως θέλω, θα αγοράζω ό,τι επιθυμώ και θα χειρίζομαι τα ζητήματα όπως μου αρέσει. Όποιος αποφασίσω πως είναι άχρηστος είναι άχρηστος. Θα χρησιμοποιώ όποιον θέλω και κανείς δεν επιτρέπεται να ακουμπά τους ανθρώπους που θα αποφασίσω να χρησιμοποιήσω. Δεν θα επιτρέψω να το κάνει κανείς —ακόμη κι αν πει πως θέλει να το κάνει ο θεός, δεν θα το ανεχτώ!» Δεν φλερτάρουν έτσι με τον θάνατο;
Αν οι άνθρωποι καταλάβουν καλύτερα το κάλλος του Θεού και κατανοήσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια και διαύγεια την πρακτικότητα και την ουσία Του μέσα από την κανονική και πρακτική ανθρώπινη φύση του ενσαρκωμένου Θεού, τότε είναι άνθρωποι που επιδιώκουν την αλήθεια και διαθέτουν ανθρώπινη φύση. Ωστόσο, λόγω της κανονικής και πρακτικής πλευράς Του, κάποιοι άνθρωποι δεν θεωρούν ότι ο Χριστός είναι ο Θεός. Συμπεριφέρονται με μεγαλύτερη αναίδεια και περισσότερο θράσος ενώπιόν Του, έχουν πάρει περισσότερο θάρρος να ενεργούν ελεύθερα και διακατέχονται περισσότερο από σκέψεις να ξεπεράσουν τον Χριστό και να πάρουν τον έλεγχο του εκλεκτού λαού του Θεού. Θεωρούν πως έχουν το κεφάλαιο να περιφρονούν και να ανταγωνίζονται τον Χριστό, καθώς και τις αποδείξεις για να βλέπουν τον Χριστό σαν άνθρωπο. Νομίζουν πως, αφού συλλέξουν αυτές τις αποδείξεις, δεν χρειάζεται να φοβούνται τον Χριστό, μπορούν να Του ασκούν ελεύθερα κριτική, να συνομιλούν και να γελούν μαζί Του με άνεση, να θέτουν τον εαυτό τους σε ισότιμη βάση μ’ Εκείνον και να συζητούν μαζί Του τις οικογενειακές τους υποθέσεις και τις προσωπικές τους ανησυχίες. Κάποιοι λένε, μάλιστα: «Εγώ μοιράστηκα μαζί σου τις ενδόμυχες σκέψεις μου, τις αδυναμίες μου και τις διεφθαρμένες διαθέσεις μου· μίλα μου, λοιπόν, κι εσύ για την κατάστασή σου. Εγώ σου είπα για τις εμπειρίες που είχα πριν και αφότου άρχισα να πιστεύω στον θεό και σου είπα πώς αποδέχτηκα το έργο του θεού· μοιράσου, λοιπόν, κι εσύ τις εμπειρίες σου μαζί μου». Τι επιχειρούν να κάνουν; Δεν βλέπουν τον ενσαρκωμένο Θεό ως εξαιρετικά συνηθισμένο και κανονικό; Δεν θέλουν να Τον μετατρέψουν σε μέλος της οικογένειας, κολλητό, φίλο ή γείτονά τους; Όσο κανονικός και πρακτικός κι αν είναι ο Χριστός, η ουσία Του δεν θα αλλάξει ποτέ. Ανεξάρτητα από την ηλικία Του, τον τόπο γέννησής Του, το πώς είναι τα προσόντα και η εμπειρία Του συγκριτικά με τα δικά σου και από το αν σου φαίνεται μεγαλοπρεπής ή ασήμαντος, να μην ξεχνάς ποτέ πως θα είναι πάντα διαφορετικός από εσένα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι ο Θεός που ζει σε μια εξωτερικά κανονική και πρακτική σάρκα. Η ουσία Του είναι πάντα διαφορετική από τη δική σου· είναι η ουσία του υπέρτατου Θεού που είναι αιωνίως και διαρκώς ανώτερος από όλη την ανθρωπότητα. Μην το ξεχνάς αυτό. Επιφανειακά μοιάζει να είναι ένας συνηθισμένος και κανονικός άνθρωπος, ονομάζεται Χριστός και έχει την ταυτότητα του Χριστού. Αν, όμως, στην πίστη σου Τον εκλάβεις ως άνθρωπο και Τον δεις ως συνηθισμένο άτομο και ως μέλος της διεφθαρμένης ανθρωπότητας, τότε κινδυνεύεις. Η ταυτότητα και η ουσία του Χριστού δεν αλλάζουν ποτέ· η ουσία Του είναι η ουσία του Θεού και η ταυτότητά Του είναι πάντα η ταυτότητα του Θεού. Το γεγονός πως ζει μέσα στο κέλυφος μιας κανονικής και πρακτικής σάρκας δεν σημαίνει πως είναι μέλος της διεφθαρμένης ανθρωπότητας ούτε πως οι άνθρωποι μπορούν να Τον χειραγωγούν ή να Τον ελέγχουν, να είναι ίσοι μαζί Του ή να Τον συναγωνίζονται για την εξουσία. Εφόσον οι άνθρωποι Τον βλέπουν σαν άνθρωπο, Τον μετρούν σύμφωνα με ανθρώπινους τρόπους και ανθρώπινες οπτικές και προσπαθούν να Τον μετατρέψουν σε φίλο, ομότιμό τους, συνάδελφο ή ανώτερο αξιωματούχο, βάζουν τον εαυτό τους σε επικίνδυνη θέση. Γιατί είναι επικίνδυνη; Αν βλέπεις τον Χριστό σαν έναν συνηθισμένο και κανονικό άνθρωπο, θα αρχίσουν να αναδύονται οι διεφθαρμένες διαθέσεις σου. Από τη στιγμή που εκλάβεις τον Χριστό ως άνθρωπο, θα αρχίσουν να εκτίθενται οι κακές σου πράξεις. Δεν είναι αυτό το επικίνδυνο κομμάτι; Εφόσον οι άνθρωποι βλέπουν τον Χριστό σαν άνθρωπο και νομίζουν πως είναι κανονικός και πρακτικός, πως είναι εύκολο να Τον ξεγελάσουν και πως είναι ακριβώς όπως οι άνθρωποι, δεν φοβούνται τον Θεό και τότε είναι που αλλάζει η σχέση τους με τον Θεό. Σε τι μετατρέπεται αυτή η σχέση; Δεν είναι πλέον η σχέση δημιουργήματος και Δημιουργού, δεν είναι πλέον η σχέση ακόλουθου και του Χριστού ούτε η σχέση αντικειμένου της σωτηρίας και του Θεού, αλλά μετατρέπεται στη σχέση μεταξύ του Σατανά και του Κυρίαρχου των πάντων. Οι άνθρωποι εναντιώνονται στον Θεό και γίνονται εχθροί Του. Όταν βλέπεις τον Χριστό σαν άνθρωπο, αλλάζεις και τη δική σου ταυτότητα ενώπιον του Θεού, καθώς και την αξία που έχεις στα μάτια Του· με τις κραιπάλες, την επαναστατικότητα, τη μοχθηρία και την αλαζονεία σου καταστρέφεις ολοκληρωτικά τις προοπτικές και το πεπρωμένο σου. Ο Θεός θα σε αναγνωρίσει, θα σε καθοδηγήσει και θα σου δώσει ζωή και την ευκαιρία να σωθείς μόνο αν είσαι δημιούργημα, ακόλουθος του Χριστού και άνθρωπος που έχει αποδεχτεί τη σωτηρία του Θεού. Σε διαφορετική περίπτωση, η σχέση σου με τον Θεό θα αλλάξει. Όταν οι άνθρωποι βλέπουν τον Θεό —τον Χριστό— σαν άνθρωπο, δεν κάνουν πλάκα; Οι άνθρωποι συνήθως δεν το θεωρούν αυτό προβληματικό και σκέφτονται: «Ο χριστός είπε πως είναι συνηθισμένος και κανονικός άνθρωπος. Τι το κακό έχει, λοιπόν, να τον αντιμετωπίζω σαν άνθρωπο;» Στην πραγματικότητα, δεν έχει τίποτα το κακό, αλλά οι συνέπειές του είναι σοβαρές. Το να αντιμετωπίζεις τον Χριστό σαν άνθρωπο σου προσφέρει πολλά οφέλη. Από μία πλευρά, βελτιώνει τη θέση σου και, από μια άλλη, μειώνει την απόσταση ανάμεσα σε εσένα και τον Θεό. Πέρα από αυτό, δεν θα είσαι τόσο μαζεμένος ενώπιον του Θεού και θα νιώθεις χαλαρός και ελεύθερος. Θα έχεις τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία σου, μια αίσθηση της αξίας της ύπαρξής σου και μια αίσθηση της παρουσίας σου· δεν είναι καλά όλα αυτά; Δεν υπάρχει κάτι κακό στο να αντιμετωπίζεις έτσι έναν αληθινό άνθρωπο και δείχνει πως έχεις αξιοπρέπεια και ακεραιότητα. Ο άντρας δεν πρέπει να προσκυνάει εύκολα· οι άνθρωποι δεν πρέπει να γονατίζουν, να υποχωρούν και να παραδέχονται ελαφρά τη καρδία την κατωτερότητά τους σε κανέναν άνθρωπο. Δεν είναι αυτοί οι κανόνες της ανθρώπινης επιβίωσης και οι κανόνες του παιχνιδιού των ανθρώπων; Πολλοί εφαρμόζουν αυτούς τους νόμους και τους κανόνες του παιχνιδιού και στις αλληλεπιδράσεις τους με τον Χριστό. Αυτό συνεπάγεται μπελάδες και είναι πολύ πιθανό να προσβάλει τη διάθεση του Θεού. Αυτό συμβαίνει επειδή η φύση-ουσία κάθε μέλους της ανθρωπότητας, ανεξαρτήτως φυλής, είναι ίδια. Μόνο ο Χριστός διαφέρει από την ανθρωπότητα. Αν και ο Χριστός έχει την εμφάνιση της κανονικότητας και της πρακτικότητας, αν και διαθέτει τον τρόπο ζωής και τις ρουτίνες της κανονικής και πρακτικής ανθρώπινης φύσης, η ουσία Του δεν μοιάζει με την ουσία κανενός διεφθαρμένου ανθρώπου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δικαιούται να ζητάει οι ακόλουθοί Του να Τον αντιμετωπίζουν όπως Εκείνος απαιτεί. Πέρα από τον Χριστό, κανείς άλλος δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί αυτές τις μεθόδους και αυτά τα πρότυπα για να θέτει απαιτήσεις στους ανθρώπους. Γιατί; Επειδή η ουσία του Χριστού είναι ο ίδιος ο Θεός και επειδή ο Χριστός, αυτός ο συνηθισμένος και κανονικός άνθρωπος, είναι μια κανονική σάρκα την οποία ενδύεται ο Θεός, καθώς και η ενσάρκωση του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Με βάση αυτό και μόνο, είναι λάθος να βλέπει κανείς τον Χριστό σαν άνθρωπο, είναι ακόμη μεγαλύτερο λάθος να Τον αντιμετωπίζει σαν άνθρωπο, ενώ ακόμη χειρότερο είναι να Τον ξεγελά, να παίζει μαζί Του και να Τον πολεμά σαν να ήταν άνθρωπος. Οι αντίχριστοι, αυτή η συμμορία των μοχθηρών ανθρώπων που απεχθάνονται την αλήθεια, έχουν πάντα άγνοια αυτού του σημαντικού προβλήματος και του ξεκάθαρου λάθους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή η φύση-ουσία τους είναι η ουσία των αντίχριστων. Πολεμούν τον Θεό στο πνευματικό βασίλειο, Τον ανταγωνίζονται για θέση, δεν Τον προσφωνούν ποτέ Θεό ούτε Τον αντιμετωπίζουν σαν Θεό. Στον οίκο του Θεού, επαναλαμβάνουν αυτήν τη συμπεριφορά και αντιμετωπίζουν τον Χριστό με τον ίδιο τρόπο. Εφόσον ο πρόγονός τους αντιμετώπιζε έτσι τον Θεό, δεν είναι καθόλου περίεργο που δεν μπορούν παρά να ενεργούν έτσι. Εφόσον δεν μπορούν παρά να ενεργούν έτσι και η φύση-ουσία τους έχει εξακριβωθεί, γίνεται τέτοιοι άνθρωποι να σωθούν από τον Θεό; Δεν πρέπει να αποπεμφθούν και να αποβληθούν από τον οίκο του Θεού; Δεν πρέπει να τους απορρίψει σύσσωμος ο εκλεκτός λαός του Θεού; (Ναι.) Εξακολουθείτε να έχετε αντιλήψεις για το ότι ο οίκος του Θεού καταδικάζει, αποπέμπει και αποκλείει τέτοιους ανθρώπους; (Όχι.) Είναι αξιοθρήνητοι; (Όχι.) Γιατί δεν είναι αξιοθρήνητοι; Είναι μισητοί και απεχθείς, άρα δεν είναι αξιοθρήνητοι.
Γ. Πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψη του Χριστού
Το πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους και μόλις εκθέσαμε κάποια συγκεκριμένα παραδείγματα. Σε αυτό το σημείο θα ολοκληρώσουμε τη συναναστροφή μας πάνω σε αυτήν την πτυχή. Σε ό,τι αφορά μια άλλη πτυχή του Χριστού —την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψή Του— οι αντίχριστοι εξακολουθούν να παρουσιάζουν τη μοναδική διάθεση-ουσία τους και έχουν τις ίδιες ουσιαστικές εκδηλώσεις και προσεγγίσεις που έχουν και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την κανονικότητα και την πρακτικότητα του Χριστού. Εξακολουθούν να μην μπορούν να αποδεχτούν αυτά τα πράγματα από τον Θεό ή να τα αποδεχτούν ως θετικά πράγματα και, αντ’ αυτού, τα απεχθάνονται, φτάνουν μέχρι και να τα χλευάζουν και να τα καταδικάζουν και έπειτα τα αρνούνται. Είναι ένα έργο που εκτυλίσσεται σε τρία μέρη: Πρώτα παρατηρούν, στη συνέχεια καταδικάζουν και τέλος αρνούνται. Όλα αυτά είναι ενέργειες που συνηθίζουν να κάνουν οι αντίχριστοι και αυτό καθορίζεται από την ουσία των αντίχριστων. Τι είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη; Δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς κυριολεκτικά: Είναι όταν κάποιος δεν θέλει να κάνει φιγούρα και επίδειξη, αλλά κρατάει χαμηλό προφίλ και παραμένει άγνωστος. Αυτό αφορά τη διάθεση του ενσαρκωμένου Θεού και την εγγενή προσωπικότητα του Θεού. Από την εμφάνιση και μόνο, δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο να αντιληφθούν οι άνθρωποι τα εξής: Ο Χριστός δεν έχει φιλοδοξίες, δεν προσπαθεί να καταλάβει την εξουσία, δεν επιθυμεί δύναμη, δεν αιχμαλωτίζει την καρδιά των ανθρώπων ούτε μελετά πώς να διαβάζει τη σκέψη· ο Χριστός μιλάει με απλό, σαφή και ξεκάθαρο τρόπο, χωρίς να χρησιμοποιεί ποτέ διερευνητικά λόγια ή κόλπα για να αποσπάσει από τους ανθρώπους τις αληθινές τους σκέψεις. Αν οι άνθρωποι θέλουν να πουν κάτι, μπορούν να το πουν· αν δεν θέλουν, δεν τους πιέζει. Όταν ο Χριστός εκθέτει τις διεφθαρμένες διαθέσεις και τις διάφορες καταστάσεις των ανθρώπων, μιλάει ευθέως και τις επισημαίνει ξεκάθαρα, ενώ χειρίζεται τα πράγματα με πολύ απλό τρόπο. Αυτήν την εντύπωση θα πρέπει να έχουν όσοι έχουν αλληλεπιδράσει μαζί Μου και να λένε: «Συμπεριφέρεσαι με μεγάλη ντομπροσύνη και δεν χρησιμοποιείς τακτικές για τις κοσμικές αλληλεπιδράσεις. Αν και έχεις θέση, δεν φαίνεται να νιώθεις κάποιο αίσθημα ανωτερότητας σε καμία ομάδα». Αυτή η δήλωση είναι πράγματι ακριβής. Δεν μου αρέσει να βρίσκομαι στο προσκήνιο ούτε θέλω να αποκτήσω μεγαλύτερη φήμη ενώπιον των άλλων. Αν δεν είχα πραγματικά αυτήν τη θέση και ο Θεός δεν είχε καταθέσει μαρτυρία σε Μένα, η έμφυτη προσωπικότητά Μου είναι να μένω στο πίσω μέρος του πλήθους, να μη θέλω να φαίνομαι και, ακόμη κι αν έχω κάποιες ειδικές ικανότητες, να μη θέλω να το ξέρουν οι άλλοι, επειδή, αν το ήξεραν, θα Με ακολουθούσαν κατά πόδας, πράγμα ενοχλητικό και δύσκολο να το διαχειριστώ. Όπου κι αν πάω, λοιπόν, μόλις αρχίσουν να Με ακολουθούν οι άλλοι κατά πόδας, ψάχνω τρόπους να τους απομακρύνω· συζητάω μαζί τους το όποιο ζήτημα όταν είναι απαραίτητο και, όταν δεν είναι, τους στέλνω γρήγορα πίσω εκεί που πρέπει να είναι για να κάνουν αυτό που οφείλουν να κάνουν. Αυτό φαίνεται αδιανόητο στους διεφθαρμένους ανθρώπους: «Εμείς οι άνθρωποι Σε αγαπάμε και Σε στηρίζουμε πάρα πολύ! Μας έχεις σαγηνέψει! Γιατί δεν δέχεσαι τη στοργή μας;» Τι λόγια είναι αυτά; Σου είπα ό,τι έπρεπε να σου πω και σου έδωσα τις απαραίτητες οδηγίες· πήγαινε να κάνεις, λοιπόν, αυτό που πρέπει και μην κόβεις βόλτες γύρω Μου, γιατί δεν Μου αρέσει. Οι άνθρωποι έχουν την εξής άποψη: «Θεέ μου, εφόσον έχεις κάνει τόσο σπουδαίο έργο, δεν νιώθεις κι Εσύ συχνά αυταρέσκεια; Με τόσους ακόλουθους, δεν νιώθεις κι Εσύ πάντα ανωτερότητα; Δεν θέλεις πάντα να χαίρεις ειδικής μεταχείρισης;» Σας λέω πως δεν έχω νιώσει ποτέ έτσι. Δεν έχω ποτέ επίγνωση του μεγάλου αριθμού των ακόλουθών Μου, δεν νιώθω ανωτερότητα και δεν γνωρίζω πόσο υψηλή είναι η θέση Μου. Πείτε Μου, πόσο εκστασιασμένος θα ήταν κατά κανόνα καθημερινά ένας κανονικός άνθρωπος αν βρισκόταν σε τέτοια θέση; Δεν θα ήξερε τι να φάει και τι να φορέσει, έτσι δεν είναι; Δεν θα πετούσε όλη μέρα στα σύννεφα; Δεν θα ήλπιζε πάντα να τον ακολουθούν οι άλλοι κατά πόδας; (Ναι.) Συγκεκριμένα, όσοι διαθέτουν κάποιες ικανότητες θα έβρισκαν πάντα τρόπους να οργανώνουν συναντήσεις, να απολαμβάνουν την αίσθηση της προσοχής και της επιδοκιμασίας κατά τη διάρκεια ομιλιών, αφού θα σκέφτονταν πως αυτό ξεπερνάει την απόλαυση που νιώθει κανείς όταν τρώει κρέας και πίνει κρασί. Αναρωτιέμαι γιατί δεν νιώθω Εγώ έτσι. Γιατί δεν νιώθω πως είναι κάτι καλό; Γιατί δεν Μου αρέσει αυτό το συναίσθημα; Στην παγκόσμια μουσική σκηνή, όσοι έχουν λίγο ταλέντο και, ιδίως, όσοι ξέρουν να τραγουδούν και να χορεύουν, αποκαλούνται θεές ή θεοί, βασιλιάδες ή βασίλισσες της μουσικής ή ακόμη και πατέρες, μητέρες και παππούδες της μουσικής. Αυτοί οι τίτλοι δεν είναι καλοί. Επιπλέον, κάποιοι άνθρωποι νιώθουν δυσαρεστημένοι όταν τους προσφωνούν «Σιάο[α] Γουάνγκ» ή «Σιάο Λι», αφού σκέφτονται πως κάτι τέτοιο υποβαθμίζει την αρχαιότητά τους, κι έτσι ψάχνουν τρόπους να αλλάξουν το επίπεδο της αρχαιότητάς τους και να κάνουν τους άλλους να τους αποκαλούν μελλοντικά βασιλιά ή βασίλισσα. Αυτή είναι η διεφθαρμένη ανθρώπινη φυλή. Αφού αρχίσουν κάποιοι άνθρωποι να πιστεύουν στον Θεό, λένε πως οι πιστοί δεν θα πρέπει να είναι θρασείς σαν τους άπιστους και δεν θα πρέπει να λέγονται θεοί, βασιλιάδες ή βασίλισσες, αλλά να είναι χαμηλών τόνων και ταπεινοί. Πιστεύουν πως είναι κάπως χυδαίο να αυτοαποκαλούνται ευθέως Ταπεινοί και πως αυτός ο τίτλος δεν είναι αρκετά μικρός ή ποταπός· έτσι, αυτοαποκαλούνται Λιλιπούτειοι, Μικροσκοπικοί, Σκόνη και Μικροί, ενώ κάποιοι αυτοαποκαλούνται ακόμη και Κόκκοι Άμμου και Νανόμετρα. Αντί να επικεντρώνονται στην αλήθεια, αναλογίζονται τη χυδαιότητα, με ονόματα όπως Μικρό Αγριόχορτο, Βλαστάρι ή ακόμα και Χώμα, Λάσπη, Κοπριά και ούτω καθεξής. Αν και καθένα από αυτά τα ονόματα είναι πιο δυσάρεστο και ποταπό από το προηγούμενο, μπορούν να αλλάξουν τίποτα; Βλέπω πως όσοι έχουν αυτά τα ονόματα είναι επίσης πολύ αλαζόνες και κακοί, ενώ κάποιοι είναι ακόμη και πονηροί. Όσοι ονομάζονται έτσι όχι μόνο δεν έχουν γίνει πιο μικροί ή πιο ταπεινοί, αλλά και παραμένουν θρασείς, μοχθηροί και κακόβουλοι.
Την πρώτη φορά που ενσαρκώθηκε ο Θεός για να εργαστεί στη γη, αν και το έργο Του ήταν απλό και σύντομο, αποτελούσε ένα απαραίτητο και σημαντικό στάδιο έργου για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, αφότου σταυρώθηκε ο Κύριος Ιησούς, αναστήθηκε και ανήλθε στον ουρανό χωρίς να ξαναεμφανιστεί στην ανθρωπότητα. Γιατί δεν ξαναεμφανίστηκε στην ανθρωπότητα; Αυτή είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του Θεού. Σύμφωνα με την κανονική ανθρώπινη λογική, ο Θεός ενσαρκώθηκε και υπέφερε για τριάντα τρία και μισό χρόνια, υπομένοντας, μεταξύ άλλων, απόρριψη, συκοφαντία, καταδίκη και κακοποίηση από την ανθρωπότητα· μετά τη σταύρωση και την ανάστασή Του, θα έπρεπε να είχε επιστρέψει ανάμεσα στους ανθρώπους για να απολαύσει τους καρπούς της νίκης και της δόξας Του. Θα έπρεπε να είχε ζήσει άλλα τριάντα τρία και μισό χρόνια ή ακόμη περισσότερα, απολαμβάνοντας τη λατρεία και τον θαυμασμό της ανθρωπότητας, καθώς και τη θέση και τη μεταχείριση που Του άξιζαν. Ο Θεός, ωστόσο, δεν έκανε κάτι τέτοιο. Σε αυτό το στάδιο του έργου, ο Θεός ήρθε ήσυχα και αθόρυβα, χωρίς τελετές και όχι σαν τους ανθρώπους που θέλουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους όποτε έχουν κάποιες ικανότητες· ο Θεός δεν θα ήθελε να διακηρύξει στον κόσμο: «Ήρθα, είμαι ο Θεός ο ίδιος!» Ο Θεός δεν είπε ούτε μια τέτοια λέξη για τον εαυτό Του και, αντ’ αυτού, γεννήθηκε ήσυχα σε έναν στάβλο. Αν εξαιρέσουμε τους τρεις μάγους που ήρθαν να λατρέψουν τον Θεό, η υπόλοιπη ζωή του Κυρίου Ιησού Χριστού ήταν γεμάτη κακουχίες και ταλαιπωρίες, οι οποίες δεν τελείωσαν παρά μόνο με τη σταύρωσή Του. Ο Θεός απέκτησε δόξα και συγχώρησε τις αμαρτίες του ανθρώπου, πράγμα που σημαίνει πως έκανε μια σπουδαία πράξη για την ανθρωπότητα, αφού βοήθησε τους ανθρώπους να ξεφύγουν από την αμαρτία και τη θάλασσα των βασάνων και είναι ο Λυτρωτής της ανθρωπότητας. Το λογικό, λοιπόν, θα ήταν ο Θεός να απολαμβάνει τη λατρεία και τον θαυμασμό των ανθρώπων, οι οποίοι θα Τον προσκυνούσαν. Ο Θεός, ωστόσο, έφυγε ήσυχα και αθόρυβα, χωρίς να βγάλει άχνα. Τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια, το έργο του Θεού επεκτείνεται συνεχώς. Η διαδικασία αυτής της επέκτασης είναι γεμάτη κακουχίες και αιματοχυσίες, καθώς και καταδίκη και συκοφαντία από ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ανεξάρτητα, όμως, από τη στάση της ανθρωπότητας απέναντι στον Θεό, Εκείνος συνεχίζει να εκφράζει την αλήθεια και δεν έχει παραιτηθεί ποτέ από το έργο Του για τη σωτηρία του ανθρώπου. Εκτός αυτού, αυτά τα δύο χιλιάδες χρόνια ο Θεός δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ ξεκάθαρα λόγια για να διακηρύξει ποιος είναι, να πει πως ο Κύριος Ιησούς είναι η ενσάρκωσή Του και πως η ανθρωπότητα θα πρέπει να Τον λατρεύει και να Τον αποδεχτεί. Ο Θεός χρησιμοποιεί την απλούστερη μέθοδο και στέλνει τους υπηρέτες Του να κηρύξουν το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών σε κάθε έθνος και τόπο, δίνοντας τη δυνατότητα σε περισσότερους ανθρώπους να μετανοήσουν, να προσέλθουν ενώπιον του Θεού και να αποδεχτούν τη σωτηρία Του, λαμβάνοντας έτσι συγχώρεση για τις αμαρτίες τους. Ο Θεός δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ περιττά λόγια για να πει πως είναι ο ερχόμενος Μεσσίας· αντ’ αυτού, απέδειξε μέσα από τα γεγονότα πως όλα όσα έχει κάνει είναι το έργο του ίδιου του Θεού, πως η σωτηρία του Κυρίου Ιησού είναι η σωτηρία του ίδιου του Θεού, πως ο Κύριος Ιησούς λύτρωσε όλη την ανθρωπότητα και πως είναι ο ίδιος ο Θεός. Στην παρούσα ενσάρκωση, ο Θεός ήρθε μεταξύ των ανθρώπων με τον ίδιο τρόπο και την ίδια μορφή. Ο ερχομός του ενσαρκωμένου Θεού είναι τεράστια ευλογία για την ανθρωπότητα, μια εξαιρετικά σπάνια ευκαιρία και, ακόμη περισσότερο, η καλή τύχη της ανθρωπότητας. Τι σημαίνει, όμως, αυτό για τον ίδιο τον Θεό; Είναι ό,τι πιο οδυνηρό. Μπορείτε να το καταλάβετε αυτό; Η ουσία του Θεού είναι ο Θεός. Ο Θεός, ο οποίος διαθέτει την ταυτότητα του Θεού, από τη φύση Του δεν είναι αλαζόνας, αλλά πιστός, άγιος και δίκαιος. Ερχόμενος ανάμεσα στους ανθρώπους, πρέπει να αντιμετωπίσει τις διάφορες διεφθαρμένες διαθέσεις τους, πράγμα που σημαίνει πως όλοι οι άνθρωποι που θέλει να σώσει είναι εκείνοι που μισεί και βρίσκει αηδιαστικούς. Ο Θεός δεν έχει αλαζονική διάθεση, μοχθηρία και δολιότητα, αγαπάει τα θετικά πράγματα και είναι δίκαιος και άγιος· αυτό που αντιμετωπίζει, όμως, είναι ακριβώς μια ομάδα ανθρώπων που είναι αντίθετοι και εχθρικοί απέναντι στην ουσία Του. Ποια πράγματα προσφέρει ο Θεός περισσότερο; Την αγάπη, την υπομονή, το έλεος και την ανοχή Του. Η αγάπη, το έλεος και η ανοχή του Θεού είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψή Του. Οι διεφθαρμένοι άνθρωποι σκέφτονται το εξής: «Ο Θεός κάνει τόσο σπουδαίο έργο, αποκτά τόσο μεγάλη δόξα και είναι ο κυρίαρχος τόσων πραγμάτων. Γιατί, λοιπόν, δεν ανακοινώνει και δεν διακηρύσσει ποιος είναι;» Οι άνθρωποι θεωρούν πως κάτι τέτοιο είναι παιχνιδάκι· όταν κάνουν μια καλή πράξη, τη μεγαλοποιούν δέκα φορές· όταν κάνουν ένα μικρό καλό, το φουσκώνουν δυο και τρεις φορές και υπερβάλλουν άπειρα γι’ αυτό, νομίζοντας πως όσες περισσότερες λεπτομέρειες χρησιμοποιήσουν τόσο το καλύτερο. Αυτά τα πράγματα, όμως, δεν υπάρχουν στην ουσία του Θεού. Σε ό,τι κι αν κάνει ο Θεός, δεν υπάρχει ίχνος των λεγόμενων «συναλλαγών» του ανθρώπου· ο Θεός δεν θέλει να αποσπάσει τίποτα ούτε «ζητά ανταμοιβή», όπως το αποκαλούν οι άνθρωποι. Σε αντίθεση με τη διεφθαρμένη ανθρωπότητα, ο Θεός δεν επιθυμεί τη θέση ούτε λέει: «Είμαι ο Θεός και κάνω ό,τι θέλω. Ό,τι κι αν κάνω, πρέπει να θυμάστε την καλοσύνη Μου, να παίρνετε σοβαρά τα πράγματα που κάνω και πάντα να Με τιμάτε». Αυτήν ακριβώς την ουσία δεν έχει ο Θεός. Δεν έχει φιλοδοξίες, δεν έχει την αλαζονική διάθεση της διεφθαρμένης ανθρωπότητας ούτε διακηρύσσει ποιος είναι. Κάποιοι λένε το εξής: «Αν δεν διακηρύξεις ποιος είσαι, πώς θα ξέρουν οι άνθρωποι ότι είσαι ο Θεός; Πώς θα καταλάβουν ότι έχεις τη θέση του Θεού;» Είναι περιττό αυτό, αφού μπορεί να το πετύχει η ουσία του Θεού. Ο Θεός έχει την ουσία του Θεού· όσο ταπεινός και κρυμμένος κι αν είναι, όσο μυστικά κι αν εργάζεται και όπως κι αν δείχνει έλεος και ανοχή στην ανθρωπότητα, το τελικό αποτέλεσμα που θα έχουν στους ανθρώπους τα λόγια, το έργο, οι πράξεις Του και όλα τα υπόλοιπα θα είναι σίγουρα ότι οι δημιουργημένοι άνθρωποι θα αποδεχτούν την κυριαρχία του Δημιουργού, θα προσκυνήσουν και θα λατρέψουν τον Δημιουργό και θα υποταχθούν με προθυμία στην κυριαρχία και τις διευθετήσεις του Δημιουργού. Όλα αυτά καθορίζονται από την ουσία του Θεού και είναι ακριβώς αυτά που δεν μπορούν να πετύχουν οι αντίχριστοι. Παρόλο που έχουν φιλοδοξίες και επιθυμίες, καθώς και αλαζονικές, φαύλες και μοχθηρές διαθέσεις, και παρόλο που δεν κατέχουν την αλήθεια, θέλουν και πάλι να κυριεύουν και να ελέγχουν τους ανθρώπους και να τους κάνουν να υποτάσσονται σε αυτούς και να τους λατρεύουν. Κρίνοντας με βάση την ουσία των αντίχριστων, δεν είναι μοχθηροί; Οι αντίχριστοι συναγωνίζονται τον Θεό για τον εκλεκτό λαό Του· ο Θεός, όμως, θα τους συναγωνιστεί; Έχει ο Θεός αυτήν την ουσία; Μήπως ο Θεός κερδίζει τη λατρεία και την υποταγή των δημιουργημένων ανθρώπων μέσα από συναγωνισμό; (Όχι.) Πώς την κερδίζει; Τα δημιουργημένα όντα έχουν φτιαχτεί από τον Θεό και μόνο ο Δημιουργός γνωρίζει τι χρειάζεται, τι θα πρέπει να διαθέτει και πώς θα πρέπει να ζει η ανθρωπότητα. Έστω, για παράδειγμα, πως ένας άνθρωπος κατασκευάζει μια μηχανή. Μόνο ο εφευρέτης της ξέρει τα ελαττώματα και τις ατέλειές της, καθώς και πώς να την επισκευάσει, ενώ όποιος επιχειρήσει να φτιάξει μια απομίμησή της δεν γνωρίζει αυτά τα πράγματα. Παρομοίως, η ανθρωπότητα δημιουργήθηκε από τον Θεό· μόνο ο Θεός γνωρίζει τι χρειάζονται οι άνθρωποι, μόνο ο Θεός μπορεί να σώσει την ανθρωπότητα και μόνο ο Θεός μπορεί να μεταμορφώσει τους διεφθαρμένους ανθρώπους σε αληθινούς ανθρώπους. Ο Θεός δεν τα κάνει όλα αυτά με την εξουσία Του ούτε διακηρύσσοντας ποιος είναι, δικαιολογώντας τον εαυτό Του ή καταπιέζοντας, παραπλανώντας και ελέγχοντας τους ανθρώπους· μόνο ο Σατανάς και οι αντίχριστοι χρησιμοποιούν τέτοια μέσα και τέτοιες μεθόδους, όχι ο Θεός.
Μετά από τόση συναναστροφή, πώς κατανοείτε την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψη του Θεού; Τι είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του Θεού; Μήπως η απόκρυψη είναι η σκόπιμη συγκάλυψη της ταυτότητάς Του και το σκόπιμο κρύψιμο της ουσίας και των πραγματικών συνθηκών της ζωής Του; (Όχι.) Μήπως η ταπεινοφροσύνη είναι κάτι τεχνητά προσποιητό; Είναι αυτοσυγκράτηση; Είναι προσποίηση; (Όχι.) Κάποιοι άνθρωποι λένε: «Είσαι ο ενσαρκωμένος Θεός. Πώς μπορεί κάποιος με τόσο ευγενή θέση να φορά τόσο συνηθισμένα ρούχα;» Εγώ λέω ότι δεν είμαι παρά ένας συνηθισμένος άνθρωπος που ζει μια συνηθισμένη ζωή. Εφόσον τα πάντα πάνω Μου είναι συνηθισμένα, γιατί να μην είναι συνηθισμένα και τα ρούχα που φοράω; Κάποιοι λένε: «Είσαι ο Χριστός, ο ενσαρκωμένος Θεός. Έχεις ευγενή θέση, μην υποτιμάς τον εαυτό Σου». Λέω, υποτιμώ τον εαυτό Μου; Ούτε υπερεκτιμώ ούτε υποτιμώ τον εαυτό Μου. Είμαι ο εαυτός Μου, κάνω ό,τι πρέπει να κάνω και λέω ό,τι πρέπει να λέω. Τι το κακό έχει αυτό; Δεν είναι σωστό ούτε να υπερεκτιμά ούτε να υποτιμά κανείς τον εαυτό του, αφού η υπερεκτίμηση είναι αλαζονεία και η υποτίμηση είναι προσποίηση και δόλος. Κάποιοι λένε: «Ο ενσαρκωμένος Θεός θα πρέπει να φέρεται σαν διασημότητα, ενώ θα πρέπει να μιλάς και να συμπεριφέρεσαι με χάρη. Κοίτα πώς χτενίζονται, ντύνονται και μακιγιάρονται οι ισχυρές γυναίκες στην κοινωνία· αυτοί είναι οι άνθρωποι που έχουν θέση και αυτούς έχουν σε μεγάλη εκτίμηση οι άλλοι!» Και ρωτάω Εγώ, τι είναι η θέση; Τι σημασία έχει να Με θαυμάζουν οι άλλοι; Δεν μου αρέσει κάτι τέτοιο· το βρίσκω αηδιαστικό και εμετικό να Με θαυμάζεις. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να Με θαυμάζεις. Άλλοι λένε: «Κοίτα με πόση αριστοκρατικότητα και κομψότητα ντύνονται οι γυναίκες επιχειρηματίες στην κοινωνία. Με μια ματιά καταλαβαίνεις πως είναι ισχυρές και πρωτοκλασάτες προσωπικότητες. Γιατί δεν μαθαίνεις απ’ αυτές;» Γιατί να μάθω κάτι που δεν Μου αρέσει; Φοράω ρούχα που αρμόζουν στην ηλικία Μου· γιατί να προσποιούμαι; Γιατί να μάθω από τους άλλους; Είμαι ο εαυτός Μου. Για ποιον να προσποιούμαι; Δεν είναι εξαπάτηση αυτό; Πείτε Μου, πώς θα πρέπει να είναι η ομοιότητα, η εμφάνιση, η ομιλία και η συμπεριφορά του ενσαρκωμένου Θεού έτσι ώστε να ταιριάζουν με την ταυτότητά Του; Έχετε πρότυπα γι’ αυτό; Σίγουρα έχετε, αλλιώς δεν θα βλέπατε έτσι τον Χριστό. Εγώ έχω τα πρότυπά Μου· υπερβαίνουν τα πρότυπά Μου το εύρος των αλήθεια-αρχών; (Όχι.) Γιατί κάποιοι άνθρωποι έχουν πάντα αντιλήψεις για το τι φοράω ή τρώω και διαρκώς κάνουν συνόψεις και βγάζουν ετυμηγορίες για Μένα; Δεν είναι αηδιαστικό; Γιατί Με βλέπουν έτσι; Στα μάτια τους, κάθε πράξη του Χριστού είναι λανθασμένη, είναι όλες τους αρνητικές και πάντα συμβαίνει κάτι ύποπτο με αυτές. Πρέπει να είναι πολύ μοχθηροί! Κρίνοντας από αυτήν τη σειρά διαφορετικών ταυτοτήτων, διαφορετικών οπτικών του Θεού —από το Πνεύμα του Θεού και την ουσία του ίδιου του Θεού έως την ανθρώπινη φύση του ενσαρκωμένου Θεού— δεν υπάρχει αλαζονεία ή οποιαδήποτε από τις φιλοδοξίες και τις επιθυμίες του Σατανά στην ουσία του Θεού, ενώ ακόμη λιγότερο υπάρχει η υποτιθέμενη ανάγκη του ανθρώπου για να αποκτήσει θέση. Πέρα από τη δική Του ουσία, το πιο εξέχον χαρακτηριστικό όλων των πραγμάτων που διαθέτει ο Θεός —από το Πνεύμα Του μέχρι την ενσάρκωσή Του— είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψή Του. Αυτή η ταπεινοφροσύνη δεν είναι προσποιητή, αυτή η απόκρυψη δεν είναι σκόπιμη αποφυγή· είναι η ουσία του Θεού, είναι ο ίδιος ο Θεός. Είτε ο Θεός βρίσκεται στο πνευματικό βασίλειο είτε είναι ενσαρκωμένος ως άνθρωπος, η ουσία Του δεν αλλάζει. Αν κάποιος δεν μπορεί να δει από αυτό πως ο ενσαρκωμένος Χριστός διαθέτει την ουσία του Θεού, τι είδους άνθρωπος είναι; Είναι άνθρωπος χωρίς πνευματική κατανόηση, είναι δύσπιστος. Βλέποντας την ουσία της ταπεινοφροσύνης και της απόκρυψης του Θεού, οι άνθρωποι σκέφτονται το εξής: «Ο Θεός δεν φαίνεται να έχει και τόσο μεγάλη εξουσία. Το να λέει κανείς πως ο Θεός είναι παντοδύναμος δεν φαίνεται και τόσο πιστευτό· καλύτερα να λέει πως είναι ισχυρός. Εφόσον δεν έχει και τόσο μεγάλη εξουσία, πώς μπορεί να είναι ο κυρίαρχος της ανθρωπότητας; Εφόσον δεν εκδηλώνει ποτέ τη θέση και την ταυτότητα του Θεού, μπορεί να νικήσει τον Σατανά; Λένε πως ο Θεός έχει σοφία. Μπορεί η σοφία να αποφασίζει για τα πάντα; Ποια είναι ανώτερη, η σοφία ή η παντοδυναμία; Μπορεί η σοφία να κλονίσει την παντοδυναμία; Μπορεί η σοφία να επηρεάσει την παντοδυναμία;» Αν και οι άνθρωποι το αναλογίζονται αυτό, δεν μπορούν να το διακρίνουν ούτε να το κατανοήσουν. Ορισμένοι άνθρωποι έχουν μέσα τους κάποιες αμφιβολίες, τις οποίες σταδιακά χωνεύουν, επιζητώντας και προσπαθώντας συνεχώς να καταλάβουν αυτό το ζήτημα μέσα από τα βιώματά τους και αποκτώντας χωρίς να το συνειδητοποιούν κάποια αντιληπτική γνώση. Οι αντίχριστοι είναι οι μόνοι που, αφού αμφισβητήσουν όλες αυτές τις πτυχές της ουσίας του Θεού, όλες αυτές τις εκδηλώσεις και όλες τις πράξεις Του, όχι μόνο δεν καταφέρνουν να κατανοήσουν πως αυτή είναι η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του Θεού και πως αυτό είναι το αξιαγάπητο στοιχείο του Θεού, αλλά, αντιθέτως, αποκτούν περισσότερες αμφιβολίες για τον Θεό και Τον καταδικάζουν πιο σκληρά. Αμφισβητούν την κυριαρχία του Θεού στα πάντα, αμφισβητούν πως ο Θεός μπορεί να νικήσει τον Σατανά, αμφισβητούν πως ο Θεός μπορεί να σώσει την ανθρωπότητα, αμφισβητούν πως το σχέδιο διαχείρισης των έξι χιλιάδων ετών του Θεού μπορεί να ολοκληρωθεί με επιτυχία και, ακόμη περισσότερο, αμφισβητούν το γεγονός πως ο Θεός θα αποκαλυφθεί σε όλους τους ανθρώπους με τη δόξα Του. Τι κάνουν αφού αμφισβητήσουν αυτά τα πράγματα; Τα αρνούνται. Οι αντίχριστοι λένε, λοιπόν: «Η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του χριστού δεν σημαίνουν τίποτα, δεν αξίζει να εγκωμιάζονται και να επαινούνται και δεν αποτελούν την ουσία του θεού. Ο θεός δεν διαθέτει τέτοια ταπεινοφροσύνη και απόκρυψη· η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του χριστού είναι εκδηλώσεις της ανικανότητάς του. Στον κόσμο, εφόσον έχει κανείς κάποια θέση, στέφεται βασιλιάς, μαρκήσιος ή αυτοκράτορας. Ο χριστός έχει ιδρύσει τη βασιλεία του, έχει πάρα πολλούς ακόλουθους και, ταυτόχρονα, το ευαγγελικό έργο επεκτείνεται με πολύ γοργούς ρυθμούς. Αυτό δεν σημαίνει πως ο χριστός αποκτά περισσότερη δύναμη; Κρίνοντας, όμως, με βάση τις πράξεις του, δεν έχει σκοπό να αυξήσει τη δύναμή του ούτε να κατέχει τέτοια δύναμη. Είναι σαν να μην έχει την ικανότητα να κατέχει αυτήν τη δύναμη, να διαθέτει τη βασιλεία του χριστού. Μπορώ, λοιπόν, να αποκτήσω ευλογίες αν τον ακολουθήσω; Μπορώ να γίνω κύριος της επόμενης εποχής; Μπορώ να κυβερνήσω όλα τα έθνη και όλους τους λαούς; Μπορεί εκείνος να καταστρέψει αυτόν τον παλιό κόσμο και αυτήν τη διεφθαρμένη ανθρωπότητα; Βλέποντας τη συνηθισμένη εμφάνιση του χριστού, πώς μπορεί να πετύχει σπουδαία πράγματα;» Πάντα γεννιούνται τέτοιες αμφιβολίες στην καρδιά των αντίχριστων. Η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του Χριστού είναι πράγματα που δεν μπορούν να αποδεχτούν, να εγκρίνουν ή να δουν όλοι οι διεφθαρμένοι άνθρωποι και ιδίως οι αντίχριστοι. Οι αντίχριστοι εκλαμβάνουν την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψη του Θεού ως απόδειξη των αμφιβολιών που έχουν για την ταυτότητα και την ουσία του Θεού, καθώς και ως απόδειξη και μοχλό πίεσης για να αρνηθούν την εξουσία του Θεού, με αποτέλεσμα να αρνούνται την ταυτότητα και την ουσία του Θεού, καθώς και την ουσία του Χριστού. Αφού αρνηθούν την ουσία του Χριστού, οι αντίχριστοι αρχίζουν να κάνουν ενέργειες ενάντια στον εκλεκτό λαό του Θεού εντός της δικαιοδοσίας τους, χωρίς έλεος, επιείκεια και φόβο, ενώ ταυτόχρονα δεν αρνούνται και δεν αμφισβητούν ούτε στο ελάχιστο τις δικές τους ικανότητες, δεξιότητες ή φιλοδοξίες. Στη σφαίρα της επιρροής τους και τη σφαίρα στην οποία μπορούν να ενεργούν, οι αντίχριστοι αρπάζουν στα νύχια τους και ελέγχουν όσους μπορούν να ελέγξουν και παραπλανούν όσους μπορούν να παραπλανήσουν. Δεν δίνουν καμία απολύτως σημασία στον Χριστό και τον Θεό και κόβουν κάθε δεσμό με τον Θεό, τον Χριστό και τον οίκο του Θεού.
Πάνω σε τι συναναστρεφόμαστε κυρίως σε ό,τι αφορά αυτό το σημείο για το πώς αντιμετωπίζουν οι αντίχριστοι την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψη του Χριστού; Στα μάτια των αντίχριστων, η ταπεινοφροσύνη και η απόκρυψη του Θεού, τις οποίες οφείλουν να κατανοήσουν οι άνθρωποι, αποτελούν τις πιο ευνοϊκές συνθήκες για να κάνουν ό,τι θέλουν και να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο βασίλειο μέσα στον οίκο του Θεού. Ο Θεός κρύβεται στη σάρκα και αυτό το στάδιο του έργου τις έσχατες ημέρες έχει διαφορετική μορφή από εκείνο της Εποχής της Χάριτος. Αν και ο Θεός δεν κάνει σημεία και τέρατα σε αυτό το στάδιο, έχει πει πολύ περισσότερα λόγια, απείρως περισσότερα λόγια. Όπως κι αν εργάζεται ο Θεός, εφόσον είναι ενσαρκωμένος, καθώς εκτελεί το έργο Του βιώνει και τεράστια ταπείνωση. Μόνο ένας τέτοιος Θεός, ο οποίος διαθέτει θεϊκή ουσία, μπορεί να ταπεινωθεί και να κρυφτεί πραγματικά για να γίνει ένας συνηθισμένος άνθρωπος και να κάνει το έργο Του, επειδή διαθέτει την ουσία της ταπεινοφροσύνης και της απόκρυψης. Ο Σατανάς, από την άλλη, είναι τελείως ανίκανος να κάνει κάτι τέτοιο. Τι είδους σάρκα θα ενδυόταν ο Σατανάς για να κάνει έργο μεταξύ των ανθρώπων; Κατά πρώτον, θα είχε επιβλητική εμφάνιση και θα ήταν φαύλος, δόλιος και μοχθηρός. Έπειτα, πρέπει να κατέχει άριστα διάφορες στρατηγικές και τεχνικές για να παίζει με τους ανθρώπους και να τους χειραγωγεί, καθώς και διάφορα δόλια κόλπα, όπως και να είναι αρκετά αδίστακτος και κακόβουλος. Από φόβο μήπως δεν τον ξέρει κάποιος, πρέπει διαρκώς να δείχνεται μεταξύ των ανθρώπων και να βρίσκεται παντού στο προσκήνιο, όπως και πρέπει πάντα να προσπαθεί να αποκτήσει μεγαλύτερη φήμη και να αυτοπροβάλλεται. Όταν οι άνθρωποι τον αποκαλέσουν τελικά βασιλιά ή αυτοκράτορα, θα είναι ικανοποιημένος. Αυτό που κάνει ο Θεός είναι ακριβώς αντίθετο από αυτό που κάνει ο Σατανάς. Ο Θεός κάνει συνεχώς υπομονή και κρύβεται· καθώς το κάνει αυτό, ενσταλάζει τα λόγια Του και τη ζωή Του στους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας το έλεος και τη στοργική καλοσύνη του Δημιουργού, έτσι ώστε οι άνθρωποι να μπορέσουν να κατανοήσουν την αλήθεια, να σωθούν και να γίνουν αληθινά δημιουργήματα με κανονική ανθρώπινη φύση και κανονική ανθρώπινη ζωή. Αν και αυτό που κάνει ο Θεός είναι ανεκτίμητο για την ανθρωπότητα, ο Θεός το θεωρεί ευθύνη Του. Έτσι, ενσαρκώθηκε προσωπικά και, σαν μητέρα ή πατέρας, φροντίζει, βοηθά, στηρίζει, διαφωτίζει και φωτίζει ακούραστα τους ανθρώπους. Φυσικά, ταυτόχρονα παιδεύει, κρίνει, συμμορφώνει και πειθαρχεί τους ανθρώπους, τους παρακολουθεί να αλλάζουν μέρα με τη μέρα, να ζουν μια κανονική εκκλησιαστική ζωή μέρα με τη μέρα και να αναπτύσσονται στη ζωή μέρα με τη μέρα. Επομένως, όλα όσα κάνει ο Θεός είναι η πραγματικότητα των θετικών πραγμάτων. Μέσα στην ανθρωπότητα, οι άνθρωποι εγκωμιάζουν το τίμημα που έχει πληρώσει ο Θεός, τη μεγάλη Του δύναμη και τη δόξα Του· πότε έχει πει, όμως, ο Θεός με δικά Του λόγια στους ανθρώπους: «Έκανα το τάδε και το δείνα για την ανθρωπότητα, έχω θυσιάσει πάρα πολλά. Οι άνθρωποι πρέπει να Με εγκωμιάζουν και να Με εξυμνούν»; Απαιτεί κάτι τέτοιο ο Θεός από την ανθρωπότητα; Όχι. Αυτός είναι ο ίδιος ο Θεός. Ο Θεός δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ όρους για να κάνει ανταλλαγές με τους ανθρώπους, λέγοντας: «Έστειλα τον Χριστό ανάμεσά σας, πρέπει να Του φέρεστε καλά, να ακούτε τα λόγια Του, να υποτάσσεστε σ’ Αυτόν και να Τον ακολουθείτε. Μην προκαλείτε αναστάτωση και διαταράξεις· κάντε ό,τι σας λέει να κάνετε με τον τρόπο που σας λέει να το κάνετε. Όταν όλα θα έχουν επιτευχθεί, θα πάρετε όλοι σας τα εύσημα». Έχει πει ποτέ ο Θεός τέτοιο πράγμα; Αυτήν την πρόθεση έχει ο Θεός; Όχι. Απεναντίας, οι αντίχριστοι είναι αυτοί που πάντα προσπαθούν με διάφορα μέσα να πλανέψουν, να περιορίσουν και να ελέγξουν τους ανθρώπους, να γίνουν κυρίαρχοι κάθε πτυχής τους και να τους κάνουν να εγκαταλείψουν τον Θεό για να προσέλθουν ενώπιόν τους. Οι αντίχριστοι είναι αυτοί που διακηρύσσουν και ανακοινώνουν παντού την κάθε μικρή πράξη που κάνουν. Οι αντίχριστοι όχι μόνο δεν μπορούν να κατανοήσουν, να αποδεχτούν, να εγκωμιάσουν ή να εξυμνήσουν την ταπεινοφροσύνη και την απόκρυψη του Θεού, αλλά απεχθάνονται και βλασφημούν, μάλιστα, αυτά τα πράγματα. Αυτό καθορίζεται από τη διάθεση-ουσία των αντίχριστων.
Σήμερα συναναστραφήκαμε πάνω στις τρεις εκδηλώσεις τού πώς αρνούνται οι αντίχριστοι την ουσία του Χριστού. Στο σημείο αυτό ας ολοκληρώσουμε τη συναναστροφή μας σχετικά με αυτό το θέμα. Έχετε κάποια ερώτηση; (Όχι.) Εντάξει, αντίο!
21 Νοεμβρίου 2020
Υποσημειώσεις:
α. Όταν οι Κινέζοι μιλάνε με κάποιον μικρότερό τους, βάζουν τη λέξη «Σιάο» πριν από το επίθετό του.