Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β'

Μέρος έκτο

Η μαρτυρία του Ιώβ παρηγορεί τον Θεό

Αν σας πω τώρα ότι ο Ιώβ είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, ίσως να μην είστε σε θέση να εκτιμήσετε τη σημασία αυτής της φράσης και ίσως να μην είστε σε θέση να συλλάβετε το συναίσθημα πίσω από τον λόγο για τον οποίο μίλησα για όλα αυτά τα πράγματα. Ωστόσο, περιμένετε μέχρι την ημέρα που θα έχετε βιώσει τις ίδιες ή παρόμοιες δοκιμασίες με εκείνες του Ιώβ, όταν θα έχετε περάσει αντιξοότητες, όταν θα έχετε βιώσει δοκιμασίες που προορίζονται προσωπικά για εσάς από τον Θεό, όταν δίνεις τα πάντα και υπομένεις ταπείνωση και κακουχίες, για να υπερισχύσεις του Σατανά και να γίνεις μάρτυρας του Θεού εν μέσω πειρασμών —τότε θα μπορέσεις να εκτιμήσεις τη σημασία όσων εκφράζω. Τότε, θα αισθανθείς ότι είσαι πολύ κατώτερος από τον Ιώβ, θα αισθανθείς πόσο υπέροχος είναι ο Ιώβ και ότι είναι άξιος μίμησης. Όταν έρθει εκείνη η στιγμή, θα συνειδητοποιήσεις πόσο σημαντικά είναι αυτά τα κλασικά λόγια που εκφράζει ο Ιώβ για κάποιον που είναι διεφθαρμένος και που ζει αυτόν τον καιρό και θα συνειδητοποιήσεις πόσο δύσκολο είναι για τους σημερινούς ανθρώπους να επιτύχουν αυτό που πέτυχε ο Ιώβ. Όταν αισθανθείς ότι είναι δύσκολο, θα εκτιμήσεις πόσο ταραγμένη και ανήσυχη είναι η καρδιά του Θεού, θα εκτιμήσεις πόσο υψηλό είναι το τίμημα που πληρώνει ο Θεός για να κερδίσει τέτοιους ανθρώπους και πόσο πολύτιμο είναι αυτό που έκανε και ξόδεψε ο Θεός για την ανθρωπότητα. Τώρα που έχετε ακούσει αυτά τα λόγια, έχετε κατανοήσει σαφώς και εκτιμήσει σωστά τον Ιώβ; Στα δικά σας μάτια, ήταν ο Ιώβ ένας πραγματικά άμεμπτος και ευθύς άνθρωπος που σεβόταν τον Θεό και απέφευγε το κακό; Πιστεύω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι σίγουρα θα συμφωνήσουν. Διότι τα γεγονότα σχετικά με το τι έπραξε και αποκάλυψε ο Ιώβ είναι αναμφισβήτητα από τον άνθρωπο ή τον Σατανά. Αποτελούν την πιο ισχυρή απόδειξη του θριάμβου του Ιώβ επί του Σατανά. Αυτή η απόδειξη δημιουργήθηκε στον Ιώβ και ήταν η πρώτη μαρτυρία που έλαβε ο Θεός. Συνεπώς, όταν ο Ιώβ θριάμβευσε στους πειρασμούς του Σατανά και έγινε μάρτυρας του Θεού, ο Θεός είδε την ελπίδα στον Ιώβ, και η καρδιά Του παρηγορήθηκε από τον Ιώβ. Από τη δημιουργία έως τον Ιώβ, αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Θεός βίωσε πραγματικά την ανακούφιση και τι σήμαινε να παρηγορείται από τον άνθρωπο και ήταν η πρώτη φορά που είχε δει και είχε κερδίσει την αληθινή μαρτυρία που Του έφερε ο Ιώβ.

Πιστεύω ότι, έχοντας ακούσει τη μαρτυρία του Ιώβ και τις διηγήσεις των διαφόρων πτυχών του Ιώβ, οι περισσότεροι άνθρωποι θα έχουν σχεδιάσει το μονοπάτι μπροστά τους. Επίσης, πιστεύω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που είναι γεμάτοι άγχος και φόβο θα αρχίσουν σιγά σιγά να χαλαρώνουν τόσο στο σώμα όσο και στο μυαλό και θα αρχίσουν να αισθάνονται σταδιακά ανακούφιση…

Τα παρακάτω εδάφια επίσης αφορούν τον Ιώβ. Ας συνεχίσουμε την ανάγνωση.

4. Ο Ιώβ έχει ακούσει για τον Θεό με την ακοή του αυτιού

Ιώβ 9:11 Ιδού, διαβαίνει πλησίον μου, και δεν βλέπω αυτόν· διέρχεται, και δεν εννοώ αυτόν.

Ιώβ 23:8-9 Ιδού, υπάγω εμπρός, αλλά δεν είναι· και οπίσω, αλλά δεν βλέπω αυτόν· εις τα αριστερά, όταν εργάζηται, αλλά δεν δύναμαι να ίδω αυτόν. Κρύπτεται εις τα δεξιά, και δεν βλέπω αυτόν.

Ιώβ 42:2-6 Εξεύρω ότι δύνασαι τα πάντα, και ουδείς στοχασμός σου δύναται να εμποδισθή. Τις ούτος ο κρύπτων την βουλήν ασυνέτως; Εγώ λοιπόν προέφερα εκείνο, το οποίον δεν ενόουν. Πράγματα υπερθαύμαστα δι’ εμέ, τα οποία δεν εγνώριζον. Άκουσον, δέομαι· και εγώ θέλω λαλήσει· θέλω σε ερωτήσει, και συ δίδαξόν με. Ήκουον περί σου με την ακοήν του ωτίου, αλλά τώρα ο οφθαλμός μου σε βλέπει· διά τούτο βδελύττομαι εμαυτόν, και μετανοώ εν χώματι και σποδώ.

Αν και ο Θεός δεν αποκάλυψε τον εαυτό Του στον Ιώβ, ο Ιώβ πιστεύει στην κυριαρχία του Θεού

Τι σημαίνουν αυτά τα λόγια; Έχουν κάποιοι από εσάς συνειδητοποιήσει ότι εδώ υπάρχει ένα γεγονός; Πρώτον, πώς γνώριζε ο Ιώβ ότι υπάρχει Θεός; Και πώς ήξερε ότι ο ουρανός και η γη και τα πάντα κυβερνώνται από τον Θεό; Υπάρχει ένα εδάφιο που απαντά σε αυτές τις δύο ερωτήσεις: «Ήκουον περί σου με την ακοήν του ωτίου, αλλά τώρα ο οφθαλμός μου σε βλέπει· διά τούτο βδελύττομαι εμαυτόν, και μετανοώ εν χώματι και σποδώ» (Ιώβ 42:5-6). Από αυτά τα λόγια μαθαίνουμε ότι, αντί να έχει δει τον Θεό με τα μάτια του, ο Ιώβ είχε μάθει για τον Θεό από τους μύθους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, άρχισε να πορεύεται το μονοπάτι ακολουθώντας τον Θεό, και κατόπιν επιβεβαίωσε την ύπαρξη του Θεού στη ζωή του και μεταξύ των πάντων. Υπάρχει ένα αναμφισβήτητο γεγονός εδώ —και ποιο είναι αυτό; Παρά το γεγονός ότι ήταν σε θέση να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού, ο Ιώβ δεν είχε δει ποτέ τον Θεό. Όσον αφορά αυτό, δεν μοιάζει με τους σημερινούς ανθρώπους; Ο Ιώβ δεν είχε δει ποτέ τον Θεό. Κατά συνέπεια, παρόλο που είχε ακούσει για τον Θεό, δεν ήξερε πού ήταν ο Θεός ή πώς έμοιαζε ο Θεός ή τι έκανε ο Θεός, τα οποία είναι υποκειμενικοί παράγοντες. Αντικειμενικά μιλώντας, παρόλο που ακολουθούσε τον Θεό, ο Θεός δεν είχε εμφανιστεί ποτέ σ’ αυτόν ούτε του είχε μιλήσει. Δεν είναι άραγε αλήθεια αυτό; Παρόλο που ο Θεός δεν είχε μιλήσει στον Ιώβ ούτε του είχε δώσει οποιεσδήποτε εντολές, ο Ιώβ είχε δει την ύπαρξη του Θεού και είχε δει την κυριαρχία Του επί των πάντων και στους μύθους στους οποίους ο Ιώβ είχε ακούσει για τον Θεό με την ακοή του αυτιού. Κατόπιν τούτων, ξεκίνησε να ζει σεβόμενος τον Θεό και αποφεύγοντας το κακό. Αυτές ήταν οι απαρχές και η διαδικασία με την οποία ο Ιώβ ακολουθούσε τον Θεό. Ανεξάρτητα από το πόσο σεβόταν τον Θεό και απέφευγε το κακό, ανεξάρτητα από το πόσο σταθερός ήταν στην ακεραιότητά του, ο Θεός εξακολουθούσε να μην εμφανίζεται σ’ αυτόν. Ας διαβάσουμε αυτό το εδάφιο. Αυτός είπε: «Ιδού, διαβαίνει πλησίον μου, και δεν βλέπω αυτόν· διέρχεται, και δεν εννοώ αυτόν» (Ιώβ 9:11). Τα λόγια αυτά λένε ότι ο Ιώβ ίσως να ένιωθε τον Θεό γύρω του ή όχι —αλλά δεν είχε μπορέσει ποτέ να δει τον Θεό. Υπήρχαν στιγμές που φανταζόταν ότι ο Θεός περνούσε μπροστά του ή ενεργούσε ή καθοδηγούσε τον άνθρωπο, αλλά δεν το ήξερε. Ο Θεός έρχεται στον άνθρωπο όταν αυτός δεν το περιμένει. Ο άνθρωπος δεν ξέρει πότε ή πού ο Θεός θα έρθει σ’ αυτόν, γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να δει τον Θεό, και έτσι, όσον αφορά τον άνθρωπο, ο Θεός είναι κρυμμένος από αυτόν.

Η πίστη του Ιώβ στον Θεό δεν κλονίζεται επειδή ο Θεός κρύβεται από αυτόν

Στο ακόλουθο εδάφιο της Γραφής, ο Ιώβ λέει τότε: «Ιδού, υπάγω εμπρός, αλλά δεν είναι· και οπίσω, αλλά δεν βλέπω αυτόν· εις τα αριστερά, όταν εργάζηται, αλλά δεν δύναμαι να ίδω αυτόν. Κρύπτεται εις τα δεξιά, και δεν βλέπω αυτόν» (Ιώβ 23:8-9). Από αυτή την αναφορά, μαθαίνουμε ότι, όσον αφορά την εμπειρία του Ιώβ, ο Θεός κρυβόταν διαρκώς απ’ αυτόν. Ο Θεός δεν είχε εμφανιστεί ανοιχτά σ’ αυτόν, ούτε είχε εκφράσει ανοιχτά οποιαδήποτε λόγια σ’ αυτόν, όμως στην καρδιά του, ο Ιώβ ήταν σίγουρος για την ύπαρξη του Θεού. Πάντα πίστευε ότι ο Θεός μπορεί να περπατά μπροστά του ή να εργάζεται δίπλα του και ότι, παρόλο που δεν μπορούσε να δει τον Θεό, ο Θεός ήταν δίπλα του και κυβερνούσε τα πάντα. Ο Ιώβ δεν είχε δει ποτέ τον Θεό, αλλά ήταν σε θέση να παραμείνει πιστός στην πίστη του, κάτι που κανένας άλλος δεν ήταν σε θέση να κάνει. Και γιατί συνέβαινε αυτό; Επειδή ο Θεός δεν μίλησε στον Ιώβ ούτε εμφανίστηκε σ’ αυτόν και αν δεν πίστευε πραγματικά, δεν θα μπορούσε να συνεχίσει, ούτε θα μπορούσε να μείνει σταθερός στην οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού. Δεν είναι αυτό άραγε αλήθεια; Πώς νιώθεις όταν διαβάζεις ότι ο Ιώβ είπε αυτά τα λόγια; Πιστεύεις ότι η τελειότητα και η ακεραιότητα του Ιώβ, και η δικαιοσύνη του ενώπιον του Θεού είναι αλήθεια και όχι υπερβολή από την πλευρά του Θεού; Παρόλο που ο Θεός αντιμετώπισε τον Ιώβ όπως και τους άλλους ανθρώπους, και δεν εμφανίστηκε ούτε μίλησε σ’ αυτόν, ο Ιώβ εξακολουθούσε να μένει σταθερός στην ακεραιότητά του, εξακολουθούσε να πιστεύει στην κυριαρχία του Θεού και, επιπλέον, πρόσφερε ολοκαυτώματα και προσευχόταν ενώπιον του Θεού, φοβούμενος μήπως υβρίσει τον Θεό. Η ικανότητα του Ιώβ να σέβεται τον Θεό χωρίς να Τον έχει δει μας δείχνει πόσο αγαπούσε τα θετικά πράγματα και πόσο ακλόνητη και πραγματική ήταν η πίστη του. Δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη του Θεού επειδή ο Θεός κρυβόταν από αυτόν, δεν έχασε την πίστη του ούτε απαρνήθηκε τον Θεό επειδή δεν Τον είχε δει ποτέ. Αντιθέτως, εν μέσω του κρυφού έργου του Θεού να κυβερνά τα πάντα, είχε συνειδητοποιήσει την ύπαρξη του Θεού και είχε αισθανθεί την κυριαρχία και τη δύναμη του Θεού. Δεν σταμάτησε να είναι ευθύς επειδή ο Θεός κρυβόταν, ούτε και απαρνήθηκε την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού επειδή ο Θεός δεν είχε εμφανιστεί ποτέ σ’ αυτόν. Ο Ιώβ ουδέποτε ζήτησε να του εμφανιστεί δημόσια ο Θεός για να αποδείξει την ύπαρξή Του, διότι είχε ήδη δει την κυριαρχία του Θεού στα πάντα και πίστευε ότι είχε αποκτήσει τις ευλογίες και τις χάρες που άλλοι δεν είχαν κερδίσει. Παρόλο που ο Θεός κρυβόταν από αυτόν, η πίστη του Ιώβ στον Θεό δεν κλονίστηκε ποτέ. Έτσι, πήρε ό,τι κανείς άλλος δεν είχε πάρει: την επιδοκιμασία του Θεού και την ευλογία του Θεού.

Ο Ιώβ ευλογεί το όνομα του Θεού και δεν σκέφτεται τις ευλογίες ή τις συμφορές

Υπάρχει ένα γεγονός, το οποίο δεν αναφέρεται ποτέ στις ιστορίες των Γραφών για τον Ιώβ, στο οποίο θα εστιάσουμε σήμερα. Αν και ο Ιώβ δεν είχε δει ποτέ τον Θεό ούτε άκουσε τα λόγια του Θεού με τα ίδια του τα αυτιά, ο Θεός είχε μια θέση στην καρδιά του Ιώβ. Και ποια ήταν η στάση του Ιώβ απέναντι στον Θεό; Ήταν, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως: «είη το όνομα Ιεχωβά ευλογημένον». Ευλογούσε το όνομα του Θεού με τρόπο απόλυτο, ανεπιφύλακτο και πέραν λογικής. Βλέπουμε ότι ο Ιώβ είχε δώσει την καρδιά του στον Θεό, επιτρέποντάς στον Θεό να την ελέγχει. Όλα όσα σκεφτόταν, όλα όσα αποφάσιζε και όλα όσα σχεδίαζε στην καρδιά του τα φανέρωνε στον Θεό και δεν τα έκρυβε από τον Θεό. Η καρδιά του δεν εναντιωνόταν στον Θεό και ποτέ δεν είχε ζητήσει από τον Θεό να κάνει τίποτα γι’ αυτόν ή να του δώσει τίποτα και δεν έτρεφε εξωφρενικές επιθυμίες ότι θα κέρδιζε οτιδήποτε από τη λατρεία του στον Θεό. Ο Ιώβ δεν μιλούσε για συναλλαγές με τον Θεό και δεν υπέβαλε αιτήματα ούτε έθετε απαιτήσεις στον Θεό. Δοξολογούσε το όνομα του Θεού εξαιτίας της μεγάλης δύναμης και της εξουσίας του Θεού να κυβερνά τα πάντα, και δεν εξαρτιόταν από το αν είχε κερδίσει ευλογίες ούτε αν είχε πληγεί από συμφορές. Πίστευε ότι, ανεξάρτητα από το αν ο Θεός ευλογεί τους ανθρώπους ή τους φέρνει συμφορές, η δύναμη και η εξουσία του Θεού δεν αλλάζουν, επομένως, ανεξάρτητα από τις συνθήκες ενός ατόμου, το όνομα του Θεού θα έπρεπε να δοξολογείται. Αυτός ο άνθρωπος είναι ευλογημένος από τον Θεό εξαιτίας της κυριαρχίας του Θεού, και όταν η συμφορά πλήττει τον άνθρωπο, και αυτό οφείλεται στην κυριαρχία του Θεού. Η δύναμη και η εξουσία του Θεού κυριαρχούν και ρυθμίζουν τα πάντα γύρω από τον άνθρωπο. Οι ιδιοτροπίες της τύχης του ανθρώπου είναι η εκδήλωση της δύναμης και της εξουσίας του Θεού και, ανεξάρτητα από την άποψη καθενός, το όνομα του Θεού θα πρέπει να δοξολογείται. Αυτά βίωσε και κατάφερε να μάθει ο Ιώβ κατά τη διάρκεια της ζωής του. Όλες οι σκέψεις και οι πράξεις του Ιώβ έφτασαν στα αυτιά του Θεού και έφτασαν ενώπιον του Θεού και θεωρήθηκαν σημαντικές από τον Θεό. Ο Θεός αγάπησε αυτή τη γνώση του Ιώβ και εκτίμησε πολύ τον Ιώβ που είχε τέτοια καρδιά. Αυτή η καρδιά προσδοκούσε παντού και πάντοτε την εντολή του Θεού, και ανεξάρτητα από τον χρόνο ή τον τόπο, καλωσόριζε όποιο πλήγμα τον έβρισκε. Ο Ιώβ δεν απαιτούσε τίποτα από τον Θεό. Αυτό που απαιτούσε από τον ίδιο του τον εαυτό ήταν να περιμένει, να αποδέχεται, να αντιμετωπίζει και να υπακούει σε όλες τις ρυθμίσεις που προέρχονταν από τον Θεό. Ο Ιώβ πίστευε ότι αυτό ήταν το καθήκον του και ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε ο Θεός. Ο Ιώβ δεν είχε δει ποτέ τον Θεό, ούτε Τον είχε ακούσει να του μιλάει, να δίνει εντολές, να παραδίδει διδασκαλίες ή να του δίνει οποιεσδήποτε οδηγίες. Με τα σημερινά δεδομένα, για να μπορέσει να κατέχει μια τέτοια γνώση και στάση απέναντι στον Θεό, όταν ο Θεός δεν του είχε δώσει καμία διαφώτιση, καθοδήγηση ή οδηγία σχετικά με την αλήθεια —αυτό ήταν πολύτιμο και το ότι αυτός είχε επιδείξει αυτά τα πράγματα ήταν αρκετό για τον Θεό, και ο Θεός επαίνεσε τη μαρτυρία του και την αγάπησε. Ο Ιώβ δεν είχε ποτέ δει τον Θεό ούτε είχε ακούσει τον Θεό να εκφράζει αυτοπροσώπως οποιαδήποτε διδασκαλία σ’ αυτόν, αλλά η καρδιά του και ο ίδιος ήταν πολύ πιο πολύτιμα για τον Θεό από εκείνους τους ανθρώπους, οι οποίοι, ενώπιον του Θεού, μπορούσαν να μιλάνε μόνο για πολύπλοκες θεωρίες, και μπορούσαν μόνο να καυχιούνται και να μιλούν για προσφορά θυσιών, αλλά οι οποίοι δεν είχαν ποτέ πραγματική γνώση του Θεού και δεν είχαν ποτέ σεβαστεί πραγματικά τον Θεό. Διότι η καρδιά του Ιώβ ήταν αγνή και δεν κρυβόταν από τον Θεό και η ανθρώπινη φύση του ήταν ειλικρινής και καλή, και αγαπούσε τη δικαιοσύνη και ό,τι ήταν θετικό. Μόνο ένας άνθρωπος όπως αυτός που είχε τέτοια καρδιά και ανθρώπινη φύση ήταν σε θέση να ακολουθήσει την οδό του Θεού και ήταν ικανός να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορούσε να δει την κυριαρχία του Θεού, μπορούσε να δει την εξουσία και τη δύναμή Του και ήταν σε θέση να υπακούσει στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις Του. Μόνο ένας άνθρωπος όπως αυτός θα μπορούσε πραγματικά να δοξολογήσει το όνομα του Θεού. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν έβλεπε το αν ο Θεός θα τον ευλογούσε ή θα του έστελνε συμφορές, επειδή γνώριζε ότι όλα ελέγχονται από το χέρι του Θεού, και ότι το να ανησυχεί ο άνθρωπος είναι σημάδι ανοησίας, άγνοιας και παραλογισμού, αμφιβολίας για το γεγονός της κυριαρχίας του Θεού πάνω στα πάντα, και έλλειψης σεβασμού για τον Θεό. Η γνώση του Ιώβ ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε ο Θεός. Άρα, είχε ο Ιώβ μεγαλύτερη θεωρητική γνώση του Θεού από εσάς; Επειδή το έργο και οι ομιλίες του Θεού εκείνον τον καιρό ήταν ελάχιστες, δεν ήταν εύκολο να επιτευχθεί η γνώση του Θεού. Ένα τέτοιο επίτευγμα από τον Ιώβ δεν ήταν καθόλου απλό. Δεν είχε βιώσει το έργο του Θεού, ούτε είχε ακούσει ποτέ τον Θεό να μιλάει, ούτε είχε δει το πρόσωπο του Θεού. Το ότι ήταν σε θέση να έχει μια τέτοια στάση απέναντι στον Θεό ήταν εξ ολοκλήρου το αποτέλεσμα της ανθρώπινης φύσης του και της προσωπικής του επιδίωξης, μιας ανθρώπινης φύσης και επιδίωξης που δεν διαθέτουν οι άνθρωποι σήμερα. Έτσι, εκείνη την εποχή, ο Θεός είπε: «Δεν υπάρχει όμοιος αυτού εν τη γη, άνθρωπος άμεμπτος και ευθύς». Εκείνη την εποχή, ο Θεός είχε ήδη ολοκληρώσει την εκτίμησή του γι’ αυτόν και είχε καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα. Πόσο πιο πολύ θα ίσχυε αυτό σήμερα;

Παρόλο που ο Θεός είναι κρυμμένος από τον άνθρωπο, τα έργα Του μεταξύ των πάντων αρκούν για να Τον γνωρίσει ο άνθρωπος

Ο Ιώβ δεν είχε δει το πρόσωπο του Θεού ούτε είχε ακούσει τα λόγια του Θεού, πολύ λιγότερο δε, είχε βιώσει προσωπικά το έργο του Θεού, αλλά όλοι είδαν τον σεβασμό του για τον Θεό και τη μαρτυρία του κατά τη διάρκεια των δοκιμασιών του, και ο Θεός τα αγάπησε και τα χάρηκε, και τα επαίνεσε, και οι άνθρωποι τα ζηλεύουν και τα θαυμάζουν και τα υμνούν. Δεν υπήρχε τίποτα σπουδαίο ή εξαιρετικό όσον αφορά τη ζωή του: όπως και κάθε συνηθισμένος άνθρωπος, ζούσε μια συνηθισμένη ζωή, πηγαίνοντας για δουλειά με την ανατολή του ηλίου και επιστρέφοντας στο σπίτι για να ξεκουραστεί όταν νύχτωνε. Η διαφορά είναι ότι κατά τη διάρκεια αυτών των συνηθισμένων δεκαετιών, ο ίδιος κέρδισε γνώσεις για την οδό του Θεού, και συνειδητοποίησε και κατανόησε τη μεγάλη δύναμη και κυριαρχία του Θεού, όπως ποτέ δεν είχε κάνει κανείς άλλος. Δεν ήταν πιο έξυπνος από οποιονδήποτε συνηθισμένο άνθρωπο, η ζωή του δεν ήταν ιδιαίτερα ανθεκτική, ούτε είχε αόρατες ειδικές ικανότητες. Αυτό που διέθετε, όμως, ήταν μια προσωπικότητα που ήταν ειλικρινής, καλή, ακέραια, μια προσωπικότητα που αγαπούσε τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα και αγαπούσε τα θετικά πράγματα —τίποτα από τα οποία δεν κατέχουν οι περισσότεροι συνηθισμένοι άνθρωποι. Ήξερε να διακρίνει μεταξύ αγάπης και μίσους, είχε αίσθηση της δικαιοσύνης, ήταν σταθερός και επίμονος και ήταν συνεπής στις σκέψεις του, οπότε, κατά τη διάρκεια του συνηθισμένου του χρόνου στη γη, είδε όλα τα εξαιρετικά πράγματα που είχε κάνει ο Θεός και είδε το μεγαλείο, την αγιοσύνη και τη δικαιοσύνη του Θεού, είδε το ενδιαφέρον του Θεού, τη χάρη και την προστασία του ανθρώπου από τον Θεό και είδε την εντιμότητα και την εξουσία του υπέρτατου Θεού. Ο πρώτος λόγος για τον οποίο ο Ιώβ ήταν σε θέση να κερδίσει αυτά τα πράγματα που ήταν πέραν των δυνατοτήτων οποιουδήποτε φυσιολογικού ατόμου ήταν επειδή είχε αγνή καρδιά και η καρδιά του ανήκε στον Θεό και καθοδηγούταν από τον Δημιουργό. Ο δεύτερος λόγος ήταν η επιδίωξη του να είναι άμεμπτος και τέλειος και κάποιος που συμμορφωνόταν με το θέλημα του Ουρανού, κάποιος που τον αγαπούσε ο Θεός, και απέφευγε το κακό. Ο Ιώβ κατείχε και επιδίωκε αυτά τα πράγματα, ενώ δεν μπορούσε να δει τον Θεό ούτε να ακούσει τα λόγια του Θεού. Παρόλο που δεν είχε δει ποτέ τον Θεό, είχε γνωρίσει τα μέσα με τα οποία ο Θεός κυβερνά επί των πάντων και κατάλαβε τη σοφία με την οποία το κάνει αυτό ο Θεός. Παρόλο που δεν είχε ακούσει ποτέ τον Θεό να μιλάει, ο Ιώβ γνώριζε ότι όλα τα έργα ανταμοιβής και αφαίρεσης από τον άνθρωπο προέρχονται από τον Θεό. Παρόλο που τα χρόνια της ζωής του δεν διέφεραν από αυτά ενός συνηθισμένου ανθρώπου, δεν επέτρεψε το γεγονός αυτό να επηρεάσει τη γνώση του για την κυριαρχία του Θεού επί των πάντων ή να τον επηρεάσει ενόσω ακολουθεί την οδό του σεβασμού του για τον Θεό και της αποφυγής του κακού. Στα μάτια του, οι νόμοι των πάντων έβριθαν από τα έργα του Θεού, και η κυριαρχία του Θεού μπορούσε να φανεί σε οποιαδήποτε φάση της ζωής ενός ατόμου. Δεν είχε δει τον Θεό, αλλά ήταν σε θέση να συνειδητοποιήσει ότι τα έργα του Θεού είναι παντού και, κατά τη διάρκεια της συνηθισμένης ζωής του στη γη, σε κάθε γωνιά της ζωής του, ήταν σε θέση να δει και να συνειδητοποιήσει τα εξαιρετικά και θαυμαστά έργα του Θεού και μπορούσε να δει τις θαυμαστές ρυθμίσεις του Θεού. Η απόκρυψη και η σιωπή του Θεού δεν εμπόδισαν τον Ιώβ να συνειδητοποιήσει τα έργα του Θεού, ούτε επηρέασαν τη γνώση του για την κυριαρχία του Θεού επί των πάντων. Η ζωή του ήταν η συνειδητοποίηση της κυριαρχίας και των ρυθμίσεων του Θεού, ο οποίος κρύβεται στα πάντα, κατά την καθημερινότητά του. Στην καθημερινότητά του, επιπλέον, άκουγε και κατανοούσε τη φωνή της καρδιάς του Θεού και τα λόγια του Θεού, ο οποίος είναι σιωπηλός ανάμεσα στα πάντα, αλλά εκφράζει τη φωνή της καρδιάς Του και των λόγων Του, κυβερνώντας τους νόμους των πάντων. Βλέπεις, λοιπόν, ότι εάν οι άνθρωποι διαθέτουν την ίδια ανθρώπινη φύση και επιδίωξη με τον Ιώβ, τότε μπορούν να αποκτήσουν την ίδια συνειδητοποίηση και γνώση όπως ο Ιώβ και μπορούν να αποκτήσουν την ίδια κατανόηση και γνώση της κυριαρχίας του Θεού επί των πάντων όπως ο Ιώβ. Ο Θεός δεν είχε εμφανιστεί στον Ιώβ ούτε του είχε μιλήσει, αλλά ο Ιώβ ήταν σε θέση να είναι άμεμπτος και ευθύς και να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό. Με άλλα λόγια, χωρίς ο Θεός να έχει εμφανιστεί ή να έχει μιλήσει στον άνθρωπο, τα έργα του Θεού μεταξύ των πάντων και η κυριαρχία Του επί των πάντων αρκούν ώστε ο άνθρωπος να αντιληφθεί την ύπαρξη, τη δύναμη και την εξουσία του Θεού και η δύναμη και η εξουσία του Θεού αρκούν για να κάνουν αυτόν τον άνθρωπο να ακολουθεί την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού. Δεδομένου ότι ένας συνηθισμένος άνθρωπος όπως ο Ιώβ ήταν σε θέση να επιτύχει τον σεβασμό για τον Θεό και την αποφυγή του κακού, τότε και κάθε συνηθισμένος άνθρωπος που ακολουθεί τον Θεό θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιτύχει το ίδιο. Παρόλο που αυτά τα λόγια ίσως ακούγονται σαν λογικό συμπέρασμα, αυτό δεν αντίκειται στους νόμους των πραγμάτων. Ωστόσο, τα γεγονότα δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες: ο σεβασμός για τον Θεό και η αποφυγή του κακού, φαίνεται ότι είναι προνόμιο του Ιώβ και μόνο του Ιώβ. Όταν αναφέρεται η φράση «σεβασμός για τον Θεό και αποφυγή του κακού», οι άνθρωποι πιστεύουν ότι αυτό θα πρέπει να γίνει μόνο από τον Ιώβ, λες και η οδός του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού είχε το όνομα Ιώβ πάνω και δεν είχε σχέση με κανέναν άλλον. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ξεκάθαρος: Επειδή μόνο ο Ιώβ κατείχε μια προσωπικότητα που ήταν ειλικρινής, καλή και ακέραια, η οποία αγαπούσε τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα και τα θετικά πράγματα, μόνο ο Ιώβ μπορούσε να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού. Πρέπει όλοι να έχετε κατανοήσει τι υπονοείται εδώ —ότι δηλαδή επειδή κανείς δεν διαθέτει μια ανθρώπινη φύση που είναι ειλικρινής, καλή και ακέραια και που αγαπά τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα και ό,τι είναι θετικό, κανείς δεν μπορεί να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό, οπότε δεν μπορεί ποτέ να κερδίσει τη χαρά του Θεού ή να παραμείνει σταθερός εν μέσω δοκιμασιών. Αυτό σημαίνει επίσης ότι, εκτός από τον Ιώβ, όλοι οι άνθρωποι εξακολουθούν να πέφτουν στην παγίδα του Σατανά και να είναι δέσμιοί του, όλοι δέχονται τις κατηγορίες, τις επιθέσεις και την κακοποίησή του, και όσοι ο Σατανάς προσπαθεί να καταπιεί, και είναι όλοι δέσμιοι, φυλακισμένοι που έχει αιχμαλωτίσει ο Σατανάς.

Αν η καρδιά του ανθρώπου εχθρεύεται τον Θεό, πώς μπορεί ο άνθρωπος να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό;

Δεδομένου ότι οι σημερινοί άνθρωποι δεν διαθέτουν την ίδια ανθρώπινη φύση με τον Ιώβ, ποιο είναι το περιεχόμενο της φύσης τους και ποια η στάση τους απέναντι στον Θεό; Σέβονται άραγε τον Θεό; Αποφεύγουν άραγε το κακό; Όσοι δεν σέβονται τον Θεό ούτε αποφεύγουν το κακό μπορούν να συνοψιστούν μόνο σε τέσσερις λέξεις: οι εχθροί του Θεού. Εσείς λέτε συχνά αυτές τις τέσσερις λέξεις, αλλά δεν έχετε μάθει ποτέ το πραγματικό τους νόημα. Οι λέξεις «οι εχθροί του Θεού» έχουν περιεχόμενο μέσα τους: Δεν λένε ότι ο Θεός βλέπει τον άνθρωπο ως εχθρό, αλλά ότι ο άνθρωπος βλέπει τον Θεό ως εχθρό. Πρώτον, όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να πιστεύουν στον Θεό, ποιος δεν έχει τους δικούς του στόχους, τα δικά του κίνητρα και φιλοδοξίες; Παρόλο που μια πλευρά τους πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και έχει δει την ύπαρξη του Θεού, η πίστη τους στον Θεό εξακολουθεί να περιέχει αυτά τα κίνητρα, και ο απώτερος σκοπός της πίστης τους στον Θεό είναι να λάβουν τις ευλογίες Του και τα πράγματα που επιθυμούν. Στις εμπειρίες της ζωής των ανθρώπων, συχνά αναλογίζονται: «Έχω εγκαταλείψει την οικογένεια και την καριέρα μου για τον Θεό, και τι μου έχει δώσει Αυτός; Πρέπει να τα προσθέσω και να τα επιβεβαιώσω —έλαβα πρόσφατα οποιεσδήποτε ευλογίες; Έχω δώσει πολλά όλο αυτό το διάστημα, έχω τρέξει και τρέχω, και έχω υποφέρει πολύ —μου έχει δώσει ο Θεός οποιεσδήποτε υποσχέσεις σε αντάλλαγμα; Θυμάται τις καλές πράξεις μου; Ποιο θα είναι το τέλος μου; Μπορώ να λάβω τις ευλογίες του Θεού;»… Κάθε άνθρωπος κάνει τέτοιους υπολογισμούς μέσα στην καρδιά του συνέχεια, και θέτει απαιτήσεις στον Θεό που περιλαμβάνουν τα κίνητρα, τις φιλοδοξίες και τις συμφωνίες τους. Τουτέστιν, στην καρδιά του ο άνθρωπος θέτει διαρκώς τον Θεό σε δοκιμασία, σκαρφίζεται συνεχώς σχέδια για τον Θεό και συνεχώς επιχειρηματολογεί υπέρ της κατάληξής του με τον Θεό και προσπαθεί να αντλήσει μια δήλωση από τον Θεό, κοιτώντας μήπως ο Θεός μπορεί να του δώσει ό,τι επιθυμεί. Την ίδια στιγμή που ακολουθεί τον Θεό, ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίζει τον Θεό ως Θεό. Ανέκαθεν προσπαθούσε να κάνει συμφωνίες με τον Θεό, θέτοντας διαρκώς απαιτήσεις σ’ Αυτόν, και μάλιστα ασκώντας Του πίεση σε κάθε βήμα, προσπαθώντας να βγάλει από τη μύγα ξύγκι. Ενώ παράλληλα προσπαθεί να κάνει συμφωνίες με τον Θεό, ο άνθρωπος συζητάει επίσης μαζί Του και υπάρχουν ακόμη και άνθρωποι που, όταν υποβάλλονται σε δοκιμασίες ή βρίσκονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις, συχνά γίνονται αδύναμοι, παθητικοί και αμελείς στο έργο τους, και έχουν πολλά παράπονα από τον Θεό. Από την πρώτη στιγμή που άρχισε να πιστεύει στον Θεό, ο άνθρωπος θεωρούσε τον Θεό ως το κέρας της Αμάλθειας, έναν ελβετικό σουγιά, και θεωρεί τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο πιστωτή του Θεού, λες και είναι έμφυτο δικαίωμα και υποχρέωσή του να προσπαθεί να πάρει ευλογίες και υποσχέσεις από τον Θεό, ενώ η ευθύνη του Θεού είναι να προστατεύει και να φροντίζει τον άνθρωπο και να τον στηρίζει. Αυτή είναι η βασική κατανόηση της «πίστης στον Θεό» όλων όσοι πιστεύουν στον Θεό, και της βαθύτερης κατανόησης της έννοιας της πίστης στον Θεό. Από το περιεχόμενο της φύσης του ανθρώπου ως την υποκειμενική του επιδίωξη, δεν υπάρχει τίποτα που να σχετίζεται με τον σεβασμό του Θεού. Ο σκοπός που ο άνθρωπος πιστεύει στον Θεό δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τη λατρεία του Θεού. Τουτέστιν, ο άνθρωπος δεν έχει ποτέ θεωρήσει ούτε κατανοήσει ότι η πίστη στον Θεό έχει ως προϋπόθεση τον σεβασμό για τον Θεό και τη λατρεία του Θεού. Υπό το πρίσμα αυτών των συνθηκών, η ουσία του ανθρώπου είναι προφανής. Και ποια είναι αυτή η ουσία; Είναι ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι μοχθηρή, κρύβει προδοσία και απάτη, δεν αγαπάει τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα, ή ό,τι είναι θετικό, και είναι τιποτένια και άπληστη. Η καρδιά του ανθρώπου δεν θα μπορούσε να είναι πιο κλειστή στον Θεό. Ο άνθρωπος δεν την έχει δώσει επ’ ουδενί στον Θεό. Ο Θεός δεν έχει δει ποτέ την αληθινή καρδιά του ανθρώπου, ούτε έχει γνωρίσει ποτέ την λατρεία του ανθρώπου. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλο τίμημα πληρώνει ο Θεός, ή πόσο έργο κάνει ή το πόσα παρέχει στον άνθρωπο, ο άνθρωπος παραμένει τυφλός σε αυτά και παντελώς αδιάφορος. Ο άνθρωπος δεν έδωσε ποτέ την καρδιά του στον Θεό, θέλει απλώς να την φροντίζει ο ίδιος, να παίρνει τις δικές του αποφάσεις —κάτι που υποδηλώνει ότι ο άνθρωπος δεν θέλει να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού ούτε θέλει να υπακούσει στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, κι ούτε θέλει να λατρεύει τον Θεό ως Θεό. Αυτή είναι η κατάσταση του ανθρώπου σήμερα. Τώρα, ας δούμε και πάλι τον Ιώβ. Κατ’ αρχάς, έκανε κάποια συμφωνία με τον Θεό; Έχει απώτερα κίνητρα με το να μένει σταθερός στην οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού; Εκείνη την εποχή, είχε μιλήσει ο Θεός σε οποιονδήποτε για το τέλος που θα ερχόταν; Εκείνη την εποχή, ο Θεός δεν είχε υποσχεθεί τίποτα σε κανέναν για το τέλος, και σ’ αυτό το πλαίσιο ήταν σε θέση ο Ιώβ να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό. Μπορούν οι σημερινοί άνθρωποι να συγκριθούν με τον Ιώβ; Υπάρχουν πάρα πολλές διαφορές, ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες. Παρόλο που ο Ιώβ δεν γνώριζε πολλά για τον Θεό, είχε δώσει την καρδιά του στον Θεό και αυτή ανήκε στον Θεό. Δεν έκανε ποτέ συμφωνία με τον Θεό και δεν είχε εξωφρενικές επιθυμίες ή απαιτήσεις από τον Θεό. Αντιθέτως, πίστευε ότι «ο Ιεχωβά έδωκε και ο Ιεχωβά αφήρεσεν». Αυτό ήταν αυτό που είχε δει και κατείχε επειδή έμενε πιστός στην οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού κατά τη διάρκεια της μακρόβιας ζωής του. Ομοίως, είχε επίσης κερδίσει το εξής αποτέλεσμα: «τα αγαθά μόνον θέλομεν δεχθή εκ του Θεού, και τα κακά δεν θέλομεν δεχθή;» Αυτές οι δύο προτάσεις ήταν αυτό που είχε δει και είχε γνωρίσει ως αποτέλεσμα της υπάκουης στάσης του στον Θεό κατά τη διάρκεια της εμπειρίας της ζωή του, και ήταν επίσης τα ισχυρότερα όπλα του με τα οποία βγήκε θριαμβευτής από τους πειρασμούς του Σατανά, και το θεμέλιο της ακλόνητης στάσης του στη μαρτυρία του στον Θεό. Σε αυτό το σημείο, θεωρείτε τον Ιώβ υπέροχο άνθρωπο; Ευελπιστείτε ότι θα γίνετε ένας τέτοιος άνθρωπος; Φοβάστε ότι θα πρέπει να υποστείτε τους πειρασμούς του Σατανά; Αποφασίσατε να προσευχηθείτε για να σας υποβάλει ο Θεός στις ίδιες δοκιμασίες όπως τον Ιώβ; Αναμφισβήτητα, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα τολμούσαν να προσευχηθούν για αυτά τα πράγματα. Είναι προφανές λοιπόν ότι η δική σας πίστη είναι απελπιστικά μικρή. Σε σύγκριση με τον Ιώβ, η πίστη σας είναι απλώς ανάξια αναφοράς. Εσείς είστε οι εχθροί του Θεού, εσείς δεν σέβεστε τον Θεό, εσείς είστε ανίκανοι να παραμείνετε σταθεροί στη μαρτυρία σας στον Θεό, και δεν είστε σε θέση να βγείτε θριαμβευτές από τις επιθέσεις, τις κατηγορίες και τους πειρασμούς του Σατανά. Τι σας κάνει ικανούς να λάβετε τις υποσχέσεις του Θεού; Έχοντας ακούσει την ιστορία του Ιώβ και κατανοήσει την πρόθεση του Θεού να σώσει τον άνθρωπο και την έννοια της σωτηρίας του ανθρώπου, διαθέτετε τώρα εσείς την πίστη να δεχτείτε τις ίδιες δοκιμασίες με τον Ιώβ; Δεν θα έπρεπε να έχετε αποφασίσει ώστε να επιτρέψετε στον εαυτό σας να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού του Θεού και της αποφυγής του κακού;

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger