Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Γ'

Μέρος δεύτερο

Μόλις μιλήσαμε για όλο το έργο που ολοκλήρωσε ο Θεός, τη σειρά των πραγμάτων που έκανε για πρώτη φορά. Κάθε ένα από τα πράγματα αυτά σχετίζεται με το σχέδιο του Θεού για διαχείριση και με το θέλημα του Θεού. Σχετίζονται επίσης με την ίδια τη διάθεση του Θεού και με την ουσία Του. Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που έχει και είναι ο Θεός, δεν μπορούμε να σταματήσουμε στην Παλαιά Διαθήκη ή στην Εποχή του Νόμου· αντιθέτως, πρέπει να προχωρήσουμε εμπρός με τα βήματα που έκανε ο Θεός στο έργο Του. Έτσι, όπως ο Θεός τελείωσε την Εποχή του Νόμου και ξεκίνησε την Εποχή της Χάριτος, τα δικά μας βήματα έχουν έλθει στην Εποχή της Χάριτος —μια εποχή γεμάτη χάρη και λύτρωση. Κατά την εποχή αυτή, ο Θεός έκανε και πάλι κάτι πολύ σημαντικό για πρώτη φορά. Το έργο κατά τη νέα αυτή εποχή αποτέλεσε μια νέα αφετηρία για τον Θεό και την ανθρωπότητα. Η νέα αυτή αφετηρία ήταν και πάλι νέο έργο που έκανε ο Θεός για πρώτη φορά. Το νέο αυτό έργο ήταν κάτι πρωτοφανές που εκτέλεσε ο Θεός και δεν μπορούσαν να το φανταστούν οι άνθρωποι και όλα τα πλάσματα. Είναι κάτι πλέον ευρέως γνωστό σε όλους τους ανθρώπους —αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Θεός έγινε ανθρώπινο ον, η πρώτη φορά που ξεκίνησε νέο έργο με τη μορφή ενός ανθρώπου, με την ταυτότητα ενός ανθρώπου. Το νέο αυτό έργο σήμαινε πως ο Θεός είχε ολοκληρώσει το έργο Του στην Εποχή του Νόμου και πως δε θα έκανε ή θα έλεγε πια τίποτε υπό τον νόμο. Επιπλέον, δε θα έλεγε ή θα έκανε οτιδήποτε με τη μορφή του νόμου ή σύμφωνα με τις αρχές ή τους κανόνες του νόμου. Με άλλα λόγια, το σύνολο του έργου Του που βασιζόταν στον νόμο ανακόπηκε δια παντός και δε θα συνεχιζόταν, επειδή ο Θεός ήθελε να ξεκινήσει νέο έργο και να κάνει νέα πράγματα, κι έτσι το σχέδιό Του είχε και πάλι μια νέα αφετηρία. Έτσι, ο Θεός έπρεπε να οδηγήσει την ανθρωπότητα στην επόμενη εποχή.

Το εάν τα νέα αυτά ήταν χαρμόσυνα ή δυσοίωνα για τους ανθρώπους, εξαρτιόταν από την ουσία τους. Μπορεί να ειπωθεί πως τα νέα αυτά δεν ήταν χαρμόσυνα, αλλά δυσοίωνα για κάποιους ανθρώπους, γιατί, όταν ο Θεός ξεκίνησε το νέο Του έργο, οι άνθρωποι εκείνοι που απλώς τηρούσαν τους νόμους και τους κανόνες, που απλώς ακολουθούσαν τις διδαχές αλλά δε σέβονταν τον Θεό, έτειναν να χρησιμοποιούν το παλιό έργο του Θεού για να καταδικάσουν το νέο Του έργο. Για τους ανθρώπους αυτούς, τα νέα αυτά ήταν δυσοίωνα· ωστόσο, για κάθε άνθρωπο που ήταν αθώος και ανοιχτός, που ήταν ειλικρινής με τον Θεό και πρόθυμος να δεχτεί τη λύτρωσή Του, τα νέα της πρώτης ενσάρκωσης του Θεού ήταν ιδιαίτερα χαρμόσυνα. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι, από τότε που υπήρχαν άνθρωποι, αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Θεός είχε εμφανιστεί και είχε ζήσει ανάμεσα στην ανθρωπότητα σε μια μορφή που δεν ήταν το Πνεύμα· αντιθέτως, Αυτός γεννήθηκε από άνθρωπο, έζησε ανάμεσα στους ανθρώπους ως ο Υιός του ανθρώπου και εργάστηκε ανάμεσά τους. Αυτή η «πρώτη φορά» γκρέμισε τις αντιλήψεις των ανθρώπων και ήταν πέρα από κάθε φαντασία. Επιπλέον, όλοι οι ακόλουθοι του Θεού απέκτησαν ένα υλικό όφελος. Ο Θεός, όχι μόνο έβαλε τέλος στην παλαιά εποχή, αλλά, επιπλέον, έβαλε τέλος στις παλιές μεθόδους εργασίας Του και στον τρόπο εργασίας Του. Δεν επέτρεπε πια στους αγγέλους Του να μεταφέρουν το θέλημά Του, δε βρισκόταν πια κρυμμένος στα σύννεφα, και δεν εμφανιζόταν και δε μιλούσε πλέον προστακτικά στους ανθρώπους μέσω βροντής. Σε αντίθεση με οτιδήποτε στο παρελθόν, μέσω μιας μεθόδου που δεν μπορούσαν να φανταστούν οι άνθρωποι και που δυσκολεύονταν να κατανοήσουν ή να δεχτούν —της ενσάρκωσης— Αυτός έγινε ο Υιός του ανθρώπου για να αναπτύξει το έργο της εποχής εκείνης. Το βήμα αυτό αιφνιδίασε την ανθρωπότητα και ήταν εξαιρετικά άβολο για τους ανθρώπους, επειδή ο Θεός είχε ξεκινήσει και πάλι νέο έργο που δεν είχε κάνει ποτέ Του στο παρελθόν. Σήμερα, θα ρίξουμε μια ματιά στο νέο έργο που επιτέλεσε ο Θεός στη νέα εποχή· σε όλο αυτό το νέο έργο, πόση από τη διάθεση του Θεού και πόσο από αυτό που Αυτός έχει και είναι μπορούμε να κατανοήσουμε;

Τα ακόλουθα είναι λόγια καταγεγραμμένα στην Καινή Διαθήκη της Βίβλου.

1. Ματθ. 12:1 Εν εκείνω τω καιρώ επορεύετο ο Ιησούς διά των σπαρτών εν σαββάτω· οι δε μαθηταί αυτού επείνασαν και ήρχισαν να ανασπώσιν αστάχυα και να τρώγωσιν.

2. Ματθ. 12:6-8 Σας λέγω δε ότι εδώ είναι κάποιος μεγαλήτερος του ιερού. Εάν όμως εγνωρίζετε τι είναι Έλεον θέλω και ουχί θυσίαν, δεν ηθέλετε καταδικάσει τους αθώους. Διότι ο Υιός του ανθρώπου είναι κύριος και του σαββάτου.

Ας ρίξουμε πρώτα μια ματιά στην περικοπή αυτή: «Εν εκείνω τω καιρώ επορεύετο ο Ιησούς διά των σπαρτών εν σαββάτω· οι δε μαθηταί αυτού επείνασαν και ήρχισαν να ανασπώσιν αστάχυα και να τρώγωσιν».

Γιατί επιλέξαμε την περικοπή αυτή; Πώς συνδέεται με τη διάθεση του Θεού; Στο κείμενο αυτό, το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε είναι πως ήταν ημέρα Σάββατο, ωστόσο, ο Κύριος Ιησούς βγήκε έξω και οδήγησε τους μαθητές Του μέσα από τα σπαρτά. Αυτό που είναι ακόμα πιο «εξωφρενικό» είναι πως επιπλέον «ήρχισαν να ανασπώσιν αστάχυα και να τρώγωσιν». Στην Εποχή του Νόμου, οι νόμοι του Ιεχωβά Θεού όριζαν πως οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να βγαίνουν έξω ξέγνοιαστα και να συμμετέχουν σε δραστηριότητες το Σάββατο· υπήρχαν πολλά πράγματα που δεν μπορούσαν να γίνουν το Σάββατο. Η ενέργεια αυτή, από πλευράς του Κυρίου Ιησού, προβλημάτισε εκείνους που είχαν ζήσει υπό τον νόμο για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ προκάλεσε ακόμα και επικρίσεις. Όσο για τη σύγχυσή τους και τον τρόπο με τον οποίο μιλούσαν γι’ αυτό που έκανε ο Κύριος Ιησούς, θα τα αφήσουμε προς το παρόν κατά μέρος και θα συζητήσουμε πρώτα για τον λόγο που ο Χριστός επέλεξε από όλες τις μέρες να το κάνει αυτό το Σάββατο, καθώς και γι’ αυτό που ήθελε να επικοινωνήσει μέσω της ενέργειας αυτής στους ανθρώπους που ζούσαν υπό τον νόμο. Αυτή είναι η σύνδεση μεταξύ της περικοπής αυτής και της διάθεσης του Θεού για την οποία θέλω να μιλήσω.

Όταν ήλθε ο Κύριος Ιησούς, χρησιμοποίησε τις πρακτικές Του ενέργειες για να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους: Ο Θεός είχε αναχωρήσει από την Εποχή του Νόμου, είχε ξεκινήσει νέο έργο, και το νέο αυτό έργο δεν απαιτούσε την τήρηση του Σαββάτου· όταν ο Θεός εξήλθε από τους περιορισμούς της μέρας του Σαββάτου, αυτό ήταν μονάχα μια πρόγευση του νέου Του έργου, ενώ το πραγματικά υπέροχο έργο Του συνέχιζε να ξεδιπλώνεται. Όταν ο Κύριος Ιησούς ξεκίνησε το έργο Του, είχε ήδη αφήσει πίσω Του τα δεσμά της Εποχής του Νόμου και είχε καταρρίψει τους κανονισμούς και τις αρχές της εποχής εκείνης. Μέσα Του, δεν υπήρχε ίχνος από οτιδήποτε σχετιζόταν με τον νόμο· είχε απαλλαγεί απ’ αυτόν εξ ολοκλήρου, δεν τον τηρούσε πια και ούτε απαιτούσε από την ανθρωπότητα να τον τηρεί. Επομένως, εδώ βλέπεις πως ο Κύριος Ιησούς διέσχισε τα σπαρτά το Σάββατο· ο Κύριος δεν αναπαυόταν, αντιθέτως, ήταν έξω και εργαζόταν. Η ενέργειά Του αυτή συντάραξε τις αντιλήψεις των ανθρώπων και τους επικοινώνησε πως Αυτός δε ζούσε πια υπό τον νόμο, πως είχε αφήσει τους περιορισμούς του Σαββάτου και εμφανιζόταν μπροστά και ανάμεσα στην ανθρωπότητα με νέα μορφή, με νέο τρόπο εργασίας. Η ενέργειά Του αυτή έδειξε στους ανθρώπους πως είχε φέρει μαζί Του νέο έργο που ξεκίνησε με την έξοδο από τον νόμο και με την έξοδο από το Σάββατο. Όταν ο Θεός εκτελούσε το νέο Του έργο, δεν ήταν πια προσκολλημένος στο παρελθόν και δεν Τον απασχολούσαν πια οι κανονισμοί της Εποχής του Νόμου. Επιπλέον, δεν επηρεαζόταν από το έργο Του στην προηγούμενη εποχή, αλλά εργαζόταν, όπως συνήθως, και το Σάββατο, και όταν οι μαθητές Του πεινούσαν, μπορούσαν να κόψουν μερικά στάχυα και να φάνε. Όλα αυτά ήταν πολύ φυσιολογικά στα μάτια του Θεού. Ο Θεός μπορούσε να έχει μια νέα αρχή για πολύ από το έργο που θέλει να εκτελέσει και τα πράγματα που θέλει να πει. Όταν Αυτός αποκτά ένα νέο ξεκίνημα, μήτε αναφέρει το προηγούμενο έργο Του ξανά μήτε το συνεχίζει. Διότι ο Θεός έχει τις αρχές Του στο έργο Του. Θέλει να ξεκινήσει νέο έργο όταν θέλει να φέρει την ανθρωπότητα σε ένα νέο στάδιο του έργου Του και όταν το έργο Του έχει εισέλθει σε κάποια ανώτερη φάση. Αν οι άνθρωποι συνεχίσουν να ενεργούν σύμφωνα με τα παλιά ρητά και τους κανονισμούς ή συνεχίσουν να είναι προσηλωμένοι σ’ αυτά, ο Θεός δε θα το τιμήσει ούτε θα το επαινέσει. Αυτό συμβαίνει επειδή έχει ήδη φέρει νέο έργο κι έχει εισέλθει σε μια νέα φάση του έργου Του. Όταν Αυτός ξεκινά νέο έργο, εμφανίζεται στην ανθρωπότητα με μια εντελώς νέα εικόνα, από μια εντελώς νέα σκοπιά και μ’ έναν εντελώς νέο τρόπο, έτσι ώστε οι άνθρωποι να δουν διαφορετικές πτυχές της διάθεσής Του και αυτού που Αυτός έχει και είναι. Αυτός είναι ένας από τους στόχους Του στο νέο Του έργο. Ο Θεός δεν προσκολλάται στα παλιά και δεν ακολουθεί την πεπατημένη οδό· όταν εργάζεται και μιλά, δεν είναι τόσο απαγορευτικό όσο το φαντάζονται οι άνθρωποι. Στον Θεό, τα πάντα είναι ελεύθερα και απελευθερωμένα, δεν υπάρχει απαγόρευση, δεν υπάρχουν περιορισμοί —αυτό που φέρνει στην ανθρωπότητα είναι όλο ελευθερία και απελευθέρωση. Είναι ένας ζωντανός Θεός, ένας Θεός που υπάρχει πραγματικά και αληθινά. Δεν είναι κάποια μαριονέτα ή κάποιο πήλινο γλυπτό και είναι τελείως διαφορετικός από τα είδωλα που φυλάσσουν σαν ιερά και λατρεύουν οι άνθρωποι. Είναι ζωντανός και φωτεινός, και αυτό που φέρνουν ο λόγος Του και το έργο Του στους ανθρώπους είναι όλο ζωή και φως, όλο ελευθερία και απελευθέρωση, επειδή Αυτός κρατά την αλήθεια, τη ζωή και την οδό —δεν Τον περιορίζει τίποτα σε κανένα μέρος του έργου Του. Ό,τι κι αν λένε οι άνθρωποι και όπως κι αν βλέπουν ή αξιολογούν το νέο Του έργο, Αυτός θα συνεχίσει να εκτελεί το έργο Του δίχως ενδοιασμούς. Δε θα ανησυχεί για τις αντιλήψεις κανενός ή για τις κατηγορίες εναντίον του έργου ή του λόγου Του, ούτε και για την έντονη αντίδραση και την αντίστασή τους στο νέο Του έργο. Ουδείς σε ολόκληρη την πλάση δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την ανθρώπινη λογική ή την ανθρώπινη φαντασία, γνώση και ηθική, για να μετρήσει ή να προσδιορίσει αυτό που κάνει ο Θεός και για να δυσφημίσει, να διαταράξει ή να υπονομεύσει το έργο Του. Δεν υπάρχει καμία απαγόρευση στο έργο Του και σε ό,τι κάνει, και αυτό δε θα περιορίζεται από κανέναν άνθρωπο, πράγμα ή αντικείμενο, ούτε και θα διαταράσσεται από καμιά εχθρική δύναμη. Στο νέο Του έργο, είναι ένας παντοτινά νικηφόρος Βασιλιάς, ενώ όλες οι εχθρικές δυνάμεις, όλες οι αιρέσεις και οι πλάνες της ανθρωπότητας, ποδοπατιούνται κάτω από το υποπόδιό Του. Όποιο νέο στάδιο του έργου Του κι αν εκτελεί, πρέπει να αναπτύσσεται και να επεκτείνεται μέσα από την ανθρωπότητα και πρέπει να εκτελείται ανεμπόδιστα σε ολόκληρο το σύμπαν, έως ότου ολοκληρωθεί το μέγα Του έργο. Αυτή είναι η παντοδυναμία και η σοφία του Θεού, όπως και η εξουσία και η δύναμή Του. Επομένως, ο Κύριος Ιησούς μπορούσε να βγει έξω στα φανερά και να εργαστεί το Σάββατο, επειδή στην καρδιά Του δεν υπήρχαν κανόνες, όπως και δεν υπήρχε καμιά γνώση ή διδαχή που να προήλθε από την ανθρωπότητα. Αυτό που Αυτός είχε, ήταν το νέο έργο του Θεού και ο τρόπος Του, και το έργο Του ήταν ο τρόπος να ελευθερώσει την ανθρωπότητα, να τους αποδεσμεύσει, να τους επιτρέψει να υπάρξουν στο φως και να τους επιτρέψει να ζήσουν. Εκείνοι που λατρεύουν είδωλα ή ψεύτικους θεούς, ζουν την κάθε μέρα δεσμευμένοι από τον Σατανά, περιορισμένοι από κάθε λογής κανόνες και ταμπού —σήμερα απαγορεύεται αυτό, αύριο κάτι άλλο— δεν έχουν καμία ελευθερία στις ζωές τους. Είναι σαν αλυσοδεμένοι φυλακισμένοι, δίχως χαρά. Τι αντιπροσωπεύει η «απαγόρευση»; Αντιπροσωπεύει περιορισμούς, δεσμά και κακό. Όταν ένας άνθρωπος λατρεύει κάποιο είδωλο, λατρεύει έναν ψεύτικο θεό, λατρεύει ένα κακό πνεύμα. Η απαγόρευση έρχεται μαζί μ’ αυτό. Δεν μπορείς να φας αυτό ή εκείνο, δεν μπορείς να βγεις έξω σήμερα, αύριο δεν μπορείς να ανάψεις τον φούρνο σου, την επομένη δεν μπορείς να μετακομίσεις σε νέο σπίτι, πρέπει να επιλέγονται συγκεκριμένες ημέρες για γάμους και κηδείες, ακόμη και για τη γέννηση ενός παιδιού. Πώς ονομάζεται αυτό; Αυτό ονομάζεται απαγόρευση· είναι η σκλαβιά της ανθρωπότητας, ενώ τα δεσμά του Σατανά και των κακών πνευμάτων τους ελέγχουν και περιορίζουν τις καρδιές και τα σώματά τους. Υπάρχουν αυτές οι απαγορεύσεις με τον Θεό; Όταν μιλάς για την αγιοσύνη του Θεού, πρέπει πρώτα να σκεφτείς αυτό: Με τον Θεό, δεν υπάρχουν απαγορεύσεις. Ο Θεός έχει αρχές στον λόγο και στο έργο Του, αλλά όχι απαγορεύσεις, επειδή ο Θεός ο ίδιος είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή.

Τώρα, ας εξετάσουμε την επόμενη περικοπή: «Σας λέγω δε ότι εδώ είναι κάποιος μεγαλήτερος του ιερού. Εάν όμως εγνωρίζετε τι είναι Έλεον θέλω και ουχί θυσίαν, δεν ηθέλετε καταδικάσει τους αθώους. Διότι ο Υιός του ανθρώπου είναι κύριος και του σαββάτου» (Ματθ. 12:6-8). Σε τι αναφέρεται το «ιερό» εδώ; Για να το θέσουμε απλά, το «ιερό» αναφέρεται σε ένα μεγαλοπρεπές, ψηλό κτίριο και, κατά την Εποχή του Νόμου, το ιερό ήταν μέρος για να λατρεύουν οι ιερείς τον Θεό. Όταν ο Κύριος Ιησούς είπε «εδώ είναι κάποιος μεγαλήτερος του ιερού», σε ποιον αναφερόταν το «κάποιος»; Προφανώς, το «κάποιος» είναι ο Κύριος Ιησούς στη σάρκα, γιατί μόνο Αυτός ήταν μεγαλύτερος του ιερού. Τι έλεγαν τα λόγια αυτά στους ανθρώπους; Έλεγαν στους ανθρώπους να βγουν από το ιερό —ο Θεός είχε ήδη βγει και δεν εργαζόταν πια μέσα σ’ αυτό, επομένως οι άνθρωποι έπρεπε να αναζητήσουν τ’ αχνάρια του Θεού έξω από το ιερό και να ακολουθήσουν τα βήματά Του στο νέο Του έργο. Το υπόβαθρο αυτού που είπε ο Κύριος Ιησούς ήταν πως, υπό τον νόμο, οι άνθρωποι είχαν καταλήξει να βλέπουν το ιερό σαν κάτι μεγαλύτερο από τον Θεό τον ίδιο. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι λάτρευαν το ιερό αντί να λατρεύουν τον Θεό, έτσι, ο Κύριος Ιησούς τους προειδοποίησε να μη λατρεύουν είδωλα, αλλά να λατρεύουν τον Θεό γιατί είναι υπέρτατος. Έτσι, είπε: «Έλεον θέλω και ουχί θυσίαν». Είναι εμφανές πως, στα μάτια του Κυρίου Ιησού, οι περισσότεροι άνθρωποι υπό τον νόμο δε λάτρευαν πια τον Ιεχωβά Θεό, απλώς εκτελούσαν τη διαδικασία της θυσίας, και ο Κύριος Ιησούς προσδιόρισε πως η διαδικασία αυτή ήταν ειδωλολατρία. Οι ειδωλολάτρες αυτοί, έβλεπαν το ιερό σαν κάτι μεγαλύτερο και ανώτερο από τον Θεό. Στις καρδιές τους υπήρχε μόνο το ιερό, όχι ο Θεός, επομένως, αν έχαναν το ιερό, θα έχαναν τον τόπο της κατοίκησής τους. Χωρίς το ιερό, δεν είχαν πού να λατρεύουν και δεν μπορούσαν να προσφέρουν τις θυσίες τους. Ο υποτιθέμενος τόπος της κατοίκησής τους ήταν ο τόπος όπου δραστηριοποιούνταν υπό το πρόσχημα της λατρείας του Ιεχωβά Θεού που τους επέτρεπε να παραμένουν στο ιερό και να διεκπεραιώνουν τις δικές τους υποθέσεις. Η υποτιθέμενη προσφορά θυσιών γινόταν απλώς για να πραγματοποιούν τις προσωπικές τους επαίσχυντες δοσοληψίες υπό το πρόσχημα της εκτέλεσης της υπηρεσίας τους στο ιερό. Αυτός ήταν ο λόγος που οι άνθρωποι της εποχής έβλεπαν το ιερό σαν κάτι μεγαλύτερο από τον Θεό. Επειδή χρησιμοποιούσαν το ιερό σαν κάλυψη και τις θυσίες σαν πρόσχημα για να εξαπατούν τους ανθρώπους και τον Θεό, ο Κύριος Ιησούς το είπε αυτό για να προειδοποιήσει τους ανθρώπους. Αν εφαρμόσετε τα λόγια αυτά στο παρόν, παραμένουν εξίσου έγκυρα και εξίσου σχετικά. Παρόλο που οι άνθρωποι σήμερα έχουν βιώσει διαφορετικό έργο του Θεού από αυτό που βίωσαν οι άνθρωποι στην Εποχή του Νόμου, η ουσία της φύσης τους είναι η ίδια. Στο πλαίσιο του έργου σήμερα, οι άνθρωποι εξακολουθούν να κάνουν πράγματα του ίδιου τύπου με «το ιερό είναι μεγαλύτερο από τον Θεό». Για παράδειγμα, οι άνθρωποι βλέπουν την εκπλήρωση των καθηκόντων τους ως τη δουλειά τους· θεωρούν το να γίνεις μάρτυρας για τον Θεό και να πολεμήσεις τον μεγάλο κόκκινο δράκοντα ως πολιτικά κινήματα για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τη δημοκρατία και την ελευθερία· μετατρέπουν το καθήκον τους σε καριέρα για να αξιοποιήσουν τις ικανότητές τους, αλλά αντιμετωπίζουν τον σεβασμό στον Θεό και την αποφυγή του κακού ως τίποτα περισσότερο από μια θρησκευτική διδαχή προς τήρηση, και ούτω καθεξής. Αυτές οι εκφράσεις, από πλευράς των ανθρώπων, δεν είναι ουσιαστικά το ίδιο όπως «το ιερό είναι μεγαλύτερο από τον Θεό»; Με τη διαφορά ότι, πριν δύο χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι εκτελούσαν τις προσωπικές τους δραστηριότητες μέσα στο φυσικό ιερό, ενώ σήμερα, οι άνθρωποι εκτελούν τις προσωπικές τους δραστηριότητες σε άυλα ιερά. Οι άνθρωποι που δίνουν μεγάλη αξία στους κανόνες, θεωρούν τους κανόνες μεγαλύτερους από τον Θεό· οι άνθρωποι που αγαπούν το κύρος, θεωρούν το κύρος μεγαλύτερο από τον Θεό· εκείνοι που αγαπούν την καριέρα τους, θεωρούν την καριέρα μεγαλύτερη από τον Θεό και ούτω καθεξής. Όλες οι εκφράσεις τους Με οδηγούν να πω: «Οι άνθρωποι, μέσα από τα λόγια τους, δοξάζουν τον Θεό ως τον μεγαλύτερο, ωστόσο, στα μάτια τους, τα πάντα είναι μεγαλύτερα από τον Θεό». Αυτό συμβαίνει γιατί οι άνθρωποι, ενόσω βρίσκονται στο μονοπάτι απ’ το οποίο ακολουθούν τον Θεό, μόλις βρουν την ευκαιρία να επιδείξουν τα δικά τους ταλέντα ή να ασκήσουν τις δικές τους δραστηριότητες ή να επιτύχουν στις δικές τους καριέρες, απομακρύνονται από τον Θεό και ρίχνονται στην καριέρα που αγαπούν. Όσο γι’ αυτό που τους έχει εμπιστευτεί ο Θεός και το θέλημά Του, τα πράγματα αυτά έχουν απορριφθεί από καιρό. Στο σενάριο αυτό, πού διαφέρουν οι άνθρωποι αυτοί από εκείνους που εκτελούσαν τις δραστηριότητες τους στο ιερό πριν δύο χιλιάδες χρόνια;

Οι καταστροφές αποτελούν συχνό φαινόμενο, κι έχουν εμφανιστεί τα σημεία της επιστροφής του Κυρίου. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να υποδεχθούμε τον Κύριο; Σας προσκαλούμε εγκάρδια να επικοινωνήσετε μαζί μας για να βρείτε τον τρόπο.

Επικοινωνήστε μαζί μας μέσω Messenger